ΣτΕ 854/2024
ΦΟΡΟΛΟΓΙΚΕΣ ΠΑΡΑΒΑΣΕΙΣ – ΑΚΥΡΩΣΗ ΠΡΟΣΤΙΜΩΝ – ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΠΡΟΣΦΥΓΗΣ ΚΑΙ ΕΝΑΡΞΗ ΑΥΤΗΣ – ΓΝΩΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΦΕΥΓΟΝΤΟΣ ΚΑΙ ΤΕΚΜΗΡΙΩΣΗ ΑΥΤΗΣ – ΔΕΝ ΣΥΝΥΠΟΛΟΓΙΖΕΤΑΙ ΣΤΗΝ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑ Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ – ΝΟΜΙΜΗ Η ΕΠΙΜΗΚΥΝΣΗ ΤΗΣ ΠΡΟΘΕΣΜΙΑΣ ΟΤΑΝ ΤΗΝ ΠΡΟΣΦΥΓΗ ΑΣΚΕΙ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ – ΕΝΝΟΜΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ. - Η στοιχειοθέτηση του εκπροθέσμου προκύπτει από το καθαυτό περιεχόμενό της προσφυγής, από το οποίο το δικαστήριο συνήγαγε το συμπέρασμα ότι ο αναιρεσείων είχε λάβει πλήρη γνώση του περιεχομένου και των αιτιολογιών της απορριπτικής του αιτήματός του πράξης της φορολογικής αρχής σε χρόνο απέχοντα των εξήντα ημερών από την κατάθεση της προσφυγής – Απόρριψη ως εκπρόθεσμης - (64, 66 ΚΔΔ).
ΠΔ
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Β΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Απριλίου 2023, με την εξής σύνθεση: Κωνσταντίνος Κουσούλης, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Πρόεδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Κωνσταντία Λαζαράκη, Μαρία Σταματοπούλου, Σύμβουλοι, Όλγα-Μαρία Βασιλάκη, Αγγελική Χαϊδά, Πάρεδροι. Γραμματέας η Καλλιόπη Ανδρέου.
Για να δικάσει την από 24 Νοεμβρίου 2017 αίτηση:
του ., κατοίκου Θεσσαλονίκης (.), ο οποίος δεν παρέστη αλλά ο δικηγόρος που υπογράφει την αίτηση νομιμοποιήθηκε με συμβολαιογραφικό πληρεξούσιο,
κατά της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (Α.Α.Δ.Ε.), η οποία παρέστη με την Αναστασία Βασιλείου, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.
Με την αίτηση αυτή ο αναιρεσείων επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ' αριθμ. 208/2017 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Πειραιά.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Συμβούλου Μαρίας Σταματοπούλου.
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την εκπρόσωπο της αναιρεσίβλητης Αρχής, η οποία ζήτησε την απόρριψη της υπό κρίση αιτήσεως.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σκέφθηκε κατά τον Νόμο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αίτησης καταβλήθηκε το νόμιμο e-παράβολο με κωδικό ./2017.
2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η αναίρεση της απόφασης 208/2017 του Διοικητικού Εφετείου Πειραιώς, με την οποία απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη προσφυγή του αναιρεσείοντος περί ακύρωσης της ./27.5.2008 αρνητικής απάντησης του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Α΄ Καλλιθέας, κατά το μέρος που με αυτήν απορρίφθηκε αίτημά του να επιστραφεί ως αχρεωστήτως καταβληθέν ποσό φόρου προστιθέμενης αξίας (φπα) 640.844,75 ευρώ, διαχειριστικής περιόδου 1996.
3. Επειδή, σύμφωνα με το με α.π. ./16.2.2018 σημείωμα του Προϊσταμένου της ΔΟΥ Καλλιθέας, το χρηματικό αντικείμενο της αγόμενης ενώπιον του Δικαστηρίου διαφοράς υπερβαίνει τις 40.000 ευρώ (640.844,75 ευρώ) και, επομένως, η κρινόμενη αίτηση ασκείται παραδεκτώς από την άποψη της παραγράφου 4 του άρθρου 53 του π.δ. 18/1989 (Α΄ 8), όπως ισχύει, και είναι περαιτέρω εξεταστέα.
4. Επειδή, με την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση έγιναν δεκτά και κρίθηκαν τα εξής: Ο αναιρεσείων, κατά την ένδικη διαχειριστική περίοδο (1996), διατηρούσε ατομική επιχείρηση στην Λεωφόρο Συγγρού . (.), με αντικείμενο εργασιών την παροχή άμεσης οδικής βοήθειας ακινητοποιημένων αυτοκινήτων ("...SERVICE A.E."), τηρούσε δε βιβλία και στοιχεία Γ΄ κατηγορίας του Κώδικα Βιβλίων και Στοιχείων (ΚΒΣ). [Μετά από έλεγχο που διενεργήθηκε επί τη βάσει της ΥΑ 1061203/1148/ΔΣΣΣΦΕ/Α΄/ΠΟΛ/1144/1993 (Β΄ 526) περί ελέγχου ανέλεγκτων φορολογικών υποθέσεων, ο Προϊστάμενος του Περιφερειακού Ελεγκτικού Κέντρου (ΠΕΚ) Πειραιά εξέδωσε την ./1997 οριστική πράξη προσδιορισμού φπα, προσδιορίζοντας το καταβλητέο ποσό φόρου σε 1.834.906,02 ευρώ, το οποίο και κατεβλήθη από τον αναιρεσείοντα.] Στη συνέχεια, με την ./31.3.2008 αίτηση ο αναιρεσείων ζήτησε από την φορολογική αρχή να του επιστρέψει το ως άνω ποσό φόρου ως αχρεωστήτως καταβληθέν, αίτημα που απορρίφθηκε από την φορολογική αρχή με την αναφερόμενη στην σκέψη 2 πράξη, κατά της οποίας ο αναιρεσείων άσκησε την ένδικη προσφυγή.
Το δικάσαν διοικητικό εφετείο, αφού παρέθεσε στην μείζονα πρόταση του δικανικού συλλογισμού τα άρθρα 66 παρ. 1 περ. Α΄ υποπερ. Α του Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας (ΚΔΔ, ν. 2717/1999, Α΄ 97) και 11 του Κώδικα των Νόμων περί των Δικών του Δημοσίου (ΚΝΔΔ, κωδικοποιητικό διάταγμα της 26.6/10.7.1944, Α΄ 139), όπως ίσχυε κατά τον κρίσιμο χρόνο, ήτοι μετά την τροποποίηση που επήλθε με το άρθρο 25 παρ. 3 του ν. 3610/2007 (Α΄ 258), σύμφωνα με την οποία: «Εξαιρετικά, προκειμένου περί φορολογικών και τελωνειακών διαφορών, στις προθεσμίες για την άσκηση προσφυγής ή ενδίκων μέσων ή άλλων ενδίκων βοηθημάτων οριζομένων από τον Κώδικα Διοικητικής Δικονομίας, δεν υπολογίζεται το χρονικό διάστημα από πρώτης (1ης) έως τριακοστής πρώτης (31ης) του μηνός Αυγούστου», διέλαβε, στη συνέχεια, τις ακόλουθες ερμηνευτικές κρίσεις:
α) «Κατά την έννοια του άρθρου 66 παρ. 1 περ. Α υποπερ. Α του ΚΔΔ, προβλέπεται μεν ως αφετηρία της προθεσμίας ασκήσεως προσφυγής, κατ’ αρχήν, η σύννομη κοινοποίηση της πράξεως στον ενδιαφερόμενο, δεν αποκλείεται όμως η σχετική προθεσμία να αρχίζει από την αποδεδειγμένη πλήρη γνώση του περιεχομένου της προσβαλλόμενης πράξεως σε περίπτωση που είτε δεν έγινε η προβλεπόμενη κοινοποίηση, είτε αυτή που έγινε δεν ήταν νόμιμη, ακόμη και αν πρόκειται για πράξη κοινοποιητέα σύμφωνα με την σχετική ειδική νομοθεσία που την διέπει (πρβλ. ΣτΕ 169/2015, 3575-7/2013, 2436-7/2012 7μ., 2034-6/2011 Ολομ.).
Περαιτέρω, κατά την έννοια της ίδιας διατάξεως, απαιτείται για την κίνηση της εν λόγω προθεσμίας αποδεδειγμένη [δηλαδή προκύπτουσα είτε από συγκεκριμένα στοιχεία του φακέλου ή συγκεκριμένα και αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά ικανά να στηρίξουν βέβαιη δικανική πεποίθηση (βλ. ΣτΕ 120-3/2014 είτε συνομολογούμενη από τον ίδιο τον προσφεύγοντα] και πλήρης γνώση της προσβαλλόμενης πράξεως, ως τέτοιας νοουμένης της γνώσεως ολόκληρης της πράξεως (πρβλ. ΣτΕ 604/1995 7μ.) και των αιτιολογιών της (βλ. ΣτΕ 1484/2010, [...]), ώστε να είναι δυνατόν να ελεγχθεί από τον ενδιαφερόμενο το νόμιμο ή μη της πράξεως και, συνεπώς, η δυνατότητα ασκήσεως κατ’ αυτής προσφυγής (βλ. ΣτΕ 246/2008, 981, 1079/2011). Θεωρείται επίσης ότι ο προσφεύγων έχει λάβει πλήρη γνώση του περιεχομένου της πράξεως όχι μόνον όταν συνομολογεί την ύπαρξή της και το περιεχόμενό της, αλλά και όταν συνομολογεί ότι εχώρησε επίδοση της πράξεως σε αυτόν, σε συγκεκριμένο χρόνο χωρίς αμφισβήτηση του κύρους της επιδόσεως (ΣτΕ 193/2006) [...]» και
β) Η κατά το άρθρο 25 παρ. 3 του ν. 3610/2007 αναστολή των προθεσμιών άσκησης ενδίκων βοηθημάτων και μέσων επί φορολογικών και τελωνειακών διαφορών μόνον κατά τον μήνα Αύγουστο, και όχι καθόλο το χρονικό διάστημα των δικαστικών διακοπών όπως ισχύει για τις λοιπές διαφορές, δεν αντίκειται στην συνταγματική αρχή της ισότητας των διαδίκων, καθόσον ανταποκρίνεται στην ανάγκη ειδικής αντιμετώπισης των ως άνω διαφορών, ενόψει της ιδιαίτερης σημασίας τους για την οικονομική και κοινωνική ζωή της χώρας και των πολιτών της και των αναγκών που συνδέονται με την εκδίκασή τους (πρβλ. ΣτΕ 761/2014 7μ.).
Στην προκειμένη περίπτωση, όπως βεβαιώνεται στην αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η ένδικη απορριπτική πράξη «[…] επιδόθηκε προς την εταιρεία "... SERVICE A.E." στις 30.5.2008 (σχ. το από 30.5.2008 αποδεικτικό επίδοσης που υπογράφεται από τον εφοριακό υπάλληλο . και τον υπάλληλο της εταιρείας .). Κατ’ αυτής ασκήθηκε στις 19.8.2008 η [ένδικη] προσφυγή […], στην οποία, μεταξύ άλλων, αναφέρεται το πλήρες περιεχόμενο της προσβαλλόμενης πράξης, καθώς και ότι: "[…] Για λόγους ανωτέρας βίας η πληρεξούσια δικηγόρος που χειρίζεται την παρούσα υπόθεση δεν μπόρεσε να καταθέσει την παρούσα εχθές (29.7.2008). Για τον λόγο αυτό κατατίθεται η παρούσα εμπροθέσμως και παραδεκτώς σήμερα. Για τους λόγους αυτούς και για όσους άλλους επιφυλάσσομαι να προσθέσω παραδεκτά και εμπρόθεσμα […] ΖΗΤΩ […] Αθήνα, 20.7.2008"».
Εν όψει του ανωτέρω πραγματικού και των ερμηνευτικών κρίσεων που προηγήθηκαν, το δικάσαν διοικητικό εφετείο απέρριψε την ένδικη προσφυγή ως εκπρόθεσμη, λαμβάνοντας υπόψη ότι, εφόσον η προσβαλλόμενη πράξη της φορολογικής αρχής επιδόθηκε στις 30.5.2008, η εξηκονθήμερη προθεσμία για την άσκησή της άρχισε στις 31.5.2008 (στην αναιρεσιβαλλόμενη αναγράφεται εκ παραδρομής 1.6.2008) και έληξε στις 29.7.2008, (ημέρα Τρίτη εργάσιμη), χωρίς να συντρέχει λόγος αναστολής, δεδομένου ότι, εξαιρετικά στις φορολογικές διαφορές, η προθεσμία για την άσκηση προσφυγής και λοιπών ενδίκων μέσων αναστέλλεται μόνο για το διάστημα από 1ης έως 31 Αυγούστου˙ και περαιτέρω ότι «[…] από το περιεχόμενο της από 20.7.2008 [ένδικης] προσφυγής προκύπτει ότι ο [αναιρεσείων] είχε πλήρη γνώση του περιεχομένου και των αιτιολογιών της προσβαλλόμενης πράξεως. Επίσης, από τον ισχυρισμό του ότι η πληρεξούσια δικηγόρος του δεν μπόρεσε να καταθέσει την προσφυγή στις 29.7.2008 για λόγους ανωτέρας βίας, συνάγεται ότι ο ίδιος είχε πλήρη γνώση της προσβαλλόμενης πράξης από την ημερομηνία επίδοσής της».
5. Επειδή, με τον τρίτο λόγο του αναιρετηρίου προβάλλεται ότι είναι εσφαλμένη η κρίση του διοικητικού εφετείου περί μη παραβίασης της συνταγματικής αρχής της ισότητας των διαδίκων. Κατά τον αναιρεσείοντα, από τον συνδυασμό των άρθρων 66 παρ. 1 και 64 παρ. 2 του ΚΔΔ προκύπτει ότι ο νομοθέτης θεσπίζει αδικαιολόγητα μακρύτερη προθεσμία για το Δημόσιο (90 ημέρες) σε σχέση με τον φορολογούμενο (60 ημέρες) και, επομένως, εάν το δικαστήριο είχε διαγνώσει ότι η εν λόγω ρύθμιση είναι ανίσχυρη ως αντίθετη στο άρθρο 4 παρ. 1 του Συντάγματος, η προσφυγή του αναιρεσείοντος δεν θα είχε απορριφθεί ως εκπρόθεσμη. Ο λόγος αυτός, ανεξαρτήτως του εάν προβάλλεται παραδεκτώς από την άποψη του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει, πρέπει να απορριφθεί ως αβάσιμος. Και τούτο, διότι οι προαναφερθείσες διατάξεις δεν είναι συγκρίσιμες κατά το περιεχόμενό τους, δεδομένου ότι η προθεσμία άσκησης προσφυγής εκ μέρους του Υπουργού Οικονομικών (66 παρ. 2 του ΚΔΔ) αφορά το εξαιρετικό ένδικο βοήθημα της ενδοστρεφούς προσφυγής και, κατά συνέπεια, πρόκειται για ρύθμιση η οποία δεν επιδέχεται διασταλτική ερμηνεία ούτε χωρεί ανάλογη εφαρμογή (βλ. ΣτΕ 1423/2022 σκ. 9).
6. Επειδή, με τους πρώτο και δεύτερο λόγους του αναιρετηρίου προβάλλεται αφενός ότι είναι πλημμελής η κρίση της αναιρεσιβαλλόμενης, η οποία δέχθηκε ως νομότυπη την κοινοποίηση της προσβαλλόμενης πράξης της φορολογικής αρχής σε άλλο πρόσωπο αντί του αναιρεσείοντος, ήτοι την ατομική επιχείρηση του ιδίου "... SERVICE AE" (2ος λόγος αναιρέσεως) και, αφετέρου, ότι κατά παράβαση του άρθρου 5 παρ. 4 του ΚΔΔ («Το δικαστήριο λαμβάνει υπόψη το δεδικασμένο και αυτεπαγγέλτως, εφόσον τούτο προκύπτει από τα στοιχεία της δικογραφίας»), το δικάσαν διοικητικό εφετείο δεν εξέτασε τον «ουσιώδη» ισχυρισμό ότι με την απόφαση 590/2014 του Διοικητικού Πρωτοδικείου Πειραιά κρίθηκε ότι προσφυγή του αναιρεσείοντος, ανάλογου περιεχομένου με την ένδικη, ασκήθηκε εμπροθέσμως, διότι η επίδοση της προσβαλλόμενης πράξης της φορολογικής αρχής προς την ως άνω ατομική επιχείρηση του αναιρεσείοντος, με βάση το ίδιο αποδεικτικό επίδοσης με ημερομηνία την 30.5.2008, δεν είναι νόμιμη.
Όμως, στην προκειμένη περίπτωση, όπως εκτέθηκε στην σκέψη 4, το δικάσαν διοικητικό εφετείο απέρριψε την ένδικη προσφυγή με το σκεπτικό ότι η στοιχειοθέτηση του εκπροθέσμου αυτής προκύπτει από το καθαυτό περιεχόμενό της, από το οποίο το δικαστήριο συνήγαγε το συμπέρασμα ότι ο αναιρεσείων είχε λάβει πλήρη γνώση του περιεχομένου και των αιτιολογιών της απορριπτικής του αιτήματός του πράξης της φορολογικής αρχής σε χρόνο απέχοντα των εξήντα ημερών από την κατάθεση της προσφυγής.
Επομένως, οι ως άνω λόγοι αναιρέσεως, ανεξαρτήτως παραδεκτού από την άποψη του άρθρου 53 παρ. 3 του π.δ. 18/1989, όπως ισχύει, πρέπει να απορριφθούν ως απαράδεκτοι, διότι δεν πλήσσουν σκέψη της αναιρεσιβαλλόμενης απόφασης.
7. Επειδή, κατόπιν των ανωτέρω, η κρινόμενη αίτηση πρέπει να απορριφθεί στο σύνολό της.
Διά ταύτα
Απορρίπτει την κρινόμενη αίτηση.
Διατάσσει την κατάπτωση του παραβόλου.
Επιβάλλει σε βάρος του αναιρεσείοντος την δικαστική δαπάνη του Δημοσίου, η οποία ανέρχεται σε τετρακόσια εξήντα (460) ευρώ.
Η διάσκεψη έγινε στην Αθήνα στις 27 Ιουνίου 2023
Ο Προεδρεύων Αντιπρόεδρος Η Γραμματέας
Κωνσταντίνος Κουσούλης Καλλιόπη Ανδρέου
και η απόφαση δημοσιεύθηκε σε δημόσια συνεδρίαση της 13ης Ιουνίου 2024.
Ο Πρόεδρος του Β´ Τμήματος Η Γραμματέας
Μιχαήλ Πικραμένος Καλλιόπη Ανδρέου
1974 - 2025 © Τετράβιβλος. Με επιφύλαξη παντός δικαιώματος. Όροι και Προϋποθέσεις