Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΜΕΛΕΙΑ – ΕΦΕΣΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ - ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ

ΙΑΤΡΙΚΗ ΑΜΕΛΕΙΑ –  ΕΦΕΣΗ ΕΙΣΑΓΓΕΛΕΑ - ΑΡΝΗΤΙΚΗ ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΕΞΟΥΣΙΑΣ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟΥ - Αίτηση Αντεισαγγελέα Α.Π. για αναίρεση απόφασης Πενταμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη έφεση, που ασκήθηκε από τον Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου κατά απόφασης του Πενταμελούς Στρατοδικείου, γιατί δεν αναφέρει όλα τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη του το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο για να αχθεί σε αθωωτική κρίση, ενώ περαιτέρω, δεν υπάρχει αιτιολογημένη αντίκρουση (αντίλογος) με συλλογισμούς και σε συνδυασμό με τα αποδεικτικά μέσα της κρίσης του Δικαστηρίου. Πρόκληση περιτονίτιδας και θάνατος ασθενούς λόγω σηπτικής καταπληξίας. Αθώωση στρατιωτικού χειρουργού για ανθρωποκτονία από αμέλεια λόγω διεγχειρητικών επιπλοκών κατά την επέμβαση επιμήκους γαστρεκτομής (λαπαροσκόπηση) για την αντιμετώπιση νοσογόνου παχυσαρκίας. Κρίση ότι ο εκκαλέσας την αθωωτική απόφαση Αντεισαγγελέας του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου αντικρούει με την έφεσή του επαρκώς με συλλογισμούς, σε συνδυασμό με τα αποδεικτικά μέσα, τις παραδοχές της πρωτοβάθμιας αθωωτικής απόφασης. Δέχεται αίτηση αναίρεσης [302 ΠΚ, 474, 476, 487, 498, 510 παρ. 1 στοιχ. Θ' ΚΠΔ].


Απόφαση 289 / 2021    (ΣΤ, ΠΟΙΝΙΚΕΣ)

Αριθμός 289/2021

ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
ΣΤ' Ποινικό Τμήμα
Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Αβροκόμη Θούα, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Ναυσικά Φράγκου, Γρηγόριο Κουτσοκώστα-Εισηγητή, Πηνελόπη Παρτσαλίδου-Κομνηνού και Σταματική Μιχαλέτου, Αρεοπαγίτες.

Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημά του στις 20 Οκτωβρίου 2020, με την παρουσία της Αντεισαγγελέως του Αρείου Πάγου Ελένης Μετσοβίτου (γιατί κωλύεται ο Εισαγγελέας) και του Γραμματέως Χαράλαμπου Αθανασίου, για να δικάσει την αίτηση του Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, περί αναιρέσεως της υπ'αριθμ. 56/2019 αποφάσεως του Πενταμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης. Με κατηγορούμενο τον Κ. Μ. του Φ., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αδάμ Παπαδαμάκη. Με υποστηρίζοντες την κατηγορία τους: 1. Χ. Γ., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αντώνιο Φούσσα, 2. Ι. χήρα Λ. Α., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Αντώνιο Φούσσα, 3. Η.-Ι. Α., κάτοικο ..., που παρέστη με τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αντώνιο Φούσσα και 4. Ν. Α., κάτοικο ..., που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Αντώνιο Φούσσα.
Το Πενταμελές Αναθεωρητικό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης, με την ως άνω απόφασή του διέταξε όσα λεπτομερώς αναφέρονται σ' αυτή, και ο αναιρεσείων Εισαγγελέας του Αρείου Πάγου ζητεί τώρα την αναίρεση αυτής, για τους λόγους που αναφέρονται στην με αριθμό και ημερομηνία 3/8-1-2020 έκθεση αναιρέσεως, η οποία συντάχθηκε ενώπιον του Γραμματέως του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου Γεωργίου Σωφρονιάδη και καταχωρίστηκε στο οικείο πινάκιο με τον αριθμό 45/2020.

Αφού άκουσε Τον Αντεισαγγελέα, που πρότεινε να γίνει δεκτή η έκθεση αναίρεσης και τους πληρεξούσιους δικηγόρους των διαδίκων, που ζήτησαν όσα αναφέρονται στα σχετικά πρακτικά.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση από 8-1-2020, με αριθμό έκθεσης κατάθεσης 3/2020, αίτηση του Αντεισαγγελέα του Αρείου Πάγου (ασκηθείσα με δήλωση ενώπιον του Γραμματέα του Ποινικού Τμήματος του Αρείου Πάγου) για αναίρεση της απόφασης 56/2019 του Πενταμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, με την οποία απορρίφθηκε ως απαράδεκτη η από 26-3-2018 έφεση, που ασκήθηκε από τον Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου κατά της απόφασης 69/2018 του Πενταμελούς Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, με την οποία κηρύχθηκε αθώος ο Κ. Μ. του Φ. για την πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια από υπόχρεο σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 505 παρ. 2, 507 του ΚΠοινΔ, 211 του ΣΠΚ), περιέχει δε παραδεκτό λόγο αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Θ' του ΚΠοινΔ (υπέρβαση εξουσίας) και, συνεπώς, είναι παραδεκτή.
Από τις διατάξεις των άρθρων 474, 476 και 498 του ΚΠοινΔ, προκύπτει ότι η έκθεση που περιέχει τη δήλωση άσκησης του ένδικου μέσου της έφεσης πρέπει να διαλαμβάνει ορισμένο λόγο, όπως είναι και η αιτίαση για πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων. Ειδικά, προκειμένου για έφεση του εισαγγελέα κατά αθωωτικής απόφασης, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 487, "η άσκηση έφεσης από τον εισαγγελέα... πρέπει να αιτιολογείται ειδικά και εμπεριστατωμένα στη σχετική έκθεση, άλλως η έφεση απορρίπτεται ως απαράδεκτη". Από τη διάταξη αυτή προκύπτει ότι η απαιτούμενη αιτιολόγηση της ασκούμενης από τον εισαγγελέα έφεσης κατ' αθωωτικής απόφασης αποτελεί πρόσθετο τυπικό όρο του κύρους του ένδικου αυτού μέσου. Για την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της εν λόγω έφεσης πρέπει να εκτίθενται σ' αυτή με σαφήνεια και πληρότητα οι συγκεκριμένες πραγματικές ή νομικές πλημμέλειες, που αποδίδονται στην προσβαλλόμενη αθωωτική απόφαση. Μόνη η παράθεση στην έκθεση έφεσης των αποδεικτικών στοιχείων, από τα οποία προκύπτει ενοχή του κατηγορουμένου και εντεύθεν εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων από το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, δεν αρκεί κατά το νόμο για την απαιτούμενη ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία της έφεσης του εισαγγελέα κατά της αθωωτικής απόφασης, εφόσον δεν αντικρούει με συλλογισμούς και σε συνδυασμό με τα αποδεικτικά μέσα την αθωωτική κρίση του δικαστηρίου για τον κατηγορούμενο (ΑΠ 1353/2019, ΑΠ 1467/2017, ΑΠ 566/2017). Περαιτέρω, η έφεση του εισαγγελέα στερείται της επιβαλλόμενης από την άνω διάταξη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, όταν, μεταξύ άλλων, δεν μνημονεύονται σ' αυτή τα αποδεικτικά μέσα, που λήφθηκαν υπόψη για το σχηματισμό της κρίσης του περί της ενοχής του κατηγορουμένου. Η επιλεκτική παράθεση ορισμένων αποδεικτικών μέσων, από την οποία δημιουργείται αμφιβολία για το αν συνεκτιμήθηκαν και τα υπόλοιπα (αποδεικτικά μέσα), τα οποία ούτε κατά κατηγορία μνημονεύονται, συνιστά έλλειψη αιτιολογίας, εκτός εάν, από το όλο περιεχόμενο της αιτιολογίας της έφεσης, προκύπτει, κατά τρόπο αναμφισβήτητο, ότι λήφθηκαν υπόψη όλα (ΑΠ 181/2019, ΑΠ 1906/2017, ΑΠ 178/2015). Όταν η έφεση του εισαγγελέα κατ' αθωωτικής απόφασης έχει την ως άνω απαιτούμενη αιτιολογία και το δευτεροβάθμιο δικαστήριο, αντί να την δεχθεί τυπικά και να προβεί στην εξέταση της ουσίας της υπόθεσης, απορρίπτει αυτή ως απαράδεκτη για έλλειψη ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, υπερβαίνει αρνητικά τούτο την εξουσία του και, έτσι, ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Θ' του ΚΠοινΔ (ΑΠ 781/2015, ΑΠ 542/2013, ΑΠ 2503/2003, ΑΠ 2429/2003). Περαιτέρω, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 302 του ΠΚ, "όποιος από αμέλεια σκότωσε άλλον τιμωρείται με φυλάκιση τουλάχιστον τριών (3) μηνών". Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 28 του ίδιου Κώδικα, "από αμέλεια πράττει όποιος από έλλειψη της προσοχής την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει είτε δεν προέβλεψε το αξιόποινο αποτέλεσμα που προκάλεσε η πράξη του, είτε το πρόβλεψε ως δυνατό, πίστεψε όμως ότι δεν θα επερχόταν". Κατά την έννοια της ως άνω διάταξης του άρθρου 28 του ΠΚ, η αμέλεια διακρίνεται σε μη συνειδητή, η οποία συντρέχει, όταν ο δράστης, από έλλειψη της προσήκουσας προσοχής, δεν προβλέπει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο προκαλεί η πράξη του, και σε ενσυνείδητη, η οποία συντρέχει, όταν ο δράστης προβλέπει μεν ότι από τη συμπεριφορά του μπορεί να επέλθει το αποτέλεσμα αυτό, πιστεύει όμως ότι αυτό δεν θα επέλθει.

Για τη θεμελίωση της αξιόποινης πράξης της ανθρωποκτονίας από αμέλεια απαιτείται: α) να μην καταβλήθηκε από το δράση η επιβαλλόμενη κατ' αντικειμενική κρίση προσοχή, την οποία κάθε μετρίως συνετός και ευσυνείδητος άνθρωπος οφείλει υπό τις ίδιες πραγματικές περιστάσεις να καταβάλει, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές και την κοινή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, πείρα και λογική, β) να μπορούσε αυτός, με βάση τις προσωπικές του περιστάσεις, ιδιότητες, γνώσεις και ικανότητες και, κυρίως, εξαιτίας της υπηρεσίας του ή του επαγγέλματος του, να προβλέψει και να αποφύγει το αξιόποινο αποτέλεσμα, το οποίο από έλλειψη της προαναφερόμενης προσοχής, είτε δεν προέβλεψε, είτε το προέβλεψε ως δυνατό, πίστευε όμως ότι δεν θα επερχόταν και γ) να υπάρχει αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της ενέργειας ή παράλειψης του δράστη και του αποτελέσματος που επήλθε.

Η πράξη ή η παράλειψη του δράστη τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με το αποτέλεσμα που επήλθε, όταν αυτή, κατά την κοινή αντίληψη, είναι εκείνη που άμεσα προκάλεσε το αποτέλεσμα και, συνεπώς, βρίσκεται σε άμεση αιτιότητα προς αυτό. Αρκεί, για τη θεμελίωση της ευθύνης, η πράξη ή η παράλειψη να ήταν ένας από τους ενεργούς παραγωγικούς όρους του αποτελέσματος, χωρίς τον οποίο δεν θα επερχόταν αυτό, είναι δε αδιάφορο αν συνέβαλαν και άλλοι όροι, αμέσως ή εμμέσως, διότι η κρατούσα στο ποινικό δίκαιο άποψη ακολουθεί τα πορίσματα της θεωρίας του ισοδυνάμου των όρων, με την παραλλαγή της ενεργού αιτίας, σε αντίθεση με τη θεωρία της πρόσφορης αιτιότητας, η οποία επικρατεί ως προς την αστική ευθύνη. Περαιτέρω, η παράλειψη, ως έννοια, ενυπάρχει σε κάθε είδος αμέλειας, αφού το ένα σκέλος της ευθύνης συνίσταται στη μη καταβολή της προσοχής, δηλαδή σε παράλειψη. Όταν, όμως, η αμέλεια δεν συνίσταται σε ορισμένη παράλειψη, αλλά σε σύνολο συμπεριφοράς, που προηγήθηκε του αποτελέσματος, τότε για τη θεμελίωση της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, ως εγκλήματος που τελείται με παράλειψη, απαιτείται η συνδρομή και των όρων του άρθρου 15 παρ. 1 του ΠΚ. κατά το οποίο, "όπου ο νόμος για την ύπαρξη αξιόποινης πράξης απαιτεί να έχει επέλθει ορισμένο αποτέλεσμα, η μη αποτροπή του τιμωρείται όπως η πρόκλησή του με ενέργεια, αν ο υπαίτιος της παράλειψης είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να προβεί σε ενέργεια για την αποτροπή του αποτελέσματος. Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση πηγάζει από νόμο, σύμβαση ή προηγούμενη επικίνδυνη ενέργεια του υπαιτίου". Από την τελευταία αυτή διάταξη, συνάγεται ότι αναγκαία προϋπόθεση της εφαρμογής της είναι η ύπαρξη ιδιαίτερης (δηλαδή ειδικής και όχι γενικής) υποχρέωσης του υπαιτίου προς ενέργεια, που τείνει στην παρεμπόδιση του αποτελέσματος, για την επέλευση του οποίου ο νόμος απειλεί ορισμένη ποινή. Η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, η οποία επιφορτίζει τον υπαίτιο της παράλειψης με τη δημιουργία και τη διασφάλιση πραγματικής κατάστασης που εξυπηρετεί και διαφυλάσσει τα έννομα αγαθά που προσβάλλονται με την επέλευση του εγκληματικού αποτελέσματος, μπορεί να πηγάζει: α) από ρητή διάταξη νόμου ή από σύμπλεγμα νομικών καθηκόντων, που συνδέονται με ορισμένη έννομη θέση του υπόχρεου, β) από ειδική σχέση που δημιουργήθηκε, είτε από σύμβαση, είτε απλώς από προηγούμενη ενέργεια, με την οποία ο υπαίτιος της παράλειψης αναδέχθηκε εκουσίως την αποτροπή κινδύνων στο μέλλον και γ) από προηγούμενη πράξη του υπαίτιου (ενέργεια ή παράλειψη), συνεπεία της οποίας δημιουργήθηκε ο κίνδυνος επέλευσης του εγκληματικού αποτελέσματος. Περαιτέρω, με τις ως άνω προϋποθέσεις θεμελιώνεται ειδικότερα ποινική ευθύνη του ιατρού για ανθρωποκτονία από αμέλεια, όταν το ζημιογόνο αποτέλεσμα οφείλεται σε παράβαση από αυτόν των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της ιατρικής επιστήμης, για τους οποίους δεν μπορεί να γεννηθεί αμφισβήτηση, εφόσον η αντίστοιχη ενέργεια ή παράλειψή του δεν ήταν σύμφωνη με το αντικειμενικά επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας, που απορρέει από την άσκηση του επαγγέλματος του και ανάγεται σε νομική υποχρέωσή του με επιτακτικούς κανόνες, καθώς και από την εγγυητική θέση αυτού απέναντι στην ασφάλεια της ζωής ή της υγείας του ασθενούς, η οποία δημιουργείται κατά την εκτέλεση της ιατρικής πράξης. Ειδικότερα, η ιδιαίτερη νομική υποχρέωση του ιατρού να αποτρέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα του θανάτου του ασθενούς θεμελιώνεται: α) στον Κώδικα Ιατρικής Δεοντολογίας (Ν. 3418/2005), στις διατάξεις των άρθρων 2 παρ. 3 εδ. α', 3 παρ. 2 και 3 και 10 παρ. 1, 2 και 3 του οποίου ορίζεται ότι: "Το ιατρικό λειτούργημα ασκείται σύμφωνα με τους γενικά αποδεκτούς και ισχύοντες κανόνες της ιατρικής επιστήμης" (άρθρο 2 παρ. 3 εδ. α')• "Ο ιατρός ενεργεί με βάση: α) την εκπαίδευση που του έχει παρασχεθεί κατά τη διάρκεια των προπτυχιακών του σπουδών, την άσκηση του για την απόκτηση τίτλου ιατρικής ειδικότητας και τη συνεχιζόμενη ιατρική του εκπαίδευση• β) την πείρα και τις δεξιότητες που αποκτά κατά την άσκηση της ιατρικής και γ) τους κανόνες της τεκμηριωμένης και βασισμένης σε ενδείξεις ιατρικής επιστήμης (άρθρο 3 παρ. 2)• "Ο ιατρός, κατά την άσκηση της ιατρικής, ενεργεί με πλήρη ελευθερία, στο πλαίσιο των γενικά αποδεκτών κανόνων και μεθόδων της ιατρικής επιστήμης, όπως αυτοί διαμορφώνονται με βάση τα αποτελέσματα της εφαρμοσμένης σύγχρονης επιστημονικής έρευνας. Έχει δικαίωμα για επιλογή μεθόδου θεραπείας, την οποία κρίνει ότι υπερτερεί σημαντικά έναντι άλλης, για τον συγκεκριμένο ασθενή, με βάση τους σύγχρονους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και παραλείπει τη χρήση μεθόδων που δεν έχουν επαρκή επιστημονική τεκμηρίωση" (άρθρο 3 παρ. 3)• "Η άσκηση της ιατρικής γίνεται σύμφωνα με τους γενικά παραδεκτούς κανόνες της ιατρικής επιστήμης. Ο ιατρός έχει υποχρέωση συνεχιζόμενης δια βίου εκπαίδευσης και ενημέρωσης σχετικά με τις εξελίξεις της ιατρικής επιστήμης και της ειδικότητάς του (άρθρο 10 παρ. 1)• "Η υποχρέωση αυτή περιλαμβάνει όχι μόνο τις ιατρικές γνώσεις, αλλά και τις κλινικές δεξιότητες, καθώς και τις ικανότητες συνεργασίας σε ομάδα, οι οποίες είναι απαραίτητες για την παροχή ποιοτικής φροντίδας υγείας....(άρθρο 10 παρ. 2)• "Ο ιατρός οφείλει να αναγνωρίζει τα όρια των επαγγελματικών του ικανοτήτων και να συμβουλεύεται τους συναδέλφους του (άρθρο 10 παρ. 3), β) στον ισχύοντα κατά το χρόνο κατά τον οποίο φέρεται ότι τελέστηκε η πράξη, για την οποία κηρύχθηκε αθώος ο κατηγορούμενος, Κώδικα Ασκήσεως Ιατρικού Επαγγέλματος (ΑΝ 1565/1939, στις διατάξεις των άρθρων 13 και 24 του οποίου οριζόταν ότι: "Ο Ιατρός (οφείλει) να ασκή ευσυνειδήτως το επάγγελμα αυτού και να συμπεριφέρηται τόσον εν τη ενασκήσει του επαγγέλματος, όσον και εκτός αυτής κατά τρόπον αντάξιον της αξιοπρέπειας και εμπιστοσύνης τας οποίας απαιτεί το ιατρικόν επάγγελμα" (άρθρο 13)• "Ο ιατρός οφείλει να παρέχη μετά ζήλου ευσυνειδησίας και αφοσιώσεως την ιατρικήν αυτού συνδρομήν, συμφώνως προς τας θεμελιώδεις αρχάς της ιατρικής επιστήμης, και της κτηθείσης πείρας, τηρών τας ισχυούσας διατάξεις περί διαφυλάξεως των ασθενών και προστασίας των υγειών" (άρθρο 24) και γ) στην εγγυητική θέση αυτού απέναντι στην ασφάλεια της ζωής ή της υγείας του ασθενούς, η οποία δημιουργείται κατά την εκτέλεση της ιατρικής πράξης.

Στην προκείμενη περίπτωση, από τα παραδεκτώς επισκοπούμενα. για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, έγγραφα της δικογραφίας προκύπτουν τα ακόλουθα: Με την απόφαση 69/2018 του Πενταμελούς Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, κηρύχθηκε αθώος ο κατηγορούμενος Κ. Μ. του Φ. για την πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια από υπόχρεο σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή και ειδικότερα για το ότι: "Ως στρατιωτικός, δηλαδή Ανχης (ΥΙ), της δυνάμεως του 424 ΓΣΝΕ, στη Θεσσαλονίκη (στο Νοσοκομείο ΓΣΝΕ), κατά το χρονικό διάστημα από 06-06-2015 έως 29-06-2015, από αμέλειά του, δηλαδή από έλλειψη της προσοχής, την οποία όφειλε κατά τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει επέφερε το θάνατο του ΕΠΟΠ Λοχία (ΠΖ) Α. Γ. του Λ., χωρίς να προβλέψει το αξιόποινο αποτέλεσμα, που παράχθηκε από την παρακάτω πράξη του, αν και είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση να παρεμποδίσει την επέλευση του αποτελέσματος αυτού και παρά το γεγονός ότι συνεπεία του επαγγέλματος του ήταν υπόχρεος σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή. Ειδικότερα, ως στρατιωτικός ιατρός χειρουργός, Επιμελητής της Β' Χειρουργικής Κλινικής του 424 ΓΣΝΕ, και θεράπων ιατρός του ανωτέρω ασθενούς Α. Γ., τον οποίο στις 03-06-2015 υπέβαλε σε χειρουργική επέμβαση επιμήκους γαστρεκτομής (sleeve gastrectomy) λόγω νοσογόνου παχυσαρκίας, αναγκαίως και για το μετεγχειρητικό στάδιο, αν και ήταν υπόχρεος συνεπεία του επαγγέλματος του σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, έχοντας, τόσο από τις κείμενες διατάξεις περί ιατρικής δεοντολογίας (Ν. 3418/2005 "Κώδικας Ιατρικής Δεοντολογίας") και τα άρθρα 13 και 24 του ΑΝ 1565/1939 "Κώδικας ασκήσεως ιατρικού επαγγέλματος", ως εκ της έννομης θέσης του ως νοσοκομειακού στρατιωτικού ιατρού σε κρατικό νοσοκομείο, όσο και από την εγγυητική του θέση απέναντι στην ασφάλεια της ζωής του ανωτέρω ασθενούς, ιδιαίτερη νομική υποχρέωση προς παρεμπόδιση του εγκληματικού αποτελέσματος της ανθρωποκτονίας των ασθενών του νοσοκομείου, από έλλειψη της προσοχής που όφειλε από τις περιστάσεις και μπορούσε να καταβάλει, ως μέσος συνετός ιατρός με την ειδικότητα του χειρουργού ιατρού, ενώ γνώριζε από την εξέταση του ασθενούς τα πραγματικά περιστατικά για την χειρουργική επέμβαση που ενήργησε σε αυτόν την 03- 06-2015 και τη μετεγχειρητική εξέλιξη της νοσηλείας του ασθενούς και ιδιαίτερα τα ακόλουθα: 1) ότι την τρίτη μετεγχειρητική ημέρα (06-06-2015) διαπιστώθηκε μετά από έλεγχο στεγανότητας η ύπαρξη μη φυσιολογικού περιεχομένου στον παροχετευτικό σωλήνα του ασθενούς που αποτελεί αποδεικτικό διαφυγής στομαχικού περιεχομένου από τη γραμμή συρραφής και 2) ότι μετεγχειρητικά (από την 06-06-2015) υπέβαλε τον ασθενή σε συντηρητική θεραπεία (ολική παρεντερική διατροφή και αντιβιοτική αγωγή), η οποία υπήρξε απρόσφορη, αφού το αποτέλεσμα αυτής ήταν να συνεχίζει να εμμένει η διαφυγή από τη γραμμή συρραφής για χρονικό διάστημα δεκαεννέα ημερών (μέχρι και την 25-06-2015) και μάλιστα ήδη από την 23-06-2015, κατά την οποία ο ασθενής υποβλήθηκε σε αξονική τομογραφία, γεγονός που έπρεπε να ανησυχήσει ιδιαιτέρως τον κατηγορούμενο δεδομένου ότι ο ασθενής είχε ήδη αρχίσει να εμφανίζει σημεία αστάθειας (πυρετό έως 38,1° C) και να εισέρχεται σε σηπτική κατάσταση λόγω προσβολής από νοσοκομειακά μικρόβια. Παρά τα ανωτέρω δεδομένα, τα οποία αποτελούσαν σαφή στοιχεία ταχείας αρνητικής εξέλιξης της κατάστασης της υγείας του ασθενούς και τα οποία εγκυμονούσαν κίνδυνο για τη ζωή του, ο οποίος επιβεβαιώθηκε και από τον επελθόντα θάνατο του, ο κατηγορούμενος κατά παράβαση του αντικειμενικά επιβαλλόμενου καθήκοντος επιμέλειας αλλά και των κανόνων της ιατρικής επιστήμης, τέχνης και εμπειρίας, παρέλειψε: 1) να αξιολογήσει επαρκώς την προαναφερθείσα κλινική εικόνα του ασθενούς κατά τη διάρκεια της νοσηλείας του μέχρι και την 25-06-2015, σε συνδυασμό με τα εργαστηριακά ευρήματα των εξετάσεών του, την αξονική τομογραφία (23-06-2015) και γαστροσκόπηση (25-06-2015) που υποβλήθηκε (η οποία ανέδειξε οπή διαφυγής πλησίον του καρδιακού στομίου μήκους τριών εκατοστών) και ειδικότερα την διαπιστωθείσα ήδη από την 06-06-2015 συνεχιζόμενη διαφυγή από τη γραμμή συρραφής, 2) ήδη από την 23-06-2015, όταν η συντηρητική αντιμετώπιση της διαφυγής που εφαρμόστηκε αποδείχθηκε ότι δεν ήταν επιτυχής, αφού η διαφυγή συνεχιζόταν και ο ασθενής είχε εμφανίσει σημεία αστάθειας και σηπτικής κατάστασης, ο κατηγορούμενος, έχοντας την δυνατότητα και εμπειρία να προβλέψει, λόγω της επιστημονικής του επάρκειας και των γνώσεών του, το ενδεχόμενο συνέχισης της διαφυγής από τη γραμμή συρραφής, που εμφανίζουν ασθενείς ως πιθανή επιπλοκή σε τέτοιου είδους χειρουργικές επεμβάσεις, εν τούτοις αυτός, μετά το πέρας της συντηρητικής αντιμετώπισης της διαφυγής, παρέλειψε να προβεί στην αντιμετώπιση της διαφυγής με τον ιατρικά ενδεδειγμένο τρόπο, ήτοι να φροντίσει εκ των προτέρων, ως έμπειρος χειρουργός ιατρός, προκειμένου να είναι διαθέσιμη σε περίπτωση ανάγκης, όπως στην προκειμένη περίπτωση, η επενδεδυμένη αυτοδιατεινόμενη ενδοπρόθεση (stent) και να προβεί αμέσως στην τοποθέτησή της στον στόμαχο του ασθενή Α.. Η ενδοπρόθεση, η οποία σχεδιάστηκε ειδικά για τις περιπτώσεις διαφυγών, εν προκειμένω αποτελούσε αποτελεσματική λύση λόγω του μήκους των τριών (3) εκατοστών της οπής διαφυγής, αφού αυτοδιατείνεται προοδευτικά φράζοντας τη διαφυγή και έτσι θα βοηθούσε στη σύγκλισή της.

Αντιθέτως, ο κατηγορούμενος, αφού υπέβαλε τον ασθενή σε γαστροσκόπηση που ανέδειξε το μήκος των τριών (3) εκατοστών της οπής διαφυγής στη γραμμή συρραφής του άνω ορίου του στομάχου, την ίδια ημέρα (25-06-2015) τον χειρούργησε για δεύτερη φορά, δηλ. τον υπέβαλε σε ερευνητική λαπαροτομία λόγω της εμμένουσας διαφυγής, προέβη σε συρραφή της οπής διαφυγής, επιπωματισμό με επίπλουν και τοποθέτηση παροχετεύσεων και καθετήρα νηστιδοστομίας για λόγους σίτισης, αντί πρώτα να τοποθετήσει εγκαίρως στον ασθενή Α. την επενδεδυμένη αυτοδιατεινόμενη ενδοπρόθεση (stent). Όταν την 29-06- 2015 η διαφυγή υποτροπίασε εκ νέου, με αποτέλεσμα ο ασθενής να εισέλθει πλέον σε βέβαια σηπτική κατάσταση, ο κατηγορούμενος ούτε τότε προέβη στην τοποθέτηση της επενδεδυμένης αυτοδιατεινόμενης ενδοπρόθεσης (stent) στον ασθενή και την 07-07-2015 τον υπέβαλε σε τρίτη κατά σειρά (απρόσφορη) χειρουργική επέμβαση (ερευνητική λαπαροτομία) λόγω της εμμένουσας διαφυγής, ενώ την 16-07-2015 του τοποθέτησε το stent και βελτιώθηκε μόνο προσωρινά η ήδη επελθούσα σηπτική του κατάσταση. Αποτέλεσμα των ανωτέρω συνδεδεμένων παραλείψεων του κατηγορουμένου ήταν να συνεχισθεί η διαφυγή γαστρικών υγρών από τη γραμμή συρραφής του στομάχου του ασθενούς, να περιέλθει ο τελευταίος την 17-18/07-2015 σε βαρεία πλέον σηπτική κατάσταση και την 23-07-2015 να αποβιώσει λόγω σταδιακής έκπτωσης των ζωτικών του λειτουργιών και συγκεκριμένα συνεπεία "πολυοργανικής ανεπάρκειας - εμμένοντος γαστροδερματικού συριγγίου - σηπτικής κατάστασης", ήταν δε αυτή (διαφυγή γαστρικού περιεχομένου από τον στόμαχο) η μόνη ενεργός αιτία του θανάτου του".

Για να καταλήξει στην κρίση αυτή, το ως άνω πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε τα ακόλουθα: "...από την χωρίς όρκο κατάθεση των πολιτικώς εναγόντων, τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο, τις αναγνωσθείσες μαρτυρικές καταθέσεις, τα αναγνωσθέντα επ' ακροατηρίω έγγραφα, όπως αναφέρονται στα πρακτικά, σε συνδυασμό με την ενώπιον του Δικαστηρίου απολογία του κατηγορουμένου και την όλη εν γένει συζήτηση της υποθέσεως, προέκυψαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Ο κατηγορούμενος Μ. Κ. του Φ. υπηρετούσε ως στρατιωτικός και συγκεκριμένα Ανχης (ΥΙ) στη δύναμη του 424 ΓΣΝΕ έχοντας την ειδικότητα του χειρουργού. Ο θανών ΕΠΟΓΊ Λοχίας (ΠΖ) Α. Γ. του Λ., που υπηρετούσε ως Τεχνίτης Τηλεπικοινωνιών στο Λόχο Διοικήσεως του 616 Μ/Κ ΤΠ, διαγνώστηκε με νοσογόνο παχυσαρκία και προγραμματίστηκε, μετά από σχετική ενημέρωση που έγινε από τον κατηγορούμενο, τόσο στον ίδιο, όσο και στη σύζυγο του Γ. Χ., να υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση λαπαροσκοπικής επιμήκους γαστρεκτομής (sleeve gastrectomy) για την αντιμετώπιση της. Η επέμβαση θα πραγματοποιόταν από τον κατηγορούμενο στη Β' Χειρουργική Κλινική του προαναφερθέντος Νοσοκομείου (424 ΓΝΣΕ), στην οποία αυτός ήταν Επιμελητής.

Πράγματι, ο ΕΠΟΠ Λοχίας (ΠΖ) Α. Γ. εισήχθη την 02- 06-2015 στη Β' Χειρουργική Κλινική του 424 ΓΣΝΕ και μετά από προεγχειρητικό έλεγχο, πραγματοποιήθηκε στις 03-06-2015 η προγραμματισθείσα επέμβαση, με τη συμμετοχή στην εγχειρητική ομάδα, του κατηγορουμένου Ανχη (ΥΙ) Μ. Κ. , του Σχη (ΥΙ) Κ. Π., Διευθυντή της Β' Χειρουργικής Κλινικής του 424 ΓΣΝΕ και του ειδικευόμενου στην ειδικότητα της Γενικής Χειρουργικής ιατρού του ΕΣΥ Α. Κ.. Ωστόσο, κατά το χρόνο ολοκλήρωσης της λαπαροσκοπικής χειρουργικής επέμβασης της επιμήκους γαστρεκτομής, διαπιστώθηκε αμέσως μετά την έξοδο του αριστερού τροκάρ (trocar) αιμορραγία από την οπή εισόδου αυτού και λόγω του ότι δεν κατέστη δυνατό να ελεγχθεί αυτή λαπαροσκοπικά, αποφασίστηκε να μετατραπεί η επέμβαση σε ανοιχτή προκειμένου να επισχεθεί η αιμορραγία, όπως και πράγματι έγινε. Τέλος, τοποθετήθηκε παροχέτευση κατά μήκος της γραμμής συρραφής του στομάχου. Στις 05-06-2015 (δεύτερη μετεγχειρητική ημέρα), ο ασθενής παρουσίασε πυρετική κίνηση έως 38,4 °C, ενώ αναφέρεται ως αιμοδυναμικά σταθερός. Την τρίτη ημέρα μετά την επέμβαση, ήτοι στις 06-06-2015, διαπιστώθηκε μετά από έλεγχο στεγανότητας η ύπαρξη μη φυσιολογικού περιεχομένου στον παροχετευτικό σωλήνα του ασθενούς που αποτελεί αποδεικτικό διαφυγής στομαχικού περιεχομένου από τη γραμμή συρραφής. Στις 08-06- 2015 ο ασθενής αναφέρεται ως αιμοδυναμικά σταθερός, με πυρετό έως 37,9 °C, διαπιστώθηκε όμως ευαισθησία κοιλίας κατά την "εν τω βάθει" ψηλάφηση, τέθηκε υποψία διαφυγής και διενεργήθηκε αξονική τομογραφία άνω - κάτω κοιλίας με γαστρογραφίνη και σκιαγραφικό [βλ. το με Αριθμό Φύλλου 20141720 και ημερομηνία εισόδου 02-06-2015 Φύλλο Νοσηλείας της Β' Χειρουργικής Κλινικής του 424 ΓΣΝΕ, καθώς και το ενημερωτικό σημείωμα με ημερομηνία εισόδου 25-06-2015, που υπογράφει ο ιατρός της Μονάδας Εντατικής Θεραπείας (ΜΕΘ) του 424 ΓΣΝΕ Τχης (ΥΙ) Αναισθησιολόγος - Εντατικολόγος Μ. Β.]. Αποφασίστηκε η συντηρητική αντιμετώπιση (ολική παρεντερική διατροφή) και η χορήγηση αντιβιοτικής αγωγής. Στις 15-06-2015 ο ασθενής αναφέρεται ως αιμοδυναμικά σταθερός, ενώ την ίδια ημέρα διενεργήθηκε νέα δεύτερη αξονική τομογραφία άνω - κάτω κοιλίας για απεικόνιση πιθανής συλλογής περισπληνικά και υποδιαφραγματικά και πραγματοποιήθηκε μετάγγιση δύο μονάδων συμπυκνωμένων ερυθρών (βλ. το προαναφερθέν με Αριθμό Φύλλου 20141720 και ημερομηνία εισόδου 02-06-2015 Φύλλο Νοσηλείας της Β' Χειρουργικής Κλινικής του 424 ΓΣΝΕ). Σημειώνεται ότι, παρά το γεγονός ότι λήφθηκε σχετική απόφαση από το Δικαστήριο προκειμένου με μέριμνα του Εισαγγελέα να αναζητηθούν από το 424 ΓΣΝΕ και να προσκομισθούν τα αποτελέσματα των προαναφερθεισών δύο (2) αξονικών τομογραφιών του ασθενούς ΕΠΟΠ Λοχία (ΠΖ) Α. Γ., που πραγματοποιήθηκαν την 08-06-2015 και 15-06-2015, δεν κατέστη δυνατή η ανεύρεσή τους και αντί αυτών απεστάλησαν από το 424 ΓΣΝΕ δύο (2) ψηφιακοί δίσκοι (CD-R) με τα σχετικά παραπεμπτικά σημειώματα, οι οποίοι περιέχουν την ψηφιακή απεικόνιση των αξονικών τομογραφιών, που πραγματοποιήθηκαν την 23-06-2015 και την 03-07-2015, τα πορίσματα των οποίων ευρίσκονται ήδη στη δικογραφία και αναγνώστηκαν στο κατάλληλο σημείο της διαδικασίας. Στις 16-06-2015 ο ασθενής αναφέρεται ως αιμοδυναμικά σταθερός, ενώ την ίδια ημέρα διενεργήθηκε κατευθυνόμενη παροχέτευση συλλογής υπό αξονικό τομογράφο και πραγματοποιήθηκε νέα μετάγγιση με δύο μονάδες συμπυκνωμένων ερυθρών. Στις 23-06-2015 ο ασθενής αναφέρεται και πάλι ως αιμοδυναμικά σταθερός, παρουσιάζει όμως πυρετό 38,1 °C. Την ίδια ημέρα διενεργήθηκε νέα τρίτη αξονική τομογραφία άνω - κάτω κοιλίας (απλή σάρωση κοιλίας, χωρίς κατάλληλη προετοιμασία με p.os γαστρογραφίνη και χωρίς ενδοφλέβια έγχυση σκιαστικού) για τη μετεγχειρητική παρακολούθηση διαφυγής - συλλογών. Στο πόρισμα αυτής αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι συγκριτικά με προηγούμενο απεικονιστικό έλεγχο από 15-06-2015 παρατηρείται σχετική αύξηση της πλευριτικής συλλογής αριστερά. Στις 25-06-2015 διενεργήθηκε γαστροσκόπηση, στο πόρισμα της οποίας, μεταξύ άλλων, αναγράφεται: "Αμέσως κάτω από τη Ζ LINE παρουσία ευμεγέθους (~3 εκ.) οπής διαφυγής με κεντρικό διάφραγμα". Την ίδια ως άνω ημέρα ο ασθενής ΕΠΟΠ Λοχίας (ΠΖ) Α. Γ. εισήχθη εκτάκτως στο χειρουργείο, όπου, λόγω εμμένουσας διαφυγής από την προηγηθείσα επιμήκη γαστρεκτομή, διενεργήθηκε δεύτερη χειρουργική επέμβαση (ερευνητική λαπαροτομία) για αποκατάσταση της ακεραιότητας του στομάχου, κατά την οποία ανευρέθη λίγο πιο πάνω από τη μεσότητα του στομάχου οπή μήκους τριών (3) εκατοστών περίπου, πραγματοποιήθηκε, μεταξύ άλλων, συρραφή της οπής με διακεκομμένες ραφές, έλεγχος στεγανότητας της συρραφής με νερό - αέρα και κυανό του μεθυλενίου, τοποθέτηση ειδικού συγκολλητικού υλικού επί της συρραπτικής γραμμής, επιπωματισμός με επίπλουν, αλλά και τοποθέτηση καθετήρα νηστιδοστομίας σίτισης για τη διατροφική του υποστήριξη και δύο (2) νέων παροχετεύσεων, η μία υποδιαφραγματικά αριστερά και η έτερη παράλληλα με τη γραμμή συρραφής. Ο ασθενής, λόγω του προχωρημένου της ώρας και της γενικής του κατάστασης (καθεστώς συστηματικής φλεγμονώδους αντίδρασης - SIRS) οδηγήθηκε διασωληνωμένος για υποστήριξη των ζωτικών του λειτουργιών στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας, από την οποία εξήλθε στις 27-06-2015. Στην εγχειρητική ομάδα αυτής της επέμβασης συμμετείχαν ο κατηγορούμενος Ανχης (ΥΙ) Μ. Κ. , ο Σχης (ΥΙ) Κ. Π., ο ιατρός του ΕΣΥ Α. Κ. και ο επίσης ιατρός του ΕΣΥ Τ.. Στις 29-06-2015 διαπιστώθηκε εκ νέου υποτροπή της διαφυγής και ο ασθενής ΕΠΟΠ Λοχίας (ΠΖ) Α. Γ. σταδιακά εισήλθε σε σηπτική κατάσταση μετά από συστηματική φλεγμονώδη αντίδραση (SIRS). Στις 03- 07-2015 διενεργήθηκε νέα τέταρτη αξονική τομογραφία άνω κοιλίας, η οποία πραγματοποιήθηκε χωρίς κατάλληλη προετοιμασία και p.os γαστρογραφίνη και χωρίς ενδοφλέβια έγχυση σκιαστικού για την μετεγχειρητική παρακολούθηση διαφυγής - συλλογών, στο πόρισμα της οποίας αναγράφεται, μεταξύ άλλων, ότι: "Συγκριτικά με προηγούμενο απεικονιστικό έλεγχο από 23-06-2015 παρατηρείται πολύ μικρή αύξηση της μικρής συλλογής περισπληνικά. Ελάχιστη ποσότητα ελεύθερου αέρα πλησίον του αριστερού λοβού του ήπατος, καθώς και στο μεσεντέριο λίπος της άνω κοιλίας στη μέση γραμμή....Χωρίς αξιοσημείωτη μεταβολή της πλευριτικής συλλογής αριστερά.". Στις 07-07-2015 ο ασθενής ΕΠΟΠ Λοχίας (ΠΖ) Α. Γ. εισήχθη και πάλι εκτάκτως στο χειρουργείο, όπου, λόγω υποτροπής της διαφυγής μετά από την προηγηθείσα επιμήκη γαστρεκτομή και σηπτικής κατάστασης, διενεργήθηκε τρίτη χειρουργική επέμβαση (ερευνητική λαπαροτομία) για διερεύνηση της περιοχής διαφυγής. Στην εγχειρητική ομάδα αυτής της επέμβασης συμμετείχαν ο κατηγορούμενος Ανχης (ΥΙ) Μ. Κ. , ο Αναπληρωτής Καθηγητής Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μ. Κ. ο Σχης (ΥΙ) Κ. Π. και ο ειδικευόμενος Χειρουργικής Υπίατρος Κ. Μ.. Κατά την επέμβαση αυτή διαπιστώθηκε, μεταξύ άλλων, ότι οι ιστοί πέριξ του στομάχου είναι φλεγμονώδεις έντονα και σαθροί και αναγνωρίστηκε ο στόμαχος με οπή διαφυγής διαμέτρου περίπου δύο (2) εκατοστών, στο ίδιο ακριβώς σημείο με την προ δέκα (10) ημερών εγχείρηση, από όπου αποβάλλονταν και πυώδες υγρό. Λόγω αυτής της έντονα φλεγμονώδους τοπικής κατάστασης αποφασίστηκε να μην επιχειρηθούν περαιτέρω χειρουργικές πράξεις (αναστομώσεις ή εκτομές) παρά μόνο η έκπλυση και παροχέτευση της περιοχής. Έγινε επιπωματισμός της διαφυγής με γλωσσίδα επιπλόου, η οποία συγκρατήθηκε στον στόμαχο με διακεκομμένες ραφές, έκπλυση της περιοχής και αναρρόφηση και τοποθετήθηκαν τρεις (3) νέες παροχετεύσεις. Ο ασθενής λόγω της βαρύτατης κατάστασής του (παρέμεινε σηπτική) οδηγήθηκε διασωληνωμένος στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας. Στις 16-07-2015, κατά τη διάρκεια νοσηλείας του ασθενούς στη Μονάδα Εντατικής Θεραπείας τοποθετήθηκε ενδοσκοπικά για τον έλεγχο της εμμένουσας διαφυγής από τους γαστρεντερολόγους αυτοεκτεινόμενη πλήρως επικαλυμμένη ενδοπρόθεση (stent), μετά την οποία επήλθε προσωρινή μόνο βελτίωση της βαρείας σηπτικής του κατάστασης. Στις 17-18 Ιουλίου 2015 επήλθε βαρεία επιδείνωση της σηπτικής κατάστασης, σταδιακή έκπτωση των ζωτικών λειτουργιών, πολυοργανική ανεπάρκεια και τελικά στις 23-07-2015 και ώρα 07:39' π.μ. επήλθε ο θάνατος του.

Ο κατηγορούμενος παραπέμφθηκε να δικαστεί με το υπ' αριθ. 60/2017 κλητήριο θέσπισμα του Εισαγγελέα του Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης για ανθρωποκτονία από αμέλεια παρ' υποχρέου,.,Απολογούμενος ο κατηγορούμενος ενώπιον του Δικαστηρίου ανέφερε, μεταξύ άλλων, ότι στην ενημέρωση που έκανε στον θανόντα και τη σύζυγο του τους εξήγησε ότι το ποσοστό του θανάτου είναι 0,5%, ενώ το ποσοστό διαφυγής είναι αρκετά μεγαλύτερο και φτάνει στο 10%. Ισχυρίστηκε ότι κατά την πρώτη χειρουργική επέμβαση την 03-06-2015 έγινε έλεγχος στεγανότητας του στομάχου. Επίσης είπε ότι αφαιρώντας το πάνο) αριστερό τροκάρ διαπίστωσε έντονη αιμορραγία, μετέβαλε την επέμβαση σε ανοικτή και χρειάστηκαν δύο - τρεις ραφές στο σημείο του αγγείου που αιμορραγούσε. Περαιτέρω είπε ότι την τρίτη ημέρα που έγινε τεστ διαφυγής με κυανό του μεθυλενίου, κατέδειξε διαφυγή και προέβησαν σε διαδικασία συντηρητικής αγωγής, η οποία ως μέθοδος επιλέγεται σε όλο τον κόσμο σε τέτοιες περιπτώσεις. Όπως κατέθεσε, την 08-06-2015 που έγινε αξονική τομογραφία με σκιαστικό, είδαν ότι δεν είχαν μεγάλη διαφυγή, κάτι που φαινόταν και από την παροχέτευση. Στη συνέχεια, επειδή ανέβαιναν τα λευκά αιμοσφαίρια του ασθενούς και υπήρξε ανησυχία, αποφασίστηκε νέα αξονική τομογραφία στις 15-06-2015, όπου φάνηκε ότι υπάρχει συλλογή υγρών γύρω από τον σπλήνα που δεν παροχετεύονταν. Στις 16-06-2015 υπό καθοδήγηση αξονικού τομογράφου με συνεργασία ακτινολόγων αυτά παροχετεύτηκαν και από την επόμενη ημέρα η κατάσταση βελτιώθηκε. Όπως ανέφερε στις 23-06-2015 έκαναν αξονική τομογραφία, όμως στις 24-06-2015 ο ασθενής άρχισε να έχει ταχυκαρδία, πυρετό, πύον και ταχύπνοια και τότε αποφάσισαν να κάνουν γαστροσκόπηση, που δεν την κάνουν ποτέ τις πρώτες ημέρες, γιατί είναι βέβαιο ότι η διαφυγή, όσο μέγεθος κι αν έχει, με τον αέρα που εισάγεται κατά τη γαστροσκόπηση, θα μεγαλώσει. Τον έβαλαν στο χειρουργείο, έπλυναν την περιοχή, καθάρισαν, έραψαν και έβαλαν καθετήρα νηστιδοστομίας. Ωστόσο, την 29-06-2015 διαπίστωσαν από την παροχέτευση πάλι διαφυγή. Αναφορικά με το στεντ κατέθεσε ότι είναι μια επιλογή, αλλά όχι η πρώτη για αυτούς, αφού παρουσιάζουν προβλήματα, γλιστράνε, πονάνε πολύ και δεν είναι αποτελεσματικά, καθώς και ότι η τοποθέτησή του ήταν μία πράξη απελπισίας. Επίσης ανέφερε ότι την 29-06-2015, αφού είδαν καινούργια διαφυγή και δεν μπορούσαν να έχουν το στεντ, σκεφτήκανε την ολική αφαίρεση του στομάχου και γι' αυτό απευθύνθηκε στον κ. Μ.. Όμως όταν ανοίξανε τον ασθενή η κατάσταση που αντίκρισαν ήταν απελπιστική και έκριναν ο ασθενής δεν θα άντεχε να υποστεί αυτή την επέμβαση. Ακολούθησε η τοποθέτηση του στεντ που ήταν εντελώς ανώφελη, ο ασθενής έδειξε μια κάποια σχετική βελτίωση, αλλά μετά δυστυχώς ήρθε το δυσάρεστο αποτέλεσμα και κατέληξε. Σημείωσε επίσης ότι όταν απευθύνεται σ' αυτόν ο ασθενής, του λέει την άποψή του, του κάνει προβολή video και επιλέγει εκείνος την επέμβαση, ενώ πάντα ζητάει και έναν στενό συγγενή να ακούσει όσα ο ασθενής. Προσέθεσε ότι με το σκιαγραφικό η διαφυγή φαινόταν μικρή, αλλά δεν μετρήθηκε. Επίσης ισχυρίστηκε ότι δεν χειρουργεί τον ασθενή ξανά αμέσως μετά την κύρια επέμβαση, γιατί τον καταβάλλει, ειδικά αν έχει φυσιολογική κλινική εικόνα, καθώς και ότι η συντηρητική θεραπεία είναι η μέθοδος που επιλέγουν. Κατέθεσε επίσης ότι οι ενισχυτικές ραφές καταρρίπτονται από πολλούς συναδέλφους του ιατρούς και από τη διεθνή βιβλιογραφία. Είπε ότι την 25-06-2015 και να είχε το στεντ, δεν θα το έβαζε, διότι ο ασθενής είχε επιδεινωθεί την προηγούμενη ημέρα. Συγκεκριμένα ανέφερε ότι σηπτική κατάσταση είχαν από το μεσημέρι της 24-06-2015, που σημαίνει ταχυκαρδία, ταχύπνοια, πυρετό και πύον, συμπτώματα που δεν τα είχαν νωρίτερα. Τέλος, προσέθεσε ότι αν η οπή υπήρχε εξ αρχής, τα υγρά του στομάχου θα έτρεχαν στην κοιλία και τον ασθενή, δεν θα μπορούσε να τον ακουμπήσει κανείς. Θα υπήρχε επίσης πολύ μεγαλύτερη ποσότητα υγρού στην παροχέτευση. Το ότι έγινε έλεγχος για ύπαρξη διαφυγής στο πρώτο χειρουργείο, ο οποίος πάντως δεν θεωρείται από όλους τους εξετασθέντες μάρτυρες αναγκαίος, κατέθεσε και ο εξετασθείς στο ακροατήριο μάρτυρας Σχης (ΥΙ) Κ. Π., ο οποίος ανέφερε ότι ελέγξανε τους τρόπους διαφυγής και δεν έδειξε να έχει καμία απολύτως διαφυγή και μάλιστα ότι τούτο ελέγχθηκε και με τους δύο ενδεδειγμένους ιατρικούς τρόπους για τη στεγανότητα και με την χορήγηση αέρα, τη μέθοδο δηλαδή της σαμπρέλας και με τη χορήγηση χρωματιστού υγρού, του μπλε του μεθυλενίου. Επίσης και ο εξετασθείς στο ακροατήριο μάρτυρας Κ. Α. που συμμετείχε τόσο στην πρώτη, όσο και στη δεύτερη επέμβαση ως ειδικευόμενος ιατρός ανέφερε ότι έγινε έλεγχος στεγανότητας στο πρώτο χειρουργείο με μπλε του μεθυλενίου.

Εξάλλου, ο εξετασθείς στο ακροατήριο Αναπληρωτής Καθηγητής Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης Μ. Κ. ανέφερε ότι έλεγχο στεγανότητας κάνουνε μέσα στο χειρουργείο κατά τη διάρκεια της επέμβασης με betadine, νερό ή μπλε του μεθυλενίου. Ωστόσο, ανέφερε ότι δεν είναι υποχρεωτικό να γίνει και ούτε τους προφυλάσσει από κάτι, γιατί μπορεί να υπάρξει διάνοιξη μετά, ενώ κατέθεσε ότι άλλες φορές γράφεται στο Πρακτικό Χειρουργείου και άλλες φορές όχι. Ο μάρτυρας Σ. Γ. εξετασθείς στο ακροατήριο κατέθεσε αναφορικά με το τεστ στεγανότητας πως κρίνει ότι δεν είναι απαραίτητο, ενώ ο Τ. Σ. ότι από το Πρακτικό Χειρουργείου δεν προκύπτει έλεγχος στεγανότητας, τον οποίο πάντως θεωρεί ότι έπρεπε να γίνει οπωσδήποτε σε μια τόσο μεγάλη γραμμή συρραφής. Ο έλεγχος στεγανότητας για την ύπαρξη διαφυγής από τη γραμμή συρραφής συνδέεται προφανώς με το εάν υπήρχε ήδη από το πρώτο χειρουργείο στις 03-06-2015 διαφυγή, η οποία δεν διαγνώσθηκε προκειμένου να αντιμετωπιστεί και η οποία οδήγησε στην επιβάρυνση της υγείας του ασθενούς. Αναφορικά με το ζήτημα αυτό πρέπει να λεχθούν τα εξής: ο μάρτυρας Μ. Ι. κατέθεσε στο ακροατήριο ότι αν βγει από το χειρουργείο με τρύπα ο άρρωστος, θα κάνει 40° C πυρετό και περιτονίτιδα αμέσως, όπως επίσης και ότι αν η διαφυγή ήταν αποτέλεσμα της μη ορθής συρραφής αυτή θα διαφαινόταν αμέσως με αύξηση του δείκτη CRP, των λευκών αιμοσφαιρίων κ.τ.λ. Ο Μ. Κ. κατέθεσε ότι αν υπάρχει εξ αρχής τρύπα, ο άρρωστος φαίνεται από την πρώτη στιγμή, καθώς έχει υψηλό πυρετό και κατά την ψηλάφηση στην κοιλιακή χώρα σφαδάζει από τον πόνο. Σε αντίθεση με όλα τα προαναφερθέντα ο μάρτυρας Τ. Σ. θεωρεί, με πιθανότητα που αγγίζει τη βεβαιότητα, ότι η διαφυγή υπήρξε από την αρχή, από την πρώτη ημέρα και οφείλεται είτε σε κακό διεγχειρητικό χειρισμό είτε διότι υπήρξε ένα κενό σημείο συρραφής στο σημείο που μεταπίπτει ο οισοφάγος και ισχυρίζεται ότι δεν μπορεί μία μεγάλη διαφυγή να δημιουργήθηκε μεταγενέστερα. Πάντως αναφορικά με τη διαφυγή, η οποία, όπως κατέθεσε ο Μ. Κ. είναι το μείζον πρόβλημα, λόγω νοσηρότητας και ποσοστών θνησιμότητας, εκείνο που προέχει είναι ο άρρωστος να μην είναι σηπτικός, καθώς μπορεί να έχει διαφυγή, αλλά να γίνεται σωστή παροχέτευση και να αποφευχθεί η σηπτική κατάσταση. Εξάλλου, πρέπει να σημειωθεί ότι η αιμορραγία που έλαβε χώρα στην πρώτη χειρουργική επέμβαση την 03-Θ6-2Θ15 κατά την έξοδο του αριστερού τροκάρ από την οπή εισόδου αυτού στο κοιλιακό τοίχωμα, η οποία αντιμετωπίστηκε με επιτυχία την ίδια ημέρα, είναι κάτι τελείως διαφορετικό από την ύπαρξη οπής διαφυγής στη γραμμή συρραφής του στομάχου. Τούτο προκύπτει με σαφήνεια από την κατάθεση του μάρτυρα Κ. Π. στο ακροατήριο, ο οποίος ανέφερε ότι άλλη είναι η αιμορραγία που προκλήθηκε από το τροκάρ και άλλη η διαφυγή και ότι δεν έχει καμία σχέση το ένα με το άλλο. Επίσης και ο μάρτυρας Μ. Ι. ανέφερε ότι άλλο είναι το κοιλιακό τοίχωμα επιφανειακά που έγινε η αιμορραγία και άλλο το στομάχι και η διαφυγή από την οποία παροχετεύεται υγρό και όχι αίμα και τέλος, ο Π. Σ. κατέθεσε ότι η διαφυγή δεν έχει σχέση με την αιμορραγία από το τροκάρ. Περαιτέρω, σχετικά με το θέμα του εάν έπρεπε να τεθούν στη γραμμή συρραφής του στομάχου επιπλέον ενισχυτικές ραφές δεν υπάρχει ομοφωνία, ωστόσο διαφάνηκε από την αποδεικτική διαδικασία ότι δεν είναι μία τακτική που ακολουθείται πλέον απαρέγκλιτα, δεδομένου ότι: όπως κατέθεσε ο μάρτυρας Κ. Π. δεν έχει σημασία εάν τοποθετήθηκαν ενισχυτικές ραφές, καθώς τα ποσοστά διαφυγής είναι τα ίδια, ενώ ο Μ. Ι. κατέθεσε ότι ο ίδιος όλα τα χρόνια ενίσχυε τη γραμμή συρραφής, αλλά πλέον, η νέα βιβλιογραφία λέει όχι, γιατί υπάρχουν περισσότερες πιθανότητες διαφυγής. Επίσης, ο Κ. Ι. ανέφερε ότι δεν υπάρχει επιστημονική απόδειξη για τις ενισχυτικές ραφές, καθώς είτε αυτές χρησιμοποιηθούν είτε όχι, οι διαρροές είναι ίδιες και τέλος, ο Π. Σ. κατέθεσε ότι τα τελευταία χρόνια ενισχυτικές ραφές δεν έβαζε ποτέ, καθώς παρατηρήθηκε σύμφωνα με τη βιβλιογραφία ότι δεν βοηθάνε ποτέ. Σε αντίθεση με τα παραπάνω, ο Σ. Γ. κατέθεσε ότι ενισχυτικές ραφές, τις οποίες θεωρεί ασφαλέστερες από τα συρραπτικά νέας τεχνολογίας, επιβάλλεται να γίνουν σ' αυτές τις επεμβάσεις, επειδή τα γαστρικά υγρά και το σίελο έχουν ένα βάρος, το οποίο οι απλές ραφές δεν μπορούν να το αντέξουν, οπότε και έχουμε διάνοιξη των συρραπτικών κλιπς. Αναφορικά με το θέμα της μέτρησης της οπής διαφυγής με τη διενέργεια αξονικής τομογραφίας και τον καθορισμό της θεραπείας που θα ακολουθηθεί πρέπει να παρατηρηθεί ότι εκφράστηκαν διάφορες απόψεις: Συγκεκριμένα, ο Κ. Π. κατέθεσε ότι οι αξονικές τομογραφίες δεν ανέδειξαν το μέγεθος της διαφυγής, ενώ σαφή εικόνα για το μήκος της διαφυγής είχαν μόνο με τη γαστροσκότΐηση, ενώ κατά την άποψη του Κ. Ι. δεν έχει σημασία το μέγεθος της διαφυγής, αφού μπορεί τώρα να είναι μικρή και μετά να μεγαλώσει σε πολύ μικρό χρόνο και δεν είναι κριτήριο το μέγεθος της διαφυγής για την επιλογή της μεθόδου αντιμετώπισής της, καθώς το σημαντικό είναι η κλινική εικόνα του ασθενούς. Ο ίδιος δεν θεωρεί ότι είναι απαραίτητο να διαπιστώσει το μέγεθος της διαφυγής, αν η εικόνα του ασθενούς είναι καλή. Επίσης, ο μάρτυρας Π. Σ., κατέθεσε ότι η γαστρογραφίνη, η οποία κολλάει στο στομάχι, είναι κατά κανόνα μια αξιόπιστη μέθοδος, που δεν δείχνει το μέγεθος της διαφυγής, παρά μόνο σε συνδυασμό με αξονική τομογραφία και αυτό όχι πάντοτε. Η μόνη ασφαλής μέθοδος για να διαπιστωθεί το μέγεθος της διαφυγής είναι η γαστροσκόπηση, αλλά ως διαγνωστική εξέταση δεν γίνεται σε υποψία μικρής διαφυγής. Εξάλλου, ο Σ. Γ. κατέθεσε ότι από την παροχέτευση θα φαινόταν αν υπάρχει διαφυγή και με κατάλληλο σκιαγραφικό, την γαστρογραφίνη, μπορούσε να φανεί και το εύρος της οπής ακτινογραφικά, καθώς και ότι αν δεν καθοριστεί το μέγεθος της διαφυγής, δεν μπορεί να επιλεγεί η μέθοδος αντιμετώπισής της. Αναφορικά με το τελευταίο ο Τ. Σ. κατέθεσε ότι συντηρητική αγωγή χωρίς να ξέρει ο ιατρός το σημείο και το μέγεθος της οπής δεν έπρεπε να επιλεγεί, καθώς έπρεπε ο ιατρός να ξέρει σε ποιο σημείο είναι αυτή και ποιες είναι οι διαστάσεις της, αφού αν δεν ξέρει το μέγεθος, κάνει μια συντηρητική αγωγή στα τυφλά. Ο τελευταίος προσέθεσε επίσης ότι εάν πράγματι την 15-06-2015 έγινε έλεγχος με σκιαγραφικό, θα έπρεπε να υπάρχει στο φάκελο του ασθενούς και θα έπρεπε να καταγραφεί. Κατ' ακολουθία των ανωτέρω και όσον αφορά το εάν έπρεπε να γίνει νωρίτερα από την ημέρα που αυτή διενεργήθηκε η γαστροσκόπηση, ήτοι νωρίτερα από την 25- 06-2015, προκειμένου να αναδειχθεί το μέγεθος της οπής διαφυγής εκφράστηκαν και πάλι διαφορετικές απόψεις, κάποιες εκ των οποίων όμως συγκλίνουν στο ότι είναι μία μέθοδος που πρέπει να αποφεύγεται τις πρώτες ημέρες μετά την επέμβαση, καθώς μπορεί, σε περίπτωση που υπάρχει έστω και μία μικρή οπή διαφυγής, να τη διευρύνει και να οδηγήσει ακόμη και σε διάσπαση της γραμμής συρραφής. Συγκεκριμένα, ο Κ. Π. κατέθεσε ότι η γαστροσκόπηση δεν έχει να κάνει μόνο με τη διάγνωση και δεν είναι άμοιρη κινδύνου, καθώς βάζοντας αέρα κατά τη διενέργειά της, θα μπορούσε να μεγαλώσει η οπή και πρόσθεσε ότι η γαστροσκόπηση δεν έγινε νωρίτερα γιατί η γραμμή συρραφής είναι δεκαπέντε (15) εκατοστά ή έστω δώδεκα (12) εκατοστά και άρα η οπή θα μπορούσε να γίνει δώδεκα (12) εκατοστά με την χρήση του αέρα κατά τη διαδικασία της γαστροσκόπησης.

Επίσης, ο Σ. Γ. ανέφερε ότι ορθώς δεν έγινε διαγνωστικά γαστροσκόπηση νωρίτερα, αφού θα μπορούσε να μεγαλώσει η οπή, λόγω του αέρα, που χρησιμοποιείται κατά τη διαγνωστική αυτή μέθοδο. Σε πλήρη αντίθεση με τα ανωτέρω ο Τ. Σ. ανέφερε ότι επιτάσσονταν η γαστροσκόπηση ως μέσο διάγνωσης του μεγέθους της διαφυγής άμεσα, ώστε να επιλεγεί και ο τρόπος αντιμετώπισής της, καταθέτοντας μάλιστα ότι θα έπρεπε μέσα στις τρεις (3) ημέρες να γίνει μια γαστροσκόπηση ή ένα σκιαγραφικό για να διαπιστωθεί το μέγεθος της διαφυγής. Σχετικά με τον τρόπο αντιμετώπισης της διαφυγής, η οποία είναι μία από τις επιπλοκές της επέμβασης της επιμήκους γαστρεκτομής που παρουσιάζει νοσηρότητα και θνησιμότητα, πρέπει να παρατηρηθεί ότι από την αποδεικτική διαδικασία προέκυψε ότι - στη συγκεκριμένη περίπτωση και με τα δεδομένα της υπό κρίση υποθέσεως - δεν υπάρχει απόλυτη και αποκλειστική μέθοδος αντιμετώπισης της, αλλά υπάρχουν διαφορετικές μέθοδοι, οι οποίες είναι όλες ιατρικά ενδεδειγμένες, χωρίς πάντως να προκρίνεται η μία έναντι της άλλης. Στην υπό κρίση λοιπόν περίπτωση οι θεραπευτικές επιλογές θα μπορούσαν να είναι η συντηρητική αγωγή, η χειρουργική αντιμετώπιση της διαφυγής, η τοποθέτηση επενδεδυμένης αυτοδιατεινόμενης ενδοπρόθεσης (στεντ), ακόμη και η ολική γαστρεκτομή, εάν οι προηγούμενες μέθοδοι δεν αποδώσουν. Το στεντ είναι ένας επιμήκης συρμάτινος σωλήνας με πλαστική επικάλυψη, που διατείνεται με τη θερμοκρασία του σώματος, το οποίο τοποθετείται ενδοσκοπικά μέσα στον πεπτικό σωλήνα για να κλείσει την οπή. Σήμερα πλέον, σύμφωνα με την κατάθεση του Μ. Ι., χρησιμοποιείται ένας σωλήνας διπλού αυλού, μέθοδος η οποία τότε δεν υπήρχε. Αναφορικά με τη συντηρητική αγωγή σε σχέση με τις άλλες θεραπευτικές μεθόδους και ιδίως με τη χειρουργική επέμβαση για αποκατάσταση της διαφυγής εκφράστηκε, μεταξύ άλλων, και η άποψη ότι είναι μία μέθοδος που ακολουθείται όταν ο ασθενής παρουσιάζει σταθερή κλινική εικόνα. Συγκεκριμένα, ο Κ. Π. κατέθεσε ότι από την κλινική εξέταση και τις εργαστηριακές εξετάσεις βγάζει συμπέρασμα ο θεράπων γιατρός και όταν έχει εικόνα ότι κάτι πάει καλά, δεν το πειράζει. Όπως είπε η συντηρητική θεραπεία οδήγησε την κατάσταση να γίνει ομαλή και μάλιστα επί βελτίω. Τα σημεία βελτίωσης άρχισαν να φαίνονται μετά τις 15-06-2015. Επίσης ο Μ. Ι. κατέθεσε ότι σε περίπτωση διαφυγής υπάρχουν επιλογές και αυτό που θα επιλέξεις, μπορεί να πετύχει, μπορεί και όχι, καθώς και ότι για όσο είναι καλά ο άρρωστος, μπορείς να συνεχίσεις τη συντηρητική αγωγή και τούτο γιατί χειρουργικά ο ασθενής καταβάλλεται. Ό συγκεκριμένος ασθενής θεωρήθηκε ένας σταθερός ασθενής που υπακούει στη συντηρητική θεραπεία. Ό Κ. Ι. κατέθεσε ότι ο ασθενής αντιμετωπίσθηκε συντηρητικά, ως όφειλε, ως σταθερός ασθενής μέχρι που η κατάστασή του εντάθηκε και τότε αντιμετωπίσθηκε χειρουργικά, καθώς και ότι οδηγός είναι πάντα ο άρρωστος, ο οποίος, αφού ήταν σταθερός, δεν υπήρχε λόγος να γίνει επέμβαση άμεσα με την διαπίστωση της διαφυγής στις 07-06-2015 ή στις 08-06-2015. Ωστόσο, ο Σ. Γ. ανέφερε ότι η συντηρητική αγωγή σε διαφυγή 2-3 εκατοστών, όπως ήταν η συγκεκριμένη, δεν έχει αποτέλεσμα με μαθηματική ακρίβεια, καθώς το μεγάλο αυτό χάσμα δεν κλείνει με τίποτα και χρειάζεται επέμβαση. Τέλος, ο Τ. Σ. ανέφερε ότι δεν μπορεί διαφυγή τριών (3) εκατοστών να κλείσει συντηρητικά, καθώς και ότι έπρεπε να γίνει έγκαιρη επέμβαση μέσα σε πέντε (5) ημέρες και αποκατάσταση του σημείου διαφυγής, αποδεχόμενος ωστόσο ότι ο ασθενής ήταν αιμοδυναμικά σταθερός μέχρι την 23-06- 2015 γιατί είχε εφεδρείες. Περαιτέρω, σχετικά με την αποτελεσματικότητα της τοποθέτησης του στεντ και την προτίμηση αυτής της λύσης έναντι των άλλων ιατρικώς ενδεδειγμένων θεραπευτικών επιλογών είναι κρίσιμο να σημειωθούν τα εξής: Ότι όπως κατέθεσε ο Κ. Π. το στεντ είναι λύση. αλλά όχι η μόνη ενδεδειγμένη λύση. αφού κατά την κρίση του πρώτα εξαντλείς όλα τα συντηρητικά μέσα που έχεις, με το χειρουργείο δε έχεις καλύτερη εικόνα της κατάστασης. Εξάλλου το στεντ συχνά γλιστράει και δεν είναι πανάκεια. Για το ίδιο θέμα ο Μ. Ι. κατέθεσε ότι επειδή το στομάχι κινείται και κάνει συσπάσεις, το στεντ μετακινείται, καθώς και ότι τείνει ως μέθοδος να καταρριφθεί η τοποθέτησή, παρά τον αρχικό ενθουσιασμό για τη συγκεκριμένη μέθοδο. Προσέθεσε επίσης ότι το στεντ δεν είναι μονόδρομος και η αμφισβήτησή του άρχισε, από το 2015 και μετά. Το ότι το στεντ δεν είναι πανάκεια, ούτε και υποχρεωτική επιλογή κατέθεσε και ο Μ. Κ. , ο οποίος ανέφερε ότι η τοποθέτησή δεν είναι πάντα και εχέγγυο για τη θεραπεία του ασθενούς, καθώς εξαρτάται από την κατάσταση του ασθενούς, τις εφεδρείες του και από το αν είναι σηπτικός, οπότε τότε δεν τοποθετείται το στεντ. Περαιτέρω, ο Κ. Ι. κατέθεσε ότι αν ο ασθενής είναι καλά, κινείσαι συντηρητικά και σε περίπτωση διαταραχής, γίνεται παροχέτευση, καθαρισμός και συρραφή.

Όπως ανέφερε το στεντ είναι απλά μια επιλογή, μια παρέμβαση, όχι άμοιρη προβλημάτων και δεν είναι βέβαιο ότι θα αποδώσει. Ο Π. Σ. ανέφερε και αυτός ότι το στεντ δεν είναι πανάκεια, καθώς και ότι υπήρξε ενθουσιασμός στην αρχή και τώρα εγκαταλείφθηκε ως μέθοδος. Επισήμανε ότι η τοποθέτησή του μπορεί να προκαλέσει σίγουρη ρήξη της συρραφής, δεν μπαίνει νωρίτερα από το πέρας δεκαπέντε (15) ημερών από την επέμβαση, ο ίδιος δε δεν θα το χρησιμοποιούσε και θα προέβαινε σε χειρουργική επέμβαση. Σε αντίθεση και πάλι με τα προαναφερθέντα ο Τ. Σ. ανέφερε ότι και στεντ να είχε τοποθετηθεί, έπρεπε και αυτό να γίνει έγκαιρα, εντός, ενδεικτικά, πέντε (5) ημερών, από τη διαπίστωση της διαφυγής. Αξιολογώντας κανείς όλα τα προαναφερθέντα άγεται στα εξής συμπεράσματα: Ότι η λαπαροσκοπική επέμβαση της επιμήκους γαστρεκτομής μπορεί να εμφανίσει ως επιπλοκή τη διαφυγή από τη γραμμή συρραφής του στομάχου. Ότι για την αντιμετώπιση αυτής της επιπλοκής της διαφυγής υπάρχουν περισσότερες σύγχρονες θεραπευτικές μέθοδοι, ανάλογα φυσικά με την κατάσταση υγείας του ασθενούς, χωρίς όμως να δίνεται σαφής προτεραιότητα επιλογής υπέρ της μίας ή της άλλης μεθόδου, διότι όπως κατατέθηκε στο ακροατήριο δεν υπάρχουν αλγόριθμοι και θεραπευτικά πρωτόκολλα στην ιατρική. Ότι τέλος, όλες οι μέθοδοι αντιμετώπισης της διαφυγής έχουν κάποιο ποσοστό αποτυχίας. Ο κατηγορούμενος λοιπόν προέβη καταρχήν στην επιλογή μίας ενδεδειγμένης ιατρικά χειρουργικής επέμβασης, αυτή της λαπαροσκοπικής επιμήκους γαστρεκτομής, για την αντιμετώπιση της νοσογόνου παχυσαρκίας με την οποία διαγνώστηκε ο ΕΠΟΠ Λοχίας (ΠΖ) Α. Γ.. Μετά την πραγματοποιηθείσα επέμβαση και διαπιστώνοντας την τρίτη μετεγχειρητική ημέρα (06-06-2015) την ύπαρξη διαφυγής από τη γραμμή συρραφής, υπέβαλε τον ασθενή σε συντηρητική θεραπεία, μέχρι την 25- 06-2015, κατά την οποία, μετά από γαστροσκόπηση, τον υπέβαλε εκτάκτως σε ερευνητική λαπαροτομία, λόγω της εμμένουσας διαφυγής από τη γραμμή συρραφής, αλλά και των σαφών ενδείξεων επιδείνωσης της κατάστασης της υγείας του ασθενούς που είχε. Συγκεκριμένα, ο Μ. Ι. αναφέρει ότι την 19-06-2015 είναι σχεδόν φυσιολογικά τα λευκά αιμοσφαίριά του και ο αιματοκρίτης, οι κατοπινές τιμές του είναι ενδείξεις ότι ανταποκρίνεται στη συντηρητική θεραπεία, την 24-06-2015 ο αιματοκρίτης του είναι πολύ καλός, κάτι που σημαίνει ότι δεν υπήρχε σηπτικό περιεχόμενο στην κοιλιά, ότι ο ασθενής πήγαινε καλά και ότι τότε δεν χρειαζόταν το στεντ. Και τέλος, ότι η λαπαροτομία έγινε επειγόντως, γιατί άλλαξε δραματικά η κατάσταση του ασθενούς. Ο Κ. Ι. αναφέρει ότι η επιβάρυνση του ασθενούς έγινε στις 23-06-2015, ενώ έως τότε ήταν σταθερός με σημάδια βελτίωσης. Όπως καταθέτει, ξαφνικά επιδεινώθηκε, γι' αυτό και μπήκε στο χειρουργείο, ενώ ο Π. Σ. αναφέρει ότι κρίσιμη ημέρα ήταν η ημέρα πριν την δεύτερη επέμβαση. Έχοντας αυτές τις ενδείξεις αναφορικά με την κατάσταση της υγείας του ασθενούς ακολούθησε αρχικά τη συντηρητική θεραπεία - αντιμετώπιση της διαφυγής και στη συνέχεια, μόλις μεταβλήθηκε προς το χειρότερο η κατάσταση της υγείας του, επενέβη χειρουργικά, πραγματοποιώντας την ερευνητική λαπαροτομία, η οποία αποτελεί και αυτή, όπως και η συντηρητική θεραπεία που είχε εφαρμοστεί μέχρι τότε, αλλά και η τοποθέτηση της επενδεδυμένης αυτοδιατεινόμενης ενδοπρόθεσης (stent), έναν εκ των ιατρικώς ενδεδειγμένων τρόπων αντιμετώπισης της διαφυγής, σύμφωνο με τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και δεοντολογίας και ίσης τουλάχιστον αξίας με τις λοιπές μεθόδους, ανάλογα με την κατάσταση υγείας του ασθενούς. Εξάλλου, όπως ήδη προπεριγράφηκε, όποια ιατρικώς ενδεδειγμένη θεραπευτική μέθοδο αντιμετώπισης της διαφυγής από τη γραμμή συρραφής και να ακολουθήσει ο θεράπων ιατρός, υπάρχει ένα ποσοστό αποτυχίας και έτσι δεν είναι βέβαιο ότι, εάν προκρίνοταν από τον κατηγορούμενο η εφαρμογή μιας άλλης θεραπευτικής μεθόδου από αυτές που προαναφέρθηκαν, ο κίνδυνος για το έννομο αγαθό της ζωής του ασθενούς ΕΠΟΠ Λοχία (ΠΖ) Α. Γ., αν δεν εξέλιπε εντελώς, πάντως θα ελαχιστοποιούνταν, ώστε να πιθανολογείται σφόδρα σε βαθμό που αγγίζει τη βεβαιότητα ότι ο θάνατος του θα αποτρέπονταν. Κατόπιν των ανωτέρω και δεδομένου ότι δεν προέκυψε με αποδεικτική ασφάλεια ότι το αποτέλεσμα του θανάτου του ασθενούς ΕΠΟΠ Λοχία (ΠΖ) Α. Γ. οφείλεται σε παράβαση από τον κατηγορούμενο των κοινώς αναγνωρισμένων κανόνων της επιστήμης, για τους οποίους δεν μπορεί να γεννηθεί αμφισβήτηση, καθώς και ότι οι ενέργειες του κατηγορουμένου δεν ήταν σύμφωνες με το αντικειμενικώς επιβαλλόμενο καθήκον επιμέλειας, δεν προέκυψε με βεβαιότητα και η στοιχειοθέτηση εξωτερικά πλημμελούς συμπεριφοράς που να συνιστά αξιόποινη παράλειψη εκ μέρους του. Ως εκ τούτου και σύμφωνα με την ομόφωνη γνώμη των μελών του Δικαστηρίου πρέπει ο κατηγορούμενος να κηρυχθεί αθώος της πράξεως της ανθρωποκτονίας από αμέλεια παρ' υποχρέου, που φέρεται ότι τελέσθηκε στη Θεσσαλονίκη, κατά το χρονικό διάστημα από την 06-06-2015 έως την 29-06-2015, λόγω αμφιβολιών ως προς τη συνδρομή των αντικειμενικών στοιχείων της πράξεως". Κατά της απόφασης αυτής, ο Αντεισαγγελέας του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου άσκησε, ενώπιον του Πενταμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, την έφεση με αριθμό 7/26-3-2018. Στην έφεση αυτή, που επιτρεπτώς επισκοπείται για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, διαλαμβάνονται, μεταξύ των άλλων, και τα ακόλουθα: ".. .Στην υπό κρίση υπόθεση, ο κατηγορούμενος παραπέμφθηκε ενώπιον του Πενταμελούς Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, δυνάμει του υπ' αριθμ. 60/2017 Κλητηρίου Θεσπίσματος για να δικαστεί ως υπαίτιος του ότι...

Κατά τη διάταξη του άρθρου 302 παρ. 1 ΠΚ... .Οι προαναφερθείσες παραλείψεις του κατηγορουμένου, παρά το ότι επιβεβαιώθηκαν πλήρως από τα στοιχεία, που ανέδειξε η αποδεικτική διαδικασία, όμως, το Δικαστήριο, κατ' εσφαλμένη εκτίμηση και αξιολόγησή τους, με την ανωτέρω απόφασή του οδηγήθηκε σε αθωωτική κρίση. Συγκεκριμένα, το Δικαστήριο, με την προσβαλλόμενη απόφασή του, παραβίασε, κατ' αρχάς, τόσο τις κείμενες διατάξεις περί ιατρικής δεοντολογίας, όπως ορίζονται από το Ν. 3418/2005, όσο και τις διατάξεις των άρθρων 13 και 24 του Α.Ν. 1655/1939, σχετικά με τον Κώδικα ασκήσεως του ιατρικού επαγγέλματος. Οι διατάξεις αυτές επιβάλλουν στους θεράποντες ιατρούς, όπως και εν προκειμένω στον κατηγορούμενο, το σεβασμό της ανθρώπινης ζωής και την επίδειξη, κατά την εκτέλεση του ιατρικού τους λειτουργήματος, συνεχή επιμέλεια και προσπάθεια για τους ασθενείς τους, κάτι, που, όπως αποδείχθηκε από την αποδεικτική διαδικασία στην υπό κρίση περίπτωση, δεν τήρησε και δεν εφήρμοσε ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος, αλλά αντιθέτως υπέπεσε στις παραπάνω και παρακάτω παραλείψεις, οι οποίες αιτιωδώς οδήγησαν τον ασθενή σε σηψαιμία, σε περιτονίτιδα και τελικά στο θάνατο. Ειδικότερα, ενώ από την τρίτη μετεγχειρητική ημέρα της επέμβασης (6-6-2015) διαπιστώθηκε στον ασθενή από τον ίδιο τον κατηγορούμενο, η ύπαρξη οπής και διαφυγή απ' αυτή μη φυσιολογικού περιεχομένου στον παροχετευτικό σωλήνα, αυτός (ο κατηγορούμενος) εσφαλμένα δεν μερίμνησε, όπως, σαφέστατα, είχε υποχρέωση, για την έγκαιρη παρέμβαση για τη διακοπή της διαφυγής, όπως με σαφήνεια και με απόλυτο τρόπο ενόρκως κατέθεσε, τόσο κατά την προδικασία, όσο και στο Δικαστήριο, ο μάρτυρας ειδικών γνώσεων (ουσιαστικά πραγματογνώμονας), Γ. Σ.. τον οποίο αυτεπαγγέλτως κάλεσε ο Εισαγγελέας του Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης από τον κατάλογο των πραγματογνωμόνων του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης. Εσφαλμένα, επίσης, ο κατηγορούμενος μετεγχειρητικά, δηλαδή από τις 6/6/2015 και μόλις έγινε αντιληπτό από τον ίδιο το ως άνω πρόβλημα (οπή και διαφυγή) υπέβαλε εσφαλμένως, τον ασθενή σε συντηρητική θεραπεία, η οποία ήταν εντελώς απρόσφορη, δεδομένου ότι συνέχιζε να υφίσταται η οπή και η διαφυγή για δέκα εννέα (19) ολόκληρες ημέρες και μάλιστα οπή 2-3 εκατοστών και για τον λόγο αυτό, συνεχίστηκε η σηπτική κατάσταση του ασθενούς, ενώ θα έπρεπε, όπως ρητά και με σαφήνεια κατέθεσε ενόρκως ενώπιον του Δικαστηρίου, ο ορισθείς πραγματογνώμονας (μάρτυρας ειδικών γνώσεων) χειρουργός Γ. Σ.. να γίνει άμεσα νέα χειρουργική επέμβαση για το κλείσιμο της οπής δια συρραφής και για τον καθαρισμό του εκεί τροθέντος σημείου του στομάχου. Αυτό, όμως, δεν το έκανε, με αποτέλεσμα τη συνέχιση της διαφυγής, τη σηψαιμία, την περιτονίτιδα και το θάνατο, ενώ εάν θα έκανε άμεσα νέα επέμβαση θα είχαν προληφθεί όλα αυτά και ο ασθενής δεν θα κατέληγε. Ωσαύτως, ο κατηγορούμενος χειρουργός παρέλειψε να τοποθετήσει, εγκαίρως, όπως πρωτίστως είχε υποχρέωση, και όπως με σαφήνεια ενόρκως κατέθεσε, τόσο ο ανωτέρω μάρτυρας ειδικών γνώσεων Γ. Σ.. όσο και ο εξετασθείς ειδικός ιατροδικαστής Σ. Τ., την προβλεπόμενη επενδεδυμένη αυτοδιατεινόμενη ενδοπρόθεση (stent), κάτι που ήταν βέβαιο, όπως απεδείχθη κατά την ακροαματική διαδικασία, ότι εάν είχε τοποθετηθεί αυτό αμέσως, θα εμπόδιζε τη διαφυγή και θα είχε σωθεί ο ασθενής. Αλλά και αν ήθελε υιοθετηθεί η άποψη που υποστηρίχθηκε ως επιστημονικά αποδεκτή από τους Καθηγητές Χειρουργικής Π. Σ., Ι. Κ. και Μ. Ι., βασικά κατά την προδικασία (βλ. τις από 13-1 -2016 ένορκη κατάθεση του πρώτου, από 24-3-2016 ένορκη βεβαίωση του δεύτερου και από 28-3-2016 επίσης ένορκη βεβαίωση του τρίτου) ότι η διαφυγή αντιμετωπίζεται αρχικά συντηρητικά και συνήθως αποκαθίσταται σε 15-20 ημέρες (κατά τον τελευταίο σε 4 εβδομάδες), ενόψει της επανεμφάνισης της διαφυγής μετά τη γαστροσκόπηση και τη δεύτερη χειρουργική επέμβαση της 25-6-2015, εξέλιξη που αφενός απέδειξε ως αποτυχημένη την επέμβαση αυτή και αφετέρου σηματοδότησε νέο στάδιο δυσμενούς εξέλιξης της κατάστασης του ασθενούς καθώς περιορίστηκαν δραματικά οι επιλογές του κατηγορουμένου προς περιορισμό της λοίμωξης και της διαφαινόμενης σηπτικής κατάστασης, ο κατηγορούμενος ούτε και τότε προέβη στην τοποθέτηση stent το οποίο σύμφωνα με τις επ' ακροατηρίω καταθέσεις των Ιατρών χειρουργών Κ. Π. και Μ. I. "θα είχε ίσως άλλα αποτελέσματα". Ο τελευταίος στην ανωτέρω ένορκη βεβαίωση του ανέφερε ακόμη ότι σε περίπτωση που η διαφυγή επιμένει, αυξάνει η ποσότητα του υγρού στον παροχετευτικό σωλήνα κλπ, τοποθετείται stent και αν αυτή αποτύχει, επιβάλλεται λαπαροτομία. Τη θέση αυτή ο εν λόγω καθηγητής δεν επανέλαβε πάντως στο ακροατήριο, αντίθετα ανέφερε ότι το stent δεν είναι μονόδρομος, έχει προβλήματα. Το ίδιο υποστήριξε και ο Ομότιμος καθηγητής Π. Σπ. στην από 13-1-2016 ένορκη κατάθεσή του στην προδικασία. Περαιτέρω, ενώ από την αρχή, μετά την πρώτη επέμβαση της 3-6-2015, διαπιστώθηκε η ύπαρξη οπής στο στομάχι του ασθενούς, από την οποία γινόταν διαφυγή στομαχικού υλικού, ενώ επίσης από την πρώτη στιγμή παρουσίασε αιμόπτυση και αιμορραγία, ενώ, τόσο ο ασθενής, όσο και ο πατέρας του είδαν εμφανή ποσότητα πύον στο στομάχι και αυτό το ανέφεραν αμέσως στο κατηγορούμενο, αυτός τα αγνόησε όλα αυτά και αρκέστηκε σε μία τελείως τυπική συντηρητική αγωγή επί 22 ολόκληρες ημέρες και μόλις την 25/6/2015 αποφάσισε, να προβεί σε δεύτερη χειρουργική επέμβαση, αλλά τότε ήταν πολύ αργά κατά τον ιατροδικαστή Τ. Σ., διότι η σήψη είχε προχωρήσει σε ανεξέλεγκτη και μη αναστρέψιμη κατάσταση και έτσι, η παράλειψη της άμεσης δεύτερης χειρουργικής επέμβασης, ήταν εμφανής και καταστροφική. Επίσης, παρέλειψε να προβεί, τουλάχιστον, σε έγκαιρες αξονικές τομογραφίες, παρά αυτό το έκανε μόλις την 23/6/2015, όταν ήταν πλέον πολύ αργά. Οι αναφερόμενες δε δύο προηγούμενες αξονικές τομογραφίες, κατά τις ημερομηνίες 8/6/2015 και 15/6/2015, δεν έγιναν ποτέ, και ανακριβώς αναφέρονται από τον κατηγορούμενο, ότι δήθεν έγιναν. Δεν έγινε εγκαίρως και σχετική γαστροσκόπηση, η οποία και αυτή έγινε πολύ αργά, ήτοι μόλις την 25/6/2015, κατά την οποία διαπιστώθηκε η ύπαρξη οπής τριών (3) εκατοστών και ακολούθησε η δεύτερη χειρουργική επέμβαση.

Εν προκειμένω, αν η γαστροσκόπηση δεν ενδείκνυτο για το φόβο της μεγέθυνσης της οπής διαφυγής (βλ. καταθέσεις Κ. Π., Σ.. Γ.) υπήρχε η μέθοδος της γαστρογραφίνη ς (σκιαγραφικού) με την οποία κατά τον μάρτυρα Σ. μπορούσε να προσδιοριστεί πολύ νωρίς το μέγεθος της οπής ώστε να αξιολογηθεί αξιόπιστα η κατάσταση του ασθενούς και το μέγεθος του προβλήματος. Επ' αυτού είναι κρίσιμο να αναφερθεί ότι μέχρι τη διενέργεια την 25-6-2015 γαστροσκόπησης, ο κατηγορούμενος αγνοούσε την έκταση της οπής διαφυγής, όταν δε τη διαπίστωσε, εισήγαγε αυθημερόν τον ασθενή στο χειρουργείο γιατί προφανώς η συγκεκριμένη οπή (3 εκατοστών περίπου) ήταν αδύνατο να αποκατασταθεί (να κλείσει) συνεχίζοντας την συντηρητική αγωγή η οποία ακολουθείτο ήδη από τις 6-6-2015 αναποτελεσματικά. Επ' αυτού οι Τ. Σ. και Σ. Γ. κατέθεσαν ότι οπή 3 εκατοστών δεν κλείνει με συντηρητική αγωγή (Σ. "...το μεγάλο χάσμα 2-3 εκ. δεν κλείνει με τίποτα...", Τ. "...Δεν μπορεί διαφυγή 3 εκ. να κλείσει συντηρητικά..."), ενώ από τους λοιπούς μάρτυρες ιατρούς ο I. Κ. αναφέρει πως δεν έχει σημασία το μέγεθος της διαφυγής, και οι Μ. Ι., Μ. Κ. και Π. Σ., δεν τοποθετούνται. Ακολούθησε, τέλος, και τρίτη χειρουργική επέμβαση, μόλις την 7/7/2015, η οποία ήταν τελείως απρόσφορη, λόγω της εμμένουσας διαφυγής, ενώ, όπως προαναφέρθηκε, μόλις την 16-7-2015 τοποθέτησε το stent, αλλά ήταν επίσης πολύ αργά και σε λίγες ημέρες ο ασθενής απεβίωσε (23/7/2015). Όλες οι παραπάνω παραλείψεις του χειρουργού κατηγορουμένου βρίσκονται σε σαφέστατο αιτιώδη σύνδεσμο με το επελθόν, δυστυχώς, αποτέλεσμα του θανάτου, διότι είναι βέβαιο, ότι, εάν αυτές οι παραλείψεις και εσφαλμένες επιλογές δεν είχαν λάβει χώρα, η εγχείρηση θα είχε πετύχει και ο ασθενής δεν θα είχε αποβιώσει, καθόσον, προ της εγχειρήσεως έγιναν όλες οι απαραίτητες εργαστηριακές και κλινικές εξετάσεις και βρέθηκε απολύτως υγιής (πλην της παχυσαρκίας) και γι' αυτό οδηγήθηκε στο χειρουργείο. Πέραν όλων των ανωτέρω, κατά την αποδεικτική διαδικασία, ισχυρίστηκε ο κατηγορούμενος ότι δήθεν άμεσα, μετά την πρώτη εγχείρηση (3-6-2015) έλαβε χώρα εκ μέρους του έλεγχος διαφυγής στομαχικού υλικού και τεστ στεγανότητας των σημείων της εγχείρησης και ότι βάσει αυτών δήθεν προέκυπτε, ότι η κατάσταση του ασθενούς ήταν καλή. Όμως, οι πολύ σοβαρές αυτές δήθεν ενέργειες του κατηγορούμενου δεν είναι καταχωρημένες στο φύλλο νοσηλείας και στο πρακτικό χειρουργείου, και αυτό σαφέστατα αποδεικνύει, ότι αυτές δεν έγιναν ποτέ, ενώ ήταν μέσα στα πολύ σοβαρά καθήκοντά του χειρουργού ο ίδιος δε ψευδώς ισχυρίσθηκε εκ των υστέρων, ότι δήθεν πραγματοποιήθηκαν. Η παράλειψη αυτή και μόνο του ελέγχου διαφυγής και του τεστ στεγανότητας, είναι πολύ σοβαρή και αρκετή για την απόδειξη των μεγάλων ποινικών ευθυνών του κατηγορουμένου. Είναι βέβαιο, ότι εάν, από την πρώτη στιγμή, είχαν λάβει χώρα οι δύο αυτές ενέργειες (αξονική τομογραφία και γαστροσκόπηση ή γαστρογραφίνη) θα είχε εντοπισθεί το πρόβλημα και εκ του λόγου αυτού το οξύτατο πρόβλημα του ασθενούς (οπή και διαφυγή), θα είχε ακολουθήσει αμέσως νέα επέμβαση ή τοποθέτηση stent και βεβαίως θα είχε ανακοπεί η διαφυγή, η συνέχιση της οποίας οδήγησε σε σηψαιμία. Μία από τις σοβαρές παραλείψεις του κατηγορούμενου ιατρού, όπως προαναφέρθηκε, είναι και η μη έγκαιρη τοποθέτηση στο σημείο της οπής του ειδικού stent. Για το θέμα αυτό ο κατηγορούμενος, από την πρώτη στιγμή, τόσο κατά την προδικασία, όσο και ενώπιον του Δικαστηρίου, ισχυρίστηκε, ότι δήθεν δεν υπήρχε διαθέσιμο stent στο Νοσοκομείο και στην Ελλάδα γενικότερα, ότι θα έπρεπε να παραγγελθεί στη Γαλλία και η δήθεν καθυστέρησή του να έλθει στο Νοσοκομείο ήταν πολύ μεγάλη, λόγω των capital controls, και γι' αυτό δεν υπήρχε και δεν χρησιμοποιήθηκε. Το θέμα αυτό ανέκυψε σαφέστατα ενώπιον του Δικαστηρίου, το οποίο διέκοψε τη συνεδρίαση, και μέσω του Εισαγγελέως, ζητήθηκε από το 424 Γ.Σ.Ν.Ε. να προσκομιστεί ο σχετικός φάκελος και να προσέλθει ο μάρτυρας, που ήταν υπεύθυνος για την προμήθεια των υλικών. Πράγματι αυτό έγινε και αναγνώσθηκε ο σχετικός ιατρικός φάκελος του ασθενούς και, προς έκπληξη όλων των παραγόντων της δίκης, προέκυψαν, όπως φαίνεται από τον ίδιο τον ιατρικό φάκελο: α. Ότι το stent ζητήθηκε από τον χειρουργό ιατρό (κατηγορούμενο) μόλις την 14/7/2018, ενώ η πρώτη εγχείρηση έλαβε χώρα την 3-6-2015, δηλ. μετά από 41 ημέρες. Δηλαδή, δεν ζητήθηκε ούτε πριν από την εγχείρηση, ούτε τουλάχιστον άμεσα μετά από αυτήν, αλλά, δυστυχώς, μετά από 41 ημέρες και όταν, πλέον, ήταν πολύ αργά. β. Ότι εγκρίθηκε από τη Διοίκηση του Νοσοκομείου αμέσως η προμήθεια του stent, ήτοι την επομένη ημέρα, δηλ. την 15-7-2015. γ. Ότι δεν χρειάστηκε το εν λόγω stent να παραγγελθεί στη Γαλλία, καθόσον το είχε η εταιρία εδώ στην Ελλάδα, δ. Ότι, το εν λόγω stent, αν και ο κατηγορούμενος μαζί με τους ως άνω μάρτυρες υπερασπίσεως του (κατηγορητηρίου) ισχυρίζονταν, ότι είναι ονομαστικό (για κάθε ασθενή), κοστίζει πολλά χρήματα και αν δεν χρησιμοποιηθεί στο χειρουργείο, καθίσταται άχρηστο και "σαπίζει" σε κάποια αποθήκη, αλλά αποδείχθηκε από την κατάθεση του μάρτυρα υπεύθυνου προμηθειών, Ανχη (Ό) Μ. Ν., ότι, αφενός μεν το κόστος του ανέρχεται σε 1.950 ευρώ και αυτό δεν είναι πολύ ακριβό και αφετέρου, αν δεν χρησιμοποιηθεί στο συγκεκριμένο χειρουργείο, επιστρέφεται στην προμηθεύτρια εταιρεία και η εταιρεία στη συνέχεια επιστρέφει το καταβληθέν από το Νοσοκομείο χρηματικό ποσό για την αγορά του. ε. Ότι, τέλος, το εν λόγω stent, μόλις παραγγέλθηκε, ήλθε αμέσως στο Νοσοκομείο και τοποθετήθηκε στον ασθενή την 16-7-2015, δηλαδή μέσα σε δύο ημέρες από την αρχική ζήτησή του από τον ιατρό - χειρουργό, αλλά ήταν πολύ αργά. διότι η σήψη ήταν πλήρης και η περιτονίτιδα δεδομένη. Επομένως, αποδείχθηκε πλήρως ότι ήταν ψευδής ο σχετικός ισχυρισμός του κατηγορουμένου, όπως, επίσης, και όσα κατέθεσαν περί αυτού οι συνάδελφοι του ιατροί. Η παράλειψη, επομένως, του κατηγορουμένου να μην έχει στη διάθεσή του το stent πριν από την εγχείρηση, για να το τοποθετήσει αμέσως σε ενδεχόμενη προκληθείσα οπή για το σταμάτημα της διαφυγής του στομαχικού υλικού, είναι ουσιώδης και πλήρως αποδεδειγμένη. Ομοίως αποδεικνύεται ευχερής η απόκτησή του σε επόμενο στάδιο αν ήθελε κριθεί ότι δεν ήταν αναγκαία η ύπαρξη αποθέματος του συγκεκριμένου stent, και συγκεκριμένα, όπως αναφέρθηκε παραπάνω, αμέσως μετά την διαφυγή που ακολούθησε το χειρουργείο της 25-6-2015. Αποδεδειγμένη, επίσης, είναι και η προσπάθεια του κατηγορουμένου να παραπλανήσει το Δικαστήριο ότι δήθεν η έγκαιρη προμήθεια του stent ήταν πολύ δύσκολη, έως και αδύνατη, κάτι που απεδείχθη στο Δικαστήριο, ως ανωτέρω, απολύτως ψευδές και ανυπόστατο, κάτι που παρέλειψε να εκτιμήσει και να αξιολογήσει αναλόγως το δικάσαν Στρατοδικείο με την απόφασή του. Ισχυρίστηκε, τέλος, ψευδώς και πάλι, ο κατηγορούμενος, όπως ήδη αναφέρθηκε, ότι δήθεν προέβη σε δύο αξονικές τομογραφίες στον ασθενή, και συγκεκριμένα κατά τις ημερομηνίες 8-6-2015 και 15-6-2015 και ότι, δήθεν, βάσει αυτών, η κατάσταση της υγείας του ασθενούς έβαινε καλώς, και ότι δεν θα έπρεπε να γίνει νέα χειρουργική επέμβαση. Περί του εάν έγιναν οι δύο αυτές αξονικές τομογραφίες διατυπώθηκαν επιφυλάξεις και αντιρρήσεις από τους συνηγόρους της Πολιτικής Αγωγής, οπότε το Δικαστήριο αποφάσισε, να έλθει σ' αυτό πλήρης ο ιατρικός φάκελος. Πράγματι, ο φάκελος αυτός, ύστερα από σχετική ολιγόωρη διακοπή, ήλθε και αναγνώσθηκε κατά τον πλέον επίσημο και πανηγυρικό τρόπο και αποδείχθηκε πλήρως, ότι οι δύο αξονικές τομογραφίες δεν είχαν γίνει ποτέ καθόσον δεν προκύπτουν από τον ιατρικό φάκελο και επομένως αποδείχθηκε και αυτός ο ισχυρισμός του κατηγορουμένου ως ψευδής. Στο Δικαστήριο αναγνώσθηκε και η από 10-11-2015, ιατροδικαστική έκθεση των ιατροδικαστών Φ. Κ. και Σ. Τ., το συμπέρασμα της οποίας, πέραν των όσων αναφέρονται στο ιστορικό της, έχει ως εξής: "Εν κατακλείδι, ο θάνατος του Γ. Α., συνδέεται με την οπή 3 εκ. του στομάχου και με την παράλειψη έγκαιρης αντιμετώπισης των διεγχειρητικών επιπλοκών κατά την επέμβαση επιμήκους γαστρεκτομής και την αναγκαία μετατροπή αυτής σε ανοικτή χειρουργική επέμβαση. Εφόσον η λαπαρασκοπική επέμβαση, στις 03/06/2015, απαιτήθηκε να μετατραπεί σε ανοικτή, λόγω διεγχειρητικής αιμορραγίας, επιβαλλόταν να αντιμετωπιστούν το σύνολο των αιτιών που προκάλεσαν την αιμορραγία. Βάσει του ιστορικού, η διαφυγή εκ του στομάχου, δεν αντιμετωπίστηκε έγκαιρα ούτε κατά τη μετέπειτα νοσηλεία του, με αποτέλεσμα την συνεχή διαφυγή περιεχομένου εκ του στομάχου, την πρόκληση περιτονίτιδας και τον θάνατο λόγω σηπτικής καταπληξίας, συνεπεία της εν γένει καθυστερημένης και μη ορθής αντιμετώπισης/διαχείρισης του περιστατικού". Δυστυχώς, όμως, και η έκθεση αυτή αγνοήθηκε παντελώς από το δικάσαν Δικαστήριο, όπως αγνοήθηκε και η σαφέστατη και ξεκάθαρη ένορκη κατάθεση στο Δικαστήριο του εκ των δύο αυτών ιατροδικαστών Σ. Τ., ο οποίος, με απόλυτα ξεκάθαρο και αιτιολογημένο τρόπο, ανέδειξε τις μεγάλες ευθύνες του κατηγορουμένου ιατρού, και, επιπλέον, επιβεβαίωσε ενόρκως και το περιεχόμενο και το συμπέρασμα της ως άνω ιατροδικαστικής έκθεσης. Το πλέον, όμως, σοβαρό στην υπόθεση αυτή δεν είναι μόνο, ότι εσφαλμένως αγνοήθηκε η έκθεση αυτή των δύο διακεκριμένων ιατροδικαστών, όπως και τα άλλα ως άνω στοιχεία, αλλά αγνοήθηκε και ο ίδιος ο ως άνω πραγματογνώμονας (μάρτυρας ειδικών γνώσεων) χειρούργος Γ. Σ., τον οποίο κάλεσε κατά την προδικασία να μελετήσει την υπόθεση και να καταθέσει ως μάρτυρας ο ίδιος ο Εισαγγελέας του Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης. Είναι γνωστή, εξάλλου, η πάγια νομολογία του Αρείου Πάγου, ότι ναι μεν το πόρισμα της έκθεσης ενός πραγματογνώμονα και η κατάθεσή του εκτιμώνται ελευθέρως, αλλά για να μην ληφθούν αυτά υπόψη από το Δικαστήριο, θα πρέπει να υπάρχουν άλλα σοβαρά και αξιόπιστα στοιχεία, τα οποία να ανατρέπουν το πόρισμα της πραγματογνωμοσύνης ή της κατάθεσης του πραγματογνώμονα.

Στην προκειμένη δε περίπτωση, η κατάθεση του ως άνω πραγματογνώμονα, συνεπικουρούμενη και από την έκθεση των δύο ως άνω ιατροδικαστών, είναι ότι υπάρχουν τεράστιες ευθύνες στον κατηγορούμενο ιατρό - χειρουργό για το θάνατο του ασθενούς, οι οποίες, όμως, αγνοήθηκαν από το δικάσαν δικαστήριο. Πέραν των ανωτέρω συνεχών παραλείψεων του κατηγορουμένου, κατά την εξέταση στο ακροατήριο των μαρτύρων (Καθηγητών Χειρουργικής) Μ. I., Κ. I. και (ομότιμου) Π. Σ. παρατηρείται διαφοροποίηση τους σε σχέση με όσα είχαν υποστηρίξει κατά την προδικασία. Ειδικότερα ο Μ. Ι., ενώ στην από 28-3-2016 ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον της συμβολαιογράφου Ηρακλείου Κρήτης Ε. Σ. Κ. ανέφερε, έχοντας λάβει γνώση των εγγράφων της προκαταρκτικής εξέτασης από τον κατηγορούμενο, ότι σε περίπτωση που η διαφυγή επιμένει, τοποθετείται stent που σε αρκετές περιπτώσεις βοηθάει τον άρρωστο και αν η τοποθέτηση stent αποτύχει τότε επιβάλλεται λαπαροτομία, κατά την κατάθεσή του στο ακροατήριο ανέφερε πως το stent δεν είναι μονόδρομος. Ο I. Κ. στην από 24- 3-2016 ένορκη βεβαίωσή του ενώπιον της συμβολαιογράφου Θεσσαλονίκης Ι. Π. ανέφερε ότι εάν δεν αποδώσει η συντηρητική αγωγή (επί διαφυγής) επιβάλλεται η χειρουργική επέμβαση προσθέτοντας ότι αποτελεσματικές είναι και οι ενδοπροσθέσεις (stent), η τοποθέτηση των οποίων πρέπει να γίνεται όταν δεν αποδώσει η συντηρητική θεραπεία και ότι έχει αποδειχθεί ότι μπορεί να βοηθήσουν στη σύγκληση και μεγάλων διαφυγών (3 και 4 εκ.). Αντίθετα, στο ακροατήριο ήταν κατηγορηματικός "όχι στην τοποθέτηση του stent..., για το stent δεν υπάρχει επιστημονικό δεδομένο, ... επαφίεται στην κρίση του ιατρού ... ποιος σας είπε ότι αν χρησιμοποιούσε νωρίτερα το stent, αυτό θα είχε αποδώσει;". Από τις ανωτέρω καταθέσεις των δύο καθηγητών που σημειωτέον δεν κατέθεσαν κατά την προδικασία αλλά βεβαίωσαν ενόρκως ενώπιον συμβολαιογράφου κατόπιν αιτήματος του κατηγορουμένου, προκύπτει ότι αυτοί ενώ αρχικά στις ένορκες βεβαιώσεις τους υποστήριξαν τη μέθοδο stent, εξ ου και συγκεκριμένο περιεχόμενο του κατηγορητηρίου, στο ακροατήριο ο μεν πρώτος αποστασιοποιήθηκε από τη θέση αυτή, ο δε δεύτερος, την απέρριψε. Η μεταβολή αυτή των απόψεών τους επί του κρίσιμου αυτού ζητήματος, λειτούργησε προφανώς υπέρ του κατηγορουμένου ο οποίος παρέλειψε, όπως εκτέθηκε παραπάνω, να τοποθετήσει άμεσα ή έστω μετά το δεύτερο χειρουργείο, της 25-6-2015, stent στον ασθενή. Ο Π. Σ. ενώ στην από 10-11-2016 κατάθεσή του, ερωτώμενος από τον ενεργούντα προκαταρκτική εξέταση Αντεισαγγελέα του Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης Αλεξόπουλο Αγγελή, επί των τρόπων αντιμετώπισης της οπής 3 εκ. που εντοπίστηκε στον συγκεκριμένο ασθενή, απάντησε "...ο πλέον σωστός τρόπος αντιμετώπισης αυτής της διαφυγής αποτελεί η τοποθέτηση επενδεδυμένης αυτοδιατεινόμενης ενδοπρόσθεσης (stent). Η εγχείρηση δεν θεωρώ ότι θα συνέβαλε στη φάση αυτή στη σύγκληση της οπής, αφού δεν κολλάνε τα χείλη με ραφές... Η τοποθέτηση stent έπρεπε να είχε γίνει πιο νωρίς...". Αντίθετα ενώπιον του Δικαστηρίου υποστήριξε "...Ο χειρουργός επέλεξε την επέμβαση σωστά. To stent δεν είναι πανάκεια...εγώ δεν θα το έβαζα το stent.", δικαιολογήθηκε δε για τη διαφοροποίηση της κατάθεσής του λέγοντας ότι όταν κατέθεσε δεν είχε διαβάσει το φάκελο του ασθενούς. Και εν προκειμένω παρατηρείται εμφανώς πλέον μεταβολή των απόψεων του συγκεκριμένου μάρτυρα υπέρ του κατηγορουμένου, ο οποίος κατηγορείτο μεταξύ άλλων ότι παρέλειψε να τοποθετήσει stent. Υπό το φως των τελευταίων επισημάνσεων που αφορούν την αξιοπιστία των συγκεκριμένων μαρτύρων οι οποίοι δεν εξήγησαν τους λόγους για τους οποίους διαφοροποιήθηκαν από τις αρχικές θέσεις του (εκτός του Π., του οποίου η εξήγηση πάντως δεν κρίνεται πειστική καθώς κατά την προδικασία κατέθεσε συγκεκριμένα για οπή 3 εκ. μετά από τη συγκεκριμένη επέμβαση), προφανώς σχηματίσθηκε η εικόνα στο Δικαστήριο που δίκασε, ότι η τοποθέτηση stent, δεν ενδείκνυτο, ενώ εάν οι μάρτυρες αυτοί κατέθεταν όπως είχαν τοποθετηθεί στην προδικασία, θα γινόταν δεκτό από το Δικαστήριο, λαμβανομένης υπόψη και της ιδιότητος των συγκεκριμένων μαρτύρων ως Καθηγητών Χειρουργικής, ως κοινώς αναγνωρισμένος κανόνας της ιατρικής επιστήμης επί του συγκεκριμένου ζητήματος, η μέθοδος αντιμετώπισης διαφυγής μετά από επιμήκη γαστρεκτομή, της τοποθέτησης ενδοπρόσθεσης (stent), επί του οποίου κανόνα θα ελέγχετο ο κατηγορούμενος και εν όψει των προαναφερθεισών παραλείψεών του, το αποτέλεσμα της δίκης θα ήταν διαφορετικό. Καθώς μάλιστα οι παραλείψεις του κατηγορουμένου εξικνούνται από την επαύριο της αρχικής επέμβασης με τον εντοπισμό διαφυγής της οποίας δεν καταγράφηκαν οι διαστάσεις και η θέση με τη μέθοδο της γαστρογραφίνης (εάν η γαστροσκόπηση δεν ενδείκνυτο) ούτε και με τη διενέργεια στη συνέχεια αξονικής τομογραφίας (που δεν έχει καταγραφεί στο φύλλο νοσηλείας ούτε υπάρχει σχετική γνωμάτευση), συνεχίστηκαν με την αναποτελεσματική συντηρητική αγωγή, παρίσταται ως βέβαιη η καταδικαστική κρίση του Δικαστηρίου αφού από τους λοιπούς μάρτυρες, καθηγητής Μ. Κ., ο οποίος συνέπραξε στην τρίτη χειρουργική επέμβαση, τάχθηκε υπέρ της μεθόδου της ενδοπρόσθεσης, ο δε Κ. , ο οποίος συμμετείχε στην πρώτη χειρουργική επέμβαση με τον κατηγορούμενο, πιθανολόγησε ότι εάν το stent τοποθετείτο νωρίτερα, το αποτέλεσμα θα ήταν καλύτερο, ενώ μόλις χρειάζεται να αναφερθούμε στους Σ. Γ. και Τ. Σ., οι απόψεις των οποίων αναφέρθηκαν παραπάνω. Ενόψει των ανωτέρω το Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης που έκρινε παμψηφεί αθώο τον κατηγορούμενο λόγω αμφιβολιών ως προς τη συνδρομή των στοιχείων της αντικειμενικής υπόστασης του εγκλήματος της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, εκτίμησε εσφαλμένα τις αποδείξεις που τέθηκαν υπόψη. Περαιτέρω και έχοντας υπόψη τη γνωστή ατέλεια του νομικού μας συστήματος ως προς την υποχρέωση του εκκαλούντος αθωωτική απόφαση εισαγγελέως, να εκθέσει μέσα στην τασσόμενη από το νόμο προθεσμία, τις νομικές και πραγματικές πλημμέλειες που αποδίδονται στην αθωωτική απόφαση, η οποία όμως δεν έχει ακόμη καθαρογραφεί και έτσι, ελλείψει της γνώσης της ακριβούς αιτιολογίας της εκκαλούμενης υπ' αριθ. 69/2018 απόφασης του Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, θα μπορούσε να υποθέσει κανείς ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο δεν πείστηκε ότι ο κατηγορούμενος επέδειξε αμελή συμπεριφορά και παρέβη το ιατρικό του καθήκον επιμέλειας κατά την μετεγχειρητική πορεία του ασθενούς Γ. Α. καθόσον φέρεται να ακολούθησε τους κοινά αποδεκτούς κανόνες ιατρικής επιστήμης, υποβάλλοντας τον ασθενή αρχικά μετά τον εντοπισμό διαφυγής σε συντηρητική αγωγή για είκοσι (20) ημέρες περίπου και στη συνέχεια, όταν αυτή δεν απέδωσε και καταγράφηκε το μέγεθος της οπής διαφυγής, προέβη σε χειρουργική επέμβαση όπως ενδείκνυτο και όχι σε τοποθέτηση stent που αντενδείκνυτο, σε κάθε δε περίπτωση όταν και η χειρουργική επέμβαση, δεν απέδωσε τα αναμενόμενα, αδυνατούσε να τοποθετήσει stent λόγω αδυναμίας προμήθειάς του. Μία τέτοια κρίση όμως θεωρείται εσφαλμένη γιατί το καθήκον επιμέλειας του κατηγορουμένου επέβαλε τη διαρκή εγρήγορση του ως προς την κατάσταση του ασθενούς μετά την επιπλοκή της διαφυγής και την ευθεία απειλή που συνιστούσε για την υγεία και τη ζωή και την ανάληψη ενεργειών για την αντιμετώπιση της αιτίας του προβλήματος πρωτίστως και όχι την παθητική αντιμετώπιση των αποτελεσμάτων της διαφυγής στα πλαίσια κάποιου πρωτοκόλλου, τα οποία, όπως κατατέθηκε από τους μάρτυρες ιατρούς, δεν ισχύουν απόλυτα, απαιτείται δε ο ιατρός να συνεκτιμά όλα τα στοιχεία που αφορούν τον ασθενή ώστε να παρέμβει όταν χρειαστεί, μάλιστα κατά τον Ι. Μ., αν αλλάξει η κλινική του εικόνα (ψηλάφηση, πυρετός,...) σημαίνει ότι κάτι δεν πάει καλά, οπότε ο θεράπων πρέπει να παρακολουθεί τον ασθενή στενά, όχι απλά καθημερινά αλλά πολλές φορές την ημέρα. Παρά τούτα, όπως προαναφέρθηκε, το Πενταμελές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης με την εκκαλούμενη απόφαση έκρινε τον κατηγορούμενο αθώο. Η εν λόγω κρίση όμως δεν είναι ορθή, καθόσον όπως αποδεικνύεται η πράξη για την οποία κατηγορήθηκε, στοιχειοθετείται τόσο από αντικειμενικής όσο και υποκειμενικής υπόστασης, έπρεπε δε να κηρυχθεί ένοχος αυτής. Ως εκ τούτου η υπόθεση πρέπει να εκδικαστεί εκ νέου επί της ουσίας στο Αναθεωρητικό Δικαστήριο υπό πενταμελή σύνθεση και να εξαφανιστεί η εκκαλούμενη απόφαση".

Επί της έφεσης αυτής εκδόθηκε η προαναφερθείσα προσβαλλόμενη απόφαση 56/2019 του Πενταμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης, με την οποία (απόφαση), απορρίφθηκε, κατά πλειοψηφία, η ως άνω έφεση του Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου κατά της απόφασης 69/2018 του Πενταμελούς Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης, ως απαράδεκτη, λόγω έλλειψης της απαιτούμενης από τη διάταξη του άρθρου 487 του ΚΠοινΔ ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας. Για να καταλήξει στην κρίση αυτή, το ως άνω δευτεροβάθμιο Δικαστήριο δέχθηκε τα ακόλουθα: "...Στην προκειμένη περίπτωση, όπως προκύπτει από την υπ' αρ. 69/2018 απόφαση του Πενταμελούς Στρατοδικείου Θεσσαλονίκης και τα πρακτικά της, ο κατηγορούμενος κηρύχθηκε αθώος για την πράξη της ανθρωποκτονίας από αμέλεια, για το ότι δηλαδή...Η αθωωτική απόφαση στηρίχθηκε στο ότι το δικαστήριο, με βάση την αποδεικτική διαδικασία, ειδικότερα δε "από την χωρίς όρκο κατάθεση των πολιτικώς εναγόντων, τις καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάστηκαν στο ακροατήριο, τις αναγνωσθείσες μαρτυρικές καταθέσεις, τα αναγνωσθέντα επ' ακροατηρίω έγγραφα, όπως αναφέρονται στα πρακτικά, σε συνδυασμό με την ενώπιον του Δικαστηρίου απολογία του κατηγορουμένου" δεν πείσθηκε για την ενοχή του. Όμως στην έφεση του Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, δεν μνημονεύονται όλες οι αποδείξεις που, κατά τα άνω, έλαβε υπόψη του το Δικαστήριο αλλά γίνεται επιλεκτική επίκληση συγκεκριμένων αποδεικτικών μέσων (εννέα μαρτυρικών καταθέσεων και δύο εγγράφων, ήτοι: του ιατρικού φακέλου του ασθενούς και της από 10-11-2015 ιδιωτικής γνωμοδότησης των Ιατροδικαστών Φ. Κ. και Σ. Τ.), τα οποία ήδη, άλλωστε, αξιολόγησε και το Δικαστήριο και επί τη βάσει αυτής της επιλεκτικής και μεμονωμένης περιπτωσιολογίας αποδεικτικών μέσων, διατυπώνεται η άποψη ότι το Δικαστήριο δεν εκτίμησε ορθά τα αποδεικτικά στοιχεία με αποτέλεσμα να καταλήξει εσφαλμένα σε αθωωτική κρίση. Ωστόσο τα πραγματικά περιστατικά που οδήγησαν το πρωτοδίκως δικάσαν Δικαστήριο στην αθωωτική για τον κατηγορούμενο κρίση, προέκυπταν από το σύνολο της αποδεικτικής διαδικασίας και ιδιαίτερα από τα αποδεικτικά μέσα που ειδικώς μνημονεύει στο σκεπτικό του, μεταξύ των οποίων οι καταθέσεις των μαρτύρων που εξετάσθηκαν στο ακροατήριο και τα έγγραφα που αναγνώσθηκαν και τα οποία ουδόλως, ούτε κατ' είδος, αναφέρονται στην έφεση που ασκήθηκε από τον Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. Επομένως η ασκηθείσα εισαγγελική έφεση κατά της πρωτόδικης απόφασης, δεν είναι αιτιολογημένη, γιατί δεν αναφέρει όλα τα αποδεικτικά μέσα που έλαβε υπόψη του το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο για να αχθεί σε αθωωτική κρίση. Περαιτέρω, δεν υπάρχει αιτιολογημένη αντίκρουση (αντίλογος) με συλλογισμούς και σε συνδυασμό με τα αποδεικτικά μέσα της αθωωτικής κρίσης του Δικαστηρίου. Στην προκειμένη περίπτωση, το Πενταμελές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης, κήρυξε τον κατηγορούμενο αθώο της αποδιδόμενης σ' αυτόν αξιόποινης πράξης κυρίως διότι... Ειδικότερα, το Πενταμελές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης, κατέληξε σε ομόφωνη αθωωτική κρίση επειδή: 1) Αναγνώρισε ότι, κατά τη λαπαροσκοπική επέμβαση επιμήκους γαστρεκτομής, για την αντιμετώπιση της επιπλοκής διαφυγής από τη γραμμή συρραφής του στομάχου, υπάρχουν περισσότερες πρόσφορες θεραπευτικές μέθοδοι, οι οποίες ενδείκνυνται, σε συνάρτηση πάντοτε με την κατάσταση της υγείας του ασθενούς, χωρίς να δίδεται σαφής προτεραιότητα της μίας ή της άλλης μεθόδου. Σημειώνεται ότι όλες οι μέθοδοι αντιμετώπισης της διαφυγής έχουν εγγενώς κάποιο ποσοστό αποτυχίας. 2) Στην κριθείσα περίπτωση οι θεραπευτικές επιλογές θα μπορούσαν να είναι η συντηρητική αγωγή, η χειρουργική αντιμετώπιση της διαφυγής, η τοποθέτηση επενδεδυμένης αυτοδιατεινόμενης ενδοπρόθεσης (stent) αλλά και η ολική γαστρεκτομή, αν οι προηγούμενες δεν αποδώσουν. 3) Εν προκειμένω υιοθετήθηκε κατ' αρχάς η συντηρητική αγωγή και μάλιστα κρίθηκε πρόσφορη και ενδεδειγμένη (Κ., Μ., Κ.) γιατί ήταν συμβατή με τη σταθερή εξέλιξη της υγείας του ασθενούς, ο οποίος ήταν αιμοδυναμικά σταθερός. 4) Όταν η κατάσταση της υγείας του ασθενούς χειροτέρεψε, τότε, ως όφειλε, επενέβη ο κατηγορούμενος χειρουργικά, πραγματοποιώντας την ερευνητική λαπαροτομία, η οποία αποτελεί και αυτή όπως και η συντηρητική θεραπεία, που προηγουμένως εφαρμόστηκε αλλά και η τοποθέτηση stent, ένα εκ των ιατρικά ενδεδειγμένων τρόπων αντιμετώπισης της διαφυγής κατά τους κανόνες της ιατρικής επιστήμης και δεοντολογίας. 5) Σε κάθε περίπτωση και με δεδομένο ότι όλες οι αναφερθείσες θεραπευτικές μέθοδοι συνδέονται εγγενώς με κάποιο ποσοστό αποτυχίας, δεν προέκυψε ότι αν προκρινόταν από τον κατηγορούμενο η εφαρμογή μίας άλλης θεραπευτικής μεθόδου από τις προαναφερθείσες, θα εξέλιπε ο κίνδυνος για τη ζωή του ασθενούς ή έστω θα ελαχιστοποιούνταν έτσι ώστε να πιθανολογείται, σε βαθμό που αγγίζει τη βεβαιότητα, ότι ο θάνατος θα αποτρεπόταν...Κατά της ως άνω αθωωτικής απόφασης, ο Αντεισαγγελέας του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, στην υπό κρίση έφεση, μεταξύ άλλων, κυρίως εκθέτει ότι:...Η ως άνω έφεση στηρίζεται κυρίως στα ακόλουθα: 1) Επικαλούμενη την μαρτυρική κατάθεση του Γ. Σ., αποφαίνεται ότι ο κατηγορούμενος δεν μερίμνησε την τρίτη μετεγχειρητική ημέρα για την έγκαιρη παρέμβαση για τη διακοπή της διαφυγής και δεν έπρεπε να υιοθετήσει τη συντηρητική αγωγή αλλά να επιχειρήσει άμεσα νέα χειρουργική επέμβαση για το κλείσιμο της οπής δια συρραφής καθώς επίσης και να προβεί στην άμεση τοποθέτηση της επενδεδυμένης αυτοδιατεινόμενης ενδοπρόθεσης (stent) προκειμένου να εμποδιστεί η διαφυγή. Αλλά και παρά την αρχική, έστω και επιβεβλημένη, συντηρητική αντιμετώπιση, μετά την δεύτερη χειρουργική επέμβαση την 25-6-2015, ο κατηγορούμενος ούτε και τότε προέβη στην τοποθέτηση stent, το οποίο, σύμφωνα με τις μαρτυρίες των χειρουργών Π. Κ. και 1. Μ., "Θα είχε ίσως άλλα αποτελέσματα". 2) Η δεύτερη χειρουργική επέμβαση αποφασίστηκε καθυστερημένα (25-6-2015) κατά τον ιατροδικαστή Σ. Τ., γεγονός που είχε ως συνέπεια την επιδείνωση της υγείας του θύματος. 3) Δεν έγινε εγκαίρως γαστροσκόπηση, παρά στις 25-6-2015, οπότε και δεν κατέστη δυνατό να υπάρχει πλήρης εικόνα της διαφυγής. Όμως στο αιτιολογικό της προσβαλλόμενης απόφασης, το οποίο εκκινεί από το σύνολο των αποδεικτικών μέσων, γίνεται αναλυτική αναφορά και αξιολογική συσχέτιση των μαρτύρων σε σχέση με την αναγκαιότητα και την επιλογή των υφισταμένων θεραπευτικών μεθόδων. Προκύπτει έτσι ότι το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο αξιολόγησε τις καταθέσεις των μαρτύρων που επικαλείται η έφεση, ήτοι των μαρτύρων Γ. Σ. και Σ. Τ., καθώς επίσης και όλων των άλλων μαρτύρων, τις συσχέτισε με το σύνολο των αποδείξεων και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι, λαμβανομένης υπόψη της κλινικής εικόνας του ασθενούς και της αιμοδυναμικής του κατάστασης, δεν συνέτρεχε στην κριθείσα περίπτωση η ανάγκη υιοθέτησης άλλης θεραπευτικής αγωγής από εκείνη που ακολουθήθηκε, τόσο διότι ήταν η in concreto ενδεδειγμένη (αρχικά η συντηρητική και όταν απαιτήθηκε, η ερευνητική λαπαροτομία), όσο και διότι δεν συνάγεται, πέραν πάσης αμφιβολίας, ότι αν προκρινόταν άλλη θεραπευτική μέθοδος σε ένα πρώιμο στάδιο, θα εξέλιπε ο κίνδυνος για τη ζωή του ασθενούς ή θα αποτρεπόταν με βεβαιότητα ο θάνατος. Εξάλλου η ασκηθείσα έφεση δεν αντικρούει τις ως άνω παραδοχές της εκκαλούμενης απόφασης, καθώς: α) Ουδόλως αντικρούεται η παραδοχή του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ότι για την αντιμετώπιση της επιπλοκής διαφυγής υπάρχουν περισσότερες θεραπευτικές μέθοδοι, εφαρμοζόμενες ανάλογα με την κατάσταση υγείας του ασθενούς, χωρίς να δίνεται προτεραιότητα επιλογής υπέρ της μιας ή της άλλης μεθόδου, β) Δεν αιτιολογείται σε τι συνίσταται η δήθεν εσφαλμένη παραδοχή του πρωτοβαθμίου Δικαστηρίου ότι η συντηρητική αγωγή ήταν η ενδεδειγμένη μέθοδος αντιμετώπισης με βάση την κατάσταση του ασθενούς σε αντίθεση με την πρώιμη διενέργεια δεύτερου χειρουργείου ή την τοποθέτηση stent, γ)

Παραλείπεται οποιαδήποτε αιτιολογημένη αναφορά στους λόγους για τους οποίους η παραδοχή ότι η διενέργεια γαστροσκόπησης στη διάρκεια της συντηρητικής αγωγής, θα μπορούσε να οδηγήσει σε διάσπαση της γραμμής συρραφής, γι' αυτό και έγινε αργότερα, συνιστά δήθεν εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, δ) Από κανένα σημείο της έκθεσης εφέσεως δεν εξηγείται πως προκύπτει με βεβαιότητα ότι αν προκρινόταν η εφαρμογή άλλης θεραπευτικής μεθόδου θα εξέλιπε ο κίνδυνος για τη ζωή του ασθενούς και θα απολειπόταν και το αποτέλεσμα του θανάτου. Από τα ανωτέρω εκτεθέντα προκύπτει ότι η υπό κρίση έφεση δεν έχει την απαιτούμενη από το νόμο ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, γιατί τα μεν αποδεικτικά στοιχεία που επικαλείται, υπολείπονται σε σχέση με εκείνα που ελήφθησαν υπόψη από το Πενταμελές Στρατοδικείο Θεσσαλονίκης, ενώ, παράλληλα, δεν αντικρούει με συλλογισμούς και σε συνδυασμό με τα αποδεικτικά μέσα, την εξενεχθείσα από το ως άνω Δικαστήριο κρίση του περί αθοίότητας του εν λόγω κατηγορουμένου. Επομένως η ασκηθείσα έφεση πρέπει να απορριφθεί ως απαράδεκτη, διότι στερείται ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, κατά το άρθρο 487 σε συνδ. με τα άρθρα 474, 476 και 498 ΚΠΔ". Με το ως άνω περιεχόμενο, όπως η έφεση του Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου περιέχει την απαιτούμενη, για το παραδεκτό της, κατά τη διάταξη του άρθρου 487 του ΚΠοινΔ, ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, αφού εκτίθενται σ' αυτή: α) οι, κατά την άποψη του εκκαλέσαντος την αθωωτική απόφαση Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, συγκεκριμένες πραγματικές πλημμέλειες, οι οποίες αποδίδονται στην πρωτοβάθμια αθωωτική απόφαση και ανάγονται τόσο σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων, όσο και σε μη εκτίμηση αποδεικτικών στοιχείων, όπως της από 10-11 -2015 ιατροδικαστικής γνωμοδότησης των Ιατροδικαστών Φ. Κ. και Σ. Τ., από την αξιολόγηση των οποίων αιτιολογείται από τον εκκαλέσαντα την αθωωτική απόφαση Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου η τέλεση από τον κατηγορούμενο της αξιόποινης πράξης για την οποία αυτός κατηγορείται, β) τα, κατά την ορθή εκτίμηση του εκκαλέσαντος την αθωωτική αυτή απόφαση Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, προκύψαντα από την ακροαματική πρωτοβάθμια διαδικασία πραγματικά περιστατικά, ένεκα των οποίων πληρούται η αντικειμενική και η υποκειμενική υπόσταση της αξιόποινης πράξης της ανθρωποκτονίας από αμέλεια από υπόχρεο σε ιδιαίτερη επιμέλεια και προσοχή, για την οποία (πράξη) κρίθηκε αθώος ο κατηγορούμενος και γ) τα αποδεικτικά μέσα, από τα οποία προέκυψαν αυτά, προσδιορίζονται δε οι λόγοι, για τους οποίους το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο οδηγήθηκε σε εσφαλμένη, κατά τον εκκαλέσαντα την αθωωτική απόφαση Αντεισαγγελέα, κρίση. Πιο συγκεκριμένα, όπως προκύπτει από την επιτρεπτή, για τις ανάγκες του αναιρετικού ελέγχου, επισκόπηση της πρωτοβάθμιας αθωωτικής απόφασης και των πρακτικών της, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία οδήγησαν το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο στην αθωωτική, για τον κατηγορούμενο, κρίση του, προκύπτουν ιδιαίτερα από τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία ειδικώς μνημονεύονται στο σκεπτικό του και συγκεκριμένα: 1) Τις καταθέσεις στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου: α) του Π. Κ., Συντ/ρχη (ΥΙ), Διευθυντή της Β' Χειρουργικής Κλινικής του 424 ΓΣΝΕ, β) του Α. Κ., Ειδικευόμενου στη Γενική Χειρουργική Ιατρού, γ) του Κ. Μ., Αναπληρωτή Καθηγητή Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δ) του Γ. Σ., Χειρουργού Ιατρού από τον κατάλογο πραγματογνωμόνων του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, ε) του Σ. Τ., Ιατροδικαστή, Ιατρού Δημόσιας Υγείας, στ) του Ι. Μ., Καθηγητή Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ζ) του Σ. Π., Ομότιμου Καθηγητή Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και η) του Ι. Κ., Καθηγητή Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, 2) τα ακόλουθα από τα αναγνωσθέντα έγγραφα: α) το με αριθμό 20141720 και ημερομηνία εισόδου 2-6-2015 Φύλλο Νοσηλείας της Β' Χειρουργικής Κλινικής του 424 ΓΣΝΕ και το ενημερωτικό σημείωμα με ημερομηνία εισόδου 25-6-2015 και β) τα πορίσματα των αξονικών τομογραφιών της 23-6-2015 και της 3-7-2015, καθώς και της γαστροσκόπησης της 25-6-2015 και 3) την απολογία του κατηγορουμένου. Περαιτέρω, τα πραγματικά περιστατικά, τα οποία, κατά την εκτίμηση του εκκαλέσαντος την αθωωτική απόφαση Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, προέκυψαν από την ακροαματική πρωτοβάθμια διαδικασία, στηρίζονται στα αποδεικτικά μέσα, τα οποία ειδικώς μνημονεύονται στην έκθεση έφεσης και συγκεκριμένα: 1) Στις καταθέσεις στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου: α) του Γ. Σ., Χειρουργού Ιατρού από τον κατάλογο πραγματογνωμόνων του Πρωτοδικείου Θεσσαλονίκης, β) του Σ. Τ., Ιατροδικαστή, Ιατρού Δημόσιας Υγείας, γ) του Σ. Π., Ομότιμου Καθηγητή Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, δ) του Ι. Κ., Καθηγητή Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ε) του Π. Κ., Συντ/ρχη (ΥΙ), Διευθυντή της Β' Χειρουργικής Κλινικής του 424 ΓΣΝΕ, στ) του Ι. Μ., Καθηγητή Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, ζ) του Κ. Μ., Αναπληρωτή Καθηγητή Χειρουργικής της Ιατρικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και η) του Ν. Μ., Αντ/χη (Ο) του 424 ΓΣΝΕ, 2) στα ακόλουθα από τα αναγνωσθέντα έγγραφα: α) σε έγγραφα του ιατρικού φακέλου του ασθενούς Γ. Α. και β) στην από 10-11-2015 ιατροδικαστική γνωμοδότηση των Ιατροδικαστών Φ. Κ. και Σ. Τ. και 3) στην απολογία του κατηγορουμένου.

Συνεπώς, όλα σχεδόν τα αποδεικτικά μέσα, τα οποία ειδικώς μνημονεύονται στο σκεπτικό της πρωτοβάθμιας αθωωτικής απόφασης αναφέρονται και στην έκθεση έφεσης του Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου. Με βάση τα πραγματικά περιστατικά, που προέκυψαν, κατά την εκτίμηση του εκκαλέσαντος την αθωωτική αυτή απόφαση Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, από την ακροαματική πρωτοβάθμια διαδικασία: Ο θάνατος του ασθενούς Γ. Α. συνδέεται με την οπή τριών (3) εκ. του στομάχου του και με την παράλειψη έγκαιρης αντιμετώπισης των διεγχειρητικών επιπλοκών κατά την επέμβαση επιμήκους γαστρεκτομής (λαπαροσκόπηση), στην οποία υποβλήθηκε ο ασθενής στις 3-6-2015, και την αναγκαία μετατροπή της σε ανοιχτή χειρουργική επέμβαση από τον κατηγορούμενο, εφόσον δε η λαπαροσκοπική επέμβαση που πραγματοποιήθηκε στις 3-6-2015 μετατράπηκε σε ανοιχτή, λόγω διεγχειρητικής αιμορραγίας, ο υπεύθυνος χειρουργός του ασθενούς (κατηγορούμενος) όφειλε να αντιμετωπίσει το σύνολο των αιτιών που προκάλεσαν την αιμορραγία στον ασθενή• ωστόσο, αυτός δεν αντιμετώπισε έγκαιρα τη διαφυγή από τη γραμμή συρραφής του στομάχου του ασθενούς ούτε κατά την μετέπειτα νοσηλεία του ασθενούς με αποτέλεσμα τη συνεχή διαφυγή περιεχομένου του στομάχου, την πρόκληση περιτονίτιδας και το θάνατο του ασθενούς λόγω σηπτικής καταπληξίας, συνεπεία της εν γένει καθυστερημένης και μη ορθής αντιμετώπισης και διαχείρισης του περιστατικού από τον κατηγορούμενο θεράποντα ιατρό του. Ειδικότερα, οι συγκεκριμένες πραγματικές πλημμέλειες, οι οποίες αποδίδονται στην πρωτοβάθμια αθωωτική απόφαση με την εν λόγω έφεση και ανάγονται σε εσφαλμένη εκτίμηση των αποδείξεων συνίστανται: 1) στο ότι ο κατηγορούμενος δεν μερίμνησε μετά την πρώτη χειρουργική επέμβαση για την έγκαιρη παρέμβαση για τη διακοπή της διαφυγής περιεχομένου του στομάχου, δεν έπρεπε δε να υιοθετήσει τη συντηρητική αγωγή, αλλά να επιχειρήσει άμεσα νέα χειρουργική επέμβαση για το κλείσιμο της οπής με συρραφή και να προβεί στην τοποθέτηση επενδεδυμένης αυτοδιατεινόμενης ενδοπρόθεσης (stent) προκειμένου να εμποδιστεί η διαφυγή. Αλλά και αν ακόμη ήθελε θεωρηθεί ως αρχικά επιβεβλημένη η συντηρητική αντιμετώπιση, ο κατηγορούμενος, παρά την επανεμφάνιση της διαφυγής, μετά τη γαστροσκόπηση και τη δεύτερη χειρουργική επέμβαση στις 25-6-2015, δεν προέβη ούτε και τότε στην τοποθέτηση stent, το οποίο, σύμφωνα με το μάρτυρα ειδικών γνώσεων, που κλήθηκε από το Δικαστήριο, Γ. Σ. και τον ειδικό Ιατροδικαστή Σ. Τ., θα εμπόδιζε τη διαφυγή και θα είχε αποκαταστήσει την υγεία του ασθενούς, 2) στο ότι η δεύτερη χειρουργική επέμβαση στις 25-6-2015 αποφασίστηκε καθυστερημένα, δηλαδή μετά την πάροδο είκοσι δύο ημερών, γεγονός που είχε ως συνέπεια την επιδείνωση της υγείας του ασθενούς και 3) στο ότι ο κατηγορούμενος παρέλειψε να προβεί έγκαιρα σε διαγνωστικές εξετάσεις και ειδικότερα: α) σε αξονικές τομογραφίες που θα βοηθούσαν για τη διάγνωση της κατάστασης του ασθενούς (οι φερόμενες ως διενεργηθείσες στις 8-6-2015 και 15-6-2015 αξονικές τομογραφίες δεν επιβεβαιώθηκαν από τον ιατρικό φάκελο του ασθενούς) και β) σε γαστροσκόπηση πριν από τις 25-6-2015 και, έτσι, δεν κατέστη δυνατό να υπάρξει νωρίτερα πλήρης εικόνα της διαφυγής, ενώ σε κάθε περίπτωση ο κατηγορούμενος θα μπορούσε να είχε αντιληφθεί το μέγεθος της οπής, με την μέθοδο της γαστρογραφίνης (σκιαγραφικού), που είναι απλούστερη και εξίσου αξιόπιστη εξέταση, σύμφωνα με τους μάρτυρες Γ. Σ. και Σ. Τ.. Ως προς τον ισχυρισμό του κατηγορουμένου ότι υπήρχε έλλειψη διαθέσιμου stent στο Νοσοκομείο και ότι δεν ήταν δυνατή η παραγγελία του στη Γαλλία λόγω των capital controls, διαλαμβάνεται στην έφεση ότι, κατά την κατάθεση του υπεύθυνου προμηθειών Αντ/χη (Ο) Ν. Μ.. το stent υπήρχε στην Ελλάδα, μόλις δε ο κατηγορούμενος παρήγγειλε αυτό, προκειμένου να τοποθετηθεί στον ασθενή για τον έλεγχο της εμμένουσας διαφυγής, η Διοίκηση του Νοσοκομείου το ενέκρινε άμεσα (την επόμενη ημέρα) και τοποθετήθηκε στον ασθενή εντός δύο ημερών από την παραγγελία του, στις 16-7-2015, αλλά δεν μπόρεσε να βοηθήσει τον ασθενή, διότι η σήψη πλέον ήταν πλήρης και η περιτονίτιδα δεδομένη και ότι υπήρχε πάντοτε δυνατότητα επιστροφής αυτού (stent) σε περίπτωση μη χρησιμοποίησης του. Από την ειδική αναφορά στην έκθεση της έφεσης της κατάθεσης του υπεύθυνου προμηθειών Αντ/χη (Ο) Ν. Μ., η οποία (κατάθεση) δεν μνημονεύεται ειδικώς στο σκεπτικό της πρωτοβάθμιας αθωωτικής απόφασης, και από το όλο περιεχόμενο της έφεσης προκύπτει, κατά τρόπο αναμφισβήτητο, ότι ο Αντεισαγγελέας του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου, κατά την άσκηση της εν λόγω έφεσης, έλαβε υπόψη του και εκτίμησε όλες τις μαρτυρικές καταθέσεις και όλα τα αναγνωσθέντα έγγραφα, παρόλο που δεν μνημόνευσε ρητώς όλα τα αποδεικτικά μέσα, αλλά εξήρε ορισμένα από αυτά για την αντίκρουση των συλλογισμών της εκκληθείσας αθωωτικής απόφασης. Από όλα αυτά και από το όλο περιεχόμενο της έφεσης προκύπτει ότι ο εκκαλέσας την αθωωτική απόφαση Αντεισαγγελέας του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου αντικρούει με αυτή (έφεση) επαρκώς με συλλογισμούς, σε συνδυασμό με τα αποδεικτικά μέσα, τις παραδοχές της πρωτοβάθμιας αθωωτικής απόφασης: α) ότι για την αντιμετώπιση της επιπλοκής της διαφυγής από τη γραμμή συρραφής του στομάχου, ως συνέπειας της εφαρμογής της λαπαροσκοπικής επέμβασης στην επιμήκη γαστρεκτομή υπάρχουν περισσότερες σύγχρονες θεραπευτικές μέθοδοι, ανάλογα, φυσικά, με την κατάσταση της υγείας του ασθενούς, χωρίς, όμως, να δίδεται σαφής προτεραιότητα επιλογής υπέρ της μίας ή της άλλης μεθόδου, β) ότι η συντηρητική αγωγή ήταν η ενδεδειγμένη για την κατάσταση της υγείας του ασθενούς μετά την πρώτη χειρουργική επέμβαση, γ) ότι η διενέργεια γαστροσκόπησης κατά τη διάρκεια της συντηρητικής αγωγής θα μπορούσε να οδηγήσει σε διάσπαση της γραμμής συρραφής και δ) ότι και αν προκρινόταν η εφαρμογή άλλης θεραπευτικής μεθόδου δεν θα εξέλιπε ο κίνδυνος για τη ζωή του ασθενούς. Εσφαλμένα, κατά συνέπεια, το Πενταμελές Αναθεωρητικό Δικαστήριο Θεσσαλονίκης απέρριψε, ως απαράδεκτη, λόγω έλλειψης ειδικής και εμπεριστατωμένης αιτιολογίας, την έφεση του Αντεισαγγελέα του Αναθεωρητικού Δικαστηρίου με την προσβαλλόμενη, κατά πλειοψηφία ληφθείσα, απόφασή του 56/2019, και, έτσι υπερέβη αρνητικώς την εξουσία του. Επομένως, ο μοναδικός λόγος της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης από το άρθρο 510 παρ. 1 στοιχ. Θ' του ΚΠοινΔ, με τον οποίο πλήττεται η προσβαλλόμενη απόφαση για αρνητική υπέρβαση εξουσίας, είναι βάσιμος. Κατ' ακολουθίαν τούτων, πρέπει, κατά παραδοχή της υπό κρίση αίτησης αναίρεσης, να αναιρεθεί στο σύνολό της η προσβαλλόμενη απόφαση και να παραπεμφθεί η υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, που εξέδωσε την αναιρούμενη απόφαση, συγκροτούμενο από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους, που είχαν δικάσει προηγουμένως (άρθρο 519 του ΚΠοινΔ).

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Αναιρεί την απόφαση 56/2019 του Πενταμελούς Αναθεωρητικού Δικαστηρίου Θεσσαλονίκης.

Παραπέμπει την υπόθεση για νέα συζήτηση στο ίδιο Δικαστήριο, το οποίο θα συγκροτηθεί από άλλους Δικαστές, εκτός από εκείνους, που δίκασαν προηγουμένως.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα στις 22 Μαρτίου 2021. Και
Δημοσιεύθηκε στην Αθήνα, σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στις 5 Απριλίου 2021.
Η ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ
Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ