Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΘΑΝΑΤΟΥ ΣΥΓΓΕΝΟΥΣ ΤΩΝ ΑΝΑΙΡΕΣΙΒΛΗΤΩΝ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΡΓΑΖΟΤΑΝ ΩΣ ΕΛΑΙΟΧΡΩΜΑΤΙΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΝΤΕΣ – ΠΤΩΣΗ ΘΑΝΟΝΤΟΣ ΑΠΟ ΙΚΡΙΩΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΚΑΛΩΔΙΟΥ ΟΤΕ ΑΠΟ ΕΣΦΑΛΜΕΝΗ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΜΠΕΤΟΝΙΕΡΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΝΤΑ

Α.Π. 1321/2019 (Δ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


ΠΡΟΚΛΗΣΗ ΘΑΝΑΤΟΥ ΣΥΓΓΕΝΟΥΣ ΤΩΝ ΑΝΑΙΡΕΣΙΒΛΗΤΩΝ Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΡΓΑΖΟΤΑΝ ΩΣ ΕΛΑΙΟΧΡΩΜΑΤΙΣΤΗΣ ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΝΤΕΣ – ΠΤΩΣΗ ΘΑΝΟΝΤΟΣ ΑΠΟ ΙΚΡΙΩΜΑ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΟΠΟΘΕΤΗΣΗ ΚΑΛΩΔΙΟΥ ΟΤΕ ΑΠΟ ΕΣΦΑΛΜΕΝΗ ΚΙΝΗΣΗ ΤΗΣ ΜΠΕΤΟΝΙΕΡΑΣ ΑΠΟ ΤΟΝ ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΝΤΑ – ΣΟΒΑΡΟΣ ΤΡΑΥΜΑΤΙΣΜΟΣ ΘΑΝΟΝΤΟΣ ΕΠΙ ΕΠΤΑΕΤΙΑ (ΠΑΡΑΠΛΗΓΙΚΟΣ) Ο ΟΠΟΙΟΣ ΕΠΕΦΕΡΕ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ – ΣΥΝΥΠΑΙΤΙΟΤΗΤΑ ΠΑΘΟΝΤΟΣ - ΕΠΙΔΙΚΑΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΖΗΜΙΩΣΗΣ ΤΗΣ ΑΚ 931 ΣΤΟΥΣ ΚΛΗΡΟΝΟΜΟΥΣ ΤΟΥΣ ΘΑΝΟΝΤΟΣ ΑΦΟΥ ΕΙΧΕ ΗΔΗ ΑΣΚΗΣΕΙ Ο ΘΑΝΩΝ ΤΗΝ ΕΝ ΛΟΓΩ ΑΓΩΓΗ – Ο ΠΑΘΩΝ (ΘΑΝΩΝ) ΔΙΑΤΗΡΕΙ ΕΥΘΕΙΑ ΑΞΙΩΣΗ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΝΑΙΡΕΣΕΙΟΝΤΩΝ ΕΡΓΟΛΑΒΩΝ ΛΟΓΩ ΕΡΓΑΤΙΚΟΥ ΑΤΥΧΗΜΑΤΟΣ – Ορθώς κρίθηκε ότι ο παθών διατηρεί την αξίωσή του προς αποζημίωση από χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης κατά των αναιρεσειόντων (υπαιτίων από τροχαίο ατύχημα), καίτοι του επιδικάσθηκε ανάλογη αποζημίωση από τους ευθυνομένους για το εργατικό ατύχημα, μεταξύ δε των υποχρέων προς αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης από το εργατικό ατύχημα και των υποχρέων προς αποζημίωση λόγω ηθικής βλάβης – Ορθώς επιδικάστηκε στους κληρονόμους τους η αποζημίωση της ΑΚ 931 παρόλο που ο παθών είχε αποβιώσει – Απόρριψη λόγων αναίρεσης (914, 931, 330, 300 ΑΚ)


Αριθμός 1321/2019

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Δ' Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ειρήνη Κιουρκτσόγλου - Πετρουλάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Χοϊμέ, Μαρία Τζανακάκη, Αντώνιο Τσαλαπόρτα και Ελένη Φραγκάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του, στις 19 Οκτωβρίου 2018, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Των αναιρεσειόντων: 1) Σ. Σ. του Ι., κατοίκου ... και 2) ανώνυμης ασφαλιστικής εταιρείας με την επωνυμία "...", που εδρεύει στην …. και εκπροσωπείται νόμιμα, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Ιωάννη Αρνέλλο.
Των αναιρεσιβλήτων: 1) Δ. Φ. του Α., κατοίκου ..., 2) Π. Φ. του Δ., κατοίκου ..., 3) Ε. Φ. του Δ., συζ. Γ. Π., κατοίκου ..., 4) Β. Φ. του Δ., κατοίκου ... και 5) Μ. Φ. του Δ., συζ. Ι. Μ., κατοίκου ..., οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από τον πληρεξούσιο δικηγόρο τους Κωνσταντίνο Καλαντζή.
Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 4-6-2008 αγωγή του ήδη αποβιώσαντος Α. Φ. του Δ., που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Λαμίας και επί της οποίας εκδόθηκε η 146/2010 απόφαση του ίδιου Δικαστηρίου, που κήρυξε εαυτό καθ' ύλη αναρμόδιο και παρέπεμψε την υπόθεση προς εκδίκαση ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας. Ακολούθως, οι ως άνω αναιρεσείοντες, ως νόμιμοι κληρονόμοι του Α. Φ., με την από 14-1-2015 κλήση τους ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Λαμίας επανέφεραν προς συζήτηση την ως άνω από 4-6-2008 αγωγή. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 27/2014 εν μέρει οριστική και 162/2015 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 98/2017 του Μονομελούς Εφετείου Λαμίας. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητούν οι αναιρεσείοντες με την από 22-10-2017 αίτησή τους.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, με Εισηγήτρια την Αρεοπαγίτη Ελένη Φραγκάκη, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω. Ο πληρεξούσιος των αναιρεσειόντων ζήτησε την παραδοχή της αίτησης αναίρεσης, ο πληρεξούσιος των αναιρεσιβλήτων την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η κρινόμενη από 22.10..2017 (αριθ. εκθ. καταθ. 14/2017) αίτηση για την αναίρεση της 98/2017 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Εφετείου Λαμίας, που εκδόθηκε με την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο, καθώς και από τη σύμβαση ασφάλισης αυτού (άρθρ. 681Α ΚΠολΔ) έχει ασκηθεί νόμιμα, εμπρόθεσμα και πρέπει να ερευνηθεί ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των κατ' ιδίαν λόγων αυτής (άρθρ. 577 παρ. 1 και 3 ΚΠολΔ).

Η προσβαλλόμενη απόφαση αποτελεί κατάληξη της ακόλουθης διαδικαστικής διαδρομής, όπως αυτή προκύπτει από την επιτρεπτή, σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ. 2 ΚΠολΔ, εκτίμηση των διαδικαστικών εγγράφων: Με την ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λαμίας, ασκηθείσα με αριθμό καταθ. 2202/ΤΠ174/ 2008 αγωγή του ο αρχικός ενάγων Α. Φ. εξέθεσε ότι κατά τη διάρκεια της εργασίας του ως ελαιοχρωματιστής υπέστη από εργατικό και ταυτόχρονα αυτοκινητιστικό ατύχημα βαριά σωματική βλάβη που είχε ως συνέπεια την ισόβια αναπηρία του. Επικαλούμενος ότι αποκλειστικά υπαίτιοι, εξαιτίας των λεπτομερώς σ' αυτήν ιστορουμένων πράξεων και παραλείψεων, είναι από κοινού οι εναγόμενοι και ειδικότερα ο πρώτος εξ αυτών με τον οποίο συνδεόταν άμεσα με εξηρτημένη σχέση εργασίας, ως υπεργολάβος ελαιοχρωματισμών, ο δεύτερος τούτων ως εργολάβος μηχανικός, η τρίτη τούτων ως ιδιοκτήτρια εταιρία της, με το σύστημα της αντιπαροχής, νεοαναγειρόμενης οικοδομής στην οποία κατά το χρόνο του ατυχήματος απασχολείτο ως ελαιοχρωματιστής ο τέταρτος εξ αυτών, ήδη πρώτος αναιρεσείων οδηγός του με αριθμό κυκλοφ. ...19 φορτηγού αυτοκινήτου μεταφοράς σκυροδέματος, ιδιοκτησίας της πέμπτης εναγομένης, το οποίο ήταν ασφαλισμένο για τις προς τρίτους ζημιές στην έκτη των εναγομένων και ήδη δεύτερη των αναιρεσειόντων ασφαλιστική εταιρία, και οι λοιποί, προστηθέντες από το δωδέκατο κατά σειρά εναγόμενο ΝΠΙΔ, έβδομος, όγδοος, ένατος, δέκατος και ενδέκατος εναγόμενοι, ζήτησε να υποχρεωθούν ευθυνόμενοι εις ολόκληρον ο καθένας να του καταβάλλουν εντόκως από την επίδοση της αγωγής, ποσό ύψους 1.999.956 ευρώ ως αποζημίωση και χρηματική του ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

Επ' αυτής εξεδόθη η με αριθμό 146/2010 απόφαση, με την οποία το ως άνω δικαστήριο έκρινε μερικώς εαυτό αναρμόδιο να δικάσει την ένδικη αγωγή και διέταξε τον χωρισμό της: α) κατά το μέρος που αφορούσε τους τέταρτο, πέμπτη και έκτη εναγομένους οδηγό, ιδιοκτήτρια και ασφαλιστική εταιρία, αντίστοιχα, του ζημιογόνου με αριθμό κυκλοφ. ...19 φορτηγού αυτοκινήτου, παραπέμποντας αυτήν να δικαστεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο Λαμίας με την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο (681Α ΚΠολΔ κ.επ.), β) κατά το μέρος που αφορούσε τους πρώτο, δεύτερο και τρίτη των εναγομένων και παρέπεμψε αυτή να δικαστεί στο Μονομελές Πρωτοδικείο Λαμίας με την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (663 ΚΠολΔ επ.) και τέλος γ) κράτησε, δίκασε και απέρριψε ως ουσιαστικά αβάσιμη αυτή κατά το μέρος που αφορούσε τους 7ο έως και 12ο των εναγομένων. Μετά από έφεση που άσκησαν κατ' αυτής και οι δύο πλευρές των διαδίκων, παραπονούμενοι μεταξύ άλλων και για το χωρισμό της υπόθεσης, η ως άνω απόφαση του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Λαμίας κατέστη τελεσίδικη με την με αριθμό 176/2014 οριστική απόφαση του Εφετείου Λαμίας, το οποίο, κρίνοντας ομοίως με την πρωτόδικη, απέρριψε τις εφέσεις και κατέστη τελεσίδικη τόσο ως προς τις διατάξεις του χωρισμού της υπόθεσης, όσο και κατά την αναφερόμενη στους ως άνω εναγομένους (7ο έως και 12η) μέρος διάταξή της, ως προς του οποίους είχε απορριφθεί η αγωγή. Ακολούθως, μετά τον χωρισμό και επαναπροσδιορισμό για συζήτηση της αγωγής στα δικαστήρια στα οποία, κατά τα αντίστοιχα τμήματα είχε παραπεμφθεί,
Α) από το Μονομελές Πρωτοδικείο Λαμίας, που δίκασε κατά την διαδικασία των εργατικών διαφορών εξεδόθη η με αριθμό 295/2012 απόφαση, η οποία επικυρωθείσα από τη με αριθμό 102/2017 οριστική απόφαση του Εφετείου Λαμίας δέχθηκε ως βάσιμη εν μέρει την ένδικη αγωγή κατά το παραπεμφθέν μέρος της, και, μεταξύ άλλων, αναγνώρισε την έναντι του αρχικού ενάγοντος υποχρέωση των μ' αυτή εναγομένων να καταβάλλουν σε ολόκληρο καθένας ποσό ύψους 150.000 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

Β) Επί του ετέρου παραπεμφθέντος τμήματος της ένδικης αγωγής που αφορούσε τους τέταρτο, πέμπτη και έκτη εναγομένους, εκ των οποίων ο τέταρτος και η έκτη είναι οι ήδη αναιρεσείοντες, το Μονομελές Πρωτοδικείο Λαμίας που δίκασε με την ειδική διαδικασία των διαφορών για ζημίες από αυτοκίνητο (άρθρ. 681Α ΚΠολΔ) εξέδωσε αρχικά τη με αριθμό 27/2014 εν μέρει οριστική απόφαση και ακολούθως τη με αριθμό 162/2015 οριστική του απόφαση, η οποία κατά παραδοχή του τμήματος αυτού της αγωγής ως εν μέρει βάσιμου και κατ' ουσίαν αναγνώρισε ότι οι ως άνω ευθυνόμενοι από το αυτοκινητιστικό ατύχημα εναγόμενοι, μεταξύ αυτών και οι αναιρεσείοντες, έχουν υποχρέωση να καταβάλλουν εις ολόκληρον ως αποζημίωση και χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης το ποσόν των 100.000 ευρώ, κατ' ισομοιρίαν στους ήδη αναιρεσίβλητους, κληρονόμους του αρχικού ενάγοντος στη θέση του οποίου υπεισήλθαν μετά τον, κατά τον 2.4.2013 επισυμβάντα, διαρκούντος του πρώτου σταδίου της δίκης αυτής στον πρώτο βαθμό, θάνατο αυτού. Η απόφαση αυτή προσβληθείσα με έφεση που άσκησαν οι ως άνω 4ος, 5η και 6η εναγόμενοι επικυρώθηκε με την προσβαλλομένη με αριθμό 98/2017 απόφαση του Εφετείου Λαμίας, μετά την κατ' ουσία απόρριψη της έφεσης.

Από τις διατάξεις των άρθρων 10 του ν. ΓΠΝ/1911, 297, 298, 299, 300, 330, εδ. Β', 914, και 932 ΑΚ προκύπτει ότι σε περίπτωση προκλήσεως ζημίας από αυτοκίνητο, η ευθύνη προς αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας και της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης προϋποθέτει συμπεριφορά παράνομη και υπαίτια και ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ αυτής και του ζημιογόνου αποτελέσματος. Μορφή υπαιτιότητας είναι και η αμέλεια, η οποία υπάρχει όταν δεν καταβάλλεται η επιμέλεια που απαιτείται στις συναλλαγές, δηλαδή αυτή που αν κατεβάλλετο, με μέτρο τη συμπεριφορά του μέσου συνετού και επιμελούς ανθρώπου του κύκλου δραστηριότητας του ζημιώσαντος, θα καθιστούσε δυνατή την αποτροπή του ζημιογόνου αποτελέσματος. Αιτιώδης συνάφεια υπάρχει όταν η παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του δράστη ήταν, σύμφωνα με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ικανή, κατά τη συνήθη και κανονική πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία και την επέφερε στη συγκεκριμένη περίπτωση (ΑΠ 1820/2007, ΑΠ 1136/2007).

Κατά δε την έννοια του άρθρου 932 ΑΚ το δικαστήριο της ουσίας, αφού δεχθεί ότι συνεπεία αδικοπραξίας προκλήθηκε σε κάποιο πρόσωπο ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθορίζει στη συνέχεια το ύψος της οφειλόμενης γι' αυτήν χρηματικής ικανοποίησης, με βάση τους κανόνες της κοινής πείρας και της λογικής, λαμβάνοντας ιδίως υπόψη ως κριτήρια το είδος της προσβολής, την έκταση της βλάβης, τις συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, τη βαρύτητα του πταίσματος του υποχρέου, το τυχόν συντρέχον πταίσμα του δικαιούχου και την οικονομική και κοινωνική κατάσταση των διαδίκων μερών (ΑΠ 838/2017, ΑΠ 405/2015).

Στην προκειμένη περίπτωση το Εφετείο Λαμίας, όπως προκύπτει από το περιεχόμενο της προσβαλλομένης απόφασής του, μετά από αξιολόγηση του αποδεικτικού υλικού δέχθηκε κατά την ανέλεγκτη κρίση του τα εξής: "Τον Ιούνιο του έτους 2005 η εργολάβος κατασκευαστική ομόρρυθμη εταιρία με την επωνυμία "... Ο.Ε." άρχισε εργασίες για την ανέγερση πολυόροφης οικοδομής στη …. και στη συμβολή των οδών .... Τη γενική επίβλεψη των παραπάνω εργασιών ανέλαβε ο ομόρρυθμος εταίρος, εκπρόσωπος και διαχειριστής της ως άνω εταιρίας - πολιτικός μηχανικός Α. Α.. Κατά τη διάρκεια της εκτέλεσης των εργασιών της οικοδομής δημιουργήθηκε πρόβλημα λόγω της ύπαρξης στύλου του αυτοστήρικτου εναέριου δικτύου του ΟΤΕ παραπλεύρως της οικοδομής και ειδικότερα στο πεζοδρόμιο της οδού .... Στον στύλο αυτό στηριζόταν το ένα άκρο εναέριου καλωδίου του ΟΤΕ, ενώ το άλλο άκρο στηριζόταν στην απέναντι πλευρά σε τοίχο οικοδομής στην οδό .... Το παραπάνω καλώδιο, το οποίο είχε πλαστικό περίβλημα και στο εσωτερικό του έφερε ατσάλινα άκαμπτα σύρματα, είχε μήκος 14 μέτρα, πάχος 1,00 εκατοστό περίπου και αιωρούνταν κάθετα πάνω από την οδό ... σε ύψος 5,50 έως 6,00 μέτρα. Για τον λόγο αυτό, αποφασίστηκε μετά από αίτημα της εργολάβου εταιρίας η μετατόπιση του καλωδίου αυτού. Οι εργασίες της μετατόπισης και επανατοποθέτησης του καλωδίου ανατέθηκαν μετά από μειοδοτικό διαγωνισμό στον Κ. Χ. του Η., στο συνεργείο του οποίου εργαζόταν και ο εργατοτεχνίτης Ι. Μ. του Σ..

Συγκεκριμένα, τον Αύγουστο του έτους 2005 και ενώ οι εργασίες της οικοδομής είχαν φτάσει στο στάδιο της σκυροδέτησης με μπετόν το καλώδιο αποσυνδέθηκε από τον στύλο και επανατοποθετήθηκε, κατά τρόπο ώστε το ένα άκρο του να στηριχθεί σε σημείο της ανεγειρόμενης οικοδομής με άγκιστρο. Ειδικότερα, το συνεργείο του Κ. Χ. αφαίρεσε τον στύλο που συγκρατούσε την μία άκρη του καλωδίου, διάνοιξε οπή στον τοίχο της νεοανεγειρόμενης οικοδομής, στην οποία τοποθέτησε άγκιστρο σε ύψος 5,20 έως 5,40 μέτρων από το έδαφος, μέσα από το οποίο διήλθε το ένα άκρο καλωδίου και μετά από τάνυσμα έδεσε τα τμήματα του καλωδίου (καπουλίνα) και τοποθέτησε στον ίδιο τοίχο ακραίο διακλαδωτή (box) σε ύψος περίπου 4,00 μέτρων από το έδαφος και τέλος στήριξε το υπόλοιπο καλώδιο στον τοίχο και το συνέδεσε με το box. Το καλώδιο αυτό βρισκόταν στη θέση αυτή χωρίς να έχει δημιουργήσει κανένα πρόβλημα και χωρίς να έχει υποστεί καμία χαλάρωση παρά τις εναλλαγές της θερμοκρασίας και τις εργασίες της οικοδομής έως τις 14.06.2006, δηλαδή για χρονικό διάστημα 10 μηνών από την τοποθέτησή του.

Το πρωί της 14.06. 2006 και ώρα 07:00 ο ενάγων, ο οποίος στη συνέχεια απεβίωσε, εργαζόταν ως ελαιοχρωματιστής με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας που είχε συνάψει με τον Ι. Κ. του Δ., στον οποίο η ως άνω κατασκευαστική εταιρία είχε αναθέσει το έργο του ελαιοχρωματισμού της οικοδομής. Ο αρχικός ενάγων συγκεκριμένα ξεκίνησε το σπατουλάρισμα και το τρίψιμο της οροφής του εξώστη του πρώτου ορόφου της οικοδομής σε ύψος 5,20 μέτρων από το έδαφος, ανεβασμένος σε κινητό ικρίωμα, ύψους περίπου 3,00 έως 3,50 μέτρων. Το ικρίωμα αυτό είχε συναρμολογήσει με τη βοήθεια συναδέλφου του, σύμφωνα με τις υποδείξεις του παραπάνω υπεργολάβου, αλλά και τις δικές του γνώσεις, αφού ήταν έμπειρος ελαιοχρωματιστής απασχολούμενος στον ίδιο εργοδότη επί δεκαοκτώ έτη. Το ικρίωμα δεν ήταν προσδεμένο στην οικοδομή, αλλά ήταν τοποθετημένο σε αδιαμόρφωτο έδαφος, εξωτερικά της οικοδομής, ακουμπώντας κατά ένα μέρος στο οδόστρωμα και κατά το υπόλοιπο τμήμα του στο πεζοδρόμιο. Την ίδια ημέρα και ώρα ο πρώτος των εκκαλούντων, ο οποίος είχε προστηθεί στην οδήγηση του με αριθμό κυκλοφορίας ...97 αυτοκινήτου, κατηγορίας αναμικτήρα - μπετονιέρα, από την δεύτερη των εκκαλούντων και ιδιοκτήτρια αυτού, η οποία είχε ασφαλίσει την έναντι τρίτων αστική ευθύνη από την πρόκληση οδικού ατυχήματος από την οδήγηση αυτού στην τρίτη των εκκαλούντων ασφαλιστική εταιρία, κινούνταν με αυτό έχοντας προορισμό σημείο ευρισκόμενο κοντά στον τόπο εργασίας του αρχικού ενάγοντος.

Πιο συγκεκριμένα, ο πρώτος των εκκαλούντων είχε ξεκινήσει μεταφέροντας σκυρόδεμα με κατεύθυνση άλλη ανεγειρόμενη γειτονική οικοδομή στην συμβολή των οδών ... και .... Η οδός ... εφάπτεται κάθετα με την οδό ..., από την οποία εκκινεί και αμέσως μετά η οδός ... εφάπτεται κάθετα με την οδό .... Ειδικότερα, ο ανωτέρω κινούμενος στην οδό ..., έστριψε στην οδό ... και μετά εισήλθε στην οδό ..., στην αρχή της οποίας, δηλαδή στο σημείο που τέμνεται από την οδό ..., βρισκόταν η αντλία έτοιμου σκυροδέματος (πρέσσα) που χειριζόταν ο μάρτυρας Κ. Γ., ο οποίος θα βοηθούσε στην εκφόρτωση του μπετόν από την μπετονιέρα και τη ρίψη αυτού στα θεμέλια της οικοδομής. Τα δύο οχήματα βρέθηκαν αντικριστά με το πίσω μέρος αυτών ώστε να μπορεί να πραγματοποιηθεί η εκφόρτωση. Πρέπει να σημειωθεί ότι για να πάρει την προαναφερόμενη θέση ο οδηγός της μπετονιέρας αναγκαστικά εισήλθε στην οδό ... περνώντας μπροστά από την οικοδομή για μερικά μέτρα και μετά οδηγώντας με την όπισθεν έστριψε το όχημα στην οδό ..., ώστε να το τοποθετήσει με το πίσω μέρος έναντι της πρέσσας. 'Οταν λοιπόν τελείωσε η παράδοση μετά από 45 λεπτά ο πρώτος των εκκαλούντων έχοντας κατεύθυνση προς την οδό ... έστριψε το όχημά του προς αυτή και πέρασε μπροστά από την οικοδομή όπου εργαζόταν ο ενάγων. Ενώ διερχόταν από το σημείο εργασίας του ενάγοντος παρέσυρε το εναέριο καλώδιο, το οποίο εκείνη τη χρονική στιγμή είχε κάνει καμπύλη, με αποτέλεσμα αυτό να μετακινηθεί από το σημείο όπου είχε τοποθετηθεί, να παρασύρει ακολούθως και το ικρίωμα και να καταπέσει αυτό στο οδόστρωμα μαζί με τον ενάγοντα.

Από την πτώση του ο ενάγων υπέστη βαρύτατη εγκεφαλική κάκωση και συγκεκριμένα οξύ υποσκληρίδιο αιμάτωμα, οίδημα αριστερού ημισφαιρίου, θλάση στελέχους, απεγκεφαλισμό, ανισοκορία αρ>δε, θλάση στη γέφυρα και στο δεξιό ημισφαίριο της παρεγκεφαλίδας, ευρισκόμενος σε κατάσταση άγρυπνου κώματος - μόνιμης φυτικής κατάστασης έως την 02.04.2013, οπότε απεβίωσε Ακούγοντας το θόρυβο από την πτώση της σκαλωσιάς ο πρώτος των εκκαλούντων σταμάτησε το αυτοκίνητό του σε απόσταση 10-15 μέτρων και προσέτρεξε για βοήθεια, όπως έκαναν και οι συνάδελφοι του αρχικού ενάγοντα - παθόντα που εκείνη τη στιγμή εκτελούσαν άλλες εργασίες εντός της οικοδομής, αλλά και ο οδηγός της πρέσσας Κ. Γ.. Από τα παραπάνω πραγματικά περιστατικά το Δικαστήριο οδηγείται στο συμπέρασμα ότι η κίνηση της μπετονιέρας αποτελεί αιτιώδη όρο που συντέλεσε στην πτώση του ικριώματος και τον εξαιτίας αυτής τραυματισμό του ενάγοντα. Ειδικότερα, αποδείχθηκε ότι ο οδηγός της μπετονιέρας από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε από τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει, δεν είχε διαρκώς τεταμένη την προσοχή του στην οδήγηση, λαμβάνοντας υπόψη τις επικρατούσες συνθήκες κατά τρόπο ώστε να είναι σε θέση να διακόψει την πορεία του μπροστά από οποιοδήποτε εμπόδιο που μπορούσε να προβλεφθεί και το οποίο βρισκόταν σε ορατό από αυτόν μπροστινό τμήμα της οδού.

Πιο συγκεκριμένα, ενώ είχε ήδη διέλθει με το όχημά του κάτω από το εναέριο καλώδιο, την ύπαρξη του οποίου, όπως ο ίδιος δηλώνει, είχε αντιληφθεί και αν και είχε δει τον αρχικό ενάγοντα - παθόντα να εργάζεται ανεβασμένος πάνω σε ψηλό ικρίωμα, το οποίο ήταν τοποθετημένο εν μέρει στο οδόστρωμα στο οποίο κινήθηκε, εντούτοις κατά την επιστροφή του, θεωρώντας ως δεδομένο ότι δεν επήλθε καμία αλλαγή στο παραπάνω σημείο, δεν έλεγξε, όπως όφειλε, αν παρεμβλήθηκε κάποιο εμπόδιο στην πορεία του και ειδικότερα αν μεταβλήθηκε το ύψος του καλωδίου, με αποτέλεσμα να μην παρατηρήσει ότι το εν λόγω καλώδιο είχε χαλαρώσει και η διέλευση της μπετονιέρας κάτω από αυτό θα μπορούσε να το παρασύρει θέτοντας σε κίνδυνο τον εργαζόμενο δίπλα στην οικοδομή. Για τις ειδικότερες συνθήκες του ατυχήματος κατά το χρονικό σημείο της πτώσης του ενάγοντος - παθόντος δεν έχει καταθέσει κάποιος αυτόπτης μάρτυρας στις έως τώρα διεξαχθείσες δίκες ενώπιον των πολιτικών και ποινικών δικαστηρίων, καθόσον όλοι όσοι εξετάστηκαν δεν ήταν παρόντες στο σημείο, ενώ ο οδηγός της μπετονιέρας κατέθεσε ότι αντιλήφθηκε την πτώση, αφού διήλθε και άκουσε το θόρυβο της πτώσης του ικριώματος, οπότε ακινητοποίησε το όχημά του και προσέτρεξε σε βοήθεια. Οι τεχνικοί επιθεωρητές εργασίας Ν. Π. και Β. Α., οι οποίοι προσήλθαν στον χώρο του ατυχήματος μετά από μία ώρα περίπου, ελλείψει στοιχείων, καθώς το ικρίωμα είχε ήδη αποσυναρμολογηθεί και τοποθετηθεί στο πεζοδρόμιο της ανεγειρόμενης οικοδομής, ενώ το καλώδιο του ΟΤΕ ήταν αποξηλωμένο, δεν μπόρεσαν να καταλήξουν σε κάποιο ασφαλές συμπέρασμα, παρά μόνο περιορίστηκαν να διαπιστώσουν στην με αριθμό …51/22.09.2006 έκθεση αυτοψίας που συνέταξαν ότι το ατύχημα θα μπορούσε να αποφευχθεί αν τηρούνταν οι διατάξεις της εργατικής νομοθεσίας για τα μέτρα ασφαλείας κατά την εκτέλεση οικοδομικών εργασιών και εργασιών σε εργοτάξια. Προέβησαν, ωστόσο, σε μία σημαντική διαπίστωση.

Ειδικότερα, με τη βοήθεια των μελών του συνεργείου του ΟΤΕ που προσήλθαν στον τόπο του ατυχήματος έγιναν μετρήσεις και τοποθετήθηκε το καλώδιο στο σημείο στο οποίο αρχικά είχε στερεωθεί. Με τον τρόπο αυτό βρέθηκε ότι το χαμηλότερο σημείο της καμπύλης του καλωδίου που ήταν στο ρεύμα πορείας της μπετονιέρας απείχε 4,40 μέτρα από το έδαφος, ενώ το ύφος της συγκεκριμένης μπετονιέρας μετρήθηκε στα 3,60 μέτρα. Επομένως, είναι γεγονός ότι το καλώδιο το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε ανάμεσα στην πρώτη και στη δεύτερη διέλευση της μπετονιέρας, δηλαδή περίπου 45 λεπτά, είχε χαλαρώσει και βρισκόταν χαμηλότερα σε σχέση με το έδαφος. Έτσι εξηγείται και το γεγονός ότι η μπετονιέρα την πρώτη φορά διήλθε ανεμπόδιστα κάτω από αυτό, ενώ τη δεύτερη φορά περνώντας από το ίδιο σημείο το παρέσυρε. Με την με αριθμό 176/2014 απόφαση του Εφετείου Λαμίας κρίθηκε ότι το καλώδιο είχε τοποθετηθεί κατά τον ενδεδειγμένο τρόπο σε ασφαλές και στέρεο σημείο και μάλιστα σε συμπαγές υλικό (σκυρόδεμα) από τον εργατοτεχνίτη του εργολάβου που ανέλαβε το έργο τοποθέτησης του καλωδίου από την εργοδότρια εταιρία "ΟΤΕ".

Για τον λόγο αυτό, το Εφετείο Λαμίας με την παραπάνω απόφασή του κατέληξε στο συμπέρασμα ότι δεν υφίσταται υπαίτια πράξη ή παράλειψη του εργολάβου και εργατοτεχνίτη και της εργοδότριας εταιρίας "ΟΤΕ" και των εκπροσώπων και υπαλλήλων της που να συντέλεσε στην πρόκληση της σωματικής βλάβης του αρχικού ενάγοντος - παθόντος και η αγωγή απορρίφθηκε ως προς αυτούς. Επομένως, η μόνη δυνατή εξήγηση που μπορεί να δοθεί για την χαλάρωση του καλωδίου κατά τους κανόνες της κοινής πείρας και λογικής είναι ότι ο ενάγων στην προσπάθειά του να διευκολυνθεί στην εργασία του αποσύνδεσε το εναέριο καλώδιο από τον γάντζο στήριξής του στην οικοδομή που εργαζόταν, τοποθετώντας το στο ικρίωμα μέχρι να ολοκληρώσει την εργασία του, δηλαδή το σπατουλάρισμα της άκρης της οροφής του εξώστη, με σκοπό να το επανασυνδέσει μετά την ολοκλήρωση του έργου του. Πράγματι, ο ενάγων ήταν το μόνο πρόσωπο που βρισκόταν σε τοπική εγγύτητα με το καλώδιο την επίδικη ώρα. Εξάλλου, αν είχε λάβει χώρα βίαιη παράσυρση του καλωδίου από το αυτοκίνητο θα αποξηλώνονταν και τμήμα της επιφάνειας της εν λόγω οικοδομής, (τουλάχιστον των επιχρισμάτων), στο οποίο είχε τοποθετηθεί το παραπάνω άγκιστρο, κάτι το οποίο δεν διαπιστώθηκε. Εξάλλου, ανθρώπινη επέμβαση για την αποσύνδεση του καλωδίου ήταν δυνατή κατά τον μάρτυρα Α. Α., πολιτικό μηχανικό - υπάλληλο του ΟΤΕ και τον Γ. Π., συνταξιούχο του ΟΤΕ, οι οποίοι εξετάστηκαν ως μάρτυρες κατά τη συζήτηση της με αριθμό κατάθεσης 2202/ΤΠ 174/04.06.2008 αγωγής. Κατά του πρώτου των εκκαλούντων και άλλων προσώπων ασκήθηκε ποινική δίωξη για το αδίκημα της σωματικής βλάβης από αμέλεια σε βάρος του αρχικώς ενάγοντος. Ο ανωτέρω κηρύχθηκε αθώος της πράξεως αυτής δυνάμει της αριθμ. 1758/2013 αποφάσεως του Τριμελούς Πλημ/κείου Λαμίας, για το λόγο ότι το δικαστήριο εκείνο διατήρησε αμφιβολίες ως προς το γεγονός της συμμετοχής του εκκαλούντος στην πρόκληση της ενδίκου σωματικής βλάβης σε βάρος του αρχικώς ενάγοντος.

Ανεξαρτήτως του γεγονότος ότι η κρίση του δικαστηρίου περί απαλλαγής του πρώτου εκκαλούντος στηρίχθηκε σε αμφιβολίες του δικάσαντος δικαστηρίου, κατά παγία νομολογία, η αμετάκλητη ποινική απόφαση δεν παράγει δεδικασμένο για το πολιτικό δικαστήριο (βλ. ΑΠ 1236/1998), παρεκτός του ότι υπάρχει διαφοροποίηση της υπαιτιότητας στο δίκαιο της αποζημίωσης, στο αστικό δίκαιο από το ποινικό (βλ. Π. Κ. Ειδικό Ενοχικό Δίκαιο έκδοση 2000 παραγρ. 112). Περαιτέρω και σύμφωνα με τα παραπάνω στην επέλευση του ένδικου ατυχήματος συντέλεσε αιτιωδώς και η συγκλίνουσα αμέλεια του ίδιου του παθόντος, ο οποίος αποσύνδεσε το καλώδιο, με αποτέλεσμα να μεταβάλει την καμπύλη αυτού, ενώ γνώριζε ότι σε παρακείμενη οικοδομή εκτελούνταν εργασίες και διέρχονταν οχήματα με ύφος ανώτερο από αυτό των επιβατικών αυτοκινήτων. Επομένως, το επίδικο ατύχημα ήταν το αιτιώδες αποτέλεσμα της αμελούς συμπεριφοράς τόσο του πρώτου των εκκαλούντων, ο οποίος είχε προστηθεί στην οδήγηση της μπετονιέρας από την δεύτερη κατά ποσοστό 50%, όσο και του ενάγοντος - παθόντος κατά ποσοστό 50%. Με την με αριθμό 295/2012 απόφαση του παρόντος Δικαστηρίου κατά τη διαδικασία των εργατικών διαφορών κρίθηκαν συνυπαίτιοι για την επέλευση του εργατικού ατυχήματος ο υπεργολάβος και εργοδότης του αρχικού ενάγοντος - παθόντος, η τεχνική εταιρία ως εργολάβος του έργου και ο επιβλέπων πολιτικός μηχανικός, ανεξάρτητα από υπαιτιότητα και άλλων προσώπων, η οποία κρίθηκε στα πλαίσια της δίκης που έχει διεξαχθεί και αφορά στο εργατικό ατύχημα. Η αιτιώδης συμβολή των υπαίτιων ενεργειών ή παραλείψεων των παραπάνω προσώπων στην επέλευση του ένδικου ατυχήματος δεν επιδρά στην υπαιτιότητα του πρώτου εκκαλούντος. Και αυτό ο παθών σε ατύχημα που έχει στοιχεία και εργατικού και αυτοκινητικού έχει σωρευτικά δύο αυτοτελείς αξιώσεις αποζημίωσης, μία έναντι του εργοδότη του και μία έναντι του υπαιτίου του τροχαίου ατυχήματος, οι οποίοι δεν είναι εις ολόκληρον συνυπόχρεοι για την καταβολή της αποζημίωσης, η οποία στο σύνολό τους μπορεί να υπερβαίνει το ύψος της πραγματικής ζημίας του θύματος. Οι εκκαλούντες ενώπιον του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου ισχυρίσθηκαν ότι οι εφεσίβλητοι δεν ήταν δυνατόν να αξιώσουν αποζημίωση από αυτούς, δεδομένου ότι ο αρχικώς ενάγων στο αγωγικό αίτημα ζητούσε την εις ολόκληρον επιδίκαση όλων των ποσών, ικανοποιήθηκαν δε οι σχετικές αξιώσεις από την επιδίκαση αυτών σε βάρος των ανωτέρω (υπεργολάβου και εργοδότη του ενάγοντος, εργολάβου του έργου και επιβλέποντος μηχανικού). Όμως, σύμφωνα με την προηγηθείσα νομική σκέψη, οι εκκαλούντες δικαιούνται να αξιώσουν αθροιστικώς τα ως άνω ποσά, διότι διαφορετικά οι εκκαλούντες-ζημιώσαντες θα ωφελούνταν σε βάρος του παθόντος του οποίου τις αξιώσεις εκληρονόμησαν.

Ο παραπάνω ισχυρισμός, επομένως, που επαναφέρεται από τους εκκαλούντες με τον δεύτερο λόγο εφέσεως, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος, όπως με ορθή εφαρμογή του νόμου έκρινε το πρωτοβάθμιο δικαστήριο. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι ο παθών κατά την ημέρα του ατυχήματος δεν φορούσε κράνος προστασίας, αν και ήταν αναγκαίο λόγω των συνθηκών της εργασίας του και παρά τις εντολές των εργοδοτών του. Η μη χρήση προστατευτικού κράνους, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας τελεί σε αιτιώδη συνάφεια με τον βαρύτατο τραυματισμό του στο κεφάλι, αφού η χρήση κράνους θα μπορούσε να μειώσει τις συνέπειες του ατυχήματος. Κατά συνέπεια ως προς τις συνέπειες του ατυχήματος συνέτρεξε και αμέλεια του ίδιου του παθόντος, κατά ποσοστό 20%.

Αποδείχθηκε, επίσης ότι μετά το ατύχημα ο ενάγων - παθών περιήλθε σε κατάσταση άγρυπνου κώματος - μόνιμης φυτικής κατάστασης. Σιτιζόταν με γαστροστομία, είχε τραχειοστομία και σπαστική τετραπληγία, ενώ αντιδρούσε μόνο στα επώδυνα ερεθίσματα, και επικοινωνούσε ορισμένες φορές και μόνο με τα μάτια με τους οικείους του. Εξαιτίας της ως άνω κατάστασης της υγείας του κρίθηκε ανάπηρος σε ποσοστό 100% από την αρμόδια υγειονομική επιτροπή του ΙΚΑ και του χορηγήθηκε τόσο σύνταξη βαριάς αναπηρίας, όσο και εξωϊδρυματικό επίδομα παραπληγίας για χρονικό διάστημα από 07.12.2006 έως 31.12.2013 (βλ. τις με αριθμούς 1208/08.10.2008 και 716/08.10.2008 και 1209/08.10.2008 αποφάσεις της Διευθύντριας του ΙΚΑ - ΕΤΑΜ αντίστοιχα). Στις 02.04.2013 σε ηλικία 50 ετών, απεβίωσε σε έδαφος άγρυπνου κώματος, το οποίο προκλήθηκε από τον βαρύ κρανιοεγκεφαλικό του τραυματισμό κατά το επίδικο ατύχημα και την εξαιτίας αυτού σοβαρότατη εγκεφαλική του βλάβη. Ο αρχικός ενάγων - παθών, κατά τον επόμενο του ατυχήματος χρόνο και μέχρι την ημέρα του θανάτου του, πάσχοντας από σπαστική τετραπληγία, παρουσίαζε την προαναφερόμενη σωματική και διανοητική αναπηρία ως άμεση συνέπεια του τραυματισμού του και της εξαιτίας αυτού βλάβης της υγείας του, η οποία ήταν μόνιμη και διαρκής. Η ως άνω κατάσταση της υγείας του αρχικού ενάγοντος, ο οποίος κατά τον χρόνο του ατυχήματος ήταν 43 ετών, εργαζόταν ως ελαιοχρωματιστής και είχε σύντροφο (δεν αποδείχθηκε αν είχε συνάψει νόμιμο γάμο), είχε δυσμενή επίδραση στο μέλλον αυτού, κοινωνικό και οικονομικό, καθώς αυτός μειονεκτούσε έναντι των υγιών ανθρώπων όσον αφορά τη μελλοντική και κατά τρόπο φυσιολογικό επιβίωσή του, χωρίς να μπορεί η ζημία του αυτή να καλυφθεί εντελώς από τις επιδικαζόμενες με βάση τις ΑΚ 297, 298, 299, 929, 932 αποζημιωτικές χρηματικές παροχές.

Συντρέχει, λοιπόν, νόμιμη περίπτωση να αναγνωριστεί το δικαίωμα των νομίμων κληρονόμων του αρχικού ενάγοντος - παθόντος σε εύλογη κατά τη διάταξη του άρθρου 931 ΑΚ αποζημίωση, σύμφωνα με τα λεπτομερώς αναφερόμενα στην προηγηθείσα νομική σκέψη, επίσης, όπως με ορθή εφαρμογή του νόμου έκρινε και το πρωτοβάθμιο δικαστήριο και τα αντίθετα υποστηριζόμενα από τους εκκαλούντες, που αποτελούν τον τρίτο λόγο εφέσεως, καθώς και ο σχετικός λόγος πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμα. Η ως άνω αποζημίωση, προσδιοριζόμενη μέχρι την ημερομηνία θανάτου του αρχικού ενάγοντος - παθόντος, όπως νομότυπα οι νόμιμοι κληρονόμοι του περιόρισαν το σχετικό αίτημα της αγωγής, πρέπει να ανέλθει στο ποσό των 20.000 ευρώ, μετά από συνεκτίμηση του είδους και του βαθμού της παραπάνω αναπηρίας του, της ηλικίας του και της συνυπαιτιότητάς του στην επέλευση της βλάβης της υγείας του. Επιπρόσθετα, ο ενάγων από το ατύχημα και τον τραυματισμό του υπέστη ηθική βλάβη και δικαιούται χρηματικής ικανοποίησης. Το Δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω συνθήκες του ατυχήματος, το βαθμό υπαιτιότητας του οδηγού και πρώτου των εκκαλούντων στην πρόκληση του ατυχήματος, το βαθμό συνυπαιτιότητας του αρχικού ενάγοντος - παθόντος στην πρόκληση του ατυχήματος και στην έκταση των σωματικών του βλαβών, της υγείας του, της σοβαρότητας και του είδους του τραυματισμού του, της μακράς νοσηλείας του, της μόνιμης αναπηρίας του, της σωματικής και ψυχικής ταλαιπωρίας του, της ηλικίας του, της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης (μέτρια, χωρίς ιδιαίτερα εισοδήματα ή περιουσία), εκτός της ασφαλιστικής εταιρίας, της οποίας η ευθύνη είναι εγγυητική, κρίνει ότι οι νόμιμοι κληρονόμοι του παθόντος δικαιούνται χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης, την οποία αυτός υπέστη από τον ως άνω τραυματισμό του, η οποία ανέρχεται στο εύλογο ποσό των 80.000 ευρώ".

Με τις παραδοχές αυτές το Εφετείο, απορρίπτοντας την από 12.9.2015 και με αριθ. καταθ. 225/2.10.2015 έφεση που άσκησαν οι αναιρεσείοντες και η, μη διάδικος εν προκειμένω, ιδιοκτήτρια εταιρία του ζημιογόνου οχήματος, επικύρωσε την απόφαση του Πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, το οποίο κρίνοντας ομοίως, ότι για την περιουσιακή ζημία και ηθική βλάβη που υπέστη εξ αιτίας του βαρύτατου τραυματισμού του ο αρχικός ενάγων Α. Φ., είναι, εκτός από τον ίδιο τον παθόντα, συνυπαίτιος, κατά ποσοστό 50%, ο πρώτος αναιρεσείων οδηγός του ως άνω, φορτηγού αυτοκινήτου μεταφοράς σκυροδέματος και συνακολούθως τούτων αναγνώρισε την υποχρέωση αμφοτέρων των αναιρεσειόντων - εναγομένων, αλλά και της προστήσασας τον τέταρτο αναιρεσείοντα ιδιοκτήτριας εταιρίας του ως άνω οχήματος,(μη διαδίκου στην αναιρετική δίκη), να καταβάλλουν ισομερώς στους καθολικούς διαδόχους του παθόντος και ήδη αναιρεσιβλήτους, ευθυνόμενοι αλληλέγγυα και εις ολόκληρο ο καθένας ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης και ειδική αποζημίωση του άρθρου 931 ΑΚ συνολικά το ποσόν των 100.000 ευρώ.

Έτσι που έκρινε το Εφετείο δεν παραβίασε με εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή τις ουσιαστικού δικαίου διατάξεις των άρθρων 10 του ν. ΓΠΝ/1911, 300, 330 εδ. β', 914, 931 και 932 ΑΚ, ως προς το ουσιώδες ζήτημα της συνυπαιτιότητας του πρώτου αναιρεσείοντος οδηγού του ζημιογόνου οχήματος, αφού τα γενόμενα δεκτά παραπάνω περιστατικά πληρούν την έννοια της αμελούς συμπεριφοράς του κατ' αυτό και της αιτιώδους συνάφειας αυτής με το επελθόν ζημιογόνο αποτέλεσμα, που δικαιολογούν την επιδίκαση χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης και την κατ' άρθρο 931 ΑΚ αποζημίωση. Παράλληλα το Εφετείο δε στέρησε την απόφασή του από νόμιμη βάση, αφού διέλαβε σ' αυτήν επαρκείς και χωρίς αντιφάσεις αιτιολογίες σε σχέση με το ίδιο ουσιώδες ζήτημα, που καθιστούν εφικτό τον αναιρετικό έλεγχο ως προς την ορθή ή μη εφαρμογή των παραπάνω ουσιαστικών διατάξεων. Ειδικότερα το δικαστήριο της ουσίας αποδίδει τη συνυπαιτιότητα του πρώτου αναιρεσείοντος οδηγού φορτηγού αυτοκινήτου μεταφοράς σκυροδέματος στο γεγονός, ότι, διερχόμενος από σημείο της οδού που εργαζόταν ο παθών επί του ικριώματος, δεν διέκοψε την πορεία του για να ελέγξει, αν το ύψος του οχήματος που οδηγούσε, επέτρεπε την ασφαλή και χωρίς κίνδυνο για τους λοιπούς χρήστες της οδού, διέλευσή του κάτω από την καμπύλη που σχημάτιζε αιωρούμενο εναέριο καλώδιο του ΟΤΕ, το οποίο ακολούθως παρέσυρε, επηρεάζοντας άμεσα την ευστάθεια του ικριώματος επί του οποίου βρισκόταν εργαζόμενος ο αρχικός ενάγων - παθών, που, εξ αυτού του λόγου κατέπεσε μαζί με τον τελευταίο στο οδόστρωμα με αποτέλεσμα αυτός να υποστεί βαρύτατη εγκεφαλική κάκωση, η οποία είχε ως συνέπεια να περιέλθει σε μόνιμη φυτική κατάσταση (άγρυπνο κώμα), η οποία διήρκεσε οκτώ (8) περίπου έτη μέχρι τον θάνατό του (02.04.2013). Τα περιστατικά αυτά γενικώς και αντικειμενικώς λαμβανόμενα υπόψη αποτελούν, ανεξάρτητα από την κατά ποσοστό 50% διαγνωσθείσα συνυπαιτιότητα του παθόντος στην πρόκληση του ατυχήματος και της κατά 20% συμβολής του στην έκταση των σωματικών βλαβών του, πρόσφορη αιτία του ατυχήματος.

Επομένως οι ως άνω πράξεις και παραλείψεις του πρώτου αναιρεσείοντος συνιστούν την κατά την παραπάνω διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ υπαίτια συμπεριφορά που οδήγησε σε επιζήμιο για τον παθόντα αποτέλεσμα, ενώ εξάλλου, το Εφετείο, το οποίο, λαμβάνοντας υπόψη τα διδάγματα της κοινής πείρας υπήγαγε τα προαναφερόμενα περιστατικά στη νομική έννοια της αιτιώδους συνάφειας που υφίσταται μεταξύ της παράνομης συμπεριφοράς του παραπάνω οδηγού και του επελθόντος ζημιογόνου αποτελέσματος, ούτε ευθέως, ούτε εκ πλαγίου παραβίασε την παραπάνω διάταξη αλλά και τις λοιπές διατάξεις των άρθρων 10 του ν. ΓΠΝ/1911, 300, 330, εδ. β' 931 και 932 ΑΚ. Είναι, συνεπώς, αβάσιμος ο δεύτερος λόγος της αναίρεσης ως προς το πρώτο σκέλος του, κατά το μέρος με το οποίο αποδίδονται στην προσβαλλομένη οι από τους αριθμούς 1 εδ. α' και 19 του άρθρου 559 ΚΠολΔ πλημμέλειες σχετικά με την εφαρμογή των αμέσως προηγουμένως αναφερθέντων διατάξεων ουσιαστικού δικαίου.

Από τα άρθρα 914 και 932 του ΑΚ και 1 και 16 του ν. 551/ 1915, που κωδικοποιήθηκε με το β.δ. της 24.7/25.8.1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ και μετά την εισαγωγή του ΑΚ (άρθρο 38 παρ. 1 ΕισΝΑΚ), προκύπτει ότι χρηματική ικανοποίηση για ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη οφείλεται και επί εργατικού ατυχήματος όταν συντρέχουν οι όροι της αδικοπραξίας. Οι διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 1 του κ.ν. 551/1915, κατά τις οποίες ο παθών σε εργατικό ατύχημα δικαιούται να εγείρει την αγωγή του κοινού αστικού δικαίου και να ζητήσει πλήρη αποζημίωση μόνο όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων του ή όταν επήλθε σε εργασία στην οποία δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών για τους όρους ασφαλείας των εργαζομένων και εξαιτίας της μη τηρήσεως των διατάξεων αυτών, αναφέρονται στην επιδίκαση αποζημιώσεως για περιουσιακή ζημία και όχι στη χρηματική ικανοποίηση, για την οποία δεν υπάρχει πρόβλεψη στον ανωτέρω νόμο και εφαρμόζονται γι' αυτή μόνο οι γενικές διατάξεις (Ολ.ΑΠ 1117/1986, ΑΠ 876/2014, 938/2013). Επομένως, για να δικαιούται ο παθών σε εργατικό ατύχημα χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης ή, σε περίπτωση θανάτου του, οι συγγενείς του χρηματική ικανοποίηση, λόγω ψυχικής οδύνης, αρκεί να συντέλεσε στην επέλευση του ατυχήματος πταίσμα του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν, με την έννοια του άρθρου 914 του ΑΚ, δηλαδή αρκεί να συντρέχει οποιαδήποτε αμέλεια αυτών και όχι μόνο η ειδική αμέλεια ως προς την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 παρ. 1 του κ.ν. 551/1915 (ΑΠ 1389/2018, ΑΠ 910/2015, ΑΠ 876/2014, ΑΠ 19/2014).

ΓΙΑ ΝΑ ΔΕΙΤΕ ΟΛΟΚΛΗΡΗ ΤΗΝ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΑΤΗΣΤΕ ΕΔΩ.