Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΕΝΤΥΠΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ (216 Π.Κ.) - Α.Π. 384/2017 (Τμήμα Ζ)

Α.Π. 384/2017 (Τμήμα Ζ)


ΠΛΑΣΤΟΓΡΑΦΗΣΗ ΕΝΤΥΠΟΥ ΕΙΣΑΓΩΓΗΣ ΚΑΙ ΕΞΑΓΩΓΗΣ ΑΣΘΕΝΟΥΣ ΣΕ ΔΗΜΟΣΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ (216 Π.Κ.) - Αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών κατηγορούμενος με πρόθεση και με σκοπό ο Κ. Π. να λάβει σύνταξη αναπηρίας από το συνταξιοδοτικό του φορέα (εν προκειμένω το Ι.Κ.Α.), σε ένα έντυπο του Γενικού Νοσοκομείου Ιωαννίνων στην επικεφαλίδα του οποίου υπήρχε προδιατυπωμένη η φράση "ΔΥΠΕ Ηπείρου - Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων - Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική - Διευθυντής: Καθηγητής Ι. Γ.", αναγράφηκε μια γνωμάτευση - παραπεμπτικό εισαγωγής για το δεύτερο κατηγορούμενο, Κ. Π. του Σ. με ημερομηνία 27.03.2009, στην οποία αναγράφηκαν χειρόγραφα επί λέξει τα εξής: "ΕΙΣΗΤΗΡΙΟ - Ε.Ι. Κ/Δ – Π. Κ. ΤΟΥ Σ. (62) ΕΤΩΝ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ -ΕΙΣΟΔΟΣ: 27.03.2009- Διάγνωση: ΟΞΥ ΕΜΓΡΑΓΜΑ ΜΥΟΚΑΡΔΙΟΥ και ακολούθως αναγράφηκαν τα στοιχεία του ιατρού Γ. Μ. - Ειδικευόμενου Καρδιολογικής Κλινικής και τέθηκε κατ' απομίμηση η υπογραφή του, εν αγνοία του τελευταίου και μια σφραγίδα της Καρδιολογικής Κλινικής του ΠΠΓΝ, με ..., η οποία σφραγίδα όμως ήταν παλαιά και δεν χρησιμοποιείτο από το ΠΠΓΝ Ιωαννίνων. Παρόμοια πλαστογράφηση εντύπου εξόδου.


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Ζ' ΠΟΙΝΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Γεώργιο Σακκά, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Βασίλειο Καπελούζο-Εισηγητή, Δημήτριο Γεώργα, Δημήτριο Τζιούβα και Γεώργιο Παπαηλιάδη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 15 Φεβρουαρίου 2017, με την παρουσία του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου Παναγιώτη Καραγιάννη (γιατί κωλύεται η Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου) και της Γραμματέως Αικατερίνης Σιταρά, για να δικάσει την αίτηση του αναιρεσείοντα - κατηγορουμένου Μ. Τ. του Α., κατοίκου ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Μιχαήλ Τζάνογλο, περί αναιρέσεως της υπ' αριθ.744/2016 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ιωαννίνων. Το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ιωαννίνων, με την ως άνω απόφασή του, διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων - κατηγορούμενος ζητεί την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην από 14 Οκτωβρίου 2016 αίτησή του, η οποία καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 1177/2016.

Αφού άκουσε Τον πληρεξούσιο δικηγόρο του αναιρεσείοντα, που ζήτησε όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά και τον Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου, που πρότεινε να απορριφθεί η προκείμενη αίτηση αναίρεσης,

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

'Ελλειψη της απαιτούμενης από τα άρθρα 93 παρ. 3 Συντάγματος και 139 Κ.Ποιν.Δ. ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, που ιδρύει λόγο αναιρέσεως της αποφάσεως κατά το άρθρο 510 παρ.1 στοιχ.Δ' του Κ.Ποιν.Δ., υπάρχει όταν δεν εκτίθενται σε αυτήν με πληρότητα, σαφήνεια και χωρίς αντιφάσεις τα πραγματικά περιστατικά, στα οποία στηρίχθηκε η κρίση του δικαστηρίου για τη συνδρομή των αντικειμενικών και υποκειμενικών στοιχείων του εγκλήματος, οι αποδείξεις που τα θεμελίωσαν και οι νομικοί συλλογισμοί, με τους οποίους έγινε η υπαγωγή των πραγματικών περιστατικών που αποδείχθηκαν στην ουσιαστική ποινική διάταξη που εφαρμόσθηκε. Η αιτιολογία αυτή μπορεί να συμπληρώνεται από το διατακτικό της αποφάσεως, με το οποίο το σκεπτικό αποτελεί ενιαίο σύνολο, δεν υπάρχει δε, ειδικότερα, έλλειψη αιτιολογίας και στην περίπτωση που αυτή εξαντλείται στην επανάληψη του διατακτικού της αποφάσεως, το οποίο, όμως, περιέχει [εκτός από τα τυπικά στοιχεία του κατηγορητηρίου] και πραγματικά περιστατικά τόσο αναλυτικά και με τόση πληρότητα, ώστε να καθίσταται περιττή η διαφοροποίηση της διατυπώσεως του σκεπτικού της. Σε σχέση με τα αποδεικτικά μέσα, πρέπει να προκύπτει από την απόφαση με βεβαιότητα, ότι έχουν ληφθεί υπόψη και εκτιμηθεί όλα τα αποδεικτικά μέσα στο σύνολο του και όχι ορισμένα μόνο από αυτά. Για τη βεβαιότητα αυτή αρκεί να μνημονεύονται όλα, έστω κατά το είδος τους, χωρίς ανάγκη ειδικότερης αναφοράς τους και μνείας του τι προέκυψε χωριστά από καθένα από αυτά.

Μεταξύ των αποδεικτικών μέσων περιλαμβάνεται, κατά το άρθρο 178 περ. γ' του ΚΠοινΔ και η πραγματογνωμοσύνη, η οποία διατάσσεται κατά το άρθρο 183 του ίδιου Κώδικος, υπό προϋποθέσεις, από τον ανακριτικό υπάλληλο, το δικαστικό συμβούλιο ή το δικαστήριο αυτεπαγγέλτως ή μετά από αίτηση των διαδίκων ή του εισαγγελέως. Ως ιδιαίτερο δε είδος αποδεικτικού μέσου, η πραγματογνωμοσύνη πρέπει να προκύπτει από την αιτιολογία της αποφάσεως ότι λήφθηκε και αυτή υπόψη, όπως συμβαίνει όχι μόνο όταν αυτή μνημονεύεται ειδικώς μεταξύ των αποδεικτικών μέσων, αλλά και όταν προκύπτει αναμφίβολα από τις παραδοχές της αποφάσεως ότι τα πορίσματα της πραγματογνωμοσύνης έγιναν δεκτά από το δικαστήριο και σε κάθε περίπτωση δεν είναι αντίθετα με αυτές. Διαφορετικά, δεν προκύπτει με βεβαιότητα ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη του και το ιδιαίτερο αυτό αποδεικτικό μέσο, μη αρκούσης της αναφοράς στα έγγραφα, και ιδρύεται ο ανωτέρω λόγος αναιρέσεως. Οι αναγνωσθείσες και ληφθείσες υπόψη από το δικαστήριο της ουσίας [ιδιωτικές] γνωμοδοτήσεις δεν είναι το ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο της πραγματογνωμοσύνης, που προβλέπεται από τα άρθρα 178 και 183 ΚΠοινΔ, δοθέντος ότι δεν διατάχθηκαν και δεν διενεργήθηκαν κατά τις παραπάνω διατάξεις, ώστε να μνημονεύονται χωριστά στην απόφαση, αλλά εμπίπτουν στην έννοια του αποδεικτικού μέσου του εγγράφου (άρθρο 178 στ ΚΠοινΔ) και ως τέτοια συνεκτιμώνται με τα άλλα αποδεικτικά μέσα.

Περαιτέρω, δεν αποτελούν λόγους αναιρέσεως η εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων και ειδικότερα η εσφαλμένη αξιολόγηση των καταθέσεων των μαρτύρων, η παράλειψη αναφοράς και αξιολογήσεως κάθε αποδεικτικού μέσου χωριστά και η παράλειψη της αξιολογικής συσχετίσεως των αποδεικτικών μέσων, καθόσον στις περιπτώσεις αυτές, με την επίφαση της ελλείψεως αιτιολογίας, πλήττεται η αναιρετικά ανέλεγκτη περί τα πράγματα κρίση του δικαστηρίου της ουσίας.

Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την προσβαλλόμενη με αριθμό 744/2016 απόφασή του, το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Ιωαννίνων, μετά από εκτίμηση και αξιολόγηση όλων των μνημονευομένων, κατά το είδος τους, αποδεικτικών μέσων δέχθηκε, ανελέγκτως, κατά λέξη, τα εξής:
"Ο εκκαλών κατηγορούμενος Μ. Τ. σε ένα έντυπο του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ιωαννίνων στην επικεφαλίδα του οποίου υπήρχε προδιατυπωμένη η φράση "ΔΥΠΕ Ηπείρου - Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων - Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική - Διευθυντής: Καθηγητής Ι. Γ.", αναγράφηκε μια γνωμάτευση - παραπεμπτικό εισαγωγής για το δεύτερο κατηγορούμενο, Κ. Π. του Σ. με ημερομηνία 27.03.2009, στην οποία αναγράφηκαν χειρόγραφα επί λέξει τα εξής: "ΕΙΣΗΤΗΡΙΟ - Ε.Ι. Κ/Δ – Π. Κ. ΤΟΥ Σ. (62) ΕΤΩΝ - ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ -ΕΙΣΟΔΟΣ: 27.03.2009- Διάγνωση: ΟΞΥ ΕΜΓΡΑΓΜΑ ΜΥΟΚΑΡΔΙΟΥ και ακολούθως αναγράφηκαν τα στοιχεία του ιατρού Γ. Μ. - Ειδικευόμενου Καρδιολογικής Κλινικής και τέθηκε κατ' απομίμηση η υπογραφή του, εν αγνοία του τελευταίου και δίχως την έγκρισή του, ενώ κάτω από το όνομα και την υπογραφή του ανωτέρω ιατρού, τέθηκε μια σφραγίδα της Καρδιολογικής Κλινικής του ΠΠΓΝ, με τα εξής στοιχεία "ΠΕΣΥΠ ΗΠΕΡΙΟΥ - Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων-Καρδιολογική Κλινική - Διευθυντής: Καθηγητής Ι. Γ.", η οποία σφραγίδα όμως ήταν παλαιά και δεν χρησιμοποιούνταν από το ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, καθώς είχε ήδη αποσυρθεί και αντικατασταθεί με νέα όπου αντί για τον τίτλο "ΠΕΣΥΠ Ηπείρου" αναγραφόταν "6η ΥΠΕ Ηπείρου" ώστε να φαίνεται ότι το συγκεκριμένο παραπεμπτικό εισαγωγής του ασθενούς Κ. Π. του Σ., είχε συνταχθεί και εκδοθεί από τον ειδικευόμενο ιατρό της Καρδιολογικής Κλινικής του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, Γ. Μ., χωρίς όμως αυτό να είναι αληθές, διότι ο ανωτέρω ιατρός δεν εξέτασε τον συγκεκριμένο ασθενή Κ. Π. στις 27-03-2009 και ουδέποτε παρήγγειλε την εισαγωγή του στην Καρδιολογική Κλινική του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, διαγιγνώσκοντας μάλιστα "οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου". Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι σε ένα αντίστοιχο έντυπο του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ιωαννίνων στην επικεφαλίδα του οποίου υπήρχε προδιατυπωμένη η φράση (ΔΥΠΕ Ηπείρου - Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων - Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική - Διευθυντής: Καθηγητής Ι. Γ.", αναγράφηκε μια γνωμάτευση - εξιτήριο για τον Κ. Π. με ημερομηνία 27.03.2009, στην οποία αναγράφηκαν χειρόγραφα επί λέξει τα εξής "ΕΞΙΤΗΡΙΟ" – Π. Κ. ΤΟΥ Σ. - Διάγνωση: Ασταθής στηθάγχη. ΕΞΟΔΟΣ: 27.03.2009" και ακολούθως ανέγραψε τα στοιχεία του ιατρού Γ. Μ. - Ειδικευόμενος Καρδιολογικής Κλινικής και τέθηκε κατ' απομίμηση η υπογραφή του, εν αγνοία του τελευταίου και δίχως την έγκριση του ενώ κάτω από τα όνομα και την υπογραφή του ανωτέρω ιατρού τέθηκε μια σφραγίδα της Καρδιολογικής Κλινικής του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, με τα εξής στοιχεία "ΠΕΣΥΠ ΗΠΕΙΡΟΥ - Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων - Καρδιολογική Κλινική - Διευθυντής: Καθηγητής Ι. Γ.", η οποία σφραγίδα όμως ήταν παλαιά και δεν χρησιμοποιούταν από το ΠΠΓΝ Ιωαννίνων καθώς είχε ήδη αποσυρθεί και αντικατασταθεί με νέα όπου αντί για τον τίτλο "ΠΕΣΥΠ Ηπείρου" αναγραφόταν "6η ΥΠΕ Ηπείρου", ώστε να φαίνεται ότι το συγκεκριμένο εξιτήριο του ασθενούς Κ. Π., είχε συνταχθεί και εκδοθεί από τον ειδικευόμενο ιατρό της Καρδιολογικής Κλινικής του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων Γ. Μ., χωρίς όμως αυτό να είναι αληθές, διότι ο ανωτέρω ιατρός δεν εξέτασε τον συγκεκριμένο ασθενή στις 27.03.2009 και ουδέποτε παρήγγειλε τόσο την εισαγωγή του στην Καρδιολογική Κλινική του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων όσο και την έξοδο του από αυτήν, διαγιγνώσκοντας μάλιστα "ασταθή στηθάγχη". Η κρίση περί του ότι τα ανωτέρω έγγραφα (γνωμάτευση -παραπεμπτικό εισαγωγής και γνωμάτευση - εξιτήριο) δεν συντάχθηκαν από τον ειδικευόμενο ιατρό Γ. Μ. προκύπτει από το σύνολο των καταθέσεων των μαρτύρων που εξετάστηκαν ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου και από τις γραφολογικές πραγματογνωμοσύνες που έχουν διενεργηθεί. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα (πλην της καταθέσεως των μαρτύρων υπεράσπισης) προκύπτει ότι τα ανωτέρω πλαστά έγγραφα καταρτίστηκαν εξ υπαρχής από τον εκκαλούντα- κατηγορούμενο, καθώς α) μεταξύ αφενός μεν των ανωτέρω πλαστών εγγράφων και αφετέρου των εγγράφων που έχουν συνταχθεί από τον τελευταίο σε ανύποπτο χρόνο, παρατηρείται ομοιότητα ως προς το ποιοτικό επίπεδο χαράξεως, ως προς τον τρόπο τοποθετήσεως των γραμμάτων στο διαθέσιμο χώρο και ως προς το βαθμό γραφικής ευχέρειας, β) οι ανωτέρω συγκρινόμενες γραφές ταυτίζονται ως προς το γραφικό ρυθμό και ως προς την ταχύτητα χαράξεως και γ) η γραφή επί των πλαστών εγγράφων φέρει όλες τις ιδιορρυθμίες της γνήσιας γραφής του 1ου κατηγορουμένου ως προς τη γραφή των γραμμάτων "Η", "Ρ" και "Υ" και των αριθμών "2, "7," και "9", καθώς και διαχωρισμό ημεροχρονολογίας με καθέτους, όπως συνηθίζει ο τελευταίος, καθώς και ταύτιση ως προς τις συνδέσεις μεταξύ των συγκρινομένων γραφών. Αντιθέτως, δεν εμφανίζεται ομοιότητα της γραφής επί των πλαστών εγγράφων με τη γραφή τόσο του ως άνω ιατρού Γ. Μ., όσο και με τη γραφή οποιουδήποτε άλλου προσώπου.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι την 27-03-2009 ο εκκαλών κατηγορούμενος, ιατρός, εξέτασε το Κ. Π. και του χορήγησε τα ανωτέρω πλαστά έγγραφα τα οποία, πέραν της αληθείας της ιατρικής γνωματεύσεως που εμπεριέχουν, αλήθεια που δεν αποδείχθηκε καθώς δεν προέκυψε ότι κατά την ημερομηνία εκείνη ο ανωτέρω υπέστη οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου, δεν περιείχαν τα αληθή στοιχεία του συντάξαντος, ούτε της αρχής από την οποία προέρχονται.

Κατ' ακολουθίαν των ανωτέρω, αποδείχθηκε ότι ο εκκαλών κατηγορούμενος τέλεσε με πρόθεση και με σκοπό ο Κ. Π. να λάβει σύνταξη αναπηρίας από το συνταξιοδοτικό του φορέα (εν προκειμένω το Ι.Κ.Α.) -χωρίς να είναι κρίσιμο αν απαιτούνται και άλλα έγγραφα για την έκδοσή της, καθώς και τα ανωτέρω πλαστά έγγραφα - ιατρικές γνωματεύσεις δημοσίου νοσηλευτικού ιδρύματος θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να παραπλανηθεί ο αρμόδιος συνταξιοδοτικός φορέας και να επιτευχθεί η χορήγησή της - την αξιόποινη πράξη για την οποία κατηγορείται και, για το λόγο αυτό, πρέπει να κηρυχθεί ένοχος αυτής. Από την αξιολόγηση, λοιπόν, των ανωτέρω αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών, το Δικαστήριο κρίνει κατ' πλειοψηφία (μειοψηφούντος του εκ δεξιού συνέδρου) ότι στην προκειμένη περίπτωση πληρούται η αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση της αποδιδόμενης στον κατηγορούμενο αξιόποινης πράξης και για το λόγο αυτό πρέπει να κηρυχθεί ένοχος για την τέλεση αυτής.

Ακολούθως, κήρυξε ένοχο τον κατηγορούμενο του ότι: Στα Ιωάννινα, στις 27.03.2009, ενεργώντας με πρόθεση, με περισσότερες πράξεις που συνιστούν εξακολούθηση του αυτού εγκλήματος, κατήρτισε πλαστό έγγραφο με σκοπό να παραπλανήσει με την χρήση του άλλον σχετικά με γεγονός που μπορεί να έχει έννομες συνέπειες στην συνέχεια δε έκανε και χρήση του πλαστού αυτού εγγράφου και συγκεκριμένα, στα Ιωάννινα, στις 27.03.2009, ενεργώντας με πρόθεση, κατήρτισε εξ υπαρχής πλαστά, τα κάτωθι έγγραφα:
α) σε ένα έντυπο του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ιωαννίνων στην επικεφαλίδα του οποίου υπήρχε προδιατυπωμένη η φράση "ΔΥΠΕ Ηπείρου-Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων-Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική-Διευθυντής: Καθηγητής Ι. Γ.", ανέγραψε μια γνωμάτευση-παραπεμπτικό εισαγωγής για τον συγκατηγορούμενό του Κ. Π. του Σ. με ημερομηνία 27.03.2009, στην οποία ανέγραψε χειρόγραφα επί λέξει τα εξής: "ΕΙΣΗΤΗΡΙΟ-Ε.Ι. Κ/Δ-Π. Κ. ΤΟΥ Σ. (62 ετών)-ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΚΑΡΔΙΟΛΟΓΙΚΗ ΚΛΙΝΙΚΗ-ΕΙΣΟΔΟΣ: 27.03.2009 - Διάγνωση: ΟΞΥ ΕΜΦΡΑΓΜΑ ΜΥΟΚΑΡΔΙΟΥ" και ακολούθως ανέγραψε τα στοιχεία του ιατρού Γ. Μ.-Ειδικευόμενος Καρδιολογικής Κλινικής και έθεσε κατ' απομίμηση την υπογραφή του, εν αγνοία του τελευταίου και δίχως την έκκρισή του ενώ κάτω από το όνομα και την υπογραφή του ανωτέρω ιατρού, έθεσε μια σφραγίδα της Καρδιολογικής Κλινικής του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, με τα εξής στοιχεία "ΠΕΣΥΠ ΗΠΕΙΡΟΥ-Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων-Καρδιολογική Κλινική-Διευθυντής: Καθηγητής Ι. Γ.", η οποία σφραγίδα όμως ήταν παλαιά και δεν χρησιμοποιούταν από το ΠΠΓΝ Ιωαννίνων καθώς είχε ήδη αποσυρθεί και αντικατασταθεί με νέα όπου αντί για τον τίτλο "ΠΕΣΥΠ Ηπείρου" αναγραφόταν "6η ΥΠΕ Ηπείρου", ώστε να φαίνεται ότι το συγκεκριμένο παραπεμπτικό εισαγωγής του ασθενούς Κ. Π. του Σ., είχε συνταχθεί και εκδοθεί από τον ειδικευόμενο ιατρό της Καρδιολογικής Κλινικής του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, Γ. Μ. χωρίς όμως αυτό να είναι αληθές διότι ο ανωτέρω ιατρός ουδέποτε εξέτασε τον συγκεκριμένο ασθενή στις 27.03.2009 και ουδέποτε παρήγγειλε την εισαγωγή του στην Καρδιολογική Κλινική του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, διαγιγνώσκοντάς του μάλιστα "οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου", β) σε ένα αντίστοιχο έντυπο του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Ιωαννίνων στην επικεφαλίδα του οποίου υπήρχε προδιατυπωμένη η φράση "ΔΥΠΕ Ηπείρου-Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων-Πανεπιστημιακή Καρδιολογική Κλινική-Διευθυντής: Καθηγητής Ι. Γ.", ανέγραψε μια γνωμάτευση-εξιτήριο για τον Κ. Π. του Σ., με ημερομηνία 27.03.2009, στην οποία ανέγραψε χειρόγραφα επί λέξει τα εξής: "ΕΞΙΤΗΡΙΟ-Π. Κ. ΤΟΥ Σ.-Διάγνωση: Ασταθής στηθάγχη-ΕΞΟΔΟΣ: 27.03.2009" και ακολούθως ανέγραψε τα στοιχεία του ιατρού Γ. Μ.-Ειδικευόμενος Καρδιολογικής Κλινικής και έθεσε κατ' απομίμηση την υπογραφή του, εν αγνοία του τελευταίου και δίχως την έγκρισή του ενώ κάτω από το όνομα και την υπογραφή του ανωτέρω ιατρού, έθεσε μια σφραγίδα της Καρδιολογικής Κλινικής του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, με τα εξής στοιχεία "ΠΕΣΥΠ ΗΠΕΙΡΟΥ-Πανεπιστημιακό Γενικό Νοσοκομείο Ιωαννίνων-Καρδιολογική Κλινική-Διευθυντής: Καθηγητής Ι. Γ.", η οποία σφραγίδα όμως ήταν παλαιά και δεν χρησιμοποιούταν από το ΠΠΓΝ Ιωαννίνων καθώς είχε ήδη αποσυρθεί και αντικατασταθεί με νέα όπου αντί για τον τίτλο "ΠΕΣΥΠ Ηπείρου" αναγραφόταν "6η ΥΠΕ Ηπείρου", ώστε να φαίνεται ότι το συγκεκριμένο εξιτήριο του ασθενούς Κ. Π., είχε συνταχθεί και εκδοθεί από τον ειδικευόμενο ιατρό της Καρδιολογικής Κλινικής του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, Γ. Μ. χωρίς όμως αυτό να είναι αληθές διότι ο ανωτέρω ιατρός ουδέποτε εξέτασε τον συγκεκριμένο ασθενή στις 27.03.2009 και ουδέποτε παρήγγειλε τόσο την εισαγωγή του στην Καρδιολογική Κλινική του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων όσο και την έξοδό του από αυτήν, διαγιγνώσκοντας μάλιστα "ασταθή στηθάγχη".
Ο δε εκκαλών- κατηγορούμενος κατήρτισε εξ υπαρχής πλαστά αμφότερα τα προαναφερθέντα έγγραφα (παραπεμπτικό εισαγωγής-εξιτήριο) με σκοπό να παραπλανήσει με την χρήση τους άλλους για γεγονός που μπορούσε να έχει έννομες συνέπειες και δη με σκοπό να παραπλανήσει τους υπαλλήλους του ασφαλιστικού φορέα του Κ. Π., ήτοι του ΙΚΑ Ιωαννίνων, παριστώντας τους ψευδώς ότι ο ως άνω ασφαλισμένος του ΙΚΑ, έπασχε από σοβαρό καρδιολογικό πρόβλημα και για το λόγο αυτό είχε εισαχθεί στην Καρδιολογική Κλινική του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων, κατόπιν εξέτασής του από τον ειδικευόμενο ιατρό της κλινικής αυτής Γ. Μ. που φερόταν να έχει συντάξει τα επίδικα πλαστά παραπεμπτικά. Εν συνεχεία ο κατηγορούμενος, την ίδια ημέρα, έκανε χρήση των ανωτέρω εγγράφων που είχε καταρτίσει προηγούμενα ο ίδιος, εξ υπαρχής πλαστά και συγκεκριμένα τα παρέδωσε στον Κ. Π., προκειμένου ο τελευταίος να τα προσκομίσει αρχικά στην υπηρεσία του ασφαλιστικού του ταμείου ήτοι του ΙΚΑ Ιωαννίνων προς επικύρωση ώστε να φαίνεται ότι στις 27.03.2009 εισήχθη στην Καρδιολογική Κλινική του ΠΠΓΝ Ιωαννίνων με διάγνωση "οξύ έμφραγμα του μυοκαρδίου" και αποχώρησε από αυτήν, αυθημερόν, με νεότερη διάγνωση "ασταθής στηθάγχη" και για την κάλυψη των εξόδων νοσηλείας του από το ΙΚΑ και ακολούθως να τα προσκομίσει στο συνταξιοδοτικό τμήμα του ως άνω ασφαλιστικού του ταμείου, για να διεκδικήσει σύνταξη αναπηρίας λόγω σοβαρού προβλήματος υγείας, την οποία όμως προφανώς δεν δικαιούταν".

Με αυτά που δέχθηκε, το δευτεροβάθμιο δικαστήριο της ουσίας, διέλαβε στην προσβαλλόμενη με αριθμό 744/2016 απόφασή του την κατά τα άνω, απαιτούμενη από τις αναφερόμενες διατάξεις του Συντάγματος και του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκθέτει σε αυτή, με σαφήνεια, πληρότητα και χωρίς ασάφειες, αντιφάσεις ή λογικά κενά, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία αποδείχθηκαν από την ακροαματική διαδικασία και συγκροτούν την αντικειμενική και υποκειμενική υπόσταση του ως άνω εγκλήματος της πλαστογραφίας με χρήση κατ' εξακολούθηση, για το οποίο καταδικάσθηκε ο ήδη αναιρεσείων, τις αποδείξεις από τις οποίες συνήγαγε τα περιστατικά αυτά και τους συλλογισμούς με βάση τους οποίους έκανε την υπαγωγή του στις ουσιαστικές ποινικές διατάξεις των άρθρων 13 εδ.α' και γ', 26 παρ.1 α, 27, 98, 216 του ΠΚ, τις οποίες ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν παραβίασε ευθέως ή εκ πλαγίου, με ελλιπή ή αντιφατική αιτιολογία και η απόφαση δεν στερείται νόμιμης βάσεως. Καθόσον αφορά την αιτίαση του αναιρεσείοντος, περί του ότι το δικαστήριο α] επιλεκτικώς έλαβε υπόψη του περιεχομένου της από 1-3-2013 δικαστικής πραγματογνωμοσύνης της γραφολόγου Ε. Α., χωρίς να συνεκτιμήσει και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα [ιδιωτικές γραφολογικές γνωμοδοτήσεις και καταθέσεις μαρτύρων], β] δεν αιτιολόγησε γιατί δεν έλαβε υπόψη τα προκύπτοντα, ευνοϊκά για τον κατηγορούμενο-εκκαλούντα, στοιχεία από τα ως άνω λοιπά αποδεικτικά μέσα, πρέπει αυτή να απορριφθεί διότι 1] το γεγονός ότι το δικαστήριο έλαβε υπόψη και το αναφερόμενο [ορθώς] ιδιαίτερο αποδεικτικό μέσο της δικαστικής γραφολογικής πραγματογνωμοσύνης που προαναφέρθηκε, δεν σημαίνει ότι δεν συνεκτίμησε και τα λοιπά αποδεικτικά μέσα, τα οποία στην αρχή του σκεπτικού αναφέρονται, κατ' είδος, μεταξύ των οποίων και οι συμπεριλαμβανόμενες στα έγγραφα ιδιωτικές γραφολογικές γνωμοδοτήσεις, 2] το δικαστήριο, εφόσον κατέληξε σε διαφορετική κρίση από όσα προέκυψαν από τα λοιπά συνεκτιμηθέντα αποδεικτικά μέσα [καταθέσεις, έγγραφα] δεν είχε υποχρέωση να αιτιολογήσει, γιατί δεν δέχθηκε τα αντίθετα που προέκυψαν από τα ως άνω αποδεικτικά μέσα.

Κατ'ακολουθίαν τούτων, ο μοναδικός λόγος αναιρέσεως εκ του άρθρου 510 παρ. 1 στοιχ.Δ ΚΠοινΔ, περί ελλείψεως ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, πρέπει να απορριφθεί, ως αβάσιμος, στη συνέχεια δε πρέπει να απορριφθεί η αίτηση και να καταδικασθεί ο αναιρεσείων στα δικαστικά έξοδα (άρθ. 583 παρ. 1 του ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Απορρίπτει την από 14-10-2016 αίτηση του Μ. Τ. του Α., για αναίρεση της με αριθμό 744/2016 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημμελειοδικείου Ιωαννίνων.

Καταδικάζει τον αναιρεσείοντα στα δικαστικά έξοδα που ανέρχονται στο ποσό των διακοσίων πενήντα (250) Ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα την 1η Μαρτίου 2017.

Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 2 Μαρτίου 2017.