Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

ΑΚΥΡΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ ΛΟΓΩ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΤΥΠΟΥ – ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΒΑΣΕΙ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΥ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΥ – Η ΑΚΥΡΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΣΥΝΙΣΤΑ ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΝΟΜΙΜΗΣ ΑΙΤΙΑΣ

ΜΕφΔωδεκ 22/2022 (Δωδεκανησιακή Νομολογία 2021, σελ. 329)


ΑΚΥΡΗ ΣΥΜΒΑΣΗΣ ΕΡΓΑΣΙΑΣ ΜΙΣΘΩΤΟΥ ΣΤΟΝ ΔΗΜΟΣΙΟ ΤΟΜΕΑ ΛΟΓΩ ΕΛΛΕΙΨΗΣ ΕΓΓΡΑΦΟΥ ΤΥΠΟΥ – ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΠΟΔΟΧΩΝ ΒΑΣΕΙ ΔΙΑΤΑΞΕΩΝ ΑΔΙΚΑΙΟΛΟΓΗΤΟΥ ΠΛΟΥΤΙΣΜΟΥ – Η ΑΚΥΡΗ ΣΥΜΒΑΣΗ ΣΥΝΙΣΤΑ ΤΗΝ ΕΛΛΕΙΨΗ ΝΟΜΙΜΗΣ ΑΙΤΙΑΣ - ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ ΕΝΕΧΕΤΑΙ ΝΑ ΑΠΟΔΩΣΕΙ ΤΗΝ ΩΦΕΛΕΙΑ ΠΟΥ ΑΠΕΚΟΜΙΣΕ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΚΥΡΗ ΣΥΜΒΑΣΗ – ΕΝΝΟΜΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ -Ο ενάγων προσέφερε την εργασία του, χωρίς ουδέποτε να έχει προσληφθεί νόμιμα από τον πρώτο εναγόμενο, καθώς δεν είχε τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία πρόσληψής του, δεδομένου ότι δεν τηρήθηκε ο έγγραφος τύπος, επομένως μεταξύ του ενάγοντος και του Δήμου Νισύρου είχε συναφθεί απλή σχέση εργασίας - Ο πρώτος εναγόμενος Δήμος Νισύρου, ο οποίος δεχόταν την παροχή της εργασίας του ενάγοντος για όλο το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, ωφελήθηκε από την παροχή αυτή, η οποία δόθηκε στο πλαίσιο άκυρης σύμβασης εργασίας, της σχετικής ωφέλειας συνισταμένης, στα ποσά που θα κατέβαλε εάν απασχολούσε άλλον υπάλληλο με τα ίδια προσόντα στην ίδια θέση κατά το επίδικο χρονικό διάστημα – Δεκτή η αγωγή (904, 648, 653 ΑΚ)


ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΔΩΔΕΚΑΝΗΣΟΥ
[Μεταβατική Έδρα ΚΩ]

Συγκροτήθηκε από το Δικαστή Πέτρο Πρέκα, Εφέτη, και τη Γραμματέα Ειρήνη Κωσταρέλου.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο της μεταβατικής του έδρας στην Κω στις 13 Οκτωβρίου 2021 για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Της εκκαλούσας: Οργανισμού Τοπικής Αυτοδιοίκησης με την επωνυμία «ΔΗΜΟΣ ΝΙΣΥΡΟΥ» που εδρεύει στο Μανδράκι Νισύρου και εκπροσωπείται νόμιμα, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Εμμανουήλ Χατζηάμαλλο, που προσκόμισε το υπ’ αριθμ. .../2021 γραμμάτιο προείσπραξης του Δ.Σ. Κω.
Του εφεσιβλήτου: ... του …, κατοίκου … Νισύρου, ο οποίος εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο του Δημήτριο-Παναγιώτη Δρόσο, που προσκόμισε το υπ’ αριθμ. .../2021 Ειδικό Γραμμάτιο Νομικής Βοήθειας του Δ.Σ. Κω.

Ο εφεσίβλητος άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κω σε βάρος (και) του εκκαλούντος την από 20-12-2017 και με αριθμό κατάθεσης .../2017 αγωγή, με την οποία ζήτησε να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν. Το δικαστήριο εκείνο, αφού δίκασε την παραπάνω αγωγή αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών διαφορών, εξέδωσε την υπ’ αριθμ. 48/2020 οριστική του απόφαση, με την οποία έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή. Την απόφαση αυτή προσέβαλε ο εναγόμενος με την από 24-2-2020 έφεση, που κατατέθηκε στο Πρωτοδικείο Κω με αριθμό …/2-6-2020 και προσδιορίστηκε να συζητηθεί, δυνάμει της από 2-6-2020 πράξης της Γραμματέα του Μεταβατικού Εφετείου Δωδεκανήσου, κατά τη δικάσιμο της 10-2-2021, οπότε αναβλήθηκε για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας. Κατά την τελευταία αυτή δικάσιμο, η υπόθεση εκφωνήθηκε από το πινάκιο και συζητήθηκε, ενώ οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων αναφέρθηκαν στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσαν.

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ

Η υπό κρίση έφεση κατά της υπ’ αριθμ. 48/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κω, που εκδόθηκε κατά την ειδική διαδικασία των περιουσιακών (εργατικών) διαφορών αντιμωλία των διαδίκων, έχει ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 495 παρ. 1, 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517, 518 παρ. 2 ΚΠολΔ), δεδομένου ότι ούτε από τη δικογραφία προκύπτει, ούτε οι διάδικοι επικαλούνται ότι έλαβε χώρα επίδοση της εκκαλούμενης απόφασης (σημειώνεται ότι ο εφεσίβλητος προσκομίζει με επίκληση τις από 14-2-2020 εκθέσεις επίδοσης του αρχιφύλακα ... προς τον εκκαλούντα και προς τον Δήμαρχο Νισύρου, από το περιεχόμενο όμως των οποίων δεν προκύπτει ποιο ήταν το αντικείμενο της επίδοσης), φέρεται δε παραδεκτά προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου το οποίο είναι καθ’ ύλη και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρο 19 ΚΠολΔ). Συνεπώς πρέπει να γίνει τυπικά δεκτή και να ερευνηθεί το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ.1 ΚΠολΔ) κατά την ίδια διαδικασία.

Στην κρινόμενη αγωγή, η οποία στρεφόταν κατά 1) του Δήμου Νισύρου και 2) του ... υπό την ιδιότητά του ως Δημάρχου Νισύρου, ο ενάγων εξέθεσε ότι προσλήφθηκε στις 27-5-2016 βάσει προφορικής σύμβασης εργασίας από τον δεύτερο εναγόμενο για να εργαστεί στο Γραφείο Κίνησης του Δήμου Νισύρου έναντι μηνιαίων αποδοχών 900 ευρώ, καθώς και ότι κατόπιν υπόδειξης του δευτέρου εναγομένου υπέγραψε 2 συμβάσεις εργασίας, οι οποίες όμως αφορούσαν παροχή εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου με αντισυμβαλλόμενους μία δημοτική επιχείρηση και μία ατομική επιχείρηση εμπορίας καυσίμων, η οποία είχε συνάψει υπεργολαβική σύμβαση με τον πρώτο εναγόμενο, σύμφωνα με τις διαβεβαιώσεις του δευτέρου. Ότι αν και ο τελευταίος του είχε υποσχεθεί ότι θα του κατέβαλε τη διαφορά μεταξύ των αποδοχών που προέβλεπαν οι ανωτέρω συμβάσεις και αυτών που είχε συμφωνήσει με τον δεύτερο εναγόμενο, εντούτοις αυτό ουδέποτε έγινε, καθώς εισέπραξε μόνον τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή χρηματικά ποσά, ενώ περαιτέρω στις 22-6-2017 και ενώ ο ίδιος βρισκόταν σε άδεια, του επιδόθηκε έγγραφο απόλυσης η οποία είναι για τον παραπάνω λόγο άκυρη. Ότι πέραν των οφειλομένων διαφορών αποδοχών, λόγω της αδικοπρακτικής συμπεριφοράς των εναγομένων προσβλήθηκε η προσωπικότητά του, ενώ εξάλλου ζημιώθηκε και λόγω της αδυναμίας του να εξεύρει εργασία από την απόλυσή του μέχρι την άσκηση της αγωγής. Με βάση τα παραπάνω, ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν τα αναλυτικά αναφερόμενα στην αγωγή χρηματικά ποσά που αποτελούν τις διαφορές των αποδοχών του και αποζημίωση απόλυσης, ανερχόμενα συνολικά σε 9.909,65 ευρώ, το ποσό των 5.400 ευρώ ως απολεσθέντα εισοδήματα και το ποσό των 7.000 ευρώ ως αποζημίωση για την ηθική βλάβη που υπέστη, ήτοι συνολικά το ποσό των 22.306,65 ευρώ. Επικουρικά, ο ενάγων ζήτησε να υποχρεωθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν σύμφωνα με τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού το ποσό των 9.906,65 ευρώ, ποσό κατά το οποίο ο πρώτος εναγόμενος κατέστη πλουσιότερος αφού δεν του το κατέβαλε αν και ο ίδιος προσέφερε την εργασία του, μετά βεβαιότητος δε θα το κατέβαλε σε άλλον εργαζόμενο. Το πρωτοβάθμιο δικαστήριο, αφού δίκασε την υπόθεση με παρόντες τους διαδίκους, εξέδωσε την 48/2020 οριστική του απόφαση, με την οποία α) απέρριψε την αγωγή στο σύνολό της κατά το μέρος που στεφόταν κατά του δευτέρου εναγομένου, β) απέρριψε την αγωγή ως προς τον πρώτο εναγόμενο ως προς την επικαλούμενη από τον ενάγοντα ζημία με βάση την αδικοπραξία, ως προς την αποζημίωση απόλυσης και ως προς το κονδύλιο της ηθικής βλάβης, σιωπηρά δε και ως προς το αιτούμενο κονδύλιο για απωλεσθέντα εισοδήματα και γ) έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή ως προς την επικουρική της βάση και υποχρέωσε τον πρώτο εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το συνολικό ποσό των 8.106,65 ευρώ με το νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής.

Κατά της παραπάνω απόφασης παραπονείται ήδη ο πρώτος εναγόμενος με την ένδικη έφεση και ζητεί την εξαφάνισή της και κατόπιν αυτού την απόρριψη της εναντίον του αγωγής, με τον μοναδικό αυτής λόγο, σύμφωνα με τον οποίο το πρωτοβάθμιο δικαστήριο εκτιμώντας πλημμελώς τις αποδείξεις δέχθηκε ότι μεταξύ του ενάγοντος και του πρώτου εναγομένου συνήφθη η επίμαχη σύμβαση εργασίας.

Ο γενικός κανόνας του άρθρου 904 του ΑΚ, κατά τον οποίο όποιος έγινε πλουσιότερος χωρίς νόμιμη αιτία από την περιουσία ή με ζημία άλλου έχει υποχρέωση να αποδώσει την ωφέλεια, που απορρέει από τις κοινωνικές αντιλήψεις περί ισότητας και επιεικείας, έχει εφαρμογή και για το Δημόσιο και τα Ν.Π.Δ.Δ., αφού γι αυτά δεν καθιερώνεται εξαίρεση με τη διάταξη αυτή ή με άλλη (ΑΠ 575/2018, ΑΠ 131/2015, ΕφΠατρ 357/2020, ΕφΑθ 157/2014, Τ.Ν.Π. Νόμος). Αυτό ισχύει και επί αξιώσεων από τη σχέση εργασίας, διότι δεν εισάγεται υπέρ του Δημοσίου εξαίρεση με το άρθρο 103 παρ. 2 του Συντάγματος, που απαγορεύει την πρόσληψη υπαλλήλου σε μη νομοθετημένη θέση. Η παρά την απαγόρευση αυτή ενέργεια, επαγόμενη την ακυρότητα της προσλήψεως, συνιστά απλώς τη βασική προϋπόθεση της ελλείψεως νόμιμης αιτίας, ένεκα της οποίας, εφόσον συντρέχουν και οι λοιπές προϋποθέσεις του άρθρου 904 ΑΚ, το Δημόσιο ενέχεται σε απόδοση της ωφελείας που προήλθε από την παρασχεθείσα σ` αυτό εργασία εκ της οποίας κατέστη πλουσιότερο. Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 84 εδαφ. α`, γ` και δ` του ν.δ. 321/1969 «περί Κώδικος Δημοσίου Λογιστικού”, για τη σύναψη συμβάσεως με το Δημόσιο απαιτείται η τήρηση εγγράφου τύπου. Αν δεν τηρηθεί ο τύπος αυτός η σύμβαση εργασίας που καταρτίζει το Δημόσιο με κάποιον εργαζόμενο είναι άκυρη. Τότε υπάρχει απλή σχέση εργασίας, για την οποία δεν οφείλεται μισθός, αλλά αποζημίωση κατά τις διατάξεις περί αδικαιολογήτου πλουτισμού των άρθρων 904 επ. ΑΚ. Επομένως, ο εργοδότης υποχρεούται να αποδώσει στον ακύρως απασχοληθέντα εργαζόμενο την αμοιβή την οποία αναγκαίως θα κατέβαλλε εάν ήταν έγκυρη η σύμβαση εργασίας υπό τις επικρατούσες στον τόπο της παροχής συνθήκες για την ίδια εργασία σε πρόσωπο με τις ικανότητες και τα προσόντα του απασχοληθέντος, χωρίς όμως να λαμβάνονται υπόψη τα επιδόματα γάμου, τέκνων και προϋπηρεσίας, δηλαδή επιδόματα που προσιδιάζουν στην προσωπική κατάσταση του μισθωτού, εφόσον αυτά δεν θα συνέτρεχαν αναγκαίως στο πρόσωπο του δυναμένου να απασχοληθεί εγκύρως μισθωτού (ΑΠ 575/2018, ΑΠ 82/2013, ΑΠ 186/2010, ΑΠ 250/2006, ΕφΠατρ 357/2020, ΕφΔωδ 64/2014, Τ.Ν.Π. Νόμος). Εξάλλου, και σε περίπτωση άκυρης σύμβασης εργασίας ο εργαζόμενος δικαιούται ευθέως εκ του νόμου και όχι με βάση τις διατάξεις περί αδικαιολόγητου πλουτισμού, τις αποδοχές αδείας και το επίδομα αδείας, την προσαύξηση 100% λόγω μη ικανοποιήσεως του εμπροθέσμως υποβληθέντος αιτήματος για λήψη κανονικής αδείας εντός του προβλεπομένου έτους και τα επιδόματα εορτών (ΑΠ 1242/2018, ΑΠ 556/2010, ΑΠ 206/2009, ΑΠ 797/2008, ΑΠ 1148/2004, ΕφΠατρ 357/2020, ΕφΠειρ 44/2015, Τ.Ν.Π. Νόμος, Λαναρά, Νομοθεσία Εργατική και Ασφαλιστική [2020], σελ. 25-26).

Στην προκείμενη περίπτωση, από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που προσκομίζουν και επικαλούνται νόμιμα οι διάδικοι, τα οποία λαμβάνονται υπόψη είτε προς άμεση απόδειξη είτε για τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 336 παρ. 3, 339 και 395 ΚΠολΔ), μερικά από τα οποία μνημονεύονται ειδικά παρακάτω, χωρίς, πάντως, να παραλείπεται κανένα κατά την εκτίμηση της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 386/2015, Τ.Ν.Π. Νόμος, ΑΠ 1804/2012, ΧρΙΔ 2013.372 - με την ειδικότερη επισήμανση ότι οι προσκομιζόμενες με επίκληση υπεύθυνες δηλώσεις του Ν. 1599/1986 του ... [από την πλευρά του εκκαλούντος] και των ..., ... και ... [από την πλευρά του εφεσιβλήτου], χρησιμεύουν ως μαρτυρίες τρίτων, καθώς εκ του χρόνου σύνταξής τους αλλά και του περιεχομένου τους, προκύπτει ότι δεν έγιναν σκόπιμα για να χρησιμοποιηθούν στην παρούσα δίκη -ΑΠ 34/2021, Τ.Ν.Π. Νόμος), αποδείχθηκαν, κατά το μέρος που η υπόθεση μεταβιβάζεται στο παρόν δικαστήριο με βάση το λόγο έφεσης, τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Κατόπιν προφορικής συνεννόησης του ενάγοντος με τον (μη διάδικο στην παρούσα δίκη και δεύτερο εναγόμενο της αγωγής) Δήμαρχο Νισύρου, ο ενάγων εργάστηκε κατά το χρονικό διάστημα από 27 Μαΐου 2016 έως τα μέσα Ιουνίου του 2017 με πλήρες ωράριο στο γραφείο κίνησης του Δήμου Νισύρου, το οποίο είχε συσταθεί με την υπ’ αριθμ. …/5-1-2015 απόφαση του Δημάρχου Νισύρου. Τα καθήκοντά του είχαν καθοριστεί από τον Δήμαρχο και σε αυτά περιλαμβάνονταν ο έλεγχος των καυσίμων και των δελτίων κίνησης των οχημάτων του Δήμου, καθώς και η καταγραφή των διαταγών πορείας των οχημάτων, οι οποίες στη συνέχεια υπογράφονταν από τον αρμόδιο αντιδήμαρχο, όπως τα ανωτέρω αποδεικνύονται από τα σχετικά έγγραφα που προσκομίζει με επίκληση ο εφεσίβλητος (σχετ. η από 19-9-2016 διαταγή πορείας-δελτίο κίνησης, καθώς και η με αριθμό …/1-8-2016 βεβαίωση του Δημάρχου Νισύρου, με την οποία ο Δήμαρχος βεβαιώνει ότι από 1-8-2016 για το γραφείο κίνησης στον τομέα των καυσίμων και για την παραλαβή αυτών, τα δελτία παραλαβής θα υπογράφονται από τον ενάγοντα). Τα παραπάνω, αποδεικνύονται επίσης και από τη σαφή κατάθεση του μάρτυρα που εξετάστηκε με επιμέλεια του ενάγοντος στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, υπαλλήλου του πρώτου εναγομένου, ο οποίος, υπό την ιδιότητα του υπευθύνου του συνεργείου του Δήμου Νισύρου, βεβαίωσε κατηγορηματικά το γεγονός της καθημερινής εργασίας του ενάγοντος στο γραφείο κίνησης, καθώς και της αποδοχής του τελευταίου από όλους τους υπαλλήλους του δήμου ως συναδέλφου τους, κάτι που άλλωστε επιβεβαιωνόταν και από συγκεκριμένα γεγονότα, όπως επί παραδείγματι από τον ορισμό του ενάγοντος ως αναπληρωτή του υπευθύνου του γραφείου κίνησης (σχετ. το υπ’ αριθμ. …/10-6-2016 έγγραφο της Διεύθυνσης Διοικητικού του πρώτου εναγομένου, με το οποίο ο δήμαρχος όρισε τον ενάγοντα ως αναπληρωτή του ... ως υπεύθυνο στο εν λόγω γραφείο, κατά το διάστημα απουσίας του τελευταίου), ή από την αίτηση του ενάγοντος για την έγκριση 48ωρης άδειας από την εργασία του, την οποία ενέκρινε ο δήμαρχος Νισύρου (σχετ. το άνευ ημερομηνίας έγγραφο αίτημα που προσκομίζει με επίκληση ο ενάγων και η επ’ αυτού υπογραφή του δημάρχου με την οποία ενέκρινε το αίτημα).

Στην πραγματικότητα όμως, ο ενάγων προσέφερε την εργασία του σύμφωνα με τα προαναφερόμενα, χωρίς ουδέποτε να έχει προσληφθεί νόμιμα από τον πρώτο εναγόμενο, καθώς δεν είχε τηρηθεί η νόμιμη διαδικασία πρόσληψής του, δεδομένου ότι δεν τηρήθηκε ο έγγραφος τύπος, επομένως μεταξύ του ενάγοντος και του Δήμου Νισύρου είχε συναφθεί απλή σχέση εργασίας, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη νομική σκέψη που προηγείται. Για να καλυφθεί αυτό το κενό, κατόπιν συνεννόησης του ενάγοντος με τον δεύτερο εναγόμενο, ο ενάγων υπέγραψε δύο συμβάσεις εξαρτημένης εργασίας, ήτοι μία σύμβαση με αντισυμβαλλομένη τη δημοτική επιχείρηση «... Α.Ε. ΟΤΑ» (σχετ. το από 6-7-2016 έντυπο αναγγελίας πρόσληψης) και την από 19-10-2016 σύμβαση μερικής απασχόλησης αορίστου χρόνου με την ατομική επιχείρηση εμπορίας καυσίμων του ... με έδρα τη … Αττικής. Η τελευταία είχε συνάψει με το Δημοτικό Λιμενικό Ταμείο Κω την …/2016 σύμβαση με αντικείμενο τον καθαρισμό των χώρων και κτιρίων αρμοδιότητας του Δήμου Νισύρου για χρονικό διάστημα 12 μηνών.

Παρά το γεγονός ότι ο ενάγων φαινόταν τυπικά εργαζόμενος για λογαριασμό των δύο προαναφερομένων εργοδοτών, εντούτοις, με βάση τα στοιχεία που αναφέρθηκαν αμέσως παραπάνω, ο ίδιος προσέφερε την εργασία του στο γραφείο κίνησης του Δήμου Νισύρου, ο οποίος είναι και ο πραγματικός εργοδότης του. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο έντυπο αναγγελίας πρόσληψης στη ..., ο ενάγων αναφέρεται ότι είχε καθήκοντα «καμαριέρας σε ξενοδοχεία και οικίες”, γεγονός το οποίο, σε συνδυασμό με την απουσία οποιουδήποτε σχετικού ισχυρισμού των εναγομένων και τώρα του πρώτου εξ αυτών – εκκαλούντος, καταδεικνύει ότι η σύμβαση αυτή δεν ανταποκρίνεται στις πραγματικές συνθήκες παροχής εργασίας του ενάγοντος. Ενισχυτικό της ανωτέρω θέσης είναι και το γεγονός ότι στις 24-10-2016, ήτοι σε χρονικό σημείο κατά το οποίο ήταν σε ισχύ η σύμβαση μερικής απασχόλησης με την επιχείρηση του ..., διενεργήθηκε έλεγχος στον πρώτο εναγόμενο από κλιμάκιο του ΕΦ.Κ.Α., κατά τον οποίο βρέθηκαν εργαζόμενοι στο Γραφείο Κίνησης του Δήμου Νισύρου οι ... και ... (ενάγων), συντάχθηκε δε αυθημερόν σχετικό δελτίο ελέγχου, όπου αναφέρεται ότι ο ενάγων αποτελεί εργαζόμενο του πρώτου εναγομένου με ειδικότητα υπαλλήλου γραφείου και καθαρές αποδοχές 900 ευρώ μηνιαίως.

Είναι δε προφανές ότι ο ενάγων δεν είχε κανένα προφανή λόγο να δηλώσει ότι απασχολείτο στο Δήμο Νισύρου, παρότι πρόσφατα είχε υπογράψει ατομική σύμβαση εργασίας με τον Δ. Πουλόπουλο, εάν δεν υπήρχε η σχετική συνεννόηση με τον δήμαρχο Νισύρου περί της εργασιακής του κατάστασης, περιεχόμενο της οποίας ήταν η παροχή της εργασίας του ενάγοντος υπέρ του πρώτου εναγομένου. Επισημαίνεται ότι κατά της σχετικής πράξης επιβολής προστίμου που επιβλήθηκε στον πρώτο εναγόμενο, ο τελευταίος έχει ασκήσει την από 15-11-2016 προσφυγή, χωρίς όμως να είναι γνωστό το αποτέλεσμα αυτής, καθώς στη δικογραφία δεν περιέχεται κανένα σχετικό στοιχείο. Ομοίως, είναι προφανές ότι τα ανωτέρω (ήτοι, η αδυναμία νόμιμης πρόσληψης του ενάγοντος στο Δήμο Νισύρου με βάση μόνον την προφορική συμφωνία με το δήμαρχο) ήταν σε γνώση του ενάγοντος, ο οποίος συμμετείχε στη μεθόδευση της υπογραφής των παραπάνω εικονικών συμβάσεων εργασίας, γνωρίζοντας ότι η μεθόδευση αυτή έλαβε χώρα προκειμένου ο δεύτερος εναγόμενος να συνδράμει, κατά το μέτρο του δυνατού, στην αντιμετώπιση του βιοποριστικού προβλήματος του ενάγοντος με τον παραπάνω τρόπο. Γι’ αυτό το λόγο άλλωστε, όταν του κοινοποιήθηκε το προαναφερόμενο έγγραφο περί της ανάθεσης σε αυτόν της αρμοδιότητας υπογραφής των εγγράφων σχετικά με την παραλαβή των καυσίμων, ο ίδιος αρνήθηκε, αιτιολογώντας την άρνησή του αναφέροντας στον δεύτερο εναγόμενο ότι δεν είχε δικαίωμα υπογραφής διότι δεν είναι τακτικός δημοτικός υπάλληλος.

Τέλος, αποδείχθηκε ότι στις 15-6-2017 ο ενάγων σταμάτησε να παρέχει την εργασία του στον πρώτο εναγόμενο, καθώς η αορίστου χρόνου ατομική σύμβαση εργασίας του με την επιχείρηση του ... καταγγέλθηκε, κατόπιν ενός περιστατικού που είχε ως αποτέλεσμα την αντιδικία του ενάγοντος με τον δημοτικό σύμβουλο ..., όπως κατέθεσε λεπτομερώς ο μάρτυρας απόδειξης στο ακροατήριο του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου. Έκτοτε, κατόπιν σχετικής εντολής του δημάρχου, ο ενάγων δεν γινόταν δεκτός στο χώρο εργασίας του. Κατά συνέπεια, ο πρώτος εναγόμενος Δήμος Νισύρου, ο οποίος δεχόταν την παροχή της εργασίας του ενάγοντος για όλο το προαναφερόμενο χρονικό διάστημα, ωφελήθηκε από την παροχή αυτή, η οποία δόθηκε στο πλαίσιο άκυρης σύμβασης εργασίας, της σχετικής ωφέλειας συνισταμένης, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στην οικεία νομική σκέψη, στα ποσά που θα κατέβαλε εάν απασχολούσε άλλον υπάλληλο με τα ίδια προσόντα στην ίδια θέση κατά το επίδικο χρονικό διάστημα. Το πρωτοβάθμιο συνεπώς δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση έκανε εν μέρει δεκτή την αγωγή και υποχρέωσε τον πρώτο εναγόμενο να καταβάλει στον ενάγοντα το αναφερόμενο στο διατακτικό της χρηματικό ποσό (το ύψος του οποίου δεν προσβλήθηκε με λόγο έφεσης, επομένως δεν μεταβιβάστηκε στο παρόν δικαστήριο κατ’ άρθρο 522 του ΚΠολΔ), δεν έσφαλε κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις που τέθηκαν υπόψη του. Γι’ αυτό, ο μοναδικός λόγος της κρινόμενης έφεσης με τον οποίο υποστηρίζονται τα αντίθετα, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος.

Κατ’ ακολουθίαν όλων των προαναφερομένων, και αφού δεν υπάρχει άλλος λόγος έφεσης προς έρευνα, η κρινόμενη έφεση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη, ενώ τα δικαστικά έξοδα για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας πρέπει να επιβληθούν σε βάρος του εκκαλούντος λόγω της ήττας του (άρθρα 176, 183, 189 παρ. 1, 191 παρ. 2 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Δικάζει με παρόντες τους διαδίκους.

Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την έφεση κατά της 48/2020 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Κω (ειδική διαδικασία περιουσιακών διαφορών [εργατικές διαφορές]).

Επιβάλει σε βάρος του εκκαλούντος τα δικαστικά έξοδα του εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε τριακόσια (300) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στη Ρόδο σε έκτακτη και δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στις 17-1-2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους, με παρούσα τη Γραμματέα του Εφετείου Δωδεκανήσου Δέσποινα Μαυροειδή.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ