Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

N. 4531/5-4-2018 / Κύρωση Σύμβασης του Συμβ. της Ευρ. για την Πρό­ληψη και Καταπολέμηση Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας / Αρχή αμοιβαίας αναγνώρισης επί χρη­ματικών ποινών - Αναλυτική παρουσίαση των νέων διατάξεων

 

Δημοσιεύτηκε ο Ν. 4531/5-4-2018 /

Ν. 4531/5-4-2018 / Ι) Κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρό­ληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας και προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας, ΙΙ) Ενσωμάτωση της 2005/214/ΔΕΥ απόφασης-πλαίσιο, όπως τρο­ποποιήθηκε με την απόφαση-πλαίσιο 2009/299/ΔΕΥ, σχετικά με την εφαρμογή της αρχής της αμοιβαίας αναγνώρισης επί χρη­ματικών ποινών και ΙΙΙ) Άλλες διατάξεις αρμοδιότητας Υπουρ­γείου Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και λοιπές διατάξεις, ΦΕΚ 62Α.

Κυριότερες νεοεισαχθείσες ρυθμίσεις είναι οι ακόλουθες:


Άρθρο 1.- Κύρωση της Σύμβασης του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Πρόληψη και την Καταπολέμηση της Βίας κατά των γυναικών και της Ενδοοικογενειακής Βίας, που υιοθετήθηκε από το Συμβούλιο Υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης, στις 7 Απριλίου 2011, και υπογράφηκε στις 11 Μαΐου 2011


Άρθρο 2.- Τροποποιήσεις διατάξεων του Ποινικού Κώδικα.

1. Η περίπτωση α' της παρ. 3 του άρθρου 79 του Ποι­νικού Κώδικα τροποποιείται ως εξής:
«α) τα αίτια που τον ώθησαν στην εκτέλεση του εγκλή­ματος, την αφορμή που του δόθηκε και το σκοπό που επιδίωξε. Τα έθιμα και οι παραδόσεις που ακολουθεί ο δράστης, καθώς και η θρησκεία του δεν συνιστούν στοι­χεία ικανά να μειώσουν την ποινή.».
 
2. Προστίθεται νέο άρθρο 315Β του Ποινικού Κώδικα ως εξής:
«Άρθρο 315Β
Όποιος προκαλεί ή παροτρύνει με οποιονδήποτε τρό­πο γυναίκα να υποβληθεί σε ακρωτηριασμό γεννητικών οργάνων, καθώς και όποιος δημόσια με οποιονδήποτε τρόπο προκαλεί ή διεγείρει στην πράξη αυτή τιμωρείται με φυλάκιση.».
 
3. Στην παρ. 1 του άρθρου 323Α του Ποινικού Κώδικα μετά τη φράση «την επαιτεία του» διαγράφεται το κόμμα και προστίθεται η φράση «ή με σκοπό να εξαναγκάσει το πρόσωπο αυτό σε τέλεση γάμου,».
 
4. Στο τέλος της παρ. 1 του άρθρου 333 του Ποινικού Κώδικα προστίθεται εδάφιο ως εξής:
«Με την ποινή του προηγούμενου εδαφίου τιμωρείται και όποιος, χωρίς απειλή βίας ή άλλης παράνομης πρά­ξης ή παράλειψης, προκαλεί σε άλλον τρόμο ή ανησυχία, με την επίμονη καταδίωξη ή παρακολούθησή του, όπως ιδίως με την επιδίωξη διαρκούς επαφής μέσω τηλεπικοι­νωνιακού ή ηλεκτρονικού μέσου ή με επανειλημμένες επισκέψεις στο οικογενειακό, κοινωνικό ή εργασιακό περιβάλλον αυτού, παρά την εκπεφρασμένη αντίθετη βούλησή του.».
 
5. Η παρ. 3 του άρθρου 339 του Ποινικού Κώδικα καταργείται και η παράγραφος 4 του άρθρου αυτού αναριθμείται σε παράγραφο 3.

Άρθρο 3.- Τροποποιήσεις του ν. 3500/2006 (Α' 232).

1. Στην περίπτωση α' της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3500/2006, μετά τη λέξη «συζύγους» προστίθεται η φράση «ή πρόσωπα που συνδέονται με σύμφωνο συμ­βίωσης».
 
2. Η περίπτωση γ' της παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 3500/2006 αντικαθίσταται ως εξής:
«γ. οι διατάξεις του παρόντος νόμου εφαρμόζονται και στους μόνιμους συντρόφους και στα τέκνα, κοινά ή ενός εξ αυτών, στους τέως συζύγους, στα μέρη συμφώ­νου συμβίωσης που έχει λυθεί, καθώς και στους τέως μόνιμους συντρόφους.».
 
3. Στην περίπτωση β' της παρ. 2 του άρθρου 11 του ν. 3500/2006 προστίθεται τελευταίο εδάφιο ως εξής:
«Σε περίπτωση μη ολοκλήρωσης της παρακολούθη­σης του προγράμματος εφαρμόζεται η παράγραφος 3 του άρθρου 13.».
 
4. Το άρθρο 16 του ν. 3500/2006 αντικαθίσταται ως εξής:
«Αν οι πράξεις των άρθρων 6, 7 και 9 του παρόντος στρέφονται κατά ανηλίκου, η έναρξη της προθεσμίας
παραγραφής αναστέλλεται μέχρι την ενηλικίωση του θύματος και για ένα έτος μετά, εφόσον πρόκειται για πλημμέλημα, και για τρία έτη μετά, εφόσον πρόκειται για κακούργημα.».
 
5. Η παρ. 1 του άρθρου 18 του ν. 3500/2006 αντικα­θίσταται ως εξής:
«1. Σε περίπτωση διαπράξεως εγκλήματος ενδοοικογενειακής βίας είναι δυνατόν, αν υπό τις συγκεκριμένες συνθήκες κρίνεται απαραίτητο για την προστασία της σωματικής και ψυχικής υγείας του θύματος, να επιβλη­θούν στον κατηγορούμενο από το αρμόδιο ποινικό δι­καστήριο στο οποίο παραπέμπεται να δικασθεί ή από τον αρμόδιο ανακριτή ή από το δικαστικό συμβούλιο ή από τον εισαγγελέα που έχει επιληφθεί της υπόθεσης με αιτιολογημένη διάταξή του, κατά της οποίας επιτρέ­πεται η άσκηση προσφυγής ενώπιον του συμβουλίου πλημμελειοδικών, και για όσο χρονικό διάστημα απαι­τείται, περιοριστικοί όροι, όπως ιδίως η απομάκρυνσή του από την οικογενειακή κατοικία, η μετοίκησή του, η απαγόρευση να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή και εργασίας του θύματος, κατοικίες στενών συγγενών του, τα εκπαιδευτήρια των παιδιών και ξενώνες φιλοξενίας. Όποιος παραβιάζει τον περιοριστικό όρο που του έχει επιβληθεί τιμωρείται με φυλάκιση.».
 
6. Η παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 3500/2006 αντικα­θίσταται ως εξής:
«2. Ο περιοριστικός όρος που έχει επιβληθεί σύμφωνα με τις διατάξεις της προηγούμενης παραγράφου είναι δυνατόν να ανακληθεί, αντικατασταθεί ή τροποποιηθεί από το αρμόδιο δικαστικό όργανο που τον επέβαλε, με αίτηση αυτού στον οποίο επιβλήθηκε ή του θύματος, στην οποία αναφέρονται οι λόγοι για τους οποίους επι­βάλλεται η ανάκληση, αντικατάσταση ή τροποποίησή του ή και αυτεπαγγέλτως αν εκλείψουν οι λόγοι επιβολής ή προκύψει λόγος αντικατάστασης του όρου. Το δικα­στικό όργανο αποφαίνεται αφού ακούσει το θύμα και αυτόν στον οποίο επιβλήθηκε ο περιοριστικός όρος.»

Άρθρο 4.- Το τέταρτο άρθρο περιλαμβάνει τροποποιήσεις διαφόρων νομοθετημάτων για τη βέλτιστη προσαρμογή στις προβλέψεις της Σύμβασης.

Με τις παραγράφους 1, 2 και 3 του τέταρτου άρθρου τροποποιείται ο ν. 3811/2009, ο οποίος προβλέπει την, υπό προϋποθέσεις, χορήγηση αποζημίωσης στα θύματα εγκλημάτων βίας από πρόθεση, κατόπιν αιτήσεώς τους στην Ελληνική Αρχή Αποζημίωσης, η οποία λειτουργεί στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.

Με την τέταρτη παράγραφο επέρχονται αλλαγές στο ν. 2168/1993 (Α΄ 147, «Ρύθμιση θεμάτων που αφορούν όπλα, πυρομαχικά, εκρηκτικές ύλες, εκρηκτικούς μηχανισμούς και άλλες διατάξεις»). Ειδικότερα, αντικαθίσταται η παρ. 2 του άρθρου 18 του ν. 2168/1993 και πλέον απαγορεύεται η χορήγηση των, προβλεπομένων από τον εν λόγω νόμο, αδειών σε όσους έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για τα εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας του ν. 3500/2006, καθώς και σε όσους έχουν καταδικαστεί αμετάκλητα για πλημμέλημα του ν. 3500/2006, ανεξαρτήτως του ύψους της επιβληθείσας ποινής. Με το νέο άρθρο επιτυγχάνεται η καλύτερη προσαρμογή στο άρθρο 51 της Σύμβασης που σκοπεί στην πληρέστερη προστασία των θυμάτων βίας όταν εκτιμάται κίνδυνος φονικότητας, ιδίως σε περίπτωση που υπάρχει πρόσβαση σε πυροβόλα όπλα.


Άρθρα 6 - 23. - ΕΝΣΩΜΑΤΩΣΗ ΤΗΣ 2005/214/ΔΕΥ ΑΠΟΦΑΣΗΣ-ΠΛΑΙΣΙΟ, ΟΠΩΣ ΤΡΟΠΟΠΟΙΗΘΗΚΕ ΜΕ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ - ΠΛΑΙΣΙΟ 2009/299/ΔΕΥ, ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΕΦΑΡΜΟΓΗ ΤΗΣ ΑΡΧΗΣ ΤΗΣ ΑΜΟΙΒΑΙΑΣ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΗΣ ΕΠΙ ΧΡΗΜΑΤΙΚΩΝ ΠΟΙΝΩΝ.


Άρθρο 25.- Διατάξεις που αφορούν την ποινική δικαιοσύνη.

1. Η παράγραφος 3 του άρθρου 483 του Κώδικα Ποι­νικής Δικονομίας αντικαθίσταται ως εξής:
«3. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου μπορεί να ζητήσει την αναίρεση οποιουδήποτε βουλεύματος, συμπεριλαμ­βανομένων εκείνων με τα οποία τα συμβούλια πλημμελειοδικών και εφετών αποφαίνονται αμετακλήτως, με σχετική δήλωση στον γραμματέα του Αρείου Πάγου, μέσα στην προθεσμία του άρθρου 479, το δεύτερο εδά­φιο του οποίου εφαρμόζεται και σε αυτήν την περίπτω­ση. Μετά την προθεσμία αυτή ο ίδιος ο εισαγγελέας μπορεί να ασκήσει αναίρεση του βουλεύματος υπέρ του νόμου και για οποιαδήποτε παράβαση των διατάξεων που αφορούν την προδικασία χωρίς να βλάπτονται τα δικαιώματα των διαδίκων.».
 
2. Η παρ. 2 του άρθρου 3 του ν. 2225/1994 (A' 121) αντικαθίσταται ως εξής:
«2. Η αίτηση υποβάλλεται προς τον Εισαγγελέα Εφε­τών του τόπου της αιτούσας αρχής ή του τόπου όπου πρόκειται να επιβληθεί η άρση, εκτός αν στην αιτούσα αρχή, με βάση διάταξη νόμου και απόφαση του Ανωτάτου Δικαστικού Συμβουλίου έχει ήδη αποσπασθεί και υπηρετεί με αποκλειστική απασχόληση συγκεκριμένος εισαγγελικός λειτουργός, οπότε, στην περίπτωση αυτή, η ανωτέρω αίτηση υποβάλλεται σε αυτόν. Ο πιο πάνω, κατά περίπτωση, αρμόδιος εισαγγελικός λειτουργός αποφασίζει μέσα σε είκοσι τέσσερις (24) ώρες για την άρση ή όχι του απορρήτου με διάταξή του στην οποία περιέχονται τα αναφερόμενα στην παράγραφο 1 του άρθρου 5 στοιχεία. Αν κατά την κρίση του, μετά από ει­σήγηση της αιτούσας αρχής, ειδικές περιστάσεις εθνικής ασφάλειας επιβάλλουν την παράλειψη ή τη συνοπτική παράθεση ορισμένων από τα στοιχεία αυτά, γίνεται ει­δική μνεία στη διάταξη.».
 
3. Τα δύο τελευταία εδάφια της περίπτωσης β' της παρ. 1 του άρθρου 5 του ν. 3649/2008 (Α'39) καταργούνται.
 
4. Στο άρθρο 52 του ν. 4002/2011 (Α'180) προστίθεται παράγραφος 12 ως εξής:
«12. Στην περίπτωση των κακουργημάτων του παρό­ντος άρθρου για την περάτωση της κύριας ανάκρισης και την εισαγωγή της υπόθεσης στο ακροατήριο εφαρμό­ζεται η διάταξη του άρθρου 308Α του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας, περί κατ' εξαίρεση περάτωσης της κύριας ανάκρισης.».
 
5. Στην παρ. 1 του άρθρου 19 του ν. 4440/2016 (Α' 224) προστίθεται περίπτωση κδ' ως εξής:
«κδ) στο Γραφείο Ειδικών Εμπειρογνωμόνων του Ει­σαγγελέα Εγκλημάτων Διαφθοράς, του άρθρου 2 παρ. 3Α του ν. 4022/2011 (Α' 219).».

Άρθρο 28.- Διατάξεις που αφορούν τα συναινετικά διαζύγια.

1. Στο Παράρτημα ΙΙ με τίτλο «ΠΙΝΑΚΑΣ ΑΜΟΙΒΩΝ ΔΙ­ΚΗΓΟΡΩΝ ΓΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΣΕ ΣΥΜΒΟΛΑΙΑ» του Κώδικα Δικηγόρων (ν. 4194/2013, Α' 208) προστίθεται η φράση:
«ΓΙΑ ΠΑΡΑΣΤΑΣΗ ΣΕ ΠΡΑΞΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΛΥΣΗΣ ΓΑ­ΜΟΥ ΕΝΩΠΙΟΝ ΣΥΜΒΟΛΑΙΟΓΡΑΦΟΥ 321 ευρώ».
 
2. Στην περίπτωση δ' του άρθρου 2 της υπ' αριθμ. 111376/11.1.2012 κ.υ.α. των Υπουργών Οικονομικών και Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων «Καθορισμός δικαιωμάτων συμβολαιογράφων» (Β' 13), προστίθεται νέο εδάφιο ως εξής:
«Για την πράξη με την οποία βεβαιώνεται η λύση του γάμου και επικυρώνονται οι έγγραφες συμφωνίες των συζύγων οφείλονται πάγια δικαιώματα και δεν καταβάλ­λεται τέλος χαρτοσήμου για αυτές.».

Άρθρο 31.- Θέματα Ιθαγένειας.


Άρθρο 45. - Η παρούσα ρύθμιση κρίνεται αναγκαία καθώς στο υπάρχον θεσμικό πλαίσιο δεν υφίσταται πρόβλεψη για τη συλλογική διαχείριση πνευματικών και συγγενικών δικαιωμάτων στην περίπτωση κατά την οποία ανακαλείται από τον Υπουργό Πολιτισμού και Αθλητισμού άδεια λειτουργίας οργανισμού συλλογικής διαχείρισης (ΟΣΔ) ή ανεξάρτητης οντότητας διαχείρισης (ΑΟΔ) του άρθρου 50 του ν. 4481/17.