Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

Αντισυνταγματική η απαγόρευη προσωρινής εκτέλεσης κατά του Δημοσίου / Έναρξη τοκογονίας κατά του Δημοσίου και ιδίως έναντι Δημοσίου Νοσοκομείου. Καθορισμός επιτοκίου / Ανεξόφλητα τιμολόγια από Δημόσιο Νοσοκομείο έναντι προμηθευτών

ΑΠΟΦΑΣΗ 28 /2018

ΜΟΝΟΜΕΑΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΕΥΡΥΤΑΝΙΑΣ - ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ


ΔΙΟΡΙΣΜΟΣ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΟΥ ΔΙΚΗΓΟΡΟΥ Ν.Π.Δ.Δ. ή Α.Ε. ΓΙΝΕΤΑΙ ΚΑΙ ΜΕ ΑΠΟΣΠΑΣΜΑ ΠΡΑΚΤΙΚΩΝ ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕΩΣ Δ.Σ. - Το Νομικό Πρόσωπο Δημοσίου Δικαίου με την επωνυμία «ΓΕΝΙΚΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ ...», το οποίο εδρεύει στο ...(οδ. .... αρ.2) και εκπροσωπείται νόμιμα με ΑΦΜ .... και το οποίο παραστάθηκε διά των 13-3-2017 κατατεθεισών προτάσεων της πληρεξούσιας δικηγόρου του ....., η οποία προσκόμισε απόσπασμα των πρακτικών της υπ' αριθμ. 136/1-6-2017 απόφασης του Διοικητικού Συμβουλίου του Γενικού Νοσοκομείου ....με την οποία ορίστηκε πληρεξούσια δικηγόρος του εναγομένου για την παρούσα υπόθεση. Η ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία «....» και το διακριτικό τίτλο «....» που εδρεύει στο .... Αττικής (οδ. .... αρ....) και εκπροσωπείται νόμιμα με ΑΦΜ ..., η οποία παραστάθηκε διά των από 27-6-2017 κατατεθείσων προτάσεων του πληρεξουσίου δικηγόρου της ...., ο οποίος προσκόμισε το υπ' αριθμ. 522/1-5-2017 απόσπασμα πρακτικού συνεδριάσεως του διοικητικού συμβουλίου της ενάγουσας εταιρείας με το οποίο διορίστηκε πληρεξούσιος δικηγόρος της ενάγουσας για την παρούσα υπόθεση.

ΕΝΝΟΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ. ΠΟΤΕ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΑΥΤΕΣ ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ.

ΠΟΤΕ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ ΔΙΑΦΟΡΕΣ ΑΠΟ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟ ΜΕ ΥΠΟΒΑΘΡΟ ΑΚΥΡΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΠΡΟΜΗΘΕΥΤΡΙΑΣ ΕΤΑΙΡΙΑΣ ΜΕ ΔΗΜΟΣΙΟ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟ  - Διοικητικές συμβάσεις ή συμβάσεις δημοσίου δικαίου, από τις οποίες δημιουργούνται διοικητικές διαφορές ουσίας, θεωρούνται μόνο εκείνες, που καταρτίζονται από το Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, με τις οποίες επιδιώκεται η ικανοποίηση, σκοπού, που ο νόμος ανάγει σε δημόσιο, το δε Ελληνικό Δημόσιο ή νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, είτε βάσει του κανονιστικού καθεστώτος που διέπει τη σύμβαση, είτε βάσει ρητρών που προβλέπονται κανονιστικώς και έχουν περιληφθεί στη σύμβαση και που αποκλίνουν από το κοινό δίκαιο, βρίσκεται, προς ικανοποίηση του εν λόγω σκοπού, σε υπερέχουσα θέση απέναντι στο αντισυμβαλλόμενο μέρος, δηλαδή σε θέση μη προσιδιάζουσα στον δυνάμει των διατάξεων του ιδιωτικού δικαίου συναπτόμενο συμβατικό δεσμό.

Συμβάσεις στις οποίες δεν συντρέχουν σωρευτικά τα εκτεθέντα χαρακτηριστικά γνωρίσματα είναι ιδιωτικές και οι διαφορές από αυτές υπάγονται στα πολιτικά δικαστήρια.
Επίσης, στα πολιτικά δικαστήρια υπάγονται και οι διαφορές από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, που έχουν ως υπόβαθρο μια άκυρη σύμβαση, που δεν είναι διοικητική υπό την έννοια που ήδη αναφέρθηκε.

ΕΝΝΟΙΑ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΩΝ ΣΥΜΒΑΣΕΩΝ. ΠΟΤΕ ΥΠΑΓΟΝΤΑΙ ΑΥΤΕΣ ΣΤΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΑ. Η ΕΛΛΕΙΨΗ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΤΥΠΟΥ ΕΠΙΦΕΡΕΙ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ ΤΗΣ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΓΙΑ ΠΡΟΜΗΘΕΙΑ ΑΓΑΘΩΝ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ. ΠΟΤΕ ΑΙΡΕΤΑΙ Η ΑΚΥΡΟΤΗΤΑ. ΣΕ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΜΠΟΡΟΥΝ ΝΑ ΠΡΟΒΛΗΘΟΥΝ ΜΟΝΟΝ ΑΞΙΩΣΕΙΣ ΕΚ ΤΟΥ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΥ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΥ - (1 Ν. 2286/1995, 41 του ν.δ. 496/1974, 80 του μεταγενέστερου ν. 2362/1995, 287, 361 Α.Κ.) - Ο τύπος του ιδιωτικού εγγράφου, που απαιτείται για τις καταρτιζόμενες για λογαριασμό ΝΠΔΔ ή αναλόγως του Δημοσίου ως άνω συμβάσεις, είναι συστατικός και όχι αποδεικτικός, γι' αυτό και η έλλειψή του καθιστά κατά τα άρθρα 158 και 159 παρ. 1 του ΑΚ άκυρη τη σύμβαση, με συνέπεια να θεωρείται αυτή κατά το άρθρο 180 του ίδιου Κώδικα ως μη γενόμενη, αίρεται δε η ακυρότητα σε περίπτωση εκτέλεσης της σύμβασης, μόνον όταν για τη σύμβαση προηγήθηκε χωριστή έγγραφη πρόταση, χωρίς να επακολουθήσει και έγγραφη αποδοχή, όχι όμως και όταν δεν τηρήθηκε καθόλου ο έγγραφος τύπος για την πρόταση και την αποδοχή.

Στις ανωτέρω περιπτώσεις ακυρότητας της σύμβασης, τα συμβαλλόμενα μέρη δεν μπορούν να προβάλουν αξιώσεις στηριζόμενες στη σύμβαση, αλλά μόνο στηριζόμενες στις αρχές του αδικαιολόγητου πλουτισμού και, ειδικότερα, στο άρθρο 904 ΑΚ.

Την ακυρότητα από την έλλειψη του τύπου μπορεί να προτείνει και αυτός που, ενώ γνώριζε ότι απαιτείται τύπος, προέβη στη σύναψη παράτυπης σύμβασης, αλλά και το Δικαστήριο λαμβάνει υπόψην αυτήν αυτεπάγγελτα, γιατί οι διατάξεις περί τύπου είναι δημόσιας τάξης. Επομένως, η σύμβαση που συνάπτει ένα ΝΠΔΔ για την ανάθεση ή εκτέλεση εργασίας ή μεταφοράς ή για τη διενέργεια προμήθειας, σε κάθε περίπτο)ση, δηλαδή είτε κατόπιν διαγωνισμού είτε απευθείας μετά από πρόχειρο διαγωνισμό ή και χωρίς διαγωνισμό, πρέπει να περιβληθεί το συστατικό τύπο του ιδιωτικού εγγράφου, η μη τήρηση του οποίου επιφέρει την κατά τα ανωτέρω απόλυτη ακυρότητα της σύμβασης.

ΕΝΑΡΞΗ ΤΟΚΟΓΟΝΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΙ ΙΔΙΩΣ ΕΝΑΝΤΙ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΥ. ΚΑΘΟΡΙΣΜΟΣ ΠΟΣΟΣΤΟΥ ΤΟΥ ΤΟΚΟΥ - Κατά το άρθρο 7 παρ. 2 του ν.δ. 496/1974, περί λογιστικού των ΝΠΔΔ, η οποία είναι ανάλογη με το άρθρο 21 του ΒΔ της 26.6-10.7.1944, περί του Κώδικα Νόμων περί Δικών του Δημοσίου, ο νόμιμος και ο της υπερημερίας τόκος του νομικού προσώπου δημοσίου δικαίου ανέρχεται σε 6% ετησίως, εκτός αν ορίζεται διαφορετικά στη σύμβαση ή σε ειδικό νόμο, αρχίζει δε από την επίδοση της αγωγής. Από τη διάταξη αυτή, σε συνδυασμό με τις διατάξεις των άρθρων 340, 341, 345 και 346 ΑΚ, προκύπτει ότι επί χρηματικής οφειλής ΝΠΔΔ μοναδικό γενεσιουργό λόγο της υποχρεώσεως αυτού προς πληρωμή τόκων υπερημερίας αποτελεί η επίδοση αντιγράφου αγωγής, ως τέτοιας νοούμενης της καταψηφιστικής αγωγής αλλά και της αγωγής της οποίας το αρχικό καταψηφιστικό αίτημα περιορίσθηκε σε αναγνωριστικό. Νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου (ΝΠΔΔ), επί του οποίου έχει εφαρμογή η προαναφερόμενη διάταξη, αποτελεί και το υπαγόμενο στο ΕΣΥ νοσοκομείο, σύμφωνα με το άρθρο 7 του ν. 3329/2005.

Ειδικό νόμο σε σχέση με το άρθρο 7 παρ. 2 του ν.δ. 496/1974 ως προς τη δημιουργία υπερημερίας σε περίπτωση χρηματικής οφειλής ΝΠΔΔ και του οφειλόμενου ποσοστού τόκου, αποτελεί το π.δ. 166/2003 που άρχισε να ισχύει από 5.6.2003 (ΦΕΚ Αλ 138), με το οποίο έγινε προσαρμογή της ελληνικής νομοθεσίας στην Οδηγία 2000/35/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της EE, για την καταπολέμηση των καθυστερήσεων πληρωμών στις εμπορικές συναλλαγές, δηλαδή σε συναλλαγές που, κατά τις οριζόμενες στα άρθρα 2. 3 αυτού έννοιες, γίνονται μεταξύ επιχειρήσεων και δημοσίων αρχών. Για τις οφειλές νοσηλευτικού ιδρύματος, το οποίο αποτελεί νομικό πρόσωπο δημοσίου δικαίου, από εμπορική συναλλαγή με επιχείρηση που του παρέδωσε αγαθά ή υπηρεσίες έναντι αμοιβής, σε εκτέλεση σύμβασης που καταρτίστηκε μετά την 05-6- 2003, ημερομηνία ενάρξεως ισχύος του π.δ. 166/2003 και πριν από την ισχύ του ν. 4152/2013 (16-03-2013) που κατάργησε το άρθρο 4-παρ. 2 του π.δ. 166/2003 (άρθρο 1 παρ. Ζ, υποπαρ. Ζ. 14 του ν. 4152/2013), το νοσηλευτικό ίδρυμα καθίσταται υπερήμερο και οφείλει τόκους υπερημερίας εξήντα ημέρες μετά την ημερομηνία παραλαβής των αγαθών ή υπηρεσιών, και όχι από την επίδοση της αγωγής, το οφειλόμενο δε ποσοστό τόκου ορίζεται στο ίδιο π.δ..

ΑΝΤΙΣΥΝΤΑΓΜΑΤΙΚΗ Η ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΠΡΟΣΩΡΙΝΗΣ ΕΚΤΕΛΕΣΗΣ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ - Το παρεπόμενο αίτημα περί κήρυξης της απόφασης που θα εκδοθεί προσωρινά εκτελεστής είναι νόμιμο, στηριζόμενο στις διατάξεις των άρθρων 907 και 908 παρ. 1 του ΚΠολΔ, με την επισήμανση ότι η διάταξη του άρθρου 909 παρ. 1 του ΚΓΙολΔ, που απαγορεύει την προσωρινή εκτέλεση κατά του Δημοσίου, πρέπει να θεωρηθεί καταργημένη, ως ευρισκόμενη σε αντίθεση προς το άρθρο 2 παρ 3 του Διεθνούς Συμφώνου για τα ατομικά και πολιτικά δικαιώματα (Ν. 2462/1997), άλλα και ως αντίθετη προς τους υπερνομοθετικής ισχύος κανόνες των άρθρων 6 παρ. 1 της ΕΣΔΑ, 1 παρ. 1 του πρώτου πρόσθετου πρωτόκολλου αυτής και 5 παρ. 1 του Συντάγματος.

ΠΩΛΗΣΗ ΕΜΠΟΡΕΥΜΑΤΩΝ ΣΕ Ν.Π.Δ.Δ.. ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΑ ΑΠΑΙΤΗΣΗΣ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΗ ΕΞΟΦΛΗΣΗ ΤΩΝ ΤΙΜΟΛΟΓΙΩΝ. Η ΠΡΟΒΛΕΠΟΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΟ ΑΡΘΡΟ 17 Ν. 2145/1993 ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ ΠΡΟΣΚΟΜΙΔΗΣ ΒΕΒΑΙΩΣΗΣ ΤΟΥ ΕΛΕΓΚΤΙΚΟΥ ΣΥΝΕΔΡΙΟΥ ΘΕΩΡΕΙΤΑΙ ΚΑΤΑΡΓΗΜΕΝΗ - Δεν προσκομίζεται η προβλεπόμενη από τη διάταξη του άρθρου 17 του v. 2145/1993 βεβαίωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου [βλ. την από 6-6- .../ 2012 βεβαίωση του Ελεγκτικού Συνεδρίου, ότι δεν έχει υποβληθεί ούτε εκκρεμεί σε τμήμα του υπόθεση σχετική με τα επίδικα τιμολόγια), ωστόσο, δεν κωλύεται η πρόοδος της δίκης από τη μη προσκόμιση της βεβαίωσης αυτής, καθόσον η σχετική διάταξη πρέπει να θεωρηθεί ως σιωπηρώς καταργηθείσα από την έναρξη ισχύος του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, σύμφωνα με την παρ. 1 του άρθρου 285 του ίδιου Κώδικα.

Δεν υπάρχει υποχρέωση εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 17 του ν. 2145/1993 επί οφειλής ΝΠΔΔ από τον αδικαιολόγητο πλουτισμό, διότι σ' αυτήν την περίπτωση δεν είναι δυνατόν να προϋπάρχει χορηγημένη πίστωση, ούτε να έχουν τηρηθεί οι διατάξεις περί δημόσιου λογιστικού και οι λοιπές συναφείς, αφού τότε θα υπήρχε έγκυρη σύμβαση και όχι άκυρη.


Δείτε ολόκληρη την απόφαση εδώ.