Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

ΔΙΑΚΟΠΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΕΥΛΟΓΗ ΑΙΤΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΑΓΟΥΣΑ – ΑΓΩΓΗ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ ΓΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΖΥΓΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΕΓΓΑΜΟΥ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ - ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ ΠΛΗΡΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ

ΜονΕφΠειρ 9/2022


ΑΓΩΓΗ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ ΓΙΑ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΤΑ ΤΟΥ ΣΥΖΥΓΟΥ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΣΠΑΣΗ ΤΗΣ ΕΓΓΑΜΟΥ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ – ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ – ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ Η ΑΠΟΡΙΑ ΤΟΥ ΔΙΚΑΙΟΥΧΟΥ ΑΛΛΑ ΑΡΚΕΙ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΑ ΑΣΘΕΝΕΣΤΕΡΟΣ – ΥΠΟΧΡΕΩΣΕΙΣ ΤΩΝ ΣΥΖΥΓΩΝ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑ ΤΟΥ ΓΑΜΟΥ - ΔΙΑΚΟΠΗ ΤΗΣ ΣΥΜΒΙΩΣΗΣ ΓΙΑ ΕΥΛΟΓΗ ΑΙΤΙΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΝΑΓΟΥΣΑ – ΔΙΚΑΙΟΥΤΑΙ ΠΛΗΡΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ – ΠΟΤΕ Ο ΥΠΟΧΡΕΟΣ ΚΑΤΑΒΑΛΛΕΙ ΜΕΙΩΜΕΝΗ ΔΙΑΤΡΟΦΗ ΚΑΙ ΠΟΤΕ ΑΠΑΛΛΑΣΣΕΤΑΙ ΑΠΟ ΤΗΝ ΥΠΟΧΡΕΩΣΗ – ΕΝΣΤΑΣΕΙΣ ΠΟΥ ΔΥΝΑΤΑΙ ΝΑ ΥΠΟΒΑΛΛΕΙ Ο ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΣ ΣΥΖΥΓΟΣ – ΕΝΝΟΜΕΣ ΣΥΝΕΠΕΙΕΣ - Η διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα αυτού (εναγομένου) που την προκάλεσε με την ως άνω αντισυζυγική συμπεριφορά του, που είναι αντίθετη στις συζυγικές υποχρεώσεις που απορρέουν από την συμβίωση (ήτοι υποχρέωση συνεννόησης, υποστήριξης της συζύγου του, αποδοχής των ενδιαφερόντων αυτής, την ισονομία, την αντιμετώπιση των θεμάτων και προβλημάτων που γεννά ο συζυγικός βίος βάσει της αρχής της, στην οποία (συναπόφαση) περιλαμβάνεται και η κατανομή των ρόλων μέσα στην οικογένεια, στον αδικαιολόγητο περιορισμό στην άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας της συζύγου του, στην προστασία εν γένει της προσωπικότητάς της συζύγου του, της τιμής και της υπόληψής της, και η οποία (αντισυζυγική συμπεριφορά) επέφερε και ήταν ικανή να επιφέρει αιτιωδώς ισχυρό κλονισμό στη σχέση του γάμου των συζύγων – Δεν αποδείχθηκε συνυπαιτιότητα της ενάγουσας – Οφείλεται πλήρης διατροφή (1387, 1389, 1390, 1391, 1392, 1493, 1496, 1498 ΑΚ)


ΜονΕφΠειρ 9/2022

Τμήμα 4ο

Αποτελούμενο από τη Δικαστή Φωτεινή Μάμαλη, Εφέτη, η οποία ορίσθηκε από την Πρόεδρο του Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς, και από τη Γραμματέα  ………

Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις  …….., για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ των :

ΚΑΛΟΥΣΑΣ-ΕΦΕΣΙΒΛΗΤΗΣ-ΑΝΤΕΚΚΑΛΟΥΣΑΣ:   ……….., η οποία εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά της δικηγόρο Παναγιώτα Μούρτζινου.

ΚΑΘ΄ΟΥ Η ΚΛΗΣΗ- ΕΚΚΑΛΟΥΝΤΟΣ-ΑΝΤΕΦΕΣΙΒΛΗΤΟΥ:  …………., ο οποίος εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσιά του δικηγόρο Ελισάβετ-Κυριακή Σταυρουλάκη (με δήλωση κατ΄ άρθρο 242 παρ 2 ΚΠολΔ).

Η καλούσα-εφεσίβλητη-αντεκκαλούσα άσκησε ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς την από 8.9.2016 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2016) αγωγή, επί της οποίας εκδόθηκε η υπ΄ αριθμ.  2032/2018 απόφαση του ως άνω Δικαστηρίου, που δέχθηκε εν μέρει την αγωγή.

Την απόφαση αυτή προσέβαλαν ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου ο εναγόμενος και ήδη καθ΄ ου η κλήση-εκκαλών-αντεφεσίβλητος  με την από 26.6.2018 (ΓΑΚ/ΕΑΚ Πρωτοδικείου ………/2018, ΓΑΚ/ΕΑΚ Εφετείου ………/2018) έφεσή του και η ενάγουσα και ήδη καλούσα-εφεσίβλητη-αντεκκαλούσα με την από 19.2.2021 (ΓΑΚ/ΕΑΚ ………./2021) αντέφεσή της.

Δικάσιμος της ως άνω εφέσεως ορίσθηκε αρχικά η  9η.5.2019, οπότε ματαιώθηκε η συζήτηση αυτής.

Με την, κατατεθείσα ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, από 16.9.2019 (ΓΑΚ/ΕΑΚ  ……../2020) κλήση  της καλούσας-εφεσίβλητης-αντεκκαλούσας, η ως άνω έφεση επανεισήχθη προς συζήτηση ενώπιον αυτού στη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Δικάσιμος της ως άνω αντεφέσεως ορίσθηκε η αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας απόφασης.

Η υπόθεση εκφωνήθηκε με τη σειρά της από το οικείο πινάκιο και συζητήθηκε.

Η πληρεξούσια δικηγόρος της καλούσας-εφεσίβλητης-αντεκκαλούσας, αφού έλαβε το λόγο από την Πρόεδρο, αναφέρθηκε στις έγγραφες προτάσεις που κατέθεσε και η πληρεξούσια δικηγόρος του καθ΄ου η κλήση-εκκαλούντος-αντεφεσιβλήτου, η οποία παραστάθηκε με δήλωση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου, ανέπτυξε τις απόψεις της με τις έγγραφες προτάσεις που προκατέθεσε.

ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΚΑΙ ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 26.6.2018 (αριθ.καταθ……/2018) έφεση του εναγομένου ήδη εκκαλούντος, η οποία επαναφέρεται προς συζήτηση στην αναφερομένη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο με την από 16.9.2020 (αριθ.καταθ. ……./2020) κλήση της καλούσας-ενάγουσας ήδη εφεσιβλήτου κατά της υπ’ αριθμ. 2038/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, που εκδόθηκε αντιμωλία των διαδίκων κατά την ειδική διαδικασία των διαφορών από την οικογένεια, τον γάμο και την ελεύθερη συμβίωση (άρθ. 392 παρ. 3 ως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015), αρμόδια φέρεται προς συζήτηση στο Δικαστήριο τούτο (άρθ. 19, όπως ισχύει μετά την αντικατάστασή του με την παρ. 2 του άρθρου 4 του ν. 3994/2011), έχει δε ασκηθεί νομότυπα και εμπρόθεσμα, αφού από την επίδοση της απόφασης την 4.6.2018 στον εκκαλούντα-εναγόμενο έως την άσκηση της υπό κρίση εφέσεως την 28.6.2018 δεν παρήλθε χρονικό διάστημα τριάντα (30) ημερών (άρθρα 495 παρ. 1, 498, 511, 513 παρ. 1, 516 παρ. 1, 517, 518 Κ.Πολ.Δ). Πρέπει επομένως να γίνει τυπικά δεκτή και να εξεταστεί περαιτέρω κατά την ίδια διαδικασία, ως προς το παραδεκτό και βάσιμο των λόγων της (άρθ. 533 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), δεδομένου ότι για το παραδεκτό αυτής (εφέσεως) δεν απαιτείται η κατάθεση παραβόλου, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 495 παρ. 3 Κ.Πολ.Δ.

Η εφεσίβλητη, με ιδιαίτερο δικόγραφο που κατέθεσε στη Γραμματεία του Δικαστηρίου τούτου και επιδόθηκε στην εκκαλούντα εμπρόθεσμα (βλ. την υπ’ αριθμ. ……/19.3.2011 έκθεση επιδόσεως της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών …..), ήτοι τριάντα (30) ημέρες πριν από τη συζήτηση της έφεσης, άσκησε αντέφεση, ως προς τα κεφάλαια της απόφασης που προσβάλλονται με αυτή (υπό κρίση έφεση), η οποία είναι παραδεκτή [(άρθρ. 495 παρ. 1, 496, 523 παρ. 1 και 2 (όπως η παρ. 2 αντικαταστάθηκε από το άρθρο 8 παρ. 2 του Ν. 3043/2002), 591 παρ. 1 περ.ζ΄ Κ.Πολ.Δ, μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο 1, άρθρο ένατο παρ. 4 του Ν. 4335/2015) και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς το βάσιμο των λόγων της (άρθρ. 533 Κ.Πολ.Δ) κατά την ως άνω ειδική διαδικασία (άρθρ. 592 παρ. 3 ως ισχύει μετά την αντικατάστασή του από το άρθρο τέταρτο του άρθρου 1 του Ν. 4335/2015) και να συνεκδικαστεί με την υπό κρίση από 26.6.2018 έφεση, λόγω της μεταξύ της συνάφειας (άρθρα 31, 246 Κ.Πολ.Δ).

Η ενάγουσα της από 8.9.2016 (αριθ.καταθ. ………/2016) αγωγής ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, ζήτησε, να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει, μηνιαία σε χρήμα διατροφή ποσού 1.204,6 ευρώ, εντός του πρώτου τριημέρου κάθε μήνα και για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την κοινοποίηση της αγωγής, για το λόγο ότι αυτός (εναγόμενος) είναι αποκλειστικά υπαίτιος για τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής τους και αυτή (ενάγουσα) αδυνατεί να αυτοδιατραφεί από εισοδήματα ή την περιουσία της. Η ως άνω από 8.9.2016 αγωγή, με την υπ’ αριθ. 2032/2018 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά, αφού κρίθηκε ορισμένη και νόμιμη ως στηριζόμενη στις διατάξεις του άρθρου 340, 341 εδ.α΄, 345 εδ.α΄, 1389, 1390, 1391, 1392, 1493, 1496, 1498 ΑΚ, έγινε εν μέρει δεκτή ως κατ’ ουσία βάσιμη και υποχρεώθηκε ο εναγόμενος να καταβάλλει στην ενάγουσα, εντός των τριών πρώτων ημερών κάθε μήνα, μηνιαία σε χρήμα διατροφή ποσού 800 ευρώ, για χρονικό διάστημα δύο ετών από την επίδοση της αγωγής, νομιμότοκα από την καθυστέρηση κάθε μηνιαίας δόσης έως την εξόφληση. Κατά της απόφασης αυτής παραπονείται, Α) ο εκκαλών- εναγόμενος, με τους λόγους της εφέσεώς του, που συνολικά και κατ’ ορθή εκτίμηση ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανισθεί άλλως μεταρρυθμιστεί η εκκαλούμενη ως προς τα κεφάλαια που πλήττονται με αυτή (έφεση), ώστε να απορριφθεί στο σύνολό της η από 8.9.2016 αγωγή της εφεσίβλητης – ενάγουσας άλλως να καθοριστεί η αιτούμενη διατροφή στο ποσό των 200 ευρώ, Β) η ηττηθείσα εν μέρει με αυτή (εκκαλούμενη απόφαση) ενάγουσα και ήδη αντεκκαλούσα με την ένδικη αντέφεσή της, παραπονείται με τους περιεχόμενους σε αυτή λόγους, που ανάγονται σε εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου και σε πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων, ως προς το κεφάλαιο αυτής (εκκαλούμενης απόφασης) που δέχθηκε ότι είναι συνυπαίτια στη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης και την επιδίκαση ελαττωμένης διατροφής και ζητεί την εξαφάνισή της ως προς αυτά (πληττόμενα κεφάλαια), ώστε να γίνει δεκτή στο σύνολό της η υπό κρίση αγωγή της.

Ι) Από τις διατάξεις των άρθρων 1389, 1390, 1391 και 1493 ΑΚ, προκύπτει ότι οι σύζυγοι έχουν αμοιβαία υποχρέωση να συνεισφέρουν από κοινού ο καθένας ανάλογα με τις δυνάμεις του, στην αντιμετώπιση των αναγκών της οικογένειας, το μέτρο δε της συνεισφοράς αυτής προσδιορίζεται από τις συνθήκες της οικογενειακής ζωής και η εκπλήρωσή του γίνεται με την προσωπική εργασία, τα εισοδήματα και την περιουσία και απρόσοδη ακόμη (Ολ ΑΠ 9/1991 ΕλλΔικ 33/1429) των συζύγων, ενώ, σε περίπτωση διακοπής της έγγαμης συμβίωσης, η υποχρέωση διατροφής, η οποία υποκαθιστά στην περίπτωση αυτή την υποχρέωση συνεισφοράς, διέπεται από τους ίδιους (όπως και η τελευταία) κανόνες των άρθρων 1389 και 1390 Α.Κ (Ολ ΑΠ 9/1991 ό.π). Το μέτρο της εν λόγω υποχρέωσης διατροφής του ενός συζύγου από τον άλλο, σε περίπτωση διάστασής τους, καθορίζουν πλέον, όχι οι συνθήκες του έγγαμου βίου, που ήδη εν υφίσταται, αλλά, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 1493 ΑΚ, που δεν αποκλείει το άρθρο 1392 Α.Κ, οι ανάγκες του δικαιούχου συζύγου, ως αυτές διαμορφώθηκαν μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης, η εν λόγω δε διατροφή προκαταβάλλεται σε χρήμα κατά μήνα (Ολ ΑΠ 2/1994 ΕλλΔικ 36/352). Όμως, για τη θεμελίωση της αξίωσης διατροφής απαιτείται είτε ο δικαιούχος της διατροφής σύζυγος να διέκοψε ο ίδιος την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία, ως ρητά ορίζεται στη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 1391 Α.Κ, είτε, κατ’ επέκταση, η διακοπή να προήλθε από την πλευρά του υποχρέου για διατροφή συζύγου (ΑΠ 1217/2007 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos, ΑΠ 613/1999 ΕλλΔικ 40/73, ΕφΔωδ 169/2007 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos, ΕφΠατρ 83/2007 ΕΦΑΔ 2008/788, με εκεί περαιτέρω παραπομπές στη νομολογία), ακόμη και χωρίς εύλογη αιτία (ΕφΔωδ 91/2008 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos), επιπροσθέτως δε πρέπει να οφειλόταν στο φορέα της σχετικής αξίωσης, σύζυγο, διατροφή με τις συνθήκες της έγγαμης συμβίωσης, κατά την οποία υπάρχει η αμοιβαία υποχρέωση συνεισφοράς για την αντιμετώπιση των αναγκών του γάμου, στις οποίες περιλαμβάνεται και η διατροφή, υπό την έννοια ότι ο ίδιος όφειλε, κατά τη διάρκεια της συμβίωσης, τη μικρότερη συνεισφορά στην αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών (ΕφΠειρ 30/2016 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos).

Εξάλλου, για να γεννηθεί υποχρέωση διατροφής μετά τη διακοπής της έγγαμης συμβίωσης κατά το άρθρο 1391 Α.Κ, αντιθέτως με ότι συμβαίνει με τη διατροφή μετά το διαζύγιο ή με τη διατροφή μεταξύ συγγενών, όπου ο νομοθέτης απαιτεί ρητώς ως προϋπόθεση (Α.Κ 1442, 1486), την αδυναμία αυτοδιατροφής (απορία) του δικαιούχου, δεν χρειάζεται ο δικαιούχος σύζυγος  να είναι άπορος αλλά απλώς να είναι οικονομικά ασθενέστερος από τον υπόχρεο (ΑΠ 1028/2013, ΕφΘρ 74/2014, ΕφΘεσ 1831/2014 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos), η δε έλλειψη επαρκούς περιουσίας ή πόρων αποτελεί λόγο, όχι απαλλαγής του συζύγου από την υποχρέωση προς διατροφή, αλλά αναλόγου περιορισμού της σχετικής δαπάνης, εκτός αν απαιτείται είτε ο δικαιούχος της διατροφής σύζυγος να διέκοψε ο ίδιος την έγγαμη συμβίωση για εύλογη αιτία, ως ρητά ορίζεται στη διάταξη της παραγράφου 1 του άρθρου 1391 Α.Κ, είτε, κατ’ επέκταση, η διακοπή να προήλθε από την πλευρά του υπόχρεου για διατροφή συζύγου (ΑΠ 1217/2007 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos, ΑΠ 613/1999 ΕλλΔικ 40/73, ΕφΔωδ 169/2007  Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos, ΕφΠατρ 83/2007 ΕΦΑΔ 2008/788, με εκεί περαιτέρω παραπομπές στη νομολογία), ακόμη και χωρίς εύλογη αιτία (ΕφΔωδ 91/2008  Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos), επιπροσθέτως δε πρέπει να οφειλόταν στο φορέα της σχετικής αξίωσης, σύζυγο, διατροφή με τις συνθήκες της έγγαμης συμβίωσης, κατά την οποία υπάρχει η αμοιβαία υποχρέωση συνεισφοράς για την αντιμετώπιση των αναγκών του γάμου, στις οποίες περιλαμβάνεται και η διατροφή, υπό την έννοια ότι ο ίδιος όφειλε, κατά τη διάρκεια της συμβίωσης, τη μικρότερη συνεισφορά στην αντιμετώπιση των οικογενειακών αναγκών (ΕφΠειρ 30/2006  Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos).

Εξάλλου, για να γεννηθεί υποχρέωση διατροφής μετά τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης κατά το άρθρο 1391 Α.Κ, αντιθέτως με ότι συμβαίνει με τη διατροφή μετά το διαζύγιο ή με τη διατροφή μεταξύ συγγενών, όπου ο νομοθέτης απαιτεί ρητώς ως προϋπόθεση (Α.Κ 1442, 1486), την αδυναμία αυτοδιατροφής (απορία) του δικαιούχου, δεν χρειάζεται ο δικαιούχος σύζυγος να είναι άπορος, αλλά απλώς να είναι οικονομικά ασθενέστερος από τον υπόχρεο (ΑΠ 1028/2013, ΕφΘρ 74/2014, ΕφΘεσ 1831/2014  Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos), η δε έλλειψη επαρκούς περιουσίας ή πόρων αποτελεί λόγο, όχι απαλλαγής του συζύγου από την υποχρέωση προς διατροφή, αλλά αναλόγου περιορισμού της σχετικής δαπάνης, εκτός αν αυτός αντιτάξει ότι υπάρχουν ανιόντες ή κατιόντες του δικαιούχου συζύγου, που είναι κατά νόμο υπόχρεοι σε διατροφή του (ΕφΘεσσαλ 1831/2014 ό.π), με αυτόθροη των ανωτέρω συνέπεια, να μην μπορεί ο υπόχρεος σε διατροφή σύζυγος, ο οποίος ενάγεται με βάση το άρθρο 1391 Α.Κ, να προβάλει την ένσταση διακινδύνευσης της δικής του διατροφής κατά το άρθρο 1487 Α.Κ, παρά μόνο ως ένσταση παραπομπής σε άλλον υπόχρεο κατά το άρθρο 1491 Α.Κ (ΑΠ 873/2017  Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos, βλ. Και Σ.Ματθία σε ΝοΒ 31/1484, τον ίδιο σε ΕλλΔικ 28/253). Εύλογη αιτία για τη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης είναι οποιοδήποτε γεγονός που μπορεί να δικαιολογήσει τη διάσπασή της, χωρίς να ενδιαφέρει ο τρόπος με τον οποίο επέρχεται η διάσπαση (εγκατάλειψη ή αποπομπή), μπορεί δε η εν λόγω εύλογη αιτία να οφείλεται σε υπαιτιότητα του ενός από του συζύγους ή και σε κοινή υπαιτιότητα (ΕφΠειρ 214/2016, ΕφΠειρ 12/2015  Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos). Το εύλογο η μη της αιτίας διακοπής της έγγαμης συμβίωσης κρίνεται κυρίως ενόψει, αφ’ ενός μεν του περιεχομένου της κατά το άρθρο 1386 Α.Κ αμοιβαίας υποχρέωσης των συζύγων για συμβίωση “εφόσον η σχετική αξίωση δεν αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος”, αφ’ ετέρου δε των εισαγομένων, με το άρθρο 1387 του ίδιου Κώδικα, αρχών ρύθμισης του συζυγικού βίου, σύμφωνα με τις οποίες “οι σύζυγοι αποφασίζουν από κοινού για κάθε θέμα του συζυγικού βίου” και “η ρύθμιση από τους συζύγους του κοινού βίου τους πρέπει να μην εμποδίζει την επαγγελματική και την υπόλοιπη δραστηριότητα του καθενός από αυτούς και να μην παραβιάζει τη σφαίρα της προσωπικότητάς του” (ΑΠ 1217/2007, ό.π, ΑΠ 565/2002 ΧΡΙΔ 2002/612). Ως συμβίωση θεωρείται η δημιουργία από τους συζύγους κοινής ζωής (Κουμάντου, Οικογενειακού Δικαίου, σελ. 113), η δε υποχρέωση των συζύγων προς συμβίωση αποτελεί την από το γάμο πρώτιστη αμοιβαία υποχρέωσή τους, ενώ το κυριότερο περιεχόμενο της πλήρους έγγαμης συμβίωσης είναι η συνοίκηση των συζύγων (Μπαλής, “Οικογενειακό Δίκαιο” παρ. 38, σελ. 67 επ.).

Από τα παραπάνω συνάγεται ότι, σε περίπτωση που η έγγαμη συμβίωση διακόπηκε, ο σύζυγος που είναι υπόχρεος σε διατροφή του άλλου απαλλάσσεται από την  υποχρέωση αυτή, μόνο όταν η διάσταση επήλθε για λόγους που αποκλειστικά ανάγονται στο πρόσωπο του δικαιούχου, ο οποίος διακόπτει τη συμβίωση από ίδια πρωτοβουλία και υπαιτιότητα και παρά την αντίθετη θέληση του υποχρέου, ο οποίος επιθυμεί την εξακολούθησή της (ΕφΠειρ 12/2015 ό.π, ΕφΛαμ 98/2009 Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos), τέτοια δε περίπτωση συντρέχει π.χ όταν η διακοπή της συμβίωσης έγινε κατόπιν συμφωνίας των διαδίκων, είτε με την πρόθεση αυτών να λύσουν συναινετικά το γάμο, είτε για άλλη αιτία, διότι η ευθύνη της εν λόγω διακοπής βαρύνει και τον ίδιο τον υπόχρεο, που επιθυμεί την διακοπή, για την οποία υπάρχει πλέον εύλογη αιτία στο πρόσωπο του άλλου συζύγου, χωρίς τη συνδρομή περίστασης που να επιβάλλει την παύση ή τη μείωση της διατροφής αυτού (ΑΠ 662/1990 ΑρχΝ 1990/649, Εφ.Λαμ 98/2009 ό.π, ΕφΠατρ 618/2002 ΑχαΝομ 2003/204, ΕφΑθ 7529/2000 ΕλλΔικ 42/1367). Ο σύζυγος, ο οποίος είναι υπόχρεος σε διατροφή του συζύγου του, οφείλει να καταβάλλει τη διατροφή και αν ακόμη αναγκάσθηκε στη διακοπή της συμβίωσης από παράπτωμα του δικαιούχου της διατροφής συζύγου του (ΑΠ 551/2011  Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos, ΑΠ 1207/2008 Δ 2008/1063), στην τελευταία όμως περίπτωση, αν το παράπτωμα τούτο συνιστά λόγο διαζυγίου, αναγόμενο σε υπαιτιότητα του δικαιούχου της διατροφής, περιορίζεται η έκταση της οφειλόμενης διατροφής στα απολύτως αναγκαία για τη συντήρησή του (ελαττωμένη διατροφή) κατόπιν ένστασης του εναγομένου, για την πληρότητα της οποίας απαιτείται αφ’ ενός μεν η παράθεση των παραπτωμάτων του δικαιούχου συζύγου, αφ’ ετέρου δε αντίστοιχο αίτημα και, επί πλέον, προσδιορισμός από τον ενιστάμενο σύζυγο του ποσού της κατ’ αυτόν οφειλομένης διατροφής (ΑΠ 616/2020, ΑΠ 619/2020, ΑΠ 528/2018, ΑΠ 873/2017, ΑΠ 605/2015, Εφ.Πατρ. 489/2021, Εφ.Πειρ. 604/2020, Εφ.Πατρ. 67/2018, Εφ.Πειρ. 214/2016, Εφ.Πειρ. 12/2015 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, Εφ.Πειρ.  397/2015  Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos, Εφ.Πειρ. 754/2014  Τράπεζα Νομικών Πληροφοριών Nomos).

ΙΙ) Κατά το άρθρο 281 ΑΚ ,η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διατάξεως αυτής, το δικαίωμα θεωρείται ότι ασκείται καταχρηστικά, όταν η συμπεριφορά του δικαιούχου, που προηγήθηκε ή η πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε, κατά το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε, ή οι περιστάσεις που μεσολάβησαν, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γένεση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή τη μεταγενέστερη άσκησή του, κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου. Τούτο συμβαίνει,  ιδίως, όταν από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου έχει δημιουργηθεί στον υπόχρεο, και μάλιστα ευλόγως, η πεποίθηση ότι ο δικαιούχος δεν πρόκειται να ασκήσει το δικαίωμά του. Μόνη όμως η αδράνεια του δικαιούχου ή του δικαιοπαρόχου του για μακρό χρόνο και πάντως μικρότερο απ’ αυτόν της παραγραφής, δεν αρκεί για να καταστήσει καταχρηστική την μετέπειτα άσκηση του δικαιώματος, ακόμη και όταν δημιούργησε στον οφειλέτη την πεποίθηση ότι δεν υπάρχει το δικαίωμα ή ότι δεν πρόκειται πλέον να ασκηθεί, προερχόμενες κυρίως από τη συμπεριφορά των μερών και σε αιτιώδη μεταξύ τους συνάφεια ευρισκόμενες, με βάση τις οποίες, καθώς και την αδράνεια του δικαιούχου, η μεταγενέστερη άσκηση του δικαιώματος, που τείνει σε ανατροπή της κατάστασης, που δημιουργήθηκε υπό τις παραπάνω ειδικές συνθήκες και περιστάσεις και διατηρήθηκε για μακρό χρόνο, να εξέρχεται των ορίων, που επιβάλλει η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ. Δεν είναι πάντως απαραίτητο η επιχειρούμενη από το δικαιούχο ανατροφή της διαμορφωμένης αυτής κατάστασης να προκαλεί αφόρητες ή δυσβάσταχτες συνέπειες στον οφειλέτη, αλλά αρκεί να έχει και απλώς δυσμενείς επιπτώσεις στα συμφέροντα του (Ολ ΑΠ 2/2019, 7/2002, Ολ ΑΠ 8/20021). Η διακρίβωση των πράξεων, με τις οποίες ο δικαιούχος άσκησε το δικαίωμά του στη συγκεκριμένη περίπτωση, αποτελεί πραγματικό ζήτημα και κρίνεται ανελέγκτως από το δικαστήριο της ουσίας, η κρίση του, όμως, αυτή ότι ορισμένη συμπεριφορά υπερβαίνει, και μάλιστα προφανώς, τα όρια που θέτουν τα παραπάνω κριτήρια είναι νομική και, επομένως, υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο. Ο Άρειος Πάγος, δηλαδή, ελέγχει μόνο αν τα πραγματικά περιστατικά, που έγιναν δεκτά από το δικαστήριο της ουσίας συνιστούν την προεκτεθείσα νομική έννοια του άρθρου 281 ΑΚ (ΑΠ 104/2021, ΑΠ 45/2021, ΑΠ 528/2021, ΑΠ 37/2013 ΝΟΜΟΣ).

Με τον πρώτο λόγο της έφεσης ο εκκαλών ισχυρίζεται  ότι η αγωγή της ενάγουσας κατ’ εσφαλμένα δεν απορρίφθηκε ως αόριστη. Από την επισκόπηση του δικογράφου της αγωγής προκύπτει ότι αυτή περιέχει τα απαραίτητα στοιχεία καθότι επικαλείται για τη διατροφή της ενάγουσας τη συζυγική ιδιότητα, τη διακοπή της συμβίωσης για εύλογη αιτία και ότι οι βιοτικές της ανάγκες, λαμβανομένων υπόψη και των συνθηκών της χωριστής διαβίωσης, δικαιολογούν  τον προσδιορισμό της διατροφής στο ζητούμενο με την αγωγή χρηματικό ποσό. Συνεπώς, ο σχετικός πρώτος λόγος της έφεσης πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμος.

Από την επανεκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων απόδειξης και ανταπόδειξης, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου και περιέχονται στα ταυτάριθμα με την εκκαλουμένη πρακτικά, τις υπ’ αριθμ. …, … και …./2016 ένορκες βεβαιώσεις που λήφθηκαν με επιμέλεια της ενάγουσας ενώπιον του Ειρηνοδίκη Πειραιά, κατόπιν νόμιμης κλήτευσης του αντιδίκου (βλ. Την υπ’ αριθμ. …../2016 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών ……..), και τις υπ’ αριθμ. …., …./2017 ένορκες βεβαιώσεις που λήφθηκαν με επιμέλεια της ενάγουσας ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά, ……., κατόπιν νόμιμης κλήτευσης του αντιδίκου (βλ. Την υπ’ αριθμ. …../2017 έκθεση επίδοσης της δικαστικής επιμελήτριας του Εφετείου Αθηνών …….), τις υπ’ αριθ. …./28.11.2016, …/29.11.2016, …/29.11.2016, …/29.11.2016, ένορκες βεβαιώσεις που λήφθηκαν με επιμέλεια του εναγομένου ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά, ……, κατόπιν νόμιμης κλήτευσης της αντιδίκου (βλ. Την υπ’ αριθ. …΄/23.11.2016 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή Πρωτοδικείου Πειραιά, ….), τις υπ’ αριθ. …., …/13.11.2017 ένορκες βεβαιώσεις που λήφθηκαν ενώπιον της ιδίας ως άνω συμβολαιογράφου Πειραιά, με επιμέλεια του εναγομένου, μετά τη συζήτηση της ένδικης αγωγής (13.11.2017) και προσκομίσθηκαν μετ’ επικλήσεως  με την προσθήκη και αντίκρουση στις προτάσεις αυτού (εναγομένου) ενώπιον του πρωτόδικου Δικαστηρίου, κατόπιν νόμιμης κλήσης της αντιδίκου κατά το χρόνο συζήτησης της ένδικης αγωγής την 8.11.2017 (βλ. τα ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης) (Κ.ΠολΔ. 529 παρ. 1), η παράλειψη προσκομιδής των οποίων (ένορκων βεβαιώσεων), αλλά και των εγγράφων, (καρτέλα ΑΑΔΕ/Άδεια για ακίνητο της οικογένειας …….) που προσκομίστηκαν μετ’ επικλήσεως με την προσθήκη και αντίκρουση των προτάσεων αυτού (εναγομένου) δεν οφείλεται, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, σε πρόθεση στρεψοδικίας ούτε και σε βαρειά αμέλεια (Κ.Πολ.Δ 529 παρ. 2, ΑΠ 1821/2017, ΑΠ 175/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που νόμιμα προσκομίζουν και επικαλούνται οι διάδικοι, μεταξύ των οποίων ένορκες βεβαιώσεις και καταθέσεις που λήφθηκαν στα πλαίσια άλλων δικών μεταξύ των ιδίων διαδίκων, καθώς και η καρτέλα από ΑΑΔΕ/Άδεια Οικογένειας …..), που λαμβάνονται υπόψη είτε για άμεση απόδειξη, είτε για συναγωγή δικαστικών τεκμηρίων (άρθρα 395 και 524 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), χωρίς να παραλείπεται κάποιο από αυτά για την κατ’ ουσία διάγνωση της διαφοράς, και οι προσκομιζόμενες από την ενάγουσα φωτογραφίες, των οποίων η γνησιότητα δεν αμφισβητήθηκε από τον εναγόμενο, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά:

Οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο θρησκευτικό γάμο στον Πειραιά Αττικής στις 8.9.1991 και από το γάμο τους αυτό απέκτησαν δύο τέκνα, ήδη ενήλικα, το …. που γεννήθηκε την 22.6.1993 και την …. που γεννήθηκε την 24.6.1997. Η έγγαμη συμβίωση των διαδίκων δεν εξελίχθηκε ομαλά, καθόσον ο εναγόμενος επεδείκνυε, συστηματικά, έναντι της συζύγου του-ενάγουσας, με πράξεις και παραλείψεις του συμπεριφορά που συνιστά ουσιώδη παράβαση του περιεχομένου της υποχρέωσης για συμβίωση και ρύθμισης από κοινού όλων των θεμάτων του οικογενειακού βίου (ΑΚ 1386, 1387), Η ως άνω συμπεριφορά έγινε εντονότερη κατά το τελευταίο, πριν την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης, έτος. Ειδικότερα, από την αρχή της έγγαμης συμβίωσης είχε διαμορφωθεί αποκλειστικά με βούληση και απόφαση του εναγομένου, μια πραγματική κατάσταση κατανομής των ρόλων μέσα στην οικογένεια με την απασχόληση της ενάγουσας στις οικιακές εργασίες και στην ανατροφή των παιδιών τους όσο αυτά είναι μικρά, στην οποία (βούληση και απόφαση του εναγομένου) αρχικά με πνεύμα κατανόησης και αναζήτησης συμβιβαστικής λύσης αυτή (ενάγουσα) έδειξε υποχωρητικότητα, αποχωρώντας από τα μέσα του έτους 1992 από την εργασία της σε κέντρο ομοιοπαθητικής. Έτσι αρχικά φαίνονταν ότι δεν ενοχλούσε τους διαδίκους συζύγους και την έγγαμη σχέση τους, η ως άνω παραίτηση αυτής (ενάγουσας) από την αρχή της ισονομίας και συναπόφασης ως προς την κατανομή των ρόλων μέσα στην οικογένεια, λαμβανομένων υπόψιν του νεαρού της ηλικίας της κατά το χρόνο τέλεσης του γάμου της (20 ετών) και της ευχέρειας επηρεασμού και υποταγής της βουλήσεώς της από τον κατά δώδεκα έτη μεγαλύτερο και έμπειρο κοινωνικά και επαγγελματικά σύζυγό της. Η ενάγουσα όμως δεν εφησύχασε και άρχισε  μετ’ ολίγον και σε τακτά χρονικά διαστήματα (από μέσα 1999 – 2000 και μετέπειτα) τόσο προς τον σύζυγό της – εναγόμενο αλλά και ενώπιον τρίτων-οικογενειακών τους φίλων, να εκφράζει την ισχυρή θέλησή της να εργαστεί εξωοικιακά, προκειμένου να αποκτήσει κοινωνική εμπειρία και οικονομική αυτοτέλεια, η οποία (εξωοικιακή απασχόληση) είναι πιο κερδοφόρα από την οικιακή και επιπλέον θα οδηγούσε και στην άρση της υποτέλειας έναντι του συζύγου της. Ο τελευταίος όμως (εναγόμενος) επεδείκνυε αδιαφορία για τα προβλήματα και ενδιαφέροντα της συζύγου του και κυρίως για το θέμα της εργασίας και επαγγελματικής δραστηριότητάς της, αρνούνταν να συναινέσει και να προσφέρει τη συμπαράστασή του, επιδεικνύοντας αδιαλλαξία, με συνέπεια αδικαιολόγητα και προσχηματικά με την επίκληση ανατροφής των παιδιών τους, να περιορίσει μονομερώς την άσκηση της επαγγελματικής δραστηριότητας αυτής (συζύγου του – ενάγουσα) και την ακώλυτη ανάπτυξη της προσωπικότητάς της. Η ως άνω συμπεριφορά είναι αντίθετη με τους κανόνες και αρχές της συμβίωσης, της συντροφικότητας, της ισονομίας, της συναπόφασης για όλα τα θέματα του κοινού βίου και της ελεύθερης ανάπτυξης της προσωπικότητας (ΑΚ 1385, 1387), χωρίς να την επιβάλλει το συμφέρον της οικογενειακής κοινωνίας, αφού αποδεικνύεται ανυπαρξία ειδικών συνθηκών στην συγκεκριμένη περίπτωση, τέτοιες δε (ειδικές συνθήκες) δεν συνιστούν η επίκληση από τον εναγόμενο της ανατροφής των παιδιών είτε εργασιακή απασχόληση της ενάγουσας όχι ιδιαίτερα κερδοφόρα κατά την γνώμη αυτού (εναγομένου), συμπεριφορά που οδήγησε σε κλονισμό της έγγαμης συμβίωσης. Η ανωτέρω δε κρίση ενισχύεται και από την ταυτόσημη συμπεριφορά που επιδείκνυε αυτός (εναγόμενος) και ως προς την εργασία της συζύγου του – ενάγουσας στην επιχείρηση που διατηρούσε  με τον αδελφό του, δεδομένου ότι ποτέ δεν προτάθηκε σε αυτή τέτοια απασχόληση και μάλιστα σε γνώση του εναγομένου ότι ζητούσε επιμόνως να εργαστεί, ο οποίος εξάλλου δεν επιθυμούσε ούτε την βοήθειά της στον ως άνω τόπο άσκησης της επαγγελματικής του δραστηριότητας, στον οποίο δεν της επέτρεπε ούτε τις συχνές επισκέψεις ούτε την επί μακρόν διαμονή της κατά τις επισκέψεις της . Για όλα τα ανωτέρω κατέθεσα μετά λόγου γνώσεως και πειστικότητα οι μάρτυρες της ενάγουσας: α)….., για όσα πραγματικά γεγονότα διαπίστωσε κατά την 18ετή συνεργασία της  στις επιχειρήσεις που διατηρούσε ο εναγόμενος με τον αδελφό του, γνώριζε συνεπεία της ως άνω πολυετούς απασχόλησής της, πληροφορήθηκε από τον ίδιο τον εναγόμενο. Η κατάθεση δε των πραγματικών γεγονότων από αυτή δεν οφείλεται σε λόγους εκδικήσεως προς το πρόσωπο του εναγομένου, όπως αβάσιμα ισχυρίζεται ο εναγόμενος με τον όγδοο λόγο της εφέσεώς του, λόγω της δικαστικής διένεξης που είχε η ως άνω μάρτυρας με τον αδελφό αυτού …….. για το είδος της εργασιακής σχέσης που την συνέδεε με αυτόν και της αξιώσεως αποκλειστικά από αυτόν (…….) μισθολογικών αξιώσεων, αφού ούτε επικαλείται περιστατικά από τα οποία δύναται να συναχθεί εκδικητικότητα στο πρόσωπο αυτού (εναγομένου) ούτε και προέβαλε παραδεκτά λόγο εξαιρέσεως αυτής (μάρτυρος) με επίκληση συγκεκριμένων λόγων είτε στάθμισης της αξιοπιστίας και συνεπώς ο σχετικός ως άνω λόγος της υπό κρίση εφέσεως είναι κατ’ ουσίαν αβάσιμος και απορριπτέος, “….δούλευα 18 χρόνια στο γραφείο του κυρίου …….. ως μηχανικός………..από το 1993 μέχρι το 2012……….Η κυρία ………….δεν εργαζόταν……πριν πολλά χρόνια πριν καμιά 20αριά χρόνια για ένα μικρό διάστημα είχε πιάσει δουλειά, αλλά υπήρχαν κάποιες εντάσεις στο σπίτι……..και σταμάτησε να εργάζεται προς ανακούφιση του κυρίου …….. βέβαια…………Ο κύριος ………….μου το είχε πει ο ίδιος ότι εντάξει για τα χρήματα που της έδιναν ως υπάλληλος δεν υπήρχε λόγος να αφήσει δύο μικρά παιδιά και να πάει να δουλεύει από τη στιγμή που της πρόσφερε πολύ περισσότερα………ο ίδιος……”, “……ήμαστε αρκετοί μηχανικοί μέσα στο γραφείο και δουλεύαμε και κάναμε χρέη γραμματέως…..ο αδελφός του δεν την ήθελε στο γραφείο, δεν την ήθελε, οπότε και πολλές φορές όταν ερχόταν είχε πάρει η ίδια τηλέφωνο…….με ρώταγε αν είναι ο αδελφός εκεί και όταν μάθαινε ότι δεν μπορεί να ερχόταν, το απέφευγε……….”, “…..γνωρίζω καλά ότι ουδέποτε της προτάθηκε να έρθει να εργαστεί στο γραφείο αφενός γιατί δεν είχε καμιά εξειδίκευση απαραίτητη για την λειτουργία του γραφείου, αφετέρου διότι ο αδελφός του συζύγου της δεν την ήθελε εκεί. Εξάλλου ο ίδιος ο σύζυγός της δεν της επέτρεπε να παραμείνει για ώρα στο γραφείο…….λίγη ώρα αφού ερχόταν, της έλεγε “άντε φύγε – φύγε, μην κάθεσαι….. γνωρίζω καλά ότι ο σύζυγός της δεν επιθυμούσε να εργαστεί ούτε στο γραφείο του ούτε και αλλού……..”, γνωρίζω ότι η κα ……. ήθελε επιμόνως να εργαστεί, διότι η ίδια μου είχε πει δεν αντέχω να μέσω στο σπίτι , θα σκάσω…..”, υπάλληλος δεν υπήρχε λόγος να αφήσει δύο μικρά παιδιά και να πάει να δουλεύει από τη στιγμή που της πρόσφερε πολύ περισσότερα…ο ίδιος………..(βλ. Ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης), “………το έτος 2000, δεν θυμάμαι ακριβώς το μήνα, η κα ….. είχε προσπαθήσει να εργαστεί σε γραφείο ασφάλισης αυτοκινήτων του …….. Ο κος …… είχε πει σε εμένα ότι δεν ήθελε να εργάζεται η σύζυγός του. Και όταν δύο ή τρεις μήνες τα κατάφερε……και σταμάτησε να εργάζεται ο ……. ήταν ικανοποιημένος…..Η …….. ήταν πολύ δραστήρια. Επί χρόνια ήταν πρόεδρος του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων στο δημοτικό σχολείο των παιδιών της, πολύ δραστήρια και ενεργητική. Ήταν προφανές ότι….διψούσε να εργαστεί, δυστυχώς όμως ο σύζυγός της, δεν ήθελε…….προτιμούσε να ασχολείται με το σπίτι και τα παιδιά της…..” (βλ. …./2016, ……../2016 ένορκες βεβαιώσεις ενώπιον Ειρηνοδίκου Πειραιά, που λήφθηκαν επιμελεία της ενάγουσας στα πλαίσια συζήτησης της υπό κρίση αγωγής η πρώτη για την υποστήριξη της από 27/12/2016 μήνυσης της ενάγουσας η δεύτερη, ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά συνεδρίασης, β) … (……./7.11.2017 ένορκη βεβαίωση) “Γνωρίζω την οικογένεια……περίπου 14 χρόνια…..διατηρούσαμε στενές οικογενειακές σχέσεις μέχρι και τον Οκτώβριο του 2015…….Εγώ παραμένω στενή φίλη της κας ….. μέχρι σήμερα………κάναμε στενή παρέα, μας είχαν φιλοξενήσει στο εξοχικό τους στη ……… Τροιζηνίας επανειλημμένως, ενώ συναντιόμασταν οικογενειακώς περίπου κάθε εβδομάδα…….Γνωρίζω καλά ότι ο ………. δεν ήθελε να εργάζεται η γυναίκα του έτσι ώστε αυτή να μπορεί να φροντίζει το σπίτι τους και τα παιδιά τους……..Καθ’ όλη τη διάρκεια της οικογενειακής μας φιλίας……..ήμουν μάρτυρας σε συζητήσεις………που τον παρακαλούσε να της ανοίξει ένα μαγαζί προκειμένου να το κάνει μεζεδοπωλείο, μπυραρία, ταβέρνα για να μαγειρεύει, αφού έχει εξαιρετικό ταλέντο στη μαγειρική και την αγαπάει πολύ…………αρνιόταν, ενω επαναλάμβανε ότι η θέση της γυναίκας είναι στο σπίτι…..Ήμουν παρούσα σε συζήτηση κατά την οποία…ζητούσε……..να της επιτρέψει να ανοίξει σε ισόγειο κατάστημα ιδιοκτησίας του επί της οδού ………. στη Δραπετσώνα μια επιχείρηση εστίασης……αρνήθηκε….”. Λόγιο πριν από τον καβγά τον Μάρτιο του 2014 ήμουν παρούσα σε άλλη μια προσπάθεια της ……… κατά την οποία προσπάθησε να πείσει τον …….. …….. να της επιτρέψει να εργαστεί……..αρνήθηκε……διότι δήθεν έπρεπε να βοηθάει την κόρη τους …….. στο διάβασμα, η οποία ήταν ήδη 17 ετών. Ποτέ δεν άκουσα από τον ……. να ζητάει από τη γυναίκα του να εργαστεί στην κατασκευαστική εταιρεία, ούτε και όταν η ίδια επιμόνως του ζητούσε να εργαστεί….ούτε ο …….. ………ούτε και ο αδελφός του επιθυμούσαν οι γυναίκες τους να εργάζονται μαζί τους…..όπως έλεγε ο …….., εάν η ……. … εργαζόταν στην εταιρεία του θα ανακατευόταν στις δουλειές του και θα του δημιουργούσε προστριβές με τον αδελφό του………”.

Τα αυτά πραγματικά γεγονότα καταθέτει η ως άνω μάρτυρας και στις υπ’ αριθ. …../2016 και ……/2016 ένορκες βεβαιώσεις που δόθηκαν στα πλαίσια άλλων συναφών δικών μεταξύ των ιδίων διαδίκων, γ) …….. (……../2016 ένορκη βεβαίωση), “…..Όταν η κόρη μου παντρεύτηκε είχε ένα κατάστημα πωλήσεως ειδών δώρου και φωτιστικών. Στο κατάστημα αυτό η κόρη μου εργάστηκε για δύο περίπου χρόνια μέχρι το γάμο της. Μετά το γάμο της ο σύζυγός της την πίεσε να το κλείσει, ισχυριζόμενος ότι δήθεν θα επιβαρύνονταν φορολογικά………..Η αλήθεια ……..είναι ότι δεν ήθελε ο γαμπρός μου να δουλεύει. Μετά το γάμο η κόρη μου βρήκε δουλειά στον κ. ….. Μια μέρα περίπου ένα χρόνο μετά η κόρη μου είπε ότι ο άντρας της την πίεζε να σταματήσει την δουλειά και να μείνει στο σπίτι……..της είπα να μην αφήσει τη δουλειά της ….μετά ο γαμπρός μου ήρθε και με βρήκε έξω από την δουλειά μου και μου ζήτησε να μην ανακατευτώ στην οικογένειά του…..δεν θέλω να λες στην γυναίκα μου ότι θα πρέπει να δουλεύει…..είπα ότι μπορεί να δυσκολευτεί στο μέλλον, ότι μπορεί να συμβεί ένας θάνατος, ένα διαζύγιο και η κόρη μου θα πρέπει να είναι ανεξάρτητη..μου απάντησε “μη σε νιάζει εγώ θα δουλεύω σκουπιδιάρης εάν χρειαστεί, η γυναίκα μου όμως δεν θα δουλέψει”…..θύμωσε και δεν είχα πλέον επαφή με την κόρη μου και τα εγγόνια μου και την οικογένειά τους……”. Τα αυτά πραγματικά γεγονότα καταθέτει η ως άνω μάρτυρας και στην υπ’ αριθ. …../2016 ένορκη βεβαίωση, που δόθηκε μεταξύ των ιδίων διαδίκων στα πλαίσια συζήτησης της προσωρινής διαταγής ενόψει της ασκήσεως αιτήσεως ασφαλιστικών μέτρων για τον καθορισμό διατροφής, και για την επιβολή συντηρητικής κατάσχεσης στην ακίνητη περιουσία του εναγομένου). Επιπλέον επεδείκνυε σε συνδυασμό με την ανωτέρω αντισυζυγική συμπεριφορά, συστηματικά είχε συμπεριφορά υποτιμητική και προσβλητική της τιμής και υπολήψεως αυτής (ενάγουσας) του ψυχικού και συναισθηματικού της κόσμου, που συνιστά παράβαση του ψυχολογικού – βουλητικού στοιχείου της συμβίωσης, ήτοι της θέλησης για συμπλήρωση του βίου τους. Τα ανωτέρω ανάγονται α)από την από …./1999 αίτηση ασφαλιστικών μέτρων που άσκησε η ενάγουσα ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά κατά του εναγομένου, με την οποία, για τα εκτιθέμενα περιστατικά αντισυζυγικής συμπεριφοράς αντίθετης στο ως άνω περιεχόμενο της συμβίωσης, η ενάγουσα είχε ζητήσει λόγω κλονισμού της έγγαμης σχέσης τους, την μετοίκηση αυτού (εναγομένου τότε καθ’ ου η αίτηση), την ρύθμιση της επιμέλειας των ανηλίκων  τότε τέκνων τους και την καταβολή διατροφής για την ιδία ατομικά και ως ασκούσας την επιμέλεια του προσώπου των ανηλίκων τέκνων τους. Η δίκη επί της ως άνω αιτήσεις καταργήθηκε λόγω παραίτησης της ενάγουσας (τότε αιτούσας) από το δικόγραφο αυτής και επανασύνδεσης των διαδίκων – συζύγων κατόπιν της συγνώμης και της μεταμέλειας του εναγομένου – συζύγου, από την εκτιθέμενη (στην αίτηση ασφαλιστικών μέτρων) αντισυζυγική συμπεριφορά, β) Από την ιδία ως άνω μάρτυρα, …….., η οποία με γνώση και πειστικότητα καταθέτει: “……….Λίγο πριν από τις δημοτικές εκλογές τον Μάρτιο του 2014 ήμουν παρούσα σε ένα μεγάλο καβγά που ξεκίνησε ο …………, με τη γυναίκα του, όταν ενώπιον όλης της παρέας της μίλησε υποτιμητικά και την προσέβαλε, λέγοντάς της ότι “εάν δεν χρησιμοποιούσες το δικό μου όνομα δεν θα ήσουν πρόεδρος του συλλόγου γονέων και κηδεμόνων του σχολείου”, ενώ με αφορμή την πρόταση ενός υποψηφίου δημάρχου του Δήμου Δραπετσώνας – Κερατσινίου την ειρωνεύτηκε ενώπιον όλων μας λέγοντάς της “τι γνώσεις έχεις εσύ να κατέβεις στην πολιτική” θεωρούσε ότι δεν ήταν ικανή να κάνει τίποτα διότι δεν είχε σπουδάσει στο πανεπιστήμιο και συνεπώς δεν τη θεωρούσε ικανή για τίποτα. Πίστευε δε ότι είχε καταφέρει το χρωστούσε στον ίδιο και στο όνομά του. Επανειλημμένως δε ειρωνεύοταν την …….. για τους γονείς και τις αδελφές της……ποτέ δεν τους είχα συναντήσει σπίτι του……….Μετά τον καβγά αυτόν….η ……… βγήκε κλαίγοντας από την καφετέρια και έφυγε ενώ ο κ……….. δεν της ζήτησε καν συγνώμη. Έκτοτε οι σχέσεις τους ως ζευγαριού διαταράχθηκαν πλήρως” (…/2017, …./2016 ένορκες βεβαιώσεις της ιδίας ως άνω μάρτυρος). Τον Οκτώβριο (αρχές) του 2015 ο εναγόμενος χωρίς τη γνώση και ενημέρωση της ενάγουσας, εγκατέλειψε τη συζυγική οικία με πρόθεση οριστικής διακοπής της έγγαμης συμβίωσης και έκτοτε οι διάδικοι ζούνε χωριστά, χωρίς να έχει έως σήμερα λυθεί αμετάκλητα ο γάμος τους ,με διαζύγιο. Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά στοιχεία, αποδεικνύεται ότι ο εναγόμενος, ο οποίος ασκεί το επάγγελμα του εργοδηγού ,δραστηριοποιούνταν επαγγελματικά ως εργολάβος οικοδομών, από το έτος 1990, μαζί με τον αδελφό του …………, αρχιτέκτονα – μηχανικό. Ειδικότερα, τον Οκτώβριο του 1990 συνέστησαν αρχικά την ετερόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία “……….” με αντικείμενο την ανέγερση  πολυόροφων οικοδομών με το σύστημα της αντιπαροχής, την έκδοση οικοδομικών αδειών και συμμετοχής των εταίρων σε άλλες εταιρίες με παρεμφερείς σκοπούς, στην οποία ο εναγόμενος συμμετείχε με ποσοστό 30%. Η εταιρία αυτή, το έτος 20000, μετετράπη στην ομόρρυθμη εταιρεία με την επωνυμία “………” με το ίδιο αντικείμενο δραστηριότητας η οποία λύθηκε τον Δεκέμβριο του 2012. Ο εναγόμενος, ο αδελφός του …….. και ο …… . τον Μάϊο του 2005 συνέστησαν την ομόρρυθμο εταιρεία μετ ην επωνυμία “……..” με συμμετοχή του εναγομένου στα κέρδη και τις ζημίες σε ποσοστό 35%, η οποία λύθηκε τον Δεκέμβριο του 2013.

Ο εναγόμενος συμμετείχε και στην ανώνυμη εταιρεία με την επωνυμία “……..”, με δ.τ “……….”, η οποία λύθηκε τον Μάρτιο του 2010, ενώ ο εναγόμενος υπέβαλε, τον Ιούλιο του 2011, στην αρμόδια Δ.Ο.Υ δήλωση διακοπής εργασιών. Όμως, από την προσήκουσα συνεκτίμηση όλων των αποδεικτικών μέσων, αποδεικνύεται , κατά την κρίση του Δικαστηρίου, ότι τα εισοδήματα του εναγομένου από την άσκηση της ως άνω επαγγελματικής δραστηριότητάς του με τα οποία εξυπηρετούνταν αποκλειστικά η οικιακή οικονομία και ο εν γένει οικιακός προϋπολογισμός δεν υπέστησαν μείωση η οποία να επέφερε αιτιωδώς την αλλαγή του οικονομικού-οικιακού προϋπολογισμού, των προτεραιοτήτων στην ικανοποίηση των οικογενειακών αναγκών (κοινών και ατομικών) και τον τρόπο ζωής των διαδίκων – συζύγων, δεκτού γεγονομένου ως κατ’ ουσίαν βάσιμου του συναφούς λόγου της αντεφέσεως, της ενάγουσας-αντεκκαλούσας και απορριπτομένων ως κατ’ ουσίαν των συναφών λόγων της υπό κρίση εφέσεως (τρίτος/τέταρτος). Για την ανωτέρω κρίση, λαμβάνεται υπόψιν, συναγομένης από την συνεκτίμηση των αποδεικτικών στοιχείων, ότι α)η οικονομική ύφεση, στον τομέα της οικοδομικής – κατασκευαστικής δραστηριότητας άρχισε το έτος 2008 κατά το οποίο σημειώθηκε πτώση κατά ποσοστό 40% στην πώληση οριζόντιων ιδιοκτησιών στις νεοαναγειρόμενες οικοδομές  και κατά τα έτη 2009 έως το 2012 σταδιακά σημειώθηκε επίσης πτώση πωλήσεων κατά ποσοστό 40% ενώ από το 2013 και μετέπειτα σημειώθηκε σημαντική μείωση στην έκδοση νέων αδειών για την ανέγερση πολυόροφων οικοδομών, χωρίς όμως να προκύπτει χρονικά και ποσοστιαία αντίστοιχη μείωση – πτώση στις επαγγελματικές δραστηριότητες του εναγομένου και των επιχειρήσεων στις οποίες συμμετείχε, β)οι ως άνω εταιρίες είχαν ιδιαίτερα μεγάλη δραστηριότητα, πλην της ανέγερσης πολύοροφων οικοδομών και σε άλλα συναφή αντικείμενα, όπως “οικοδομικές άδειες, επισκευές, κατασκευές”, γ)κατά τον άνω χρόνο λύσης τους δεν ήταν ζημιογόνες ούτε είχαν οφειλές προς το Δημόσιο (Δ.Ο.Υ/ Ασφαλιστικά Ταμεία και προς τρίτους), δ)ο …….. – αδελφός του εναγομένου, διατηρεί έως και σήμερα ατομική επιχείρηση – τεχνικό γραφείο, με ομοειδή – κατασκευαστική δραστηριότητα στο οποίο απασχολείται άτυπα έως σήμερα συμπεριλαμβανομένου και του επίδικου χρονικού διαστήματος και ο εναγόμενος. Ενισχύονται δε από : α) Την κατάθεση της ως άνω μάρτυρας ……., κατά την οποία: “………για το γυιό τους όταν προετοιμάζονταν για πανελλαδικές εξετάσεις το έτος 2011, είχαν επτά καθηγητές οι οποίοι έπαιρναν την ώρα 30 ευρώ. Η κόρη τους είχε τρεις καθηγητές για ιδιαίτερα. Το έτος 2012 ο ………. έστειλε το γιό του στη Μασσαλία να σπουδάσει αρχιτεκτονική….Το έτος 2012 αγόρασε το δεύτερο του τζετ σκι που …….κόστισε 12.000 ευρώ….πλήρωνε όλες τις δαπάνες της οικογένειάς του, τις ιδιωτικές ασφάλειας τη δική του και της ………., τις ασφάλειες των αυτοκινήτων τους, τα έξοδα των παιδιών του……” (……./2017, …/2016, ……/2016 ένορκες βεβαιώσεις), β)την κατάθεση της ……… “………Η οικονομική κατάσταση του …….. ήταν πολύ καλή……..αφού εργαζόμουν μέσα στην εταιρεία γνωρίζω καλά ότι τα εισοδήματα του ήταν εξαιρετικά υψηλά, πουλούσε……πολλά διαμερίσματα…..απασχολούσε έναν υπάλληλο μόνο για τις πωλήσεις. Μέχρι το 2012 γνωρίζω ότι η εταιρεία εισέπραττε πολλά χρήματα και από πωλήσεις διαμερισμάτων και από οικοδομικές άδεις, παρά το γεγονός ότι είχε αρχίσει η κρίση……περί τα τέλη του 2011 η εταιρία πούλησε ένα διαμέρισμα…..και εισέπραξαν το τίμημα σε χρυσές λίρες. Αυτό μας το είπε ο ίδιος ο ………….παρ’ ότι είχε ήδη αρχίσει η κρίση από το έτος 2008 η εταιρία των αδελφών …… είχε σημαντικά εισοδήματα (……../2016 ένορκη βεβαίωση) εμμάρτυρες καταθέσεις που είναι, κατά την κρίση του Δικαστηρίου, πειστικές και αληθείς, χωρίς να αμφισβητούνται από τα λοιπά αποδεικτικά στοιχεία. Περαιτέρω και σε συνδυασμό με τα ανωτέρω αναφερόμενα πραγματικά περιστατικά, αποδεικνύεται ότι οι διάδικοι καθόλη τη διάρκεια του κοινού βίου τους έως και τον Οκτώβριο 2015, δεν διαβιούσαν με πολυτέλεια, επιδεικνύοντας,  οικονομική άνεση και δαπανώντας αλόγιστα χρηματικά ποσά προς εξυπηρέτηση των οικογενειακών, προσωπικών τους αναγκών, της ψυχαγωγίας και της αγοράς αγαθών διαβίωσης εν γένει. Τον αυτό δε τρόπο διαβίωσης ακολουθούσε σταθερά και συστηματικά και η ενάγουσα καθόλο το ανωτέρω χρονικό διάστημα, χωρίς να προβαίνει σε μονομερείς πράξεις ή παραλείψεις διατάραξης της οικονομικής-οικογενειακής ισορροπίας κατά παράβαση κοινής απόφασης των διαδίκων – συζύγων σχετικής με τις προτεραιότητες στην ικανοποίηση των αναγκών, των εξόδων για την οικιακή οικονομία και τον εν γένει οικιακό προϋπολογισμό, ούτε δαπανούσε χρηματικά ποσά για την ικανοποίηση προσωπικών της αναγκών είτε για αγορά πολυτελών αγαθών διαβίωσης, είτε για την ψυχαγωγία της (ενάγουσας), και την εν γένει για την διαβίωσή της κατά τρόπο που να επιδεικνύει την υπαρκτή οικονομική άνεση έναντι των κοινωνικών συναναστροφών της, έτσι ώστε τόσο ο χαρακτηρισμός της ως “σπάταλης και μεγαλομανούς”, να αποδεικνύεται εντελώς αβάσιμος και αστήριχτος από τα αποδεικτικά μέσα της υπό κρίση υπόθεσης όσο και ο ισχυρισμός περί, και  συμπεριφοράς αυτής (ενάγουσας) αντίθετης στην υποχρέωση συνεννόησης, υποστήριξης, ενδιαφέροντος για τα προβλήματα του συζύγου της (προσωπικά, επαγγελματικά) και πίστης προς αυτόν (σύζυγό της). Οι ως άνω μάρτυρες για τα ανωτέρω πραγματικά γεγονότα με γνώση και αξιοπιστία καταθέτουν α) ……. “……Γνωρίζω από τη ….. ότι ούτε ο ……. αλλά ούτε και ο αδελφός του επιθυμούσαν οι γυναίκες τους να εργάζονται μαζί τους διότι…..εάν η …….. εργαζόταν στην εταιρεία του θα ανακατευόταν στις δουλειές του και θα του δημιουργούσε προστριβές με τον αδελφό του……όσο καιρό διέμεναν μαζί δεν διήγαγε πολυτελή βίο, δεν ξόδευε αλόγιστα μεγάλα ποσά για τον εαυτό της, για την ένδυσή της, δεν είχε κοσμήματα και δεν φορούσε ακριβά ρούχα. Το μόνο της έξοδο ήταν το κομμωτήριο στο οποίο πήγαινε όπως όλες οι γυναίκες της ηλικίας της, περίπου μια φορά το μήνα ή δύο φορές το πολύ. Η μόνη της…ήμουν και είμαι εγώ…..δεν έχει και δεν είχε ποτέ πιστωτική κάρτα..απ’ όσο γνωρίζω κάθε φορά που πήγαινε η ίδια για δικά της ψώνια, προσωπικά, ρούχα ή παπούτσια, τη συνόδευε ο σύζυγός της, ο οποίος πλήρωνε για τις αγορές αυτές (……../2017 ένορκη βεβαίωση), β)…….. “……Η ……. μια γυναίκα ήρεμη και ήσυχη. Δεν ντυνόταν ακριβά, δεν φορούσα ακριβά παπούτσια και ρούχα, δεν κυκλοφορούσε με ακριβά κοσμήματα…..Αμφιβάλλω….εάν γνώριζε πραγματικά το εύρος των εργασιών του συζύγου της και το ακριβές ύψος των εισοδημάτων του αφού τόσο ο σύζυγός της όσο και ο αδελφός του δεν της επέτρεπαν την παραμικρή ανάμειξη στις δουλειές τους και στο γραφείο τους (……./2016 ένορκη βεβαίωση), γ)……. “….γνωρίζω καλά όλη την οικογένεια …., αφού επί τέσσερα και πλέον έτη φρόντιζα τη μητέρα του .. και του ……. τη ……. μέχρι και τις αρχές του 2015. Με την οικογένεια …… διατηρώ μέχρι και σήμερα άριστες σχέσεις, το ίδιο και με την …… ….…….επειδή φρόντιζα τη …. μέχρι το 2015 είχα φιλοξενηθεί πολλές φορές από τον …… και τη ……. στο εξοχικό τους σπίτι μαζί με την πεθερά της. Ποτέ δεν διαπίστωσα ότι η οικογένεια είχε οικονομικό πρόβλημα ή έκανε “οικονομία…..η ……. ήταν απολύτως αφοσιωμένη στην οικογένειά της, φρόντιζε την οικογένειά της αλλά και την πεθερά της και εμένα, μας μαγείρευε….φρόντιζε το σπίτι της, έκανε τραπέζια σε οικογενειακούς φίλους…….ποτέ δεν διαπίστωσα να εξαφανίζεται από κοντά μας και να κάνει κρυφά τηλεφωνήματα…….Όσα χρόνια γνωρίζω τη ………. ποτέ δεν άκουσα να μου παραπονιέται……..για τη συμπεριφορά και τη ήθος της…….πάντα έλεγε ότι είναι νοικοκυρά καλή μητέρα και καλή σύζυγος..το ίδιο διαπίστωσα και εγώ…….επίσης θέλω να προσθέτω ότι…..ποτέ δεν δαπανούσε υπέρογκα ποσά για τα ρούχα, τα παπούτσια της. Δεν φορούσε ακριβά κοσμήματα και δεν έκανε επίδειξη πλούτου……..Εξάλλου τα χρήματα του σπιτιού τα διαχειριζόταν πάντα ο σύζυγός της…….θα έλεγα ότι είναι γυναίκα…….χαμηλών τόνων, χωρίς καμία διάθεση επίδειξης παρά την πολύ καλή οικονομική κατάσταση που είχαν ως οικογένεια (……./2017 ένορκη βεβαίωση). Διαφορετικό συμπέρασμα, και ειδικότερα για τα καθαρά έσοδα των άνω εταιρειών, στις οποίες συμμετείχε ο εναγόμενος, με πολύ μεγάλο κύκλο και εύρος εργασιών, δεν επιβεβαιώνεται από κανένα αποδεικτικό στοιχείο, ότι μειώθηκαν ουσιωδώς κατά το χρονικό διάστημα από το 2008 έως 2012 ούτε και ενισχύεται από την αόριστη και ασαφή κατάθεση του μάρτυρα αυτού (εναγομένου) ………., που εξετάστηκε στο ακροατήριο του Πρωτοβάθμιου Δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της ένδικης αγωγής. Ούτε συνάγεται συγκεκριμένα μείωση των καθαρών εσόδων αυτού (εναγομένου) κατά ορισμένο και σαφή ποσοστό σε προσδιορισμένο χρονικό διάστημα, ενώ τα προσκομιζόμενα από τον ίδιο εκκαθαριστικά σημειώματα της οικείας Δ.Ο.Υ των ετών 2008-2013 και 2015-2016, που συντάχθηκαν βάσει των φορολογικών δηλώσεων αυτού, δεν προκύπτει ότι έχουν ελεγχθεί (Εφ.Πειρ. 749/2014 ΝΟΜΟΣ), με συνέπεια να μη δεσμεύεται το Δικαστήριο αφού δεν έχει ελεγχθεί η ειλικρίνεια των δηλώσεών του (ΑΠ 1330/2011 ΝΟΜΟΣ), κρίση η οποία συνάγεται και από το γεγονός της μη αιτιώδους σύνδεσης αυτών (εκκαθαριστικών) με τη συμμετοχή του στις προαναφερόμενες εταιρείες (ακαθάριστα-καθαρά έσοδα των άνω επιχειρήσεων-ζημίες-απολαβές αυτού ανάλογα με το ποσοστό συμμετοχής του και ανάλογη κατανομή σε κέρδη-ζημίες). Λαμβάνεται δε υπόψη επιπλέον και ότι κατά τον προαναφερθέντα χρόνο λύσης των άνω εταιρειών (2012/2013), οι εταίροι, μεταξύ των οποίων και ο εναγόμενος, διένειμαν και έλαβαν διαμερίσματα αλλά και χρήματα, το ύψος των οποίων (χρημάτων) δεν προσδιορίζεται από τα ως άνω αποδεικτικά στοιχεία, αλλά και από το γεγονός ότι αυτός (εναγόμενος) έως σήμερα αλλά και κατά την επίδικη χρονική περίοδο συνεχίζει άτυπα την παροχή υπηρεσιών στο τεχνικό γραφείο – ατομική επιχείρηση που διατηρεί ο αδελφός του ….. με δραστηριότητα ομοειδή με την προηγηθείσα επαγγελματική δραστηριότητα “……Γνωρίζω ως μηχανικός ότι δεν το έχει σταματήσει το επάγγελμα…..ακίνητο κατεδαφίστηκε από την εταιρεία … πρόσφατα……είχε ταμπέλα με το όνομα … Και … …………και τεχνικό γραφείο διατηρούν. Μηχανικός είμαι δεν έχω μάθει ότι το έχουν κλείσει (……., Ταυτάριθμα με την εκκαλούμενη πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης). Ενισχύονται δε τα ανωτέρω πραγματικά γεγονότα: α)από την υπ’ αριθ. …./9.6.2017 Έγκριση Δόμησης Δήμου Κερατσινίου Διεύθυνση Υπηρεσίας  Δόμησης Έκδοσης Αδειών, Δόμησης, Έργο: ΚΑΤΕΔΑΦΙΣΗ ΔΙΩΡΟΦΟΥ ΚΤΙΣΜΑΤΟΣ ΜΕ ΥΠΟΓΕΙΟ” Μελετητής Διαγράμματος δόμησης: ………/Αρχιτέκτων Μηχανικός, β) από τις προσκομιζόμενες μετ’ επικλήσεως από την ενάγουσα, φωτογραφίες, πολυκατοικίας στα Βριλήσσια, η οποία ανεγείρεται από τον ……., σε οικόπεδο ιδιοκτησίας τους, στο οποίο υπάρχουν αναρτημένες οι πινακίδες “……..” και “Αναστολή εργασιών λόγω COVID”, τα οποία οδηγούν στην κρίση περί συνέχισης της επαγγελματικής δραστηριότητας και απασχόλησης του εναγομένου, γ) Τη βεβαίωση δηλωθείσας περιουσιακής κατάστασης (Ε9) 2015 και Δήλωση Ενιαίου Φόρου Ιδιοκτησίας Ακινήτων έτους 2015 προς τη Δ.Ο.Υ Ε΄ Πειραιά του εναγομένου, από τα οποία προκύπτει η εύρωστη περιουσιακή του κατάσταση. Επίσης, όλα τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά (εισοδήματα εναγομένου, γεγονότα διάσπασης της έγγαμης σχέσης αφορώντα την ενάγουσα, τον τρόπο διαβίωσης αυτής, ως προς την ανατροφή και ενασχόλησή της στην καθημερινότητα με τα παιδιά της, σε σχολικές και εξωσχολικές δραστηριότητες, της δυνατότητας ευρέσεως εργασίας της, της ηθικής της υπόστασης κλπ) δεν συνάγονται από τους μάρτυρες που κατέθεσαν, με επιμέλεια του εναγομένου στα πλαίσια συζήτησης της υπό κρίση αγωγής, ενώπιον της συμβολαιογράφου Πειραιά …….., οι …….., και συντάχθηκαν οι με αριθμό …/2016, ……/2016, …../2016, ……/2016 ένορκες βεβαιώσεις αντίστοιχα, οι καταθέσεις των οποίων είναι κατά την κρίση του Δικαστηρίου αβάσιμες, ασαφείς, χωρίς επίκληση συγκεκριμένων και σαφώς προσδιορισμένων πραγματικών περιστατικών, αναληθείς ως μη υποστηριζόμενες από κανένα αποδεικτικό στοιχείο. Λαμβάνεται δε υπόψιν, ότι σε βάρος των ανωτέρω και για τα άνω κατατεθέντα πραγματικά περιστατικά με τις προαναφερόμενες ένορκες βεβαιώσεις, έχει ασκηθεί δυνάμει της από 28.2.2017 έγκλησης της ενάγουσας (ΑΒΜ ……..) και της υπ’ αριθ. …./2018 Διάταξης του Εισαγγελέα Εφετών Πειραιά, που εκδόθηκε κατόπιν ασκήσεως προσφυγής της ενάγουσας κατά της υπ’ αριθμ. ……./29.8.2007 απορριπτικής Διάταξης του Εισαγγελέα Πλημ/κών Πειραιά, ποινική δίωξη για τα αδικήματα της ψευδορκίας μάρτυρας και συκοφαντικής δυσφήμησης σε βάρος αυτής (ενάγουσας – εγκαλούσας). Η ίδια δε ως άνω μάρτυρας της ενάγουσας ……., κατέθεσε “…..Περί τις αρχές Ιανουαρίου του έτους 2017 συνάντησα τυχαία την …… στον δρόμο και εκείνη με ενημέρωσε ότι η μητέρα του……….……..είχε δώσει κατάθεση……σε ένορκη βεβαίωση………για τη μηνιαία διατροφή της ενώ με ενημέρωσε και για το περιεχόμενό της. Εγώ την επομένη ημέρα επισκέφτηκα την ……….……και την ρώτησα…… “κα …….. γιατί τα είπατε αυτά;”……..μου απάντησε…..” γιός μου μου είπε να τα υπογράψω αυτά”…….”Εγώ τη …… την αγαπάω, είναι καλό κορίτσι, όμως πρέπει να βοηθήσω το παιδί μου”……. “Εσύ τι θα έκανες;”………… της απάντησα “θα τον βοηθήσεις με ψέματα;”……..μου απάντησε τότε ότι εάν χάσει ο γιός της το Δικαστήριο αυτό, της είπε ότι θα χάσει τα πάντα, όλη του την περιουσία, και έτσι αυτή αναγκάστηκε να υπογράψει αυτή την ένορκη βεβαίωση. Την επομένη ημέρα με πήρε τηλέφωνο…και με παρακάλεσε να πάνω να τη δω…….πράγματα την επισκέφθηκα………την ρώτησα τι έχει και μου απάντησε επί λέξει “αισθάνομαι τύψεις γι’ αυτά που είπα ,είμαι χάλια, έπρεπε όμως να βοηθήσω το παιδί μου……” (………/2017 ένορκη βεβαίωση, ……/2016 ένορκη βεβαίωση που δόθηκε ενώπιον της Ειρηνοδίκου Πειραιά στα πλαίσια κατάθεσης της από 27.12.2016 μήνυσης της ενάγουσας ενώπιον του Εισαγγελέα Πλημ/κών Πειραιά). Επίσης, ο μάρτυρας (αδελφός) του εναγομένου, ………., στο ακροατήριο του πρωτοβάθμιου δικαστηρίου κατά τη συζήτηση της υπό κρίση αγωγής κατέθεσε: “………ο αδελφός μου ήταν ένα ιδανικός σύζυγος ο οποίος δούλευε από το πρωί μέχρι το βράδυ στην εταιρεία μέχρι την κρίση στο γραφείο…….η σχέση του είχε πάντα προβλήματα με την κυρία ……. τα οποία οξύνθηκαν, δημιουργήθηκαν πολλά…..πολύ σοβαρά το 1999 πάρα πολύ σοβαρά…..ο αδελφός μου υπέμεινε γιατί είχαν δύο παιδιά, βεβαίως τα προβλήματα αυτά που είχαν σχέση με την μεγαλομανία της κυρίας ……… στην περίοδο της κρίσης οξύνθηκαν. Αναφέρομαι μετά το 2008-2009-2010 και λοιπά……Οι διαφορές ξεκίνησαν σταδιακά όταν στριμώχνεται κάποιος…………….ο αδελφός μου ανέκαθεν δεν είχαν χρήματα λόγω της σπάταλης ζωής και της μεγαλομανίας της κυρίας ……, δεν υπήρχαν χρήματα στην οικογένεια………Μεγαλομανία όταν κανείς μπορεί να δουλέψει και δεν δουλεύει…….η κυρία πάντα κάθε μέρα σχεδόν ή κάθε δεύτερη μέρα ήταν στο κομμωτήριο ακόμη και την εποχή της κρίσης είχε τότε που βγάζανε χρήματα όλοι ακόμη και στην εποχή της κρίσης……..Ποτέ δεν ήθελε να δουλέψει στο γραφείο που ήταν και δίπλα πολύ δίπλα……..ο κύριος …….….πάντα ζήταγε να δουλέψει και πάντα οι διενέξεις μεταξύ τους πάνω σε αυτά ήταν και ιδιαίτερα την εποχή της κρίσης. Ενώ ως προς την οικονομική κατάσταση του εναγομένου και τη συνέχιση της οικοδομικής δραστηριότητας, ο κατάθεσή του είναι αόριστη και ασαφής”. Η ως άνω κατάθεση, είναι αόριστη, ασαφής, αβάσιμη, μη πειστική ενώ τα κατατεθέντα δεν συνδέονται με συγκεκριμένα και σαφή πραγματικά περιστατικά, ικανά να οδηγήσουν σε κλονιστικά της έγγαμης σχέσης γεγονότα, από συμπεριφορά της ενάγουσας και σε κρίση του Δικαστηρίου για πραγματική και ουσιώδη μείωση των εισοδημάτων του εναγομένου κατά ορισμένο ποσοστό και χρονικό διάστημα. Κατά συνέπεια όλων των προαναφερομένων πραγματικών περιστατικών προκύπτει ότι η διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, που συντελέστηκε αρχές Οκτωβρίου 2015 με την εγκατάλειψη της συζυγικής οικίας από τον εναγόμενο, οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα αυτού (εναγομένου) που την προκάλεσε με την ως άνω αντισυζυγική συμπεριφορά του, που είναι αντίθετη στις συζυγικές υποχρεώσεις που απορρέουν από την συμβίωση (βουλητικό στοιχείο ΑΚ 1386), ήτοι υποχρέωση συνεννόησης, υποστήριξης της συζύγου του, αποδοχής των ενδιαφερόντων αυτής, την ισονομία, την αντιμετώπιση των θεμάτων και προβλημάτων που γεννά ο συζυγικός βίος βάσει της αρχής της, στην οποία (συναπόφαση) περιλαμβάνεται και η κατανομή των ρόλων μέσα στην οικογένεια (ΑΚ 1387) στον αδικαιολόγητο περιορισμό στην άσκηση επαγγελματικής δραστηριότητας της συζύγου του (ΑΚ 1387 παρ. 2), στην προστασία εν γένει της προσωπικότητάς της συζύγου του, της τιμής και της υπόληψής της, και η οποία (αντισυζυγική συμπεριφορά) επέφερε και ήταν ικανή να επιφέρει αιτιωδώς ισχυρό κλονισμό στη σχέση του γάμου των συζύγων. Υπαιτιότητα ή συνυπαιτιότητα της ενάγουσας στη διακοπή της έγγαμης συμβίωσης δεν αποδείχθηκε. Ειδικότερα δεν αποδείχθηκε ότι η ενάγουσα παραβίασε την υποχρέωση υποστήριξης, ενδιαφέροντος για τα προβλήματα (επαγγελματικά) που αντιμετώπιζε ο σύζυγός της – εναγόμενος αρνούμενη να προσφέρει την συμπαράστασή της και την βοήθειά της με παροχή εργασίας στην επιχείρηση του συζύγου της, της υποχρέωσης τήρησης κοινής απόφασης στις προτεραιότητες της ικανοποίησης των αναγκών και των εξόδων για την οικιακή οικονομία και τον οικιακό προϋπολογισμό προβάλλοντας την ικανοποίηση των δικών της προσωπικών αναγκών, την υποχρέωση τήρησης  κοινής απόφασης για εξωοικιακή απασχόληση αυτής (συζύγου-ενάγουσας), την υποχρέωση πίστης και συνεπώς δεν περιέπεσε σε παράπτωμα που συνιστά βάσιμο  λόγο διαζυγίου, απορριπτομένης της σχετικής ένστασης του εναγομένου περί ελαττωμένης διατροφής (ΑΚ 1391 παρ. 2, 1392 εδ.β΄, 1495) της ενάγουσας που επαναφέρει με το σχετικό λόγο (τρίτο) της υπό κρίση εφέσεως, που είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Επομένως, έσφαλε η εκκαλούμενη απόφαση που δέχθηκε συνυπαιτιότητα της ενάγουσας στη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης και πρέπει να γίνουν δεκτοί ως κατ’ ουσίαν βάσιμοι οι συναφείς λόγοι αντεφέσεως της ενάγουσας – αντεκκαλούσας και να απορριφθούν οι σχετικοί λόγοι της υπό κρίση εφέσεως (δεύτερος/τρίτος) περί αποκλειστικής υπαιτιότητας της ενάγουσας με την επίκληση των ανωτέρω μη αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών αντισυζυγικής συμπεριφοράς της ενάγουσας.

Συνεπεία των ανωτέρω αποδειχθέντων πραγματικών περιστατικών, η ενάγουσα διέκοψε την έγγαμη συμβίωσή της με τον εναγόμενο σύζυγό της από εύλογη γι’ αυτήν αιτία και για το λόγο αυτό δικαιούται πλήρους διατροφής σε χρήμα, το ύψος της οποίας προσδιορίζεται σύμφωνα με τις ανάγκες της όπως είχαν διαμορφωθεί κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, συνεκτιμωμένων και των διαφοροποιήσεων που προκλήθηκαν από τη χωριστή διαβίωσή της, υπό την προϋπόθεση όμως ότι από τις εκατέρωθεν οικονομικές δυνάμεις των διαδίκων ως συζύγων και τον συσχετισμό των οφειλομένων εκατέρωθεν συμβολών προκύπτει διαφορά υπέρ της ενάγουσας (Ολ ΑΠ 2/94, ΑΠ 1568/2018, ΑΠ 528/2018 ΝΟΜΟΣ). Ακολούθως αποδείχθηκε ότι, ο εναγόμενος ο οποίος είναι εργοδηγός, δραστηριοποιούνταν, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, με τον αδελφό του …….., αρχιτέκτονα-μηχανικό, στον χώρο της ανέγερσης πολυόροφων οικοδομών με το σύστημα της αντιπαροχής, στην έκδοση οικοδομικών αδειών, κατασκευές, επισκευές, συμμετοχής εταίρων σε άλλες εταιρίες με παρεμφερείς σκοπούς. Διαμένει, μετά την εγκατάλειψη της συζυγικής στέγης σε οριζόντια ιδιοκτησία στην Δραπετσώνα Αττικής, επί της οποίας έχει το εμπράγματο δικαίωμα της επικαρπίας και συνεπώς δεν επιβαρύνεται με δαπάνη μηνιαίου μισθώματος πλην των λειτουργικών δαπανών της εν λόγω οικίας (ηλεκτρικό ρεύμα, θέρμανση, ύδρευση κλπ).

Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι αυτός (εναγόμενος) έχει στην αποκλειστική του κυριότητα τρεις οριζόντιες ιδιοκτησίες υπογείου, επιφάνειας εμβαδού 183,45 τ.μ, 21,50 τ.μ και 47 τ.μ, κείμενες στη Δραπετσώνα Αττικής, επί της οδού ………., ένα ισόγειο κατάστημα, επιφάνειας 77,00 τ.μ ,κείμενο επί της οδού ………., στην Δραπετσώνα Αττικής, μια εξοχική κατοικία επιφάνειας 179,29 τ.μ, εντός οικοπέδου 385,00 τ.μ, κείμενη στο Δήμο Τροιζήνος στην περιοχή ….., έξι συνολικά θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτων, επιφάνειας έκαστη 10,00 τ.μ, κείμενες στο υπόγειο πολυκατοικίας επί της οδού ………., στην Δραπετσώνα Αττικής, διαμέρισμα 6ου ορόφου επιφάνειας εμβαδού κυρίων χώρων 121,10 τ.μ, μετά βοηθητικών χώρων εμβαδού 4,50 τ.μ και 80,00 τ.μ, κείμενο επί της οδού ……., στην Δραπετσώνα Αττικής, οικόπεδο επιφάνειας 173,25 τ.μ, κείμενο επί της οδού ………, στην Δραπετσώνα Αττικής, μια μονοκατοικία, εμβαδού 60 τ.μ, κείμενο στην Σαλαμίνα, οδός ,,,,,,,,,,,, που του ανήκει κατά ψιλή κυριότητα, μια μοτοσυκλέτα HONDA 650 κ.ε, με ημερομηνία πρώτης κυκλοφορίας το 2005, με την οποία μετακινείται, οπότε επιβαρύνεται με τα συνήθη έξοδα συντήρησης και λειτουργίας αυτής, ένα σκάφος αναψυχής MARAIAH, μήκους 6m, έτους 2006, αξίας 12.000 ευρώ και ένα jet ski SEADOO, αξίας 5.000 ευρώ, ενώ έχει μεταβιβάσει έναντι συνολικού τιμήματος ευρώ, δυνάμει του υπ’ αρ. ……./29-2-2016 συμβολαίου αγοραπωλησίας της συμβολαιογράφου Πειραιά ………, μια μεζονέτα 7ου ορόφου, επιφάνειας εμβαδού κυρίων χώρων, 190,56 τ.μ, και λοιπών βοηθητικών χώρων εμβαδού 14 τ.μ και 11 τ.μ, που βρίσκεται στο Κερατσίνι Αττικής, επί της οδού ………., καθώς επίσης, τον Ιανουάριο του έτους 2016, και τρεις θέσεις στάθμευσης που βρίσκονται σε υπόγειο πολυκατοικίας στην Δραπετσώνα, επί της οδού ………, έναντι ποσού 9.000 ευρώ εκάστη, τον δε Οκτώβριο του έτους 2015, ο ίδιος (εναγόμενος) είχε μεταβιβάσει διαμέρισμα 6ου ορόφου, εμβαδού 92,27 τ.μ, που βρίσκεται στην Δραπετσώνα, επί της οδού …….., με θέση στάθμευσης ισογείου εμβαδού 10,50 τ.μ, καθώς και αποθήκη στο υπόγειο της ίδιας πολυκατοικίας, εμβαδού 5,00 τ.μ, αντί συνολικού τιμήματος 98.000 ευρώ. Από τα ανωτέρω ποσά που εισέπραξε ο εναγόμενος κατέβαλε περί τα ευρώ για την εξόφληση οφειλών του στην εφορία και 20.000 ευρώ στην Εθνική Τράπεζα για την μεταφορά της προσημείωσης υποθήκης από το πωληθέν ως άνω διαμέρισμα επί της οδού ………… Εξάλλου, αποδείχθηκε ότι ο ίδιος (εναγόμενος) καταβάλλει ποσό 450 ευρώ μηνιαίως για την αποπληρωμή της δόσης του δανείου που έχει λάβει από την Εθνική Τράπεζα τα “οποία δεν προαφαιρούνται από τα εισοδήματά του, αλλά λαμβάνονται υπόψη ως προσδιοριστικά στοιχεία των συνθηκών διαβίωσής του” (βλ.και ΑΠ 471/2005 ΕλλΔνη 2005.1425, ΜονΕφΠειρ 127/2014 και ΤΝΠ “ΝΟΜΟΣ”).

Περαιτέρω, όπως αποδείχθηκε, το εισόδημα του εναγομένου συμπληρώνεται σήμερα, πλην των αποταμιεύσεων από την πώληση των ανωτέρω ακινήτων, από την ενοικίαση ενός καταστήματος και δύο κατοικιών, με το ποσό κατά μέσο όρο 1.400 ευρώ μηνιαίως, ενώ ο ίδιος απασχολείται με την ιδιότητα του τεχνολόγου πολιτικού μηχανικού στο τεχνικό γραφείο που διατηρεί ο αδελφός του ………, αρχιτέκτονας, αποκερδαίνοντας από την εργασία του αυτή περί τα 1.200 ευρώ μηνιαίως κατ’ ελάχιστο, σύμφωνα και με τα διδάγματα της κοινής πείρας, ενόψει και όλων των ανωτέρω  προεκτιθέμενων αλλά και των υποχρεώσεων που έχει αναλάβει (δάνεια κλπ) και φέρνει σε πέρας, όσα δε κατέθεσε περί του αντιθέτου ο εν λόγω μάρτυρας του εναγομένου στο ακροατήριο, ………, δεν κρίνονται πειστικά. Τέλος, αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος διατηρεί μετοχές των Τραπεζών Πειραιώς και Αττικής, συνολικού ύψους 19.453,16 ευρώ. Άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οιανδήποτε άλλη πηγή δεν αποδείχθηκε ότι έχει ο εναγόμενος, ο οποίος δεν βαρύνεται κατά νόμο με την διατροφή άλλων προσώπων πλην της ενάγουσας – συζύγου του και της ενήλικης θυγατέρας του ….., η οποία φοιτά στην σχολή “…….” για την οποία καταβάλλει για το επίδικο χρονικό διάστημα, δίδακτρα ποσού 3.950 ευρώ ετησίως και ποσό 135,19 ευρώ κάθε μήνα ασφάλιστρα αυτής (ενήλικης θυγατέρας του), ενώ για τον ενήλικο ήδη γυιό των διαδίκων, δεν υπέχει υποχρέωση διατροφής, αφού αποδεικνύεται ότι κατά τον επίδικο χρόνο δεν δικαιούται διατροφής λόγω σπουδών. Λοιπές υποχρεώσεις (χρέη ληξιπρόθεσμα και απαιτητής δεν αποδείχθηκε ότι βαρύνουν τον εναγόμενο κατά το επίδικο χρονικό διάστημα κατά το οποίο ζητείται η διατροφή. Κατά τα λοιπά οι ανάγκες διαβίωσής του είναι οι συνήθεις ανδρών αντίστοιχης με αυτόν ηλικίας και οικονομικής κατάστασης. Η ενάγουσα, ηλικίας κατά τον χρόνο άσκησης της υπό κρίση αγωγής 45 ετών, η οποία, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, δεν εργάστηκε εξωοικιακά, κατά την διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης, συμμετείχε στις οικογενειακές ανάγκες (ΑΚ 1390 εδ.α΄) με την παροχή οικιακής εργασίας (καθαριότητα και εν γένει συντήρηση του σπιτιού, ετοιμασία φαγητού, ανατροφή παιδιών). Αυτή (ενάγουσα) μετά την διάσπαση της έγγαμης συμβίωσης παρακολούθησε μαθήματα μαγειρικής στην ιδιωτική σχολή με την επωνυμία “Ι.Ι.Ε.Κ …….” και κατά τον χρόνο συζήτησης της υπό κρίση αγωγής ήταν εγγεγραμμένη στο Γ΄ Εξάμηνο κατάρτισης του έτους 2017 στο Ι.Ι.Ε.Κ “……..” στην ειδικότητα “ΤΕΧΝΙΚΟΣ ΜΑΓΕΙΡΙΚΗΣ ΤΕΧΝΗΣ ΑΡΧΙΜΑΓΕΙΡΑΣ CHEF” διάρκειας φοίτησης πέντε εξαμήνων. Από την άνω Σχολή αποφοίτησε την 2/7/2018 και χορηγήθηκε σε αυτή (ενάγουσα) βεβαίωση Επαγγελματικής Κατάρτισης, κατόπιν της πραγματοποίησης Πρακτικής Άσκησης από 24/5/2017 έως 12/10/2017 ως βοηθός μάγειρα στην επιχείρηση εστίασης ………, στην οποία εργάσθηκε υπό καθεστώς πλήρους απασχόλησης για 40 ώρες ανά εβδομάδα. Η ενάγουσα ενόψει της ηλικίας της, της κατάστασης της υγείας της, και των προσωπικών περιστάσεων, δύναται να εξεύρει εργασία ανάλογη της άνω επαγγελματικής της κατάρτισης και των προσόντων της, αποκερδαίνοντας, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα, το ποσό των 300 ευρώ τουλάχιστον, έτσι ώστε να αποκτήσει σταθερό εισόδημα. Έχει στην κυριότητά της οριζόντια ιδιοκτησία επιφανείας μ.τ 101,74 που βρίσκεται στην Δραπετσώνα Αττικής επί της οδού …….., η οποία αποτελούσε την οικογενειακή στέγη των διαδίκων και ήδη την κύρια κατοικία αυτής (ενάγουσας), στην οποία διαμένει με την ενήλικη κόρη της ……, χωρίς να επιβαρύνεται με δαπάνη μηνιαίου μισθώματος πλην των λειτουργικών δαπανών της εν λόγω οικίας (ηλεκτρικό ρεύμα, ύδρευση, θέρμανση κλπ). Η εν λόγω κατοικία περιήλθε στην κυριότητά της με το υπ’ αριθμ. ……./22.12.2009 αγοραπωλητήριο συμβόλαιο της συμβολαιογράφου Πειραιά ……. αντί τιμήματος 87.800 ευρώ. Η ως άνω οριζόντια ιδιοκτησία αποτελούσε εργολαβικό αντάλλαγμα της τεχνικής και εμπορικής εταιρείας με την επωνυμία “……….” της οποίας νόμιμος διαχειριστής και εκπρόσωπος ήταν ο εναγόμενος, ο οποίος και συνεβλήθη σε αυτό (αγοραπωλητήριο συμβόλαιο) με την προαναφερόμενη ιδιότητά του. Για την εξόφληση του ως άνω τιμήματος, καταρτίσθηκε δανειακή σύμβαση με την Τράπεζα “Eurobank EFC”. Η εν λόγω σύμβαση δανείου με αριθμό ………, δυνάμει της οποίας χορηγήθηκε δάνειο ποσού 150.000 ευρώ, καταρτίσθηκε μεταξύ της ως άνω Τραπεζικής Ανώνυμης Εταιρείας της ενάγουσας ως πρωτοφειλέτριας και του εναγομένου ατομικά, ως εγγυητή αποπληρωμής και εξόφλησης αυτού (δανεισθέντος ποσού), καθόσον η ενάγουσα – σύζυγός του δεν διέθετε εισοδήματα από εργασία είτε από οιανδήποτε άλλη πηγή. Δικαιούχος του δανεισθέντος ποσού, ύψους 150.000 ευρώ, ήταν η άνω εργολήπτρια εταιρεία στην οποία και καταβλήθηκε. Τις μηνιαίες δόσεις αυτού (δανείου) κατέβαλλε ο εναγόμενος, δυνάμει της προαναφερόμενης σύμβασης εγγυήσεως που συνήψε με την άνω Τραπεζική ανώνυμη εταιρεία [(EUROBANK ERGASIAS Α.Ε), ΑΚ 847, 851], τακτικά και εμπρόθεσμα κατά την διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης, ενώ μετά τη διάσπαση αυτής (έγγαμης συμβίωσης) έχουν δημιουργηθεί ληξιπρόθεσμες οφειλές, λόγω μη καταβολής των μηνιαίων δόσεων ποσού 250 ευρώ από τον εναγόμενο τόσο για το επίδικο χρονικό διάστημα (μήνες Σεπτέμβριο, Οκτώβριο και Νοέμβριο 2016), όσο και για το μεταγενέστερο χρονικό διάστημα (βλ. από Αυγούστου/Οκτωβρίου 2016/Νοεμβρίου 2016, Απριλίου 2017, Ιούλιος/Οκτώβριος/2019, 19/11/2020, έγγραφα της δανείστριας Τράπεζας). Επίσης, έχει στην κυριότητά της δύο αγροτεμάχια, επιφανείας μ.τ 2915,05 και 906,14 αντίστοιχα που βρίσκονται στη θέση “…….”, της κτηματικής περιφέρειας Δ.Δ Αγίων …….. του Δήμου ….. του Ν. Κέρκυρας, τα οποία αποδεικνύεται ότι δεν είναι προσοδοφόρα ή ότι μπορούν να αξιοποιηθούν με οποιοδήποτε τρόπο, ούτε προέκυψε ότι η πρώην οικογενειακή στέγη που αποτελεί την κύρια κατοικία αυτής (ενάγουσας) μπορεί να καταστεί προσοδοφόρα με την εκμίσθωση αυτής και των θέσεων στάθμευσης, εφόσον δεν αποδεικνύονται συγκεκριμένα περιστατικά που να θεμελιώνουν την βασιμότητα του εν λόγω ισχυρισμού του εναγομένου (όπως κατάσταση οριζόντιας ιδιοκτησίας, θέση αυτής στην περιοχή που βρίσκεται, ζήτηση, τιμές μίσθωσης ακινήτων και θέσεων στάθμευσης, μισθώματα σε αναλόγου κατασκευής και χρόνου κατασκευής οριζόντιας ιδιοκτησίας στη συγκεκριμένη περιοχή). Τέλος, έχει στην κυριότητά της Ι.Χ.Ε αυτοκίνητο μάρκας SEAT AROZA, το οποίο χρησιμοποιεί για τις μετακινήσεις της, και επιβαρύνεται με τις συνήθεις δαπάνες λειτουργίας και συντήρησης του. Κατά τα λοιπά οι ανάγκες διαβίωσής της, είναι οι συνήθεις γυναικών, αντίστοιχης με αυτή ηλικίας και οικονομικής κατάστασης. Άλλη περιουσία ή εισοδήματα από οιανδήποτε άλλη πηγή αποδείχθηκε ότι δεν έχει η ενάγουσα,  η οποία δεν βαρύνεται με κατά νόμο υποχρέωση  διατροφής τρίτων προσώπων. Περαιτέρω, αποδείχθηκε ότι, κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης ,η ενάγουσα προσέφερε τις υπηρεσίες της προσωπικές της υπηρεσίες στην οικογενειακή τους στέγη για την ικανοποίηση των οικογενειακών τους αναγκών και ο εναγόμενος συνεισέφερε τα εισοδήματά του από την ως άνω επαγγελματική δραστηριότητα του. Με τα δεδομένα αυτά η ενάγουσα, η οποία κατά τα ανωτέρω, υφίσταται της έγγαμης συμβίωσης, εύλογη αιτία και για τους άνω λόγους που αφορούν αποκλειστικά αντισυζυγική συμπεριφορά από πράξεις και παραλείψεις του εναγομένου και αδυνατεί να διαθρέψει τον εαυτό της, δικαιούται διατροφής έναντι του εναγομένου, αφού και υπό τις συνθήκες της έγγαμης συμβίωσης είτε τέτοιο δικαίωμα. Ενόψει των παραπάνω πραγματικών περιστατικών και με βάση τις ανάγκες ζωής της (ενάγουσας), όπως αυτές είχαν διαμορφωθεί στο πλαίσιο της συμβίωσης καθώς και τις νέες προσωπικές της ανάγκες από τη χωριστή διαβίωση, η διατροφή της (ενάγουσας), πρέπει να καθοριστεί στο ποσό των χιλίων (1000) ευρώ. Το προαναφερόμενο ποσό είναι αναγκαίο για την κάλυψη των βιοτικών αναγκών της, στις οποίες περιλαμβάνονται οι ανάγκες ένδυσης, ψυχαγωγίας, συμμετοχής στη κοινωνική ζωή, λειτουργικές δαπάνες οικίας (θέρμανση, ύδρευση, ηλεκτρικό ρεύμα) και Ι.Χ.Ε αυτοκινήτου, ετήσια δαπάνη ιδιωτικής ασφάλισης ζωής, την οποία ο εναγόμενος ήταν υποχρεωμένος να συνεισφέρει και αντίστοιχα θα απολάμβανε η ενάγουσα στα πλαίσια της έγγαμης συμβίωσης των διαδίκων, δηλαδή τη διαφορά μεταξύ των συνεισφορών των διαδίκων που δικαιούται να αξιώσει μετά τη διακοπή της συμβίωσης σύμφωνα και με τα αναφερόμενα στην ως άνω νομική σκέψη. Δεδομένου ότι, στην προκειμένη περίπτωση, από τα αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά συνάγεται πλήρως ότι δεν συντρέχουν κατ’ ουσίαν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης 1391 παρ. 2 ΑΚ, ήτοι έκτακτα περιστατικά που αφορούν το πρόσωπο του υποχρέου – εναγομένου (μακροχρόνια δαπανηρή ασθένεια είτε επιγενόμενο ανικανότητα προς εργασία) είτε μεταβολή της γενικής οικονομικής κατάστασης (π.χ πληθωρισμός), (Καλλιρρόη Δ. Παντελίδου, Το Διαζύγιο και οι Συνέπειές του, 2η έκδοση, σελ. 200 αρ. 22). Επομένως, το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που επιδίκασε στην ενάγουσα, κρίνοντας ως εν μέρει κατ’ ουσίαν βάσιμη την ένσταση εκ των άρθρων 1392 εδ.β΄ και 1495 ΑΚ το ποσό των 800 ευρώ, έσφαλε στην κρίση του και δεν εκτίμησε ορθά τις αποδείξεις, και πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτός ως κατ’ ουσίαν βάσιμος ο σχετικός λόγος της αντέφεσης (έβδομος) της ενάγουσας – αντεκκαλούσας, και να απορριφθούν, ως κατ’ ουσίαν αβάσιμοι οι σχετικοί λόγοι (τρίτος, τέταρτος, πέμπτος, έκτος, όγδοος ως προς το πρώτο τμήμα του) της υπό κρίση έφεσης, που ανάγονται συνολικά κατ’ εκτίμηση στα εισοδήματα, την περιουσιακή κατάσταση του εναγομένου, το ύψος της οφειλόμενης διατροφής. Περαιτέρω, όπως ανωτέρω αναφέρθηκε, η καταβολή των μηνιαίων τοκοχρεωλυτικών δόσεων δανείου, ποσού 250 ευρώ, προς τη δανείστρια Τράπεζα “EUROBANK ERGASIA Α.Ε”, από τον εναγόμενο, τακτικά κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσης, γίνεται δυνάμει της συμβάσεως εγγυήσεως που συνδέει αυτόν (εναγόμενο) με την άνω δανείστρια Τράπεζα από τις διατάξεις της οποίας (σύμβασης εγγυήσεως) διέπεται αποκλειστικά, όπως και το τυχόν δικαίωμα αναγωγής και η έκταση αυτού (δικαιώματος αναγωγής, ΑΚ 858 (εντολή/διοίκηση αλλοτρίων/δωρεά), δίχως να ασκεί έννομη επιρροή αυτή (σύμβαση εγγυήσεως), στην αιτούμενη διατροφή. Η επικαλούμενη δε καταβολή μηνιαίων δόσεων δανείου δεν δύναται στην προκειμένη περίπτωση να συνυπολογιστεί στις λοιπές υποχρεώσεις του εναγομένου και να ληφθεί υπόψη τον προσδιορισμό του ύψους της διατροφής της ενάγουσας, ως επιπλέον βιοτική του ανάγκη, καθόσον αυτός (εναγόμενος), όπως ανωτέρω αναφέρεται, κατά το επίδικο χρονικό διάστημα δεν καταβάλλει τις μηνιαίες τοκοχρεωλυτικές δόσεις, με συνέπεια την δημιουργία ληξιπρόθεσμης οφειλής.

Επίσης, δεν συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής της διάταξης του άρθρου 419 ΑΚ, αφού αυτός (εναγόμενος), ήτοι ότι αυτοί (διάδικοι) έχουν συμφωνήσει να αντικατασταθεί η οφειλή από διατροφή ( ή ένα μέρος της) από την καταβολή της μηνιαίας τοκοχρεωλυτικής δόσης δανείου και συνάμα να συνοδεύεται η συμφωνία αυτή με έμπρακτη και άμεση εκτέλεση της παροχής της δόσης μηνιαίας τοκοχρεωλυτικής δόσης δανείου που δίνεται (εξ ολοκλήρου ή εν μέρει στην προκειμένη περίπτωση), αντί της οφειλομένης διατροφής (μέρους αυτής εν προκειμένω), καθόσον τέτοια περιστατικά ούτε επικαλούνται αλλά ούτε και αποδεικνύονται ως βάσιμα, έτσι ώστε να εκτιμηθούν τα ελλείποντα αλλά και μη αποδειχθέντα πραγματικά περιστατικά) περαιτέρω, εάν τα διάδικα μέρη συμφώνησαν και ήθελαν δόση “αντί καταβολής” ή δόση ο χάριν και προς το σκοπό της μελλοντικής εκπλήρωσης της οφειλομένης. Κατά συνέπεια των αναφερομένων, ο σχετικός (έβδομος) λόγος της υπό κρίση εφέσεως είναι κατ’ ουσίαν αβάσιμος, και απορριπτέος. Επομένως το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο που απέρριψε τον εν λόγω ισχυρισμό, έστω με ελλιπή αιτιολογία, που συμπληρώνεται από την παρούσα (Κ.Πολ.Δ 534) ορθά το νόμο εφάρμοσε και τις αποδείξεις εκτίμησε. Τέλος,  ο εναγόμενος με τον δεύτερο λόγο της υπό κρίση εφέσεώς του ισχυρίζεται ότι η ενάγουσα, καθ’ υπέρβαση των ορίων που θέτει η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ ασκεί την υπό κρίση αγωγή, επικαλούμενος ότι, αυτή (ενάγουσα) παρά την ιστορούμενη αντισυζυγική συμπεριφορά, συνεπεία της οποίας διασπάσθηκε  η έγγαμη σχέση τους από τον Οκτώβριο του 2015 και έκτοτε ζούνε χωριστά, α)συνεχίζει να αρνείται να βρει εργασία, από την οποία ευχερώς θα αποκέρδαινε μηνιαίως το ποσό 400-500 ευρώ, ενόψει της ηλικίας της, της καταστάσεως της υγείας της, της έλλειψης οικογενειακών υποχρεώσεων (τα παιδιά τους είναι ήδη ενήλικα) και της εκπαίδευσής της στο κλάδο της μαγειρικής, β)χρησιμοποιεί ως κατοικία της, την πρώην οικογενειακή στέγη, επιφανείας 102 τ.μ με δύο θέσεις στάθμευσης και αποθήκη, την οποία θα μπορούσε να εκμισθώνει αντί μηνιαίου μισθώματος 700 ευρώ, το διαμέρισμα και 200 ευρώ οι θέσεις στάθμευσης αυτοκινήτων και να διαμένει σε μικρότερη μισθωμένη οικία για την οποία θα κατέβαλε το ανώτατο ως μίσθωμα το ποσό των 300 ευρώ μηνιαίως και έτσι μετ’ αφαίρεση του ποσού αυτού (μηνιαίου μισθώματος) θα προέκυπτε εισόδημα γι’ αυτή (ενάγουσα) ποσού 600 ευρώ τουλάχιστον, θέμα για το οποίο ουδέποτε ενδιαφέρθηκε, και γ)αυτή (ενάγουσα) αρκείται, επιδεικνύοντας την ανωτέρω συμπεριφορά, στα χρήματα της διατροφής, σπαταλώντας τα χρήματα αυτά αποκλειστικά για τα προσωπικά της ενδιαφέροντα, και επιπλέον η ως άνω συμπεριφορά ενισχύεται και από το γεγονός ότι, μετά την έκδοση της υπ’ αριθμ. 5196/2017 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά ερήμην αυτής (ενάγουσας), με την οποία λύθηκε ο γάμος αυτών (διαδίκων) λόγω διετούς διάστασης, κατόπιν άσκησης αγωγής, από την ιδία (ενάγουσα), η τελευταία προκειμένου να μην καταστεί αμετάκλητη η λύση του γάμου άσκησε έφεση χωρίς να προβεί σε προσδιορισμό συζήτησης αυτής (έφεσης), στον οποίο προέβη ο ίδιος (εναγόμενος), και έτσι ορίστηκε η συζήτηση αυτής (εφέσεως) την 6.12.2018 και ζητεί για τους λόγους αυτούς, να εξαφανισθεί η εκκαλούμενη απόφαση, προκειμένου να απορριφθεί η υπό κρίση αγωγή, λόγω καταχρηστικής ασκήσεώς της. Τα άνω ιστορούμενα πραγματικά γεγονότα, συνιστούν κατά την κρίση του Δικαστηρίου αιτιολογημένη άρνηση των θεμελιωτικών της ιστορικής βάσης της αγωγής περιστατικών και πέραν τούτου δεν επαρκούν για να θεμελιώσουν συμπεριφορά υπερβαίνουσα τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος, σύμφωνα με τα αναφερόμενα στη ως άνω νομική σκέψη. Επομένως, ο ως άνω ισχυρισμός ως ένσταση περί καταχρηστικής άσκησης της υπό κρίση αγωγής, που πρόβαλε παραδεκτά ο εναγόμενος στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο και επαναφέρει με τον σχετικό λόγο της υπό κρίση έφεσης, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Κατά συνέπεια το Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, που απέρριψε την ως άνω ένσταση ως μη νόμιμη και έκρινε ότι τα προβαλλόμενα γεγονότα συνιστούν αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, ορθά το νόμο εφάρμοσε και ο σχετικός (δεύτερος) λόγος της υπό κρίση έφεσης, είναι αβάσιμος και απορριπτέος. Απορριπτέος ως αλυσιτελώς προβαλλόμενος είναι και ο ένατος λόγος της υπό κρίση έφεσης, καθόσον οι επικαλούμενες ένορκες βεβαιώσεις και έγγραφα, που προσκομίσθηκαν στο Πρωτοβάθμιο Δικαστήριο μετά τη συζήτηση της υπόθεσης με την προσθήκη και αντίκρουση στις προτάσεις, αυτού (εναγομένου), λαμβάνονται υπ’ όψιν από το παρόν Δικαστήριο ως νέα αποδεικτικά μέσα (Κ.Πολ.Δ 524) με τις προϋποθέσεις της διάταξης 529 Κ.Πολ.Δ.

Κατ’ ακολουθία των ανωτέρω και δεδομένου ότι δεν υπάρχει άλλος λόγος εφέσεως και αντεφέσεως προς έρευνα, πρέπει: Α)να απορριφθεί η από 26.6.2018 (αριθ.καταθ. ……./2018) έφεση ως κατ’ ουσίαν αβάσιμη και να καταδικαστεί ο εκκαλών, λόγω της ήττας του στα δικαστικά έξοδα της εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας (αρθ. 183, 176, 191 παρ. 2 Κ.Πολ.Δ), όπως ειδικότερα στο διατακτικό, Β)να γίνει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη η από 19.2.2021 (αριθ.καταθ. ……../2021) αντέφεση, ακολούθως να εξαφανισθεί η εκκαλουμένη ως προς τη διάταξη που αποδίδει συνυπαιτιότητα στην ενάγουσα και αφορά την επιδίκαση ελαττωμένης διατροφής κατ’ άρθρα 1392 εδ.β΄ και 1495 ΑΚ αναγκαίως δε και κατά την περί δικαστικών εξόδων διάταξή της που θα καθορισθεί από την αρχή και, αφού κρατηθεί η υπόθεση στο Δικαστήριο τούτο και ερευνηθεί κατ’ ουσίαν (άρθ. 535 παρ. 1 Κ.Πολ.Δ), η ένδικη από 8.9.2016 (αριθ.καταθ. ……../2016) αγωγή, να γίνει δεκτή εν μέρει ως βάσιμη κατ’ ουσίαν και να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να καταβάλλει ως συνεισφορά στη διατροφή της ενάγουσας συζύγου του, το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ, μηνιαία, για χρονικό διάστημα δύο ετών, προκαταβλητέα το πρώτο τριήμερο κάθε μήνα, τούτο δε με το νόμιμο τόκο, από την καθυστέρηση πληρωμής κάθε δόσης μέχρι την εξόφληση. Τέλος, τα δικαστικά έξοδα των διαδίκων, και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, πρέπει να συμψηφισθούν κατά ένα μέρος ανάλογα με την έκταση της νίκης και της ήττας  καθενός από αυτούς και να επιβληθεί μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας, της από 8.9.2016 αγωγής, στον εναγόμενο, λόγω της εν μέρει ήττας του (άρθ. 178 παρ. 1, 183 Κ.Πολ.Δ), όπως ορίζεται ειδικότερα στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την

Α)από 26.6.2018 (αριθ.καταθ………/2018) έφεση και Β) από 19.2.2021 (αριθ.καταθ. ………/2021) αντέφεση.

Α)Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ’ ουσίαν την από 26.6.2018 έφεση κατά της υπ’ αριθ. 2032/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Καταδικάζει τον εκκαλούντα στη δικαστική δαπάνη της εφεσιβλήτου για τον παρόντα βαθμό δικαιοδοσίας και την ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

Β)Δέχεται τυπικά και κατ’ ουσία την από 19.2.2021 αντέφεση κατά της υπ’ αριθ. 2038/2018 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιά.

Εξαφανίζει την εκκαλούμενη απόφαση, ως προς τη διάταξη που αφορά την συνυπαιτιότητα και την επιδίκαση ελαττωμένης διατροφής.

Κρατεί την υπόθεση και δικάζει κατ’ ουσίαν.

Δέχεται κατά ένα μέρος την από 8.9.2016 (αριθ.καταθ. ……/2016) αγωγή.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο να καταβάλλει στην ενάγουσα εντός των πρώτων τριών ημερών κάθε μήνα, ως μηνιαία διατροφή της, το ποσό των χιλίων (1.000) ευρώ, για χρονικό διάστημα δύο (2) ετών από την επίδοση της από 8.9.2016 αγωγής, με το νόμιμο τόκο από την καθυστέρηση της πληρωμής κάθε δόσης μέχρι την εξόφληση.

Καταδικάζει τον εναγόμενο – αντεκκαλούμενο σε μέρος των δικαστικών εξόδων της ενάγουσας – αντεκκαλούσας και για τους δύο βαθμούς δικαιοδοσίας, τα οποία ορίζει σε πεντακόσια (500) ευρώ.

Κρίθηκε, αποφασίσθηκε και δημοσιεύθηκε στον Πειραιά σε έκτακτη, δημόσια στο ακροατήριό του συνεδρίαση,  στις    11 Ιανουαρίου 2022, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξουσίων τους δικηγόρων.