Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ. ΑΚΥΡΩΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΛΟΓΩ ΑΝΤΙΘΕΣΗΣ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ.

Α.Π. 850/2021 (Γ, ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ)


ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΚΕΣ ΔΙΑΦΟΡΕΣ. ΑΚΥΡΩΣΗ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΑΘΗΚΗΣ ΛΟΓΩ ΑΝΤΙΘΕΣΗΣ ΣΤΑ ΧΡΗΣΤΑ ΗΘΗ. Προσκρούει στα χρηστά ήθη η διάταξη τελευταίας βουλήσεως, όχι απλώς επειδή το πρόσωπο που τιμάται με αυτή είναι ανήθικο ή αισχρό, αλλά όταν ο τρόπος της κατάληψης ή τα περιστατικά που τη συνοδεύουν, μαρτυρούν ηθική διαστροφή ή κατάπτωση ή πώρωση του διαθέτη, ή η τελευταία αυτή διάταξη, με τον τρόπο που έγινε, συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περιφρόνησης του διαθέτη έναντι εγγυτάτων προσώπων της νόμιμης οικογένειάς του∙ επίσης, εάν συνιστά προϊόν απόλυτης ψυχικής και συναισθηματικής εξάρτησης, έστω και έμμεσο εξαναγκασμό. Κρίση ότι η αναιρεσείουσα εκμεταλλευόμενη την ανασφάλεια και την ανάγκη που είχε η κληρονομούμενη από τις υπηρεσίες της λόγω της μεγάλης ηλικίας της και των προβλημάτων υγείας της και, συνακόλουθα, την εξάρτησή της από αυτήν, προέτρεψε και έπεισε αυτήν να προβεί στη σύνταξη της επίδικης τρίτης διαθήκης, εξαναγκάζοντας την, στην πραγματικότητα, να εγκαταστήσει την ίδια και τα δύο της τέκνα κληρονόμους της στο σύνολο της περιουσίας της. Απορρίπτει αίτηση αναίρεσης [178, 1710 παρ. 2, 1712 ΑΚ].


ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ

Γ' Πολιτικό Τμήμα

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές: Ασπασία Μαγιάκου, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Παπανδρέου, Μαρία Μουλιανιτάκη, Μαρουλιώ Δαβίου-Απέργη, Μαρία Κουφούδη-Εισηγήτρια, Αρεοπαγίτες.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του, στις 3 Φεβρουαρίου 2021, με την παρουσία και του Γραμματέα Παναγιώτη Μπούκη, για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:

Της αναιρεσείουσας - καθού η κλήση: Φ. χήρας Γ. Π., το γένος Α. Κ., κατοίκου …, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Δημήτριο Σαραφιανό με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και κατέθεσε προτάσεις.

Των αναιρεσιβλήτων - καλούντων: 1) Ι. Α. του Ν., 2) Δ. Χ. του Κ., κατοίκων …, οι οποίοι εκπροσωπήθηκαν από την πληρεξούσια δικηγόρο τους Χριστίνα Βρεττού με δήλωση κατ' άρθρο 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και κατέθεσαν προτάσεις.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 28-4-2016 αγωγή των ήδη αναιρεσιβλήτων, που κατατέθηκε στο Πολυμελές Πρωτοδικείο Τριπόλεως. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 9/2017 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου και 8/2019 του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου. Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 15-7-2019 αίτησή της.
Κατά τη συζήτηση της αίτησης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν, όπως σημειώνεται πιο πάνω.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ

Φέρεται με την από 20-5-2020 κλήση των αναιρεσιβλήτων, η από 15-7-2019 αίτηση αναιρέσεως κατά της υπ' αριθ. 8/2019 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου, η συζήτηση της οποίας κατά την ορισθείσα 20-5-2020, ματαιώθηκε, λόγω αναστολής των εργασιών των δικαστηρίων, βάσει της υπ' αριθ. ΔΙα/ΓΠ.οικ. 30340 ΚΥΑ (ΦΕΚ Β' 1857/15.5.2020). Η αίτηση αναίρεσης ασκήθηκε νομότυπα και εμπρόθεσμα (άρθρα 552, 553, 556, 558, 564 και 566 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), είναι συνεπώς παραδεκτή (άρθρ. 577 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθρο 577 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ).

Η διαδικαστική πορεία της υποθέσεως, έχει, κατ’ επιτρεπτή, κατά το άρθρο 561 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ, επισκόπηση των διαδικαστικών εγγράφων, ως εξής: Με την ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Τριπόλεως από 28-4-2016 αγωγή κατά της αναιρεσείουσας, οι αναιρεσίβλητοι ζητούσαν να αναγνωριστεί η ακυρότητα της υπ' αριθ. …/….9.2015 δημόσιας διαθήκης της Συμβολαιογράφου Τριπόλεως Αλεξάνδρας Ιωάννη Σταθοπούλου, καθόσον η διαθέτης κατά τον χρόνο σύνταξης της, βρισκόταν σε ψυχική και διανοητική διαταραχή που περιόριζε αποφασιστικά τη λειτουργία της βούλησης της, άλλως ως αντίθετη στα χρηστά ήθη, κατ' άρθ. 178 του Κ.Πολ.Δ. Επί της αγωγής αυτής το Πολυμελές Πρωτοδικείο Τρίπολης, με την 9/2017 απόφασή του, αφού δίκασε κατά την τακτική διαδικασία, απέρριψε ως αβάσιμη την κύρια βάση της αγωγής και έκανε δεκτή την αγωγή ως προς την επικουρική της βάση. Κατά της πρωτόδικης αυτής απόφασης η εναγομένη και ήδη αναιρεσείουσα άσκησε την από 26-5-2017 έφεσή της, ενώπιον του Εφετείου Ναυπλίου, επί της οποίας το Εφετείο εξέδωσε κατά την τακτική διαδικασία, αντιμωλία των διαδίκων την υπ' αριθ. 8/2019, απόφαση του, με την οποία δέχθηκε τυπικά και απέρριψε κατ' ουσίαν την έφεση.

Κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1 εδ. α του Κ.Πολ.Δ αναίρεση επιτρέπεται, μόνον, αν παραβιάσθηκε κανόνας του ουσιαστικού δικαίου, στον οποίο περιλαμβάνονται και οι ερμηνευτικοί κανόνες των δικαιοπραξιών, αδιάφορο αν πρόκειται για νόμο ή έθιμο ελληνικό ή ξένο, εσωτερικού ή διεθνούς δικαίου. Ο κανόνας δικαίου παραβιάζεται, αν δεν εφαρμοσθεί, ενώ συνέτρεχαν οι πραγματικές προϋποθέσεις για την εφαρμογή του, ή εάν εφαρμοσθεί, ενώ δεν συνέτρεχαν οι προϋποθέσεις αυτές, καθώς και εάν εφαρμοσθεί εσφαλμένα, η δε παραβίαση εκδηλώνεται είτε ως ψευδής ερμηνεία του κανόνα δικαίου, δηλαδή) όταν το δικαστήριο της ουσίας προσέδωσε σε αυτόν έννοια διαφορετική από την αληθινή, είτε ως κακή εφαρμογή, ήτοι εσφαλμένη υπαγωγή σ' αυτόν των περιστατικών της ατομικής περίπτωσης που καταλήγει σε εσφαλμένο συμπέρασμα με τη μορφή του διατακτικού (Ολ.Α.Π 1/2016, 2/2013). Με τον παραπάνω λόγο αναίρεσης, ελέγχονται τα σφάλματα του δικαστηρίου της ουσίας κατά την εκτίμηση της νομικής βασιμότητας της αγωγής και των ισχυρισμών (ενστάσεων) των διαδίκων, καθώς και τα νομικά σφάλματα του ανωτέρω δικαστηρίου κατά την έρευνα της ουσίας της διαφοράς.

Στην τελευταία, δε, περίπτωση, η παραβίαση του κανόνα αυτού ελέγχεται από τον Άρειο Πάγο αποκλειστικώς και μόνο με βάση τα πραγματικά περιστατικά που δέχεται το δικαστήριο της ουσίας ότι αποδείχθηκαν ή ότι δεν αποδείχθηκαν (Α.Π 19/2020). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 19 του Κ.Πολ.Δ αναίρεση επιτρέπεται αν η απόφαση δεν έχει νόμιμη βάση και, ιδίως, αν δεν έχει καθόλου αιτιολογίες ή έχει αιτιολογίες αντιφατικές ή ανεπαρκείς σε ζήτημα που ασκεί ουσιώδη επιρροή στην έκβαση της δίκης. Από τη διάταξη αυτή, η οποία αποτελεί κύρωση της παράβασης του άρθρου 93 παρ. 3 εδ. α του Συντάγματος που επιτάσσει ότι κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να είναι ειδικά και εμπεριστατωμένα αιτιολογημένη, προκύπτει ότι ο προβλεπόμενος από αυτή λόγος αναίρεσης ιδρύεται όταν στην ελάσσονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού δεν εκτίθενται καθόλου πραγματικά περιστατικά "έλλειψη αιτιολογίας", ή όταν τα εκτιθέμενα δεν καλύπτουν όλα τα στοιχεία που απαιτούνται βάσει του πραγματικού του εφαρμοστέου κανόνα ουσιαστικού δικαίου για την επέλευση της έννομης συνέπειας που απαγγέλθηκε ή την άρνησή της "ανεπαρκής αιτιολογία" ή όταν αντιφάσκουν μεταξύ τους "αντιφατική αιτιολογία" (Ολ.Α.Π 1/2020).

Εξάλλου, σύμφωνα με το άρθρο 559 αριθ. 1β' ΚΠολΔ, η παράβαση των διδαγμάτων της κοινής πείρας αποτελεί λόγο αναίρεσης, μόνο αν τα διδάγματα αυτά αφορούν την ερμηνεία κανόνων δικαίου ή την υπαγωγή των πραγματικών γεγονότων σε αυτούς. Κατά την αληθινή έννοια της διάταξης αυτής, ο λόγος αναίρεσης που η εν λόγω διάταξη προβλέπει, ιδρύεται, μόνον όταν το δικαστήριο της ουσίας χρησιμοποιεί εσφαλμένα ή παραλείπει να χρησιμοποιήσει τα διδάγματα της κοινής πείρας, δηλαδή τις γενικές και αφηρημένες αρχές για την εξέλιξη των πραγμάτων, που αντλούνται από την εμπειρική πραγματικότητα με τη βοήθεια της επιστημονικής έρευνας ή της επαγγελματικής ενασχόλησης και έχουν γίνει κοινό κτήμα, για την ανεύρεση, με βάση αυτά, της αληθινής έννοιας κανόνα δικαίου, ιδίως όταν αυτός περιέχει νομικές έννοιες ή για την υπαγωγή ή όχι σε αυτόν των πραγματικών γεγονότων της διαφοράς και όχι όταν το δικαστήριο παραβιάζει τα διδάγματα αυτά κατά την εκτίμηση των αποδείξεων και των πραγματικών γεγονότων, δηλαδή της ουσίας της υπόθεσης (ΑΠ 208/2011), τη συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (ΑΠ 120/2004), την ερμηνεία της δικαιοπραξίας ή την εκτίμηση της αποδεικτικής αξίας των αποδεικτικών μέσων (ΟλΑΠ 10/2005).

Τέλος σύμφωνα με το άρθρο 559 αριθ. 8 του Κ.Πολ.Δ Αναίρεση επιτρέπεται, μόνο αν το δικαστήριο παρά το νόμο, έλαβε υπόψη του πράγματα που δεν προτάθηκαν ή δεν έλαβε υπόψη του πράγματα, που προτάθηκαν και έχουν ουσιώδη επίδραση στην έκβαση της δίκης. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, ως "πράγματα" θεωρούνται οι πραγματικοί ισχυρισμοί των διαδίκων που έχουν αυτοτελή ύπαρξη και τείνουν στη θεμελίωση, κατάλυση ή παρακώλυση ουσιαστικού ή δικονομικού δικαιώματος, που ασκήθηκε είτε ως επιθετικό είτε ως αμυντικό μέσο και άρα στηρίζουν το αίτημα αγωγής, ανταγωγής, ένστασης ή αντένστασης (Ολομ.Α.Π 25/2003, Ολομ.Α.Π 3/1997). Δεν αποτελούν "πράγματα" η άρνηση αιτιολογημένη ή όχι αγωγής, ανταγωγής ή ενστάσεως ή τα επιχειρήματα ή συμπεράσματα των διαδίκων ή του δικαστηρίου που αντλούνται από το νόμο ή από την εκτίμηση των αποδείξεων και που δεν έχουν "αυτοτέλεια" (Ολομ.Α.Π 469/1984), έστω και αν προτείνονται ως λόγοι έφεσης.

Τούτο διότι το "πραγματικό επιχείρημα" δεν έχει αυτοτελή ύπαρξη, αλλά τείνει απλώς σε επίρρωση ή απόκρουση απόδειξης του πραγματικού ισχυρισμού, αναφερόμενο στο οντολογικό μέρος του. Ούτε αποτελούν πράγματα οι νομικοί ισχυρισμοί που αφορούν στην ερμηνεία και εφαρμογή των κανόνων δικαίου, ούτε και η επιχειρηματολογία του διαδίκου (Ολομ.Α.Π 3/1997, ΑΠ 107/2020). Από το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 173 και 1781 ΑΚ συνάγεται ότι κατά την ερμηνεία των διαθηκών (επί της οποίας δεν έχουν εφαρμογή τα κριτήρια του άρθρου 200 ΑΚ) αναζητείται, χωρίς προσήλωση στις λέξεις, η αληθινή βούληση του διαθέτη, κατά την υποκειμενική τούτου άποψη και όχι κατά την αντικειμενική έννοια, υπό την οποία θα την αντιλαμβάνονταν οι τρίτοι κατά τη συναλλακτική καλή πίστη, πλην έδαφος για τέτοια ερμηνεία παρέχεται, μόνον αν είναι ασαφές το έγγραφο της διαθήκης, οπότε μπορούν να ληφθούν υπόψη και στοιχεία εκτός αυτής κείμενα, όχι δε και όταν, κατά την ανέλεγκτη αναιρετικώς κρίση του δικαστηρίου της ουσίας, από το περιεχόμενο της διαθήκης, και μόνο, και χωρίς τίποτε άλλο προκύπτει με σαφήνεια αυτό που ο διαθέτης θέλησε.

Συνεπώς, προσφυγή σε ερμηνεία της διαθήκης συγχωρείται μόνον' εάν το δικαστήριο της ουσίας διαπιστώσει, έστω και εμμέσως, κενό ή ασάφεια στο περιεχόμενο της διαθήκης. Εξάλλου, κατά την πιο πάνω διάταξη του άρθρου 559 αριθ. 1α ΚΠολΔ, παραβιάζονται οι ερμηνευτικοί κανόνες, όταν το δικαστήριο της ουσίας, παρά τη διαπίστωση, έστω και έμμεσα, κενού, ασάφειας ή αμφιβολίας, σχετικά με την έννοια της δήλωσης τελευταίας βούλησης του διαθέτη, παραλείπει να προσφύγει σε αυτούς για τη διαπίστωση της αληθινής έννοιας της (Ολ.ΑΠ 26/2004) ή να παραθέσει στην απόφασή του τα πραγματικά εκείνα στοιχεία, από τα οποία προκύπτει η εφαρμογή τους ή προβαίνει σε κακή εφαρμογή τους ή όταν προσφεύγει στην εφαρμογή των διατάξεων αυτών και στη συμπλήρωση ή ερμηνεία της αληθινής βούλησης του διαθέτη, παρόλο που δέχεται, επίσης ανέλεγκτα, ότι αυτή είναι πλήρης και σαφής και δεν έχει ανάγκη συμπλήρωσης ή ερμηνείας ή και στην περίπτωση που, αν και προσέφυγε σε ερμηνεία της διαθήκης, δεν αναζήτησε, ακόμη και λαμβάνοντας στοιχεία εκτός αυτής, την αληθινή βούληση του διαθέτη, κατά την υποκειμενική αυτού άποψη, αλλά ερμήνευσε τη βούλησή του αντικειμενικά, κατά την συναλλακτική καλή πίστη, όπως την εκλαμβάνουν οι τρίτοι (ΑΠ 1179/2010, ΑΠ 1182/2010).

Περαιτέρω, έμμεση διαπίστωση κενού ή αμφιβολίας, σχετικά με τη δήλωση τελευταίας βούλησης του διαθέτη, προκύπτει και όταν, παρά τη ρητή διαβεβαίωση για την ανυπαρξία τους, το δικαστήριο προβαίνει σε ερμηνεία της αληθινής βούλησής του, από την οποία αποκαλύπτεται ότι αντιμετώπισε κενό ή αμφιβολία ως προς την έννοια της, συνεπεία των οποίων δημιουργήθηκε η ανάγκη προσφυγής στην ερμηνεία της. Η έμμεση αυτή διαπίστωση κενού ή αμφιβολίας μπορεί να προκύπτει από το γεγονός ότι το δικαστήριο για την διαπίστωση της αληθινής βούλησης του διαθέτη, έλαβε υπόψη και άλλα στοιχεία, που βρίσκονται εκτός του κειμένου της διαθήκης ή χρησιμοποίησε επιχειρήματα. Αντίθετα, τόσο η κρίση του δικαστηρίου για την ύπαρξη κενού ή ασάφειας στη δήλωση του διαθέτη, όσο και η μετά τη διαπίστωση αυτή κρίση για την αληθινή βούληση του διαθέτη, ως κρίσεις αναγόμενες σε εκτίμηση πραγματικών γεγονότων, δεν υπόκεινται, σύμφωνα με το άρθρο 561 παρ. 1 ΚΠολΔ, στον έλεγχο τον Αρείου Πάγου. (Α.Π 97/2019).

Επίσης, εκ πλαγίου παραβίαση των ερμηνευτικών διατάξεων των παραπάνω άρθρων υπάρχει, οπότε ιδρύεται ο λόγος αναίρεσης του άρθρου 559 αριθ. 19 ΚΠολΔ, όταν, παρ' ότι διαπιστώθηκε η ανάγκη ερμηνείας, κενό, δηλαδή, ή ασάφεια της δήλωσης βουλήσεως που περιέχεται στη διαθήκη, οι εν λόγω διατάξεις εφαρμόσθηκαν κατά τρόπο που καθιστά ανέφικτο τον αναιρετικό έλεγχο για την ορθή εφαρμογή τους, όπως όταν δεν εκτίθενται στην απόφαση με σαφήνεια και πληρότητα όλα τα πραγματικά περιστατικά που αποδείχθηκαν για το σκοπό εξεύρεσης της αληθινής βούλησης του διαθέτη (ΑΠ 105/2013). Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 178 ΑΚ, η διάταξη της τελευταίας βουλήσεως, είναι άκυρη, αν το περιεχόμενο αυτής αντιβαίνει στα χρηστά ήθη. Για την κρίση ως προς την αντίθεση διάταξης τελευταίας βούλησης προς τα χρηστά ήθη, λαμβάνονται υπόψη, το περιεχόμενο και τα αποτελέσματα της διάταξης, τα αίτια, που κίνησαν το διαθέτη, ο σκοπός, τον οποίο αυτός επιδιώκει και, γενικώς, το σύνολο των περιστάσεων και συνθηκών, που συνοδεύουν τη διάταξη.

Από, δε, το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 1710 παρ. 2, 1712 ΑΚ προκύπτει ότι το δίκαιο αναγνωρίζει και στο χώρο του κληρονομικού δικαίου την αρχή της ελευθερίας της βούλησης, έκφραση της οποίας συνιστά το δικαίωμα του προσώπου να ρυθμίζει, κατά τη βούληση του, την τύχη της περιουσίας του για το χρόνο μετά το θάνατο του, με τους περιορισμούς φυσικό των διατάξεων της νόμιμης μοίρας και το φραγμό της διάταξης του άρθρου 178 ΑΚ. (Α.Π 370/017).

Συνεπώς, σύμφωνα με τις αρχές που θεσπίζουν οι παραπάνω διατάξεις, προσκρούει στα χρηστά ήθη η διάταξη τελευταίας βουλήσεως, όχι απλώς επειδή το πρόσωπο που τιμάται με αυτή είναι ανήθικο ή αισχρό, αλλά όταν ο τρόπος της κατάληψης ή τα περιστατικά που τη συνοδεύουν, μαρτυρούν ηθική διαστροφή ή κατάπτωση ή πώρωση του διαθέτη, ή η τελευταία αυτή διάταξη, με τον τρόπο που έγινε, συνιστά εκδήλωση αδικαιολόγητης περιφρόνησης του διαθέτη έναντι εγγυτάτων προσώπων της νόμιμης οικογένειάς του, (ΑΠ 370/2017). Επίσης, προσκρούει στα χρηστά ήθη, η διάταξη τελευταίας βουλήσεως, εάν με τον τρόπο που έγινε, συνιστά προϊόν απόλυτης ψυχικής και συναισθηματικής εξάρτησης (Α.Π 370/2017), παρά το γεγονός, βέβαια, ότι η βούληση του διαθέτη, πρέπει να είναι ανεπηρέαστη από οποιοδήποτε, έστω και έμμεσο, εξαναγκασμό, προκειμένου αυτός να ρυθμίσει, με τη διαθήκη του, κυρίως τις περιουσιακές του σχέσεις, όπως εκείνος επιθυμεί για το χρόνο μετά το θάνατο του (Α.Π 1273/2011).

Εξάλλου, ο χαρακτηρισμός της διάταξης τελευταίας βουλήσεως ως αντίθετης προς τα χρηστά ήθη, είναι ζήτημα νομικό, διότι ο νόμος παραπέμπει στα χρηστά ήθη ως σε νομική έννοια και, συνεπώς, η σχετική κρίση υπόκειται στον έλεγχο του Αρείου Πάγου, με βάση τα πραγματικά περιστατικά, που, ανέλεγκτα, έγιναν δεκτά από το δικαστήριο της ουσίας (ΑΠ 754/2019 ΑΠ 403/2017).

Από την επισκόπηση της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης, κατ'άρθ. 561 παρ.2 του Κ.ΠολΔ, προκύπτει ότι το Εφετείο δέχθηκε ανελέκτως ότι: "Την 1.12.2015 απεβίωσε στην …, η Ε. Μ. - Ν., κάτοικος εν ζωή … η οποία ήταν άγαμη και άτεκνη, είχε γεννηθεί στις 9-3-1921 και δεν άφησε συγγενείς πρώτου και δεύτερου βαθμού. Ο μοναδικός αδελφός της Ν. Ν., ο οποίος είχε προαποβιώσει, ήταν κι αυτός άγαμος - και άτεκνος. Η ως άνω αποβιώσασα, άφησε τρεις διαθήκες και συγκεκριμένα α) την πρώτη από 26.11.2012 ιδιόγραφη διαθήκη της, που είχε καταθέσει η ίδια προς φύλαξη στον τότε Συμβολαιογράφο Τριπόλεως Κωνσταντίνο Παϊσιο, συνταχθείσης σχετικώς της …/….11.2012 πράξης κατάθεσης του τελευταίου, η οποία και δημοσιεύθηκε στις 16.12.2015 με τα 300/16.12.2015 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Τριπόλεως, β) την δεύτερη …/….7.2014 δημόσια διαθήκη της, που συνετάγη ενώπιον της Συμβολαιογράφου Τριπόλεως Αλεξάνδρας Σταθοπούλου στο συμβολαιογραφείο της τελευταίας και που δημοσιεύθηκε στις 16.12.2015 με τα 302/16.12.2015 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Τριπόλεως και γ) την επίδικη τρίτη …/….9.2015 δημόσια διαθήκη της που συνετάγη ενώπιον της Συμβολαιογράφου Τριπόλεως Αλεξάνδρας Σταθοπούλου στην κατοικία της αποβιώσασας και που δημοσιεύθηκε στις 16.12.2015 με τα 301/16.12.2015 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Τριπόλεως.

Ειδικότερα, η πρώτη από 26.11.2012 ιδιόγραφη διαθήκη της διαθέτιδος Ε. Μ.Ν. είχε το ακόλουθο περιεχόμενο: "Είμαι η Ε. Ν. - Μ. και μένω ... οτην … και θέλω να κανονίσω την περιουσία μου για μετά το θάνατο μου. Σήμερα είναι Δευτέρα 26 Νοεμβρίου 2012. Επιθυμώ τα εξής: Ιον: Το σπίτι στην οδό ... με το οικόπεδο του 631 τ.μ. το αφήνω στην Φ. Π. του Γ., επειδή αισθάνομαι πολλές υποχρεώσεις προς αυτήν, διότι με φροντίζει, με περιποιείται και με περιθάλπει και το κάνει μέχρι σήμερα και θα συνεχίσει να το κάνει και της χρωστώ γι' αυτό μεγάλη ευγνωμοσύνη, 2ον: Το διαμέρισμα στην οδό ..., 80 τ.μ. 3ος όροφος με γκαράζ και αποθήκη το αφήνω στον Γ. Α. του Ν. και στη γυναίκα του Δ. Χ.. 3ον: Το "διαμέρισμα στην οδό ..., 3ος όροφος το αφήνω στην Σ. Λ. του Σ. με αποθήκη και γκαράζ. 4ον: Το διαμέρισμα στον 2ον όροφο 39 τ.μ. το αφήνω στην Ε. - Φ. Λ.. 5ον: Το διαμέρισμα ..., 4ος όροφος 85 τ.μ. το αφήνω στον Α. Π. του Γ. με αποθήκη και γκαράζ, 6ον: Το γραφείο … Α: 35 τ.μ. στον 3ο όροφο το αφήνω στη Β. Δ. του Π. και Γ.. Τα δικηγορικά βιβλία του αδερφού μου, να τα παίρνει η Ε. Ζ., εκτός της βιβλιοθήκης. 8ον. Το μαγαζί στην οδό ... σύμφωνα με το τοπογραφικό του μηχανικού Γ. είναι 90 τ.μ. το αφήνω ως εξής εξ αδιαιρέτου το αφήνω 1/4 στο Σ. Λ. με την Π. Λ. 1/4 στον Α. Π. του Γ., 1/4 στην Φ. -Π. του Γ. 1/4 στα 3 παιδιά του Μ. Μ. στο Θ., Ά. και Κ.. Αφήνω διαχειριστή το Σ. Λ. να τους μοιράζει το ενοίκιο κάθε μήνα, 9ον: Έχω ένα οικόπεδο στην οδό ... είναι 879 τ.μ. το αφήνω στη Ζ. Α. Β. Κ. να το πωλήσει και να το διαθέσει για φιλανθρωπικούς σκοπούς εις μνήμην του Δ. Ν. και ...", Την διαθήκη μου την έγραψα με τα ίδια μου τα χέρια, 26 Νοεμβρίου, ημέρα Δευτέρα 2012, Τρίπολη 26 Νοεμβρίου η Ε. Ν. του Δ. και Θ., Η διαθέτης, υπογραφή", Η δεύτερη …/….7.2014 δημόσια διαθήκη της ως άνω αποβιώσασας διαθέτιδος Ε. Μ.Ν., που συνετάγη ενώπιον της Συμβολαιογράφου Τριπόλεως Αλεξάνδρας Σταθοπούλου στο συμβολαιογραφείο της τελευταίας, που βρίσκεται στην οδό Δημητρακοπούλου 11, παρουσία τριών μαρτύρων είχε το ακόλουθο περιεχόμενο: "Θεώρησα καλό να κάνω την παρούσα διαθήκη μου, με την οποία ορίζω ότι η ιδιόγραφη διαθήκη μου την οποία έχω καταθέσει στο Συμβολαιογράφο Τρίπολης Κωνσταντίνο Παϊσιο με την υπ' αριθμόν …/….11,2012 πράξη του, τη θεωρώ ισχυρή και επιθυμώ να ισχύσει αυτή, εκτός από τη διάταξη που ορίζει για το κατάστημά μου με το δικαίωμα υψούν αυτού που βρίσκεται στην … επί της πλατείας …, το οποίο επιθυμώ τώρα να περιέλθει στη Φ. χήρα του Γ. Π. θυγατέρα του Α. και Δ. Κ., η οποία με προσέχει και με περιθάλπει στη δύσκολη αυτή ηλικία μου.

Επίσης, το διαμέρισμά μου με την αποθήκη του και τη θέση στάθμευσης αυτού που βρίσκεται στην … στην οδό ... στον τρίτο όροφο, το αφήνω με την παρούσα διαθήκη μου στην πρώτη εξαδέλφη μου Μ. χήρα του Σ. Κ. θυγατέρα του Φ. και Α. Σ.. Όσον αφορά όλα τα υπόλοιπα επιθυμώ να ισχύσει η ως άνω διαθήκη μου, την οποία έχω καταθέσει στο Συμβολαιογράφο Τρίπολης Κωνσταντίνο Παϊσιο με την υπ' αριθμ. …/….11.2012 πράξη του, και να γίνει σεβαστή από όλους τους κληρονόμους μου". Η διαθήκη αυτή υπογράφηκε από την ως άνω διαθέτιδα. Η επίδικη τρίτη …/….9.2015 δημόσια διαθήκη της ως άνω αποβιώσασας διαθέτιδος Ε. Μ.Ν., που συνετάγη ενώπιον της Συμβολαιογράφου Τριπόλεως Αλεξάνδρας Σταθοπούλου στην κατοικία της αποβιώσασας στην …, επί της οδού ..., στην οποία κλήθηκε η συμβολαιογράφος και τρεις μάρτυρες, αναφέρει στην αρχή: "Θεώρησα καλό να κάνω την παρούσα διαθήκη μου και να κανονίσω με αυτήν την τύχη της περιουσίας μου μετά το θάνατο μου. Προς τούτο ονομάζω και εγκαθιστώ κληρονόμους μου την Φ. χήρα του Γ. Π. θυγατέρα του Α. και Δ. Κ., τον Α. Π. του Γ. και Φ. και Π. Π. του Γ. και Φ.". Στη συνέχεια της διαθήκης αυτής γίνεται ειδικότερη αναφορά των αντικειμένων που καταλείπονται σε κάθε έναν εκ των ως άνω κληρονόμων.

Συγκεκριμένα, στην εκκαλούσα και εναγόμενη κατέλιπε: Α) Το υπό στοιχεία ΓΑ1 διαμέρισμα κατοικίας του τρίτου πάνω από το ισόγειο - πυλωτή ορόφου της οικοδομής Α, με το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης της υπό στοιχεία Δ ανοικτής θέσης στάθμευσης και την αποθήκη του υπογείου. Β) Το 1/3 εξ αδιαιρέτου του καταστήματος στην οδό …, Γ) το οικόπεδο που βρίσκεται στην οδό Ν. Ν., Δ) την οικία της μετά του οικοπέδου της στην οδό ..., με την ειδικότερη μνεία στο σημείο αυτό της διαθήκης της ότι τα αφήνει στην εκκαλούσα και εναγόμενη "η οποία με προσέχει και με περιθάλπει όλα αυτά τα χρόνια και ιδίως στη δύσκολη αυτή ηλικία μου με συνδράμει καθημερινά και με βοηθά..." και Ε) Κάθε άλλη ακίνητη και κινητή περιουσία της, χρήματα, μετοχές, τραπεζικές καταθέσεις, ομόλογα κι όλα τα σχετικά τραπεζικά προϊόντα που τυχόν και οπουδήποτε βρεθούν μετά το θάνατο της. Στην Π. Π., θυγατέρα της εκκαλούσας και εναγόμενης, κατέλιπε η ως άνω διαθέτιδα με την τελευταία αυτή (επίδικη τρίτη) διαθήκη τα ακόλουθα Α) Το υπό στοιχείο ΓΑ2 διαμέρισμα κατοικίας του τρίτου πάνω από το ισόγειο - πυλωτή ορόφου της οικοδομής Α επί της οδού ..., με το δικαίωμα αποκλειστικής χρήσης της υπό στοιχεία Γ ανοικτής θέσης στάθμευσης αυτοκινήτου στην πυλωτή και την αποθήκη του υπογείου. Β) Το υπό στοιχεία ΒΑ2 διαμέρισμα κατοικίας του δεύτερου πάνω από το ισόγειο - πυλωτή ορόφου της οικοδομής Α επί της οδού ..., με το δικαίωμα αποκλειστικής θέσης στάθμευσης αυτοκινήτου και την αποθήκη και Γ) Το 1/3 εξ αδιαιρέτου του καταστήματος στην οδό …. Στον Α. Π., υιό της εκκαλούσας και εναγόμενης, κατέλιπε η ως άνω διαθέτιδα με την επίδικη τελευταία δημόσια διαθήκη της τα ακόλουθα; Α) Το υπό στοιχεία ΔΒ6 διαμέρισμα κατοικίας του τέταρτου πάνω από το ισόγειο - πυλωτή ορόφου της οικοδομής Β επί της οδού ..., με την υπό στοιχείο Υ-21 αποθήκη του υπογείου. Β) Το υπό στοιχείο Γ-17 γραφείο του τρίτου πάνω από το ισόγειο ορόφου στην οδό ... με αριθμούς 17-19-21 και … και Γ) Το 1/3 εξ αδιαιρέτου του καταστήματος στην οδό …. Όλα τα ως άνω ακίνητα που κατέλιπε με την διαθήκη αυτή στην εκκαλούσα και εναγόμενη και στα δύο παιδιά της, περιγράφονται λεπτομερώς όπως ακριβώς περιγράφονται με το συμβόλαιο σύστασης της οριζόντιας ιδιοκτησίας των πολυκατοικιών στην οδό ...-…, δηλαδή, αναφέρεται το εμβαδόν τους, η θέση τους, το εμβαδόν του οικοπέδου, ο αριθμός του οικοδομικού τετραγώνου που βρίσκεται το οικόπεδο, το ποσοστό αναγκαστικής συγκυριότητα (συνιδιοκτησίας) που έχει το κάθε διαμέρισμα στο οικόπεδο, τον Κωδικό Αριθμό Εθνικού Κτηματολογίου (ΚΑΕΚ) του κάθε ενός από αυτά καθώς και ότι στο οικόπεδο επί της οδού ...-… είναι κτισμένες δύο πολυκατοικίες η ΟΙΚΟΔΟΜΗ Α και η ΟΙΚΟΔΟΜΗ Β. Την ως άνω επίδικη τρίτη …/…..9.2015 δημόσια διαθήκη δεν την υπέγραψε η διαθέτιδα και στην θέση της υπογραφής της υπάρχει η βεβαίωση της συμβολαιογράφου "δήλωσε ότι αδυνατεί να υπογράψει λόγω γηρατειών".

Οι τρεις αυτές διαθήκες δημοσιεύτηκαν νόμιμα στο Ειρηνοδικείο Τρίπολης με τα προαναφερόμενα πρακτικά του Δικαστηρίου αυτού. Από τις τρεις αυτές διαθήκες προκύπτουν τα ακόλουθα: Η διαθέτιδα με τις δύο πρώτες χρονικά διαθήκες, οι οποίες δεν προσβάλλονται ως άκυρες με την ένδικη υπ' αρ. εκθ. καταθ. 9/28.4.2016 αγωγή, επιθυμεί να αφήσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας της στην εκκαλούσα και εναγόμενη, στα παιδιά της και στα εγγόνια της. Κάνει ιδιαίτερη μνεία και στις δύο αυτές διαθήκες στην ευγνωμοσύνη και την υποχρέωση που έχει στην εκκαλούσα και εναγόμενη επειδή την περιποιείτο και την φρόντιζε.

Να σημειωθεί ότι η Σ. Λ. του Σ. που την καθιστά κληρονόμο της με την πρώτη ιδιόγραφη διαθήκη της είναι η εγγονή της εκκαλούσας και εναγόμενης, τέκνο της θυγατέρας της Π.. Πέραν όμως, από την οικογένεια της εκκαλούσας και εναγόμενης ήθελε να αφήσει κάποια περιουσιακά της στοιχεία και σε άλλα άτομα, μεταξύ αυτών στους εφεσίβλητους και ενάγοντες στους οποίους με τις δύο πρώτες διαθήκες τους κατέλειπε το διαμέρισμα του τρίτου ορόφου, εμβαδού 80 τ.μ., επί της οδού .... Επιθυμούσε να κάνει και φιλανθρωπικό έργο, γι' αυτό ήθελε το οικόπεδο που είχε επί της οδού ..., να πωληθεί και τα χρήματα από την πώλησή του να διατεθούν για φιλανθρωπικούς σκοπούς εις μνήμην του πατέρα της και του αδερφού της Δ. και Ν. Ν. αντίστοιχα. Δεν είναι τυχαίο το συγκεκριμένο οικόπεδο που ήθελε να δοθεί για φιλανθρωπικούς σκοπούς, εις μνήμην των αγαπημένων της προσώπων, αλλά ήταν το οικόπεδο που η οδός επί της οποίας βρισκόταν έφερε το όνομα του αδερφού της Ν. Ν., ο οποίος απεβίωσε το έτος 1976.

Ακολούθως, την ίδια ημέρα που συντάχθηκε η ως άνω δημόσια διαθήκη, η ίδια ως άνω συμβολαιογράφος, συνέταξε το …/….9.2015 συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο, σύμφωνα με το οποίο η ως άνω διαθέτιδα έδινε γενική πληρεξουσιότητα στην εκκαλούσα και εναγόμενη για την εκποίηση του συνόλου της περιουσίας της, χωρίς κανέναν περιορισμό. Στο πληρεξούσιο αυτό που συντάχθηκε στην οικία της διαθέτιδος ενώπιον δύο μαρτύρων, διαφορετικών από εκείνους που παραστάθηκαν κατά την σύνταξη της επίδικης τρίτης δημόσιας διαθήκης, η διαθέτιδα δεν υπέγραψε αλλά ετέθη και πάλι η ίδια βεβαίωση της συμβολαιογράφου περί αδυναμίας της.

Στη συνέχεια η εκκαλούσα και εναγόμενη δυνάμει του πληρεξουσίου αυτού προέβη σε εκποίηση του συνόλου της ακίνητης περιουσίας της διαθέτιδος προς τον εαυτό της και τα δύο της παιδιά, με τίμημα πολύ κατώτερο και από τις αντικειμενικές αξίες των ακινήτων και σε προφανή δυσαναλογία παροχής και αντιπαροχής, ακυρώνοντας με τον τρόπο αυτό και την τελευταία επίδικη διαθήκη. Το διαμέρισμα του τρίτου ορόφου επί της οδού …, που με τις δύο πρώτες χρονικά διαθήκες η διαθέτιδα το κατέλιπε στους εφεσίβλητους και ενάγοντες η εκκαλούσα και εναγόμενη δυνάμει του ως άνω πληρεξουσίου το μεταβίβασε στην θυγατέρα της Π. Π.. Οι εφεσίβλητοι και ενάγοντας έχουν έννομο συμφέρον στην άσκηση της κρινόμενης αγωγής, γιατί εάν αναγνωρισθεί η ακυρότητα της επίδικης τρίτης δημόσιας διαθήκης είναι κληρονόμοι με τις δύο προηγούμενες, ενώ, επιπλέον, έχουν ασκήσει ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου Τριπόλεως και την υπ' αρ. εκθ. καταθ. 10/2016 αγωγή εναντίον της εκκαλούσας και εναγόμενης και της θυγατέρας της Π. Π., με την οποία ζητούν την αναγνώριση της ακυρότητας του ως άνω πληρεξουσίου και την αναγνώριση της ακυρότητας της μεταβίβασης του διαμερίσματος που τους άφηνε η διαθέτιδα με τις δύο πρώτες διαθήκες. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα αποδείχθηκαν και τα ακόλουθα:

Η εκκαλούσα και εναγόμενη ήταν παντρεμένη με τον Γ. Π., με τον οποίο είχαν αποκτήσει δύο τέκνα, την Π. και Α. Π... Το έτος 1993 απεβίωσε ο Γ. Π.. Έτσι, η εκκαλούσα και εναγόμενη βρέθηκε να μεγαλώνει μόνη της τα δύο της παιδιά, ηλικίας τότε 12 και 13 ετών. Η αποβιώσασα Ε. Ν.Μ., γνώριζε την εκκαλούσα και εναγόμενη και την δύσκολη οικονομική κατάσταση στην οποία περιήλθε μετά από τον θάνατο του συζύγου της και της πρότεινε να μετακομίσει με τα παιδιά της στην οικία της και να συγκατοικήσουν, η ίδια εξάλλου ήταν άγαμη και άτεκνη και κατοικούσε σε μεγάλο ιδιόκτητο σπίτι/μονοκατοικία. Σε αντάλλαγμα της συγκατοίκησης αυτής η εκκαλούσα και εναγόμενη θα αναλάμβανε την φροντίδα του σπιτιού και την περιποίηση της ιδίας. Δεν προέκυψε εάν ελάμβανε και μηνιαίο χρηματικό μισθό για την προσφορά της αυτή η εκκαλούσα και εναγόμενη.

Σίγουρα πάντως δεν θα είχε έξοδα ενοικίου, όπως πριν, ούτε έξοδα διατροφής της ιδίας και των παιδιών της. Το έτος 1995 που η εκκαλούσα και εναγόμενη με τα παιδιά της συγκατοίκησαν με την διαθέτιδα, η τελευταία δεν είχε κανένα πρόβλημα υγείας αλλά επέλεξε την συγκατοίκηση αυτή, αφενός επειδή η ίδια ήθελε συντροφιά, αφετέρου λόγω της δύσκολης οικονομικής και προσωπικής κατάστασης στην οποία είχε περιέλθει η εκκαλούσα και εναγόμενη μετά από τον θάνατο του συζύγου της.

Η συγκατοίκηση αυτή εξελίχθηκε σύμφωνα με τις προσδοκίες της διαθέτιδος κι έτσι ένιωθε και η ίδια ότι βρίσκεται σε οικογένεια. Μέσα σε μικρό χρονικό διάστημα από την συγκατοίκηση αυτή τα δύο παιδιά της εκκαλούσας και εναγόμενης έφυγαν για σπουδές στην Αθήνα, επισκέπτονταν όμως, συχνά την μητέρα τους στο σπίτι της διαθέτιδος όπου φιλοξενούνταν και τα ίδια. Η κατάσταση αυτή συνεχίστηκε μέχρι τον θάνατο της διαθέτιδος την 1.12.2015. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα προέκυψαν και τα ακόλουθα: Ο αδερφός της Ε. Ν.Μ. απεβίωσε το έτος 1976. Πρωτοστάτησε στα χρόνια του εμφυλίου πολέμου, όπως και η ίδια η διαθέτιδα. Και οι δύο φυλακίστηκαν για κάποιο χρονικό διάστημα εξαιτίας της δράσης τους αυτής, ο αδελφός της, Ν. Ν., για μεγάλο χρονικό διάστημα.

Ο τελευταίος, διωγμένος λόγω της δράσης του, ήταν δύσκολο να συναναστρέφεται με ανθρώπους λόγω της απροθυμίας των τελευταίων να τον προσεγγίσουν και να γίνει αυτό γνωστό. Ένας από τους ανθρώπους που τον βοήθησαν στην δύσκολη αυτή κατάσταση ήταν ο παππούς του 1ου των εφεσίβλητων και εναγόντων Ι. Α.. Η διαθέτιδα ένιωθε μεγάλη υποχρέωση για την προσφορά αυτή του παππού του 1ου των εφεσίβλητων και εναγόντων στον αδερφό της. Το έτος 2006 οι εφεσίβλητοι και ενάγοντες μίσθωσαν το διαμέρισμα του τρίτου ορόφου, 80 τ.μ. επί της οδού ..., ιδιοκτησίας της διαθέτιδος, το οποίο βρισκόταν δίπλα από την μονοκατοικία που κατοικούσε η διαθέτιδα. Η καταβολή του ενοικίου γινόταν από τους εφεσίβλητους και ενάγοντες στα χέρια της διαθέτιδος. Έτσι, εξαιτίας της σχέσεως αυτής και της ευγνωμοσύνης που ένιωθε η διαθέτιδα για την προσφορά του παππού του 1ου των εφεσίβλητων και εναγόντων (άλλωστε ο τελευταίος έφερε και το ονοματεπώνυμο του παππού του) αναπτύχθηκε μεταξύ τους ιδιαίτερη συμπάθεια. Αυτός ήταν και ο λόγος που η διαθέτιδα στις δύο πρώτες διαθήκες της εγκαθιστούσε τους εφεσίβλητους και ενάγοντες κληρονόμους της καταλείποντάς τους το διαμέρισμα που έως τότε τους εκμίσθωνε.

Περαιτέρω, αποδείχτηκε ότι η διαθέτιδα ήταν θρησκευόμενο άτομο, έκανε δωρεές και είχε μεγάλη εθελοντική προσφορά σε φιλανθρωπικά ιδρύματα, όπως οι γιατροί χωρίς σύνορα και η UNESCO. Είχε δωρίσει σε ανύποπτο χρονικό διάστημα διαμερίσματα επί της οδού ..., στον Χ. Δ., την θυγατέρα της εκκαλούσας και εναγόμενης Π. Π., στην βαφτιστήρα της Ε. Ζ. και στην Α. Γ.. Οι πιο κοντινοί της συγγενείς ήταν τα ξαδέρφια της, με κάποια εξ αυτών μάλιστα είχε ιδιαίτερες σχέσεις, όπως η Μ. χήρα Σ. Κ. και η Ζ. Α.. Την τελευταία, την είχε συνδικαιούχο σε προθεσμιακούς λογαριασμούς μεγάλων χρηματικών ποσών που είχε σε τράπεζες. Συνδικαιούχο είχε και την εκκαλούσα και εναγόμενη σε προθεσμιακούς λογαριασμούς ήδη από το έτος 1999, γεγονός που καταδεικνύει την εμπιστοσύνη και την αγάπη που της είχε, αφού τότε δεν αντιμετώπιζε προβλήματα υγείας και δεν υπήρχε ανάγκη να την έχει συνδικαιούχο. Η διαθέτιδα άρχισε να εμφανίζει προβλήματα υγείας από το έτος 2008. Νοσηλεύτηκε στο νοσοκομείο Τρίπολης το χρονικό διάστημα από 13.10.2008 έως 17.10.2008 και εξήλθε με διάγνωση: Κολπική μαρμαρυγή, καρδιοπάθεια λόγω ταχυκαρδίας, πνευμονική υπέρταση, υπερθυρεοειδισμό, το χρονικό διάστημα από 16.10.2010 έως 20.9.2010 και εξήλθε με διάγνωση χρόνια φλεβική ανεπάρκεια ερυσίπελας, το χρονικό διάστημα από 27.5.2011 έως 30.5.2011 και εξήλθε με διάγνωση "φλεγμονή δεξιού κάτω άκρου επί εδάφους φλεβικής ανεπάρκειας".

Επίσης, νοσηλεύτηκε στο ίδιο ως άνω νοσοκομείο το χρονικό διάστημα από 10.2.2012 έως 19.2.2012 και εξήλθε με διάγνωση "συλλογή υγρού στην υπεζωκοτική κοιλότητα που δεν ταξινομείται αλλού. Παρακολουθείτο στα εξωτερικά ιατρεία του ως άνω νοσοκομείου κι από ιδιώτες ιατρούς κι έκανε όλες τις μικροβιολογικές εξετάσεις που της συνιστούσαν. Τελευταίες ιατρικές εξετάσεις που προκύπτει από τα προσκομιζόμενα έγγραφα ότι έκανε η διαθέτιδα, ήταν στις 28.9.2015. Εν τέλει κατέληξε την 1.12.2015 με διάγνωση "καρδιοαναπνευστική ανακοπή, χρόνια καρδιακή ανεπάρκεια, χρόνια αναπνευστική ανεπάρκεια". Περαιτέρω, προέκυψε ότι από τον Μαϊο του έτους 2015 η εκκαλούσα και εναγόμενη είχε προσλάβει την Π. Γ. προκειμένου να φροντίζει για κάποιες ώρες την διαθέτιδα.

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι η διαθέτιδα κατά τους τελευταίους μήνες πριν από τον θάνατο της και πάντως πριν από την σύνταξη της επίδικης τρίτης δημόσιας διαθήκης, ήταν κατάκοιτη με την υποστήριξη οξυγόνου, δεν έβγαινε από την κατοικία της, δεν μπορούσε να αυτοεξυπηρετηθεί, ήταν σε σύγχυση και δεν γνώριζε τους επισκέπτες. Η διαθέτιδα είχε ιδιαίτερη σχέση με την εκκαλούσα και εναγόμενη, καθώς και με τα δύο της παιδιά, τους οποίους θεωρούσε οικογένειά της. Ένιωθε ιδιαίτερη ευγνωμοσύνη και υποχρέωση στην εκκαλούσα και εναγόμενη. Τα συναισθήματα αυτά αγάπης και υποχρέωσης που ένιωθε προς την εκκαλούσα και εναγόμενη και προς τα παιδιά της τελευταίας τα αποτύπωσε και στις δύο πρώτες χρονικά διαθήκες. Είχε, όμως, πολύ στενές σχέσεις και με τις δύο εξαδέλφες της, την Μ. χήρα Σ. Κ. και Ζ. Α.. Δεν προέκυψε ότι από τον Ιούλιο του έτους 2014, χρόνος κατά τον οποίο συντάχθηκε η δεύτερη διαθήκη της, μεσολάβησε κάποιο γεγονός από το οποίο να διαταράχθηκαν οι σχέσεις της διαθέτιδος με τους τιμημένους των δύο πρώτων διαθηκών, πλην της εκκαλούσας και εναγόμενης και των συγγενών της.

Είναι, βέβαια, αλήθεια ότι η Ζ. Α., ως συνδικαιούχος τραπεζικών λογαριασμών της διαθέτιδος, προέβη τον Ιούλιο του 2015 σε μεταβιβάσεις προς τρίτους αρκετά μεγάλων χρηματικών ποσών, πλην όμως δεν προέκυψε ότι αυτό έγινε εν αγνοία της διαθέτιδος, καθώς αν είχε συμβεί αυτό θα είχε προβεί η τελευταία σε κάποια κίνηση, λ.χ. αποστολή εξωδίκου, υποβολή μήνυσης κ.λπ. Δεν δικαιολογείται επομένως, ο λόγος για τον οποίο η διαθέτιδα τρεις μόλις μήνες πριν από τον θάνατο της χρειάστηκε να κάνει νέα διαθήκη με την οποία να αφήνει μοναδικούς κληρονόμους της την εκκαλούσα και εναγόμενη και τα δύο της παιδιά. Από το σύνολο των αποδεικτικών μέσων προέκυψε χωρίς αμφιβολία ότι η εκκαλούσα και εναγόμενη περιποιούνταν και φρόντιζε την διαθέτιδα με πολλή αγάπη, όπως θα έκανε και με την μητέρα της. Η διαθέτιδα ήταν πάντα καθαρή και περιποιημένη. Άλλωστε, οι δύο γυναίκες ζούσαν μαζί από το έτος 1995, δηλαδή για 20 ολόκληρα χρόνια. Εάν η διαθέτιδα είχε παράπονο από την εκκαλούσα και εναγόμενη ή την οικογένειά της θα την είχε βγάλει από τη ζωή της πριν αρχίσουν τα προβλήματα υγείας της, δηλαδή, πριν από το 2008. Συνέχισε, όμως, να την έχει στο σπίτι της και να την εμπιστεύεται. Σε αντάλλαγμα της ευγνωμοσύνης που είχε η εκκαλούσα και εναγόμενη και τα παιδιά της απέναντι στη διαθέτιδα έδωσαν στην εγγονή της εναγόμενης το όνομα "Φ.Ε.", τιμώντας έτσι την διαθέτιδα.

Επιπλέον, άπαντες οι ενόρκως βεβαιούντες τρίτοι και από τις δύο πλευρές καταθέτουν ότι η διαθέτιδα τους τελευταίους μήνες της ζωής της και πάντως πριν από την σύνταξη της επίδικης τρίτης διαθήκης (2.9.2015) ήταν καθηλωμένη στο κρεβάτι, υποστηριζόταν με οξυγόνο και κοιμόταν πολλές ώρες. Το Μάιο του έτους 2015 η εκκαλούσα και εναγόμενη προσέλαβε την Π. Γ. για να φροντίζει την διαθέτιδα. Το γεγονός αυτό δηλώνει ότι η κατάσταση της υγείας της είχε επιδεινωθεί αρκετό ώστε δεν μπορούσε μόνη της η εκκαλούσα και εναγόμενη να την φροντίζει. Δίπλα από το κρεβάτι της διαθέτιδος υπήρχε αναπηρική καρέκλα. Όταν τον Οκτώβριο του έτους 2015 πήγε η κομμώτρια για να της κόψει τα μαλλιά αναφέρει η ίδια χαρακτηριστικά (η κομμώτρια) ότι πήγε να την βοηθήσει για να μετακινηθεί από το κρεβάτι της στην αναπηρική καρέκλα αλλά η διαθέτιδα αντέδρασε ζητώντας να έρθει η εκκαλούσα και εναγόμενη και ότι εν τέλει και οι δύο γυναίκες μαζί την ανέβασαν στην αναπηρική καρέκλα. Από την κατάθεση αυτή συνάγεται ότι η διαθέτιδα ήταν τελείως ανήμπορη, φώναξε δε την εκκαλούσα και εναγόμενη, η οποία προφανώς ήξερε πώς να την μετακινήσει χωρίς να πονάει και να υποφέρει κι όχι επειδή την αγαπούσε, όπως αφήνει να εννοηθεί η πλευρά της εναγόμενης.

Περαιτέρω, προέκυψε ότι η εκκαλούσα και εναγόμενη από τον Αύγουστο του έτους 2015 και μετά προφασιζόμενη ότι η διαθέτιδα κοιμάται, ξεκουράζεται και δεν θέλει επισκέψεις, απέτρεπε τις επισκέψεις ατόμων που δεν ήταν της απολύτου εμπιστοσύνης της, αποκόβοντας την διαθέτιδα από τους συγγενείς και φίλους της. Από δε την αναλυτική κατάσταση των κλήσεων του κινητού τηλεφώνου με αριθμό … των μηνών Ιουνίου, Ιουλίου, Αυγούστου, Σεπτεμβρίου και Οκτωβρίου 2015 δεν προκύπτει σε ποιον ήταν ονομαστικοποιημένος ο αριθμός αυτός ούτε ποιος τον χρησιμοποιούσε. Από όλα τα ανωτέρω και το παρόν (δευτεροβάθμιο) δικαστήριο κρίνει ότι ήδη από τον Αύγουστο του έτους 2015 είχε επιβαρυνθεί η σωματική της υγεία της διαθέτιδος, ήταν ανήμπορη να εξυπηρετηθεί και απόλυτα εξαρτημένη από την εκκαλούσα και εναγόμενη, η οποία ήταν η μόνη που γνώριζε ακριβώς την κατάσταση της υγείας της, τις κινήσεις που μπορούσε να κάνει ώστε να μην πονάει και να ανασηκώνεται από το κρεβάτι που ήταν καθηλωμένη και γενικότερα ήταν η μόνη που γνώριζε πως έπρεπε να την αντιμετωπίζει και να την φροντίζει ώστε να μην υποφέρει. Η ίδια η διαθέτιδα ένιωθε ασφάλεια μόνο με την παρουσία της εκκαλούσας και εναγόμενης, ενώ χωρίς την παρουσία της και τη βοήθειά της πίστευε ότι θα δημιουργούνταν άμεσος κίνδυνος για τη ζωή της, καθόσον η ίδια ήταν καθηλωμένη στο κρεβάτι και μόνο με βοήθεια μπορούσε να ανασηκωθεί και να σταθεί στην αναπηρική καρέκλα που βρισκόταν δίπλα από το κρεβάτι της.

Για τους λόγους αυτούς η βούλησή της είχε εξασθενήσει και ήταν πλέον υποχείριο της εκκαλούσας και εναγόμενης. Εξάλλου, η διαθέτιδα διήγαγε τότε το 94ο έτος της ηλικίας της. Εκμεταλλευόμενη η εκκαλούσα και εναγόμενη την ανάγκη που είχε η κληρονομουμένη από τις υπηρεσίες της και, συνακόλουθα, την εξάρτησή της από αυτήν, προέτρεψε και έπεισε αυτήν να προβεί στη σύνταξη της επίδικης τρίτης διαθήκης με το περιεχόμενο που προεκτέθηκε, εξαναγκάζοντας την, στην πραγματικότητα, να την εγκαταστήσει την ίδια και τα δύο της τέκνα κληρονόμους της στο σύνολο της περιουσίας της, παρά το γεγονός, βέβαια, ότι η βούληση του διαθέτη πρέπει να είναι ανεπηρέαστη από οποιονδήποτε, έστω και έμμεσο, εξαναγκασμό, προκειμένου αυτός να ρυθμίσει, με τη διαθήκη του, κυρίως τις περιουσιακές του σχέσεις, όπως εκείνος επιθυμεί για το χρόνο μετά το θάνατο του. Η εκκαλούσα και εναγόμενη κάλεσε την συμβολαιογράφο να μεταβεί στην οικία της για την σύνταξη μιας διαθήκης, όπως ακριβώς την ίδια. Η διαθέτιδα δεν θα μπορούσε να αρνηθεί το οτιδήποτε. Είχε φροντίσει προηγουμένως η εκκαλούσα και εναγόμενη και η θυγατέρα της Π. Π. να αλλάξουν τους κωδικούς πρόσβασης και τον κλειδάριθμο για την είσοδο στα φορολογικά της διαθέτιδος μέσω του taxis net, ώστε να μην γνωρίζει κανείς για τις μεταβολές στην περιουσιακή κατάσταση που είχε τότε στο μυαλό της.

Επιπροσθέτως, την ίδια ημερομηνία που συνετάγη η επίδικη τρίτη δημόσια διαθήκη (2.9.2015), συνετάγη και το προαναφερόμενο συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο που παρέσχε στην εκκαλούσα και εναγόμενη τη γενική πληρεξουσιότητα να εκποιήσει στο όνομα της διαθέτιδος εν ζωή ολόκληρη την περιουσία της τελευταίας χωρίς κανέναν περιορισμό, όπως εκτέθηκε ήδη ανωτέρω. Υπό αυτές τις περιστάσεις συντάχθηκε η επίδικη τρίτη δημόσια διαθήκη. Με βάση όλα τα ανωτέρω η επίδικη τρίτη …/….9.2015 δημόσια διαθήκη είναι αντίθετη στα χρηστά ήθη και, για το λόγο αυτό, ολικά άκυρη κατ' άρθρο 178 ΑΚ, Η κρίση αυτή ενισχύεται και από τα ακόλουθα: 1) Από το γεγονός ότι η σύνταξη της επίδικης διαθήκης συντάχθηκε στο σπίτι της διαθέτιδος αλλά και από την βεβαίωση της συμβολαιογράφου ότι η διαθέτιδα λόγω γήρατος δεν μπορούσε να υπογράψει. Τούτο δηλώνει ότι ήταν ανήμπορη και πλήρως εξαρτημένη από τρίτο πρόσωπο και δη την εκκαλούσα και εναγόμενη. 2) Σε όλη τη ζωή της η διαθέτιδα προέβαινε σε δωρεές και αγαθοεργίες. Για το λόγο αυτό και με τις δύο πρώτες χρονικά διαθήκες της άφηνε ένα σημαντικό τμήμα της περιουσίας της για τέτοιους σκοπούς (οικόπεδο 879 τ.μ. εντός της πόλης της Τρίπολης και μάλιστα επί της οδού που φέρει το όνομα του αδερφού της). Δεν είχε λόγο να ανακαλέσει την διάταξή της αυτή. 3) Στις δύο πρώτες χρονικά διαθήκες η περιγραφή των ακινήτων που καταλείπει σε κάθε κληρονόμο είναι συνοπτική, δηλαδή αναφέρει την οδό που βρίσκεται, τον όροφο και το εμβαδόν του. Αντίθετα, στην επίδικη διαθήκη γίνεται πλήρης περιγραφή του κάθε ακινήτου με λεπτομέρειες, μάλιστα στα ακίνητα που βρίσκονται στις πολυκατοικίες επί της οδού ...-… γίνεται αντιγραφή από το συμβόλαιο σύστασής τους.

Είναι απορίας άξιον, πως η διαθέτιδα μπορούσε να υπαγορεύσει ή να διαβάσει μία πολυσέλιδη διαθήκη, όπως είναι η επίδικη, με λεπτομέρειες ως προς το κάθε ακίνητο (π.χ. το ΚΑΕΚ του) αλλά ήταν ανήμπορη να θέσει την υπογραφή της. 4) Από τις δύο πρώτες χρονικά διαθήκες προκύπτει ότι γνώριζε την υποχρέωση που είχε προς την εκκαλούσα και εναγόμενη αλλά ήθελε η περιουσία της να περιέλθει και σε άλλα άτομα προς τα οποία ένιωθε αγάπη. Δεν προέκυψε ότι άλλαξε κάτι στο μεσοδιάστημα ανάμεσα στην δεύτερη και την επίδικη τρίτη διαθήκη, ώστε να θέλει να αλλάξει την προηγούμενη βούλησή της. 5) Η διαθέτιδα είχε μεγάλη οικονομική άνεση όχι μόνο εξαιτίας των ακινήτων που αναφέρονται στις διαθήκες της, αλλά και επειδή διέθετε και μεγάλα χρηματικά ποσά σε τραπεζικά ιδρύματα. Δεν είχε λόγο να αναθέσει με πληρεξούσιο την εκποίηση του συνόλου της περιουσίας της πριν από τον θάνατο της, αντίθετα αυτό μόνο στενοχώρια θα της προκαλούσε. Κατ' ακολουθίαν όλων των ανωτέρω έπρεπε η ένδικη υπ' αρ. εκθ. καταθ. 9/28.4.2016 αγωγή περί αναγνωρίσεως της ακυρότητας της επίδικης τρίτης δημόσιας διαθήκης να γίνει καθ' ολοκληρίαν (εν όλω) δεκτή ως και κατ' ουσίαν βάσιμη, κατά την υπό στ. Β επικουρική (ιστορική και νομική) βάση της εκ του άρθρου 178 ΑΚ (έπρεπε δηλαδή να γίνει δεκτή εν όλω η υπό στ. Β επικουρική βάση της ένδικης αγωγής). Έπρεπε, δηλαδή, να αναγνωρισθεί δικαστικώς η (ολική) ακυρότητα της προαναφερόμενης επίδικης τρίτης …/….9.2015 δημόσιας διαθήκης της ως άνω διαθέτιδος που συνετάγη ενώπιον της Συμβολαιογράφου Τριπόλεως Αλεξάνδρας Σταθοπούλου και που δημοσιεύθηκε στις 16.12.2015 με τα 301/16.12.2015 πρακτικά του Ειρηνοδικείου Τριπόλεως, λόγω αντιθέσεως της εν λόγω διαθήκης προς τα χρηστά ήθη.

Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που με το εκκαλούμενο υπό στ, Β κεφάλαιο της οριστικής πρωτόδικης απόφασής του έκρινε ομοίως προς τα ανωτέρω και δέχθηκε εν όλω ως κατ' ουσίαν βάσιμη την ένδικη αγωγή κατά την ως άνω επικουρική υπό στ. Β βάση της εκ του άρθρου 178 ΑΚ (δέχθηκε δηλαδή εν όλω την υπό στ. Β επικουρική βάση της ένδικης αγωγής), ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις. Επομένως, πρέπει να απορριφθούν ως ουσιαστικά αβάσιμοι όλοι οι λόγοι της κρινόμενης υπ' αρ. εκθ. καταθ. 26/1.6.2017 έφεσης της εναγόμενης, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα και ζητείται η ολική απόρριψη της εναντίον της ένδικης αγωγής και κατά την υπό στ. Β επικουρική βάση της (η ολική δηλαδή απόρριψη και της υπό στ. Β επικουρικής βάσης της εναντίον της ένδικης αγωγής). Ελλείψει άλλου λόγου, πρέπει η κρινόμενη υπ' αρ. εκθ. καταθ. 26/1.6.2017 έφεση της εναγόμενης να απορριφθεί κατ' ουσίαν στο σύνολο της". Με βάση τις πιο πάνω πραγματικές παραδοχές, το Εφετείο δέχθηκε τυπικά και απέρριψε κατ'ουσίαν την έφεση της αναιρεσείουσας κατά της απόφασης του πρωτοβαθμίου δικαστηρίου, το οποίο είχε δεχθεί ως ουσιαστικά βάσιμη την επικουρική βάση της ένδικης αγωγής εκ του άρθρου 178 Α.Κ και αναγνώρισε ότι είναι άκυρη η υπ' αριθ. …/…-9-2015 δημόσια διαθήκη της Ε. Ν. - Μ., που συνέταξε η συμβολαιογράφος Τρίπολης Ιωαν. Σταθοπούλου, ως αντίθετη στα χρηστό ήθη, διότι η εναγομένη και ήδη αναιρεσείουσα εκμεταλλευόμενη την ανασφάλεια και την ανάγκη που είχε η κληρονομούμενη από τις υπηρεσίες της λόγω της μεγάλης ηλικίας της και των προβλημάτων υγείας της και, συνακόλουθα, την εξάρτησή της από αυτήν, προέτρεψε και έπεισε αυτήν να προβεί στη σύνταξη της επίδικης τρίτης διαθήκης με το περιεχόμενο που προεκτέθηκε, εξαναγκάζοντας την, στην πραγματικότητα, να εγκαταστήσει την ίδια και τα δύο της τέκνα κληρονόμους της στο σύνολο της περιουσίας της.

Σύμφωνα, εξάλλου, με τις παραπάνω παραδοχές το Εφετείο δέχθηκε ότι με τις δύο πρώτες διαθήκες η διαθέτης κατέλειπε στους ενάγοντες ήδη αναιρεσίβλητους το διαμέρισμα του τρίτου ορόφου , εμβαδού 80 τ.μ επί της οδού ... και ότι, επομένως, νομιμοποιούνται ενεργητικά να ασκήσουν την ένδικη αγωγή, γιατί εάν αναγνωριζόταν η ακυρότητα της επίδικης διαθήκης, αυτοί ήταν κληρονόμοι με τις δύο προηγούμενες του προαναφερομένου διαμερίσματος, ενώ, επιπλέον, είχαν ασκήσει αγωγή κατά της εναγομένης - αναιρεσείουσας και της θυγατέρας αυτής, με τις οποίες ζητούσαν την αναγνώριση της ακυρότητας του προαναφερομένου πληρεξουσίου της διαθέτιδας προς την εναγομένη και ήδη αναιρεσείουσα και την αναγνώριση της ακυρότητας της μεταβίβασης του διαμερίσματος το οποίο με τις δύο πρώτες διαθήκες η διαθέτης κατέλειπε στους ενάγοντες και ήδη αναιρεσιβλήτους.

Με το πρώτο λόγο αναίρεσης από τον αριθ. 1α του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ, η αναιρεσείουσα προβάλλει την αιτίαση της παραβίασης της ουσιαστικής διατάξεως του άρθρου 173 Α.Κ., συνισταμένη στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, εφάρμοσε εσφαλμένα τις πιο πάνω διατάξεις, αναφορικά με την ερμηνεία της αληθούς βουλήσεως της διαθέτιδας κατά τη σύνταξη της υπ' αριθ. …/…-7-2014 δημόσιας διαθήκης της Ε. Ν.- Μ., (προγενέστερης της επίδικης), στην οποία διαπίστωσε, έστω και εμμέσως ασάφεια, ως προς την περιγραφή του κληρονομητέου ακινήτου διαμερίσματος από τους ενάγοντες και ήδη αναιρεσίβλητους. Με τον τρίτο λόγο από το άρθρο 559 αριθ. 19 του Κ.Πολ.Δ, η αναιρεσείουσα μέμφεται την προσβαλλόμενη απόφαση, για έλλειψη νόμιμης βάσης, καθόσον, ενώ το Εφετείο διαπίστωσε στη δήλωση βουλήσεως της διαθέτιδας που περιέχεται στη πιο πάνω δεύτερη διαθήκη ασάφεια, παραθέτει ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίας, ως προς την εξεύρεση της αληθούς βουλήσεως της, να παραμένουν, με τη διαθήκη αυτή, κληρονόμοι του αναφερομένου ακινήτου οι ενάγοντες και ήδη αναιρεσίβλητοι και, ως εκ τούτου, να νομιμοποιούνται ενεργητικά προς έγερση της ένδικης αγωγής. Με τον δεύτερο λόγο η αναιρεσείουσα προβάλλει την από το άρθρο 559 αριθ.1β Κ.Πολ.Δ αιτίαση, συνισταμένη στο ότι η προσβαλλόμενη παραβίασε τα διδάγματα της κοινής πείρας κατά την ερμηνεία και εφαρμογή της διατάξεως του άρθρου 173 Α.Κ, "ότι όταν η "γιαγιά" έχει δύο ανήλικες εγγόνες, καταλείπει συνήθως ισότιμα ανάμεσα στις δύο εγγονές τα περιουσιακά της στοιχεία. Και μάλιστα τούτο συμβαίνει σύμφωνα με την κοινή πείρα ακόμη και σε ενήλικα εγγόνια, πόσο μάλλον σε ανήλικα, που η γιαγιά μόνο συναισθήματα αγάπης μπορεί να έχει προς αυτά ως εκ της μικρής παιδικής τους ηλικίας", προκειμένου να εξεύρει την αληθινή βούληση της παραπάνω διαθέτιδας κατά την σύνταξη της προαναφερόμενης δεύτερης διαθήκης, στην οποία διαπίστωσε, έστω και εμμέσως ασάφεια.

Από την προσβαλλόμενη απόφαση, προκύπτει ότι το Εφετείο δεν διαπίστωσε εμμέσως κενό ή ασάφεια, στο περιεχόμενο της υπ' αριθ. …/…-7-2014 δημόσιας δεύτερης διαθήκης, προγενέστερης της επίδικης, ούτε διατύπωσε αμφιβολία ως προς την έννοια της τελευταίας βούλησης της διαθέτιδας, σχετικά με το κρίσιμο θέμα ότι με τις δύο πρώτες διαθήκες της, κατέλειπε στους ενάγοντες και ήδη αναιρεσίβλητους το διαμέρισμα τρίτου ορόφου, εμβαδού 80 τ.μ, επί της οδού .... Από το περιεχόμενο των παραπάνω διαθηκών, το οποίο παρατίθεται αυτούσιο στην προσβαλλόμενη, δεν διαπιστώνεται, σύμφωνα με τις παραδοχές της προσβαλλόμενης, έστω και εμμέσως, κενό ή ασάφεια στην εν λόγω διαθήκη ούτε αμφιβολία, ως προς το κρίσιμο αυτό θέμα, όπως εσφαλμένως εκλαμβάνει η αναιρεσείουσα. Σύμφωνα με τις παραδοχές της προσβαλλόμενης, αναφέρεται ο λόγος για τον οποίο η διαθέτης εγκαθιστούσε τους ενάγοντες και ήδη αναιρεσίβλητους κληρονόμους του παραπάνω ακινήτου, με την προαναφερόμενη διαθήκη. Η αιτιολογία αυτή, δεν συνιστά διαπίστωση σχετικού κενού ή αμφιβολίας, εκ μέρους του Εφετείου, ως προς το περιεχόμενο της δεύτερης διαθήκης, συνεπεία της οποίας, το Εφετείο προέβη κατά την άποψη της αναιρεσείουσας, σε ερμηνεία της και, μάλιστα, εσφαλμένη όπως περαιτέρω υποστηρίζει στους σχετικούς λόγους αναίρεσης. Ούτε επίσης, η αναφορά, στις παραδοχές της προσβαλλομένης, ότι ".. η διαθέτης με τις δύο πρώτες διαθήκες, επιθυμεί ν'αφήσει το μεγαλύτερο μέρος της περιουσίας της, στην εκκαλούσα εναγόμενη, τα παιδιά της και τα εγγόνια της. Κάνει ιδιαίτερη μνεία και στις δύο αυτές διαθήκες στην ευγνωμοσύνη και την υποχρέωση που έχει στην εκκαλούσα και εναγομένη επειδή της περιποιείται και την φροντίζει. Να σημειωθεί ότι η Σ. Λ. του Σ. που την καθιστά κληρονόμο της με την πρώτη ιδιόγραφη διαθήκη είναι εγγονή της εκκαλούσας και εναγομένης, τέκνο της θυγατέρας της Π.", συνιστούν διαπίστωση κενού η ασάφειας από το Εφετείο, στην προαναφερόμενη διαθήκη.

Αντιθέτως, αποτελούν κρίσεις και εκτίμηση του αποδεικτικού υλικού, προκειμένου να καταλήξει στο αποδεικτικό του πόρισμα.

Συνεπώς, οι τρεις πρώτοι λόγοι είναι αβάσιμοι, διότι στηρίζονται επί εσφαλμένης προϋποθέσεως ότι το Εφετείο ερμήνευσε εσφαλμένα την πιο πάνω διαθήκη, ενώ κατά τις παραδοχές της απόφασης του δεν διαπίστωσε, έστω και εμμέσως, κενό ή αμφιβολία σχετικά με τη βούληση της διαθέτιδας να εγκαταστήσει τους ενάγοντες και ήδη αναιρεσείοντες κληρονόμους του προαναφερομένου ακινήτου με τη δεύτερη αυτή διαθήκη και ως εκ τούτου, δεν προέβη σε ερμηνεία αυτής. Εκτός αυτών, ο δεύτερος λόγος είναι, σε κάθε περίπτωση, απαράδεκτος, διότι δεν αποτελούν διδάγματα κοινής πείρας, τα πιο πάνω επικαλούμενα από την αναιρεσείουσα περιστατικά. Περαιτέρω, με τον τέταρτο λόγο αναίρεσης η αναιρεσείουσα αποδίδει την πλημμέλεια, από το άρθρο 559 αριθ. 1α του Κ.Πολ.Δ, συνιστάμενη στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση παραβίασε την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 178 Α.Κ.

Ειδικότερα, η αναιρεσείουσα στο λόγο αυτό αφού παραθέτει το περιεχόμενο των πιο πάνω διατάξεων, στη συνέχεια, παραθέτει τον σχετικό λόγο έφεσης της, με αντίστοιχη νομολογία και ακολούθως σχολιάζει την υπ'αριθ. 1723/2011 απόφαση του Α.Π, στην οποία παραπέμπει η προσβαλλόμενη απόφαση, επιχειρηματολογώντας ότι, τα περιστατικά που αναφέρονται σ' αυτή, ουδεμία σχέση έχουν με την επίδικη περίπτωση, προκειμένου να καταλήξει ότι με βάση τις παραδοχές της προσβαλλόμενης απόφασης, παραβιάστηκαν οι ουσιαστικού δικαίου διατάξεις του άρθρου 178 Α.Κ. αναφορικά με την επίμαχη τρίτη δημόσια διαθήκη. Με τους πέμπτο και έβδομο λόγους από το άρθρο 559 αριθ.19 του Κ.Πολ.Δ, η αναιρεσείουσα, προσάπτει την πλημμέλεια στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση της έλλειψης νόμιμης βάσης, συνισταμένη στο ότι με ανεπαρκείς και αντιφατικές αιτιολογίες δέχθηκε ότι η διάταξη της τελευταίας βουλήσεως της διαθέτιδας ήταν αντίθετη στα χρηστά ήθη, ως προϊόν έμμεσου εξαναγκασμού. Με αυτά που δέχθηκε το Εφετείο, όπως παραπάνω αναφέρονται και έτσι που έκρινε δεν παραβίασε την ουσιαστικού δικαίου διάταξη του άρθρου 178 Α.Κ, την οποία ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε και δεν στέρησε την απόφαση του νόμιμης βάσης, αφού όπως προκύπτει από το περιεχόμενο αυτής που προεκτέθηκε διέλαβε πλήρεις, σαφείς και μη αντιφάσκουσες μεταξύ τους αιτιολογίες, που επιτρέπουν τον αναιρετικό έλεγχο, ως προς το ουσιώδες ζήτημα της ακυρότητας της πιο πάνω (τρίτης) διαθήκης, εξ αιτίας του ότι αυτή αντιβαίνει στα χρηστά ήθη.

Συνεπώς, οι τέταρτος, πέμπτος και έβδομος λόγοι αναίρεσης από το άρθρο 559 αριθ. Ια και 19 Κ.ΠολΔ, με τους οποίους η αναιρεσείουσα υποστηρίζει τα αντίθετα είναι απορριπτέοι ως αβάσιμοι. Με τον έκτο λόγο της αναίρεσης η αναιρεσείουσα προβάλλει την αιτίαση από το άρθρο 559 αριθ. 1 περ.β Κ.Πολ.Δ, συνισταμένη στο ότι η προσβαλλόμενη απόφαση, κατά την ερμηνεία και εφαρμογή του άρθρου 178 Α.Κ παραβίασε τα διδάγματα κοινής πείρας ότι I. "μία κόρη που περιθάλπτει τη μάνα της στα τελευταία της, δεν την εκμεταλλεύεται μηδέ την εξαναγκάζει, αμέσως ή εμμέσως, για να της γράψει την περιουσία της, όσο και αν η ανήμπορη μητέρα της μοιραία εξαρτάται σωματικά ή/και ψυχολογικά από την κόρη που τη φροντίζει<" II. "μία γυναίκα 94 χρόνων που είναι διανοητικά διαυγής κι έχει περιουσία, την καταλείπει στην οικογένειά της". III. "Η κόρη διαχειρίζεται τα προσωπικά δεδομένα της μάνας" VI. "Ο γέρος άνθρωπος 94 χρόνων, όσο υγιής και νάναι δεν ξεκινά δικαστικό αγώνα".

Ο παραπάνω λόγος είναι απαράδεκτος, διότι δεν αποτελούν διδάγματα κοινής πείρας όλα όσα προαναφέρονται, σύμφωνα με τις νομικές σκέψεις που εκτέθηκαν στην αρχή. Με τον όγδοο λόγο αναίρεσης από τον αριθ. 8α του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ, η αναιρεσείουσα προβάλλει την αιτίαση ότι η αναιρεσιβαλλόμενη παρά τον νόμο έλαβε υπόψη πράγμα που δεν προτάθηκε από τους αναιρεσίβλητους. Ειδικότερα, εκθέτει ότι δεν προτάθηκε από τους αναιρεσίβλητους ο ισχυρισμός, ο οποίος έχει ουσιώδη επίδραση στη δίκη, ότι "η μεταφορά των 900.000 ευρώ έγινε από τη Ζ. Κ. εν γνώσει της Ε. Ν.", ώστε η αναιρεσιβαλλόμενη να δεχθεί ότι "δεν προέκυψε ότι η μεταφορά χρημάτων από τη Ζ. Α.- Κ. έγινε εν αγνοία της διαθέτιδας Ε. Ν.". Σύμφωνα, όμως με όσα στο οικείο μέρος της νομικής σκέψης αναφέρονται τα παραπάνω δεν αποτελούν "πράγμα" κατά την έννοια του αριθ. 8 του άρθρου 559 Κ.Πολ.Δ, αλλά εκτίμηση του Δικαστηρίου που προέκυψε από τις αποδείξεις.

Τέλος, όλοι οι λόγοι αναίρεσης, κατά το μέρος που αναφέρονται στα συναγόμενα από την, κατά την κρίση της αναιρεσείουσας, εκτίμηση των αποδείξεων και τα επιχειρήματα της προς υποστήριξη των απόψεων της, στην πραγματικότητα, πλήττουν τη προσβαλλομένη απόφαση, ως προς την εκτίμηση των αποδείξεων που δεν ελέγχεται από το Άρειο Πάγο, κατ' άρθ. 561 του Κ.ΠολΔ και, συνεπώς, είναι απαράδεκτοι. Κατ'ακολουθία, εφόσον δεν υπάρχει προς έρευνα άλλος αναιρετικός λόγος πρέπει ν'απορριφθεί η από 15-7-2019 αίτηση για αναίρεση της 8/2019 απόφασης του Εφετείου Ναυπλίου και να διαταχθεί, κατά την παρ. 3 του άρθρου 495 ΚΠοΛΔ, όπως ισχύει, η εισαγωγή στο δημόσιο ταμείο του παραβόλου που κατατέθηκε από την αναιρεσείουσα κατά την άσκηση της αίτησης αναίρεσης και επισυνάφθηκαν στη σχετική από 17-7-2019 έκθεση κατάθεσης του Γραμματέα του Εφετείου Ναυπλίου.

Τέλος, στην αναιρεσείουσα που ηττήθηκε πρέπει να επιβληθούν τα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων, κατά το σχετικό νόμιμο και βάσιμο αίτημά τους, που υπέβαλαν με τις προτάσεις τους (άρθρα 176, 183, 189 παρ. 1 και 191 παρ. 2 ΚΠολ.Δ), όπως ειδικότερα ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την από 15-7-2019 αίτηση, της Φ χήρας Γ. Π., για αναίρεση της 8/2019 αποφάσεως του Τριμελούς Εφετείου Ναυπλίου.

ΔΙΑΤΑΣΣΕΙ την εισαγωγή του παραβόλου που έχει κατατεθεί για την άσκηση της αίτησης αναίρεσης στο Δημόσιο Ταμείο. Και

ΕΠΙΒΑΛΛΕΙ τα δικαστικά έξοδα των αναιρεσιβλήτων εις βάρος της αναιρεσείουσας, τα οποία ορίζει στο ποσό των δύο χιλιάδων επτακοσίων (2.700) ευρώ.

ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 2 Ιουνίου 2021.

ΔΗΜΟΣΙΕΥΘΗΚΕ σε δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του, στην Αθήνα, στις 30 Ιουνίου 2021.

Η  ΑΝΤΙΠΡΟΕΔΡΟΣ Ο ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

και ταύτης καθώς και του αρχαιοτέρου Αρεοπαγίτου αποχωρησάντων από την Υπηρεσία, η αμέσως αρχαιότερη της συνθέσεως Αρεοπαγίτης