Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

ΠΠΑθ 2612/2023 ΑΓΩΓΗ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ – ΑΠΕΙΛΗ, ΕΞΥΒΡΙΣΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ

 

ΠΠΑθ 2612/2023 (Εφαρμ. Αστ. Δικαίου 2023, σελ. 1436)


ΑΓΩΓΗ ΠΡΟΣΒΟΛΗΣ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ ΜΗΤΕΡΑΣ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΤΕΚΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟΝ ΠΑΤΕΡΑ – ΠΡΟΣΤΑΣΙΑ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΤΗΤΑΣ – ΠΡΟΥΠΟΘΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΓΙΑ ΤΟ ΟΡΙΣΜΕΝΟ ΤΗΣ ΑΓΩΓΗΣ  – ΑΠΕΙΛΗ, ΕΞΥΒΡΙΣΗ ΚΑΙ ΑΣΚΗΣΗ ΠΑΡΑΝΟΜΗΣ ΒΙΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΣ ΣΥΖΥΓΟΥ – ΜΕΤΟΙΚΗΣΗ ΣΥΖΥΓΟΥ ΣΤΗΝ ΚΑΤΟΙΚΙΑ ΤΩΝ ΓΟΝΕΩΝ ΤΗΣ – ΑΠΑΓΟΡΕΥΣΗ ΣΤΟΝ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟ ΝΑ ΠΛΗΣΙΑΖΕΙ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ ΜΕ ΕΞΑΙΡΕΣΗ ΤΙΣ ΗΜΕΡΕΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΑΡΟΥΣΙΑ ΤΡΙΤΟΥ ΠΡΟΣΩΠΟΥ – ΠΑΡΑΝΟΜΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΜΗΤΕΡΑΣ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΑΣΚΗΣΗ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΠΑΤΕΡΑ ΜΕ ΤΟ ΤΕΚΝΟ – ΥΒΡΙΣΤΙΚΗ ΚΑΙ ΑΠΑΞΙΩΤΙΚΗ ΣΥΜΠΕΡΙΦΟΡΑ ΓΙΑΓΙΑΣ ΠΡΟΣ ΠΑΤΕΡΑ ΚΑΤΑ ΤΙΣ ΩΡΕΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΥΠΟΚΙΝΟΥΜΕΝΗ ΑΠΟ ΤΗΝ ΜΗΤΕΡΑ – ΗΘΙΚΗ ΒΛΑΒΗ ΠΑΤΕΡΑ ΛΟΓΩ ΠΑΡΕΜΠΟΔΙΣΗΣ ΤΗΣ ΕΠΙΚΟΙΝΩΝΙΑΣ ΤΟΥ ΜΕ ΤΟ ΤΕΚΝΟ. - Η ανωτέρω συμπεριφορά του εναγόμενου, ήτοι τα όσα ο τελευταίος απηύθυνε εναντίον της ενάγουσας, προκάλεσαν σοβαρή προσβολή στην προσωπικότητά της, ως ηθικό και κοινωνικό αγαθό αυτής, μειώνοντάς την ως άτομο θίγοντας την τιμή και την αξιοπρέπειά της, ενώ ουδόλως αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος προέβη στις ανωτέρω συμπεριφορές αποσκοπώντας στο να προστατέψει τον εαυτό του και το παιδί του, ενώ προκύπτει ότι, παρά τη μετοίκηση της ενάγουσας και την τήρηση των διατάξεων της απόφασης, υπάρχει βάσιμος κίνδυνος ότι ο εναγόμενος μπορεί να επαναλάβει παρόμοιες τακτικές, προκειμένου να μειώσει την προσωπικότητα της ενάγουσας – Ορθώς οφείλεται αποζημίωση - Υπάρχει βάσιμος κίνδυνος ότι η αντεναγομένη μπορεί να επαναλάβει παρόμοιες τακτικές, προκειμένου να μειώσει την προσωπικότητα του αντενάγοντος – Ηθική βλάβη ενάγοντος - (57, 59, 914, 932, 1520 ΑΚ).

ΠΔ


ΤΟ ΠΟΛΥΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ

ΕΝΟΧΙΚΟ ΤΜΗΜΑ

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από τους Δικαστές Φραγκίσκο Βόσσο, Πρόεδρο Πρωτοδικών, Ελένη Μωραΐτη, Πρωτόδικη, και Ιωάννα Μάλλη, Πάρεδρο-Εισηγήτρια, και από την Γραμματέα Σοφία Ελένη Βλάμου.

ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριό του στις 2 Φεβρουάριου 2023, για να δικάσει την υπόθεση, μεταξύ:

ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ - ΑΝΤΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: ….. ……. ….. με ΑΦΜ …., η οποία προκατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα προτάσεις και παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης δια της πληρεξούσιας δικηγόρου της Όλγας - Θεανούς Ανδρίτσου (AM ΔΣΑ 22275).

ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΜΕΝΟΥ-ΑΝΤΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: …. …. , ο οποίος κατέθεσε νόμιμα και εμπρόθεσμα προτάσεις και παραστάθηκε κατά τη συζήτηση της υπόθεσης μετά της πληρεξούσιας δικηγόρου του Ελένης Μπατσούλη (AM ΔΣΑ 30438).

………

Η ενάγουσα ζητεί να γίνει δεκτή η από …-10-2021 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης …..-2021 αγωγή της, η οποία, δυνάμει της από 1-11-2022 πράξης του αρμόδιου Προέδρου Πρωτοδικών, προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία ενεγράφη στο υπό στοιχεία πινάκιο με αριθμό

Ο αντενάγων ζητεί να γίνει δεκτή η από 12-2021 και υπ’ αριθμ. έκθεση κατάθεση ……-2021 ανταγωγή του, η οποία, δυνάμει της από 1-11-2022 Πράξης του αρμόδιου Προέδρου Πρωτοδικών, προσδιορίσθηκε προς συζήτηση για την αναφερόμενη στην αρχή της παρούσας δικάσιμο, κατά την οποία ενεγράφη στο υπό στοιχεία πινάκιο … με αριθμό ….

ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΝ ΝΟΜΟ

Φέρονται προς συζήτηση: α) η από …..2021 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης ……2021 αγωγή της ενάγουσας, η οποία επιδόθηκε στον εναγόμενο στις ….-10-2021, δηλαδή εντός της οριζόμενης από το άρθρο 215 παρ. 2 ΚΠολΔ τριακονθήμερης προθεσμίας (βλ. την προσκομιζόμενη υπ’ αριθμ…..-7-10-2021 έκθεση επίδοσης του Δικαστικού Επιμελητή της περιφέρειας του Εφετείου Αθήνας και β) η από …-….-2021 και υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης …. 2-12-2021 ανταγωγή του αντενάγοντος, η οποία επιδόθηκε στην αντεναγόμενη στις ….-12-2021, δηλαδή εντός της οριζόμενης από το άρθρο 238 παρ. 1 ΚΠολΔ προθεσμίας των 60 ημερών από την άσκηση της αγωγής (βλ. την προσκομιζόμενη υπ’ αριθμ. ….-12-2021 έκθεση επίδοσης του δικαστικού επιμελητή του Εφετείου Αθηνών …..). Οι ως άνω αγωγή και ανταγωγή πρέπει να ενωθούν και συνεκδικασθούν, εφόσον εκκρεμούν ενώπιον του ίδιου Δικαστηρίου, υπάγονται στην ίδια διαδικασία, αφορούν σε αξιώσεις που απορρέουν από την ίδια βιοτική σχέση και κατά την κρίση του Δικαστηρίου διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης και επέρχεται μείωση των εξόδων (άρθρα 246, 268, 31 και 34 ΚΠολΔ).

I. Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 57 ΑΚ, όποιος προσβάλλεται παράνομα στην προσωπικότητά του έχει δικαίωμα να απαιτήσει να αρθεί η προσβολή και να μην επαναληφθεί στο μέλλον, κατά δε τη διάταξη του άρθρου 59 ΑΚ, στην ανωτέρω περίπτωση το δικαστήριο με την απόφασή του, ύστερα από αίτηση αυτού που έχει προσβληθεί και αφού λάβει υπόψη το είδος της προσβολής, μπορεί επιπλέον να καταδικάσει τον υπαίτιο να ικανοποιήσει την ηθική βλάβη αυτού που έχει προσβληθεί. Η ικανοποίηση συνίσταται σε πληρωμή χρηματικού ποσού, σε δημοσίευμα ή σε οτιδήποτε επιβάλλεται από τις περιστάσεις.

Από τον συνδυασμό των ανωτέρω διατάξεων συνάγεται ότι για τη θεμελίωση αξίωσης για άρση της προσβολής της προσωπικότητας απαιτείται πράξη ή παράλειψη τρίτου, η οποία επάγεται τη διατάραξη αυτής σε κάποια από τις εκφάνσεις της (σωματική, ψυχική, πνευματική, κοινωνική), που πρέπει, όμως, να είναι παράνομη, δηλαδή να έγινε χωρίς δικαίωμα ή κατ’ ενάσκηση δικαιώματος ήσσονος σπουδαιότητας ή υπό περιστάσεις που καθιστούν την άσκησή του καταχρηστική, ενώ για την αξίωση ικανοποίησης της ηθικής βλάβης κατά το άρθρο 59 ΑΚ απαιτείται επιπλέον και η συνδρομή του στοιχείου της υπαιτιότητας, η δε ηθική βλάβη πρέπει να τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο με την παράνομη και υπαίτια προσβολή (ΟΛΑΠ 8/2008, ΑΠ 1394/2017, ΑΠ 726/2015).

Με τις παραπάνω διατάξεις, η προστασία του δικαίου εκτείνεται και στους συντελεστές εκείνους οι οποίοι αποτελούν την ατομικότητα του προσώπου, είτε αυτοί αναφέρονται στη φυσική του υπόσταση (ζωή, σωματική ακεραιότητα, υγεία), είτε στην πνευματική, ηθική ή κοινωνική του ατομικότητα. Ο νόμος δεν ορίζει την έννοια της προσωπικότητας, παρέχοντας έτσι το πλεονέκτημα στον εφαρμοστή του δικαίου να καλύψει και προσβολές, οι οποίες δεν μπορούσαν να προβλεφθούν από τον νομοθέτη.

Έτσι, γίνεται δεκτό ότι στην έννοια της προσωπικότητας περιέχονται όλες εκείνες οι αστάθμητες αξίες, οι οποίες απαρτίζουν την ουσία του ανθρώπου, και η προσωπικότητα προστατεύεται σε όλα τα αγαθά που τη συγκροτούν, ήτοι, μεταξύ άλλων α) στοιχεία αναφορικά με τη ζωή, τη σωματική ακεραιότητα και την υγεία του προσώπου (σωματικά αγαθά), β) στοιχεία αναγόμενα στον ψυχικό και συναισθηματικό κόσμο του ανθρώπου (ψυχικά αγαθά), γ) στοιχεία σχετικά με την ελευθερία προς ανάπτυξη της προσωπικότητας, δ) στοιχεία συνδεόμενα με την τιμή του προσώπου, ε) στοιχεία του ιδιωτικού βίου και της σφαίρας του απορρήτου. Στην έννοια του δικαιώματος επί της προσωπικότητας περιλαμβάνονται όλα τα άυλα αγαθά, τα οποία είναι αναπόσπαστα συνδεδεμένα με το πρόσωπο και ανήκουν σε αυτό, όπως είναι και η κοινωνική ατομικότητα του ανθρώπου (ΕφΠατρ 57/2020 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Περαιτέρω, αναμφισβήτητα η προσβολή της προσωπικότητας μπορεί να προέλθει και από ποινικά κολάσιμη πράξη, όπως είναι η παράνομη βία, η απειλή κατά της ζωής, η εξύβριση κλπ., αδικήματα που προβλέπονται και τιμωρούνται σύμφωνα με τις διατάξεις του Ποινικού Κώδικα (άρθρα 330, 333, 361 ΠΚ). Η τιμή και η υπόληψη κάθε ανθρώπου συνιστούν προστατευόμενα αγαθά που εμπίπτουν στην προστασία των ανωτέρω διατάξεων των άρθρων 57 και 59 ΑΚ, ως στοιχεία-εκφάνσεις της προσωπικότητας του προσώπου, είναι δε τιμή η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την ηθική αξία που έχει λόγω της συμμόρφωσής του με τις νομικές και ηθικές του υποχρεώσεις, ενώ υπόληψη είναι η εκτίμηση που απολαμβάνει το άτομο στην κοινωνία με βάση την κοινωνική του αξία, συνεπεία των ιδιοτήτων και ικανοτήτων του για την εκπλήρωση των κοινωνικών έργων του ή του επαγγέλματός του (ΑΠ 1394/2017). Μέσω της αξίωσης προς άρση της προσβολής επιδιώκεται ο άμεσος παραμερισμός αυτής ταύτης της συνιστώσας την προσβολή πράξης.

Συνεπώς η αξίωση αυτή κατευθύνεται κατά κύριο λόγο στην αποκατάσταση των πραγμάτων στην προ της συντελέσεως της προσβολής κατάσταση. Η άρση επομένως προϋποθέτει ότι η πράξη της προσβολής είναι παρούσα και ενεργή. Αν η πράξη έχει συντελεστεί και παραμένουν τα αποτελέσματα της προσβολής, δεν νοείται άρση της προσβολής με την έννοια του άρθρου 57 ΑΚ και η άρση πλέον των αποτελεσμάτων της επιτυγχάνεται με τη διάταξη του άρθρου 59 ΑΚ και γεννώνται άλλες αξιώσεις, με αποκαταστατικό χαρακτήρα: ικανοποίηση της ηθικής βλάβης, αποζημίωση (ΠΠΑθ 1382/2017 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Εξάλλου, η παράνομη και συγχρόνως υπαίτια προσβολή της προσωπικότητας συνιστά ειδικότερη μορφή αδικοπραξίας, οπότε εφαρμόζονται συνδυαστικά και οι διατάξεις των άρθρων 914 επ. ΑΚ (ΑΠ 169/2019, ΑΠ 1394/2017), μεταξύ των οποίων και η διάταξη του άρθρου 932 ΑΚ, η οποία προβλέπει ότι σε περίπτωση αδικοπραξίας, ανεξάρτητα από την αποζημίωση για την περιουσιακή ζημία, το δικαστήριο επιδικάζει εύλογη κατά την κρίση του χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, το οποίο ισχύει ιδίως για εκείνον που έπαθε προσβολή της υγείας, της τιμής του κλπ. Ως κριτήρια προσδιορισμού του ύψους της εύλογης χρηματικής ικανοποίησης χρησιμεύουν το είδος της προσβολής, η έκταση της βλάβης, οι συνθήκες τέλεσης της αδικοπραξίας, η βαρύτητα του πταίσματος, η περιουσιακή και κοινωνική κατάσταση των μερών, οι λοιπές προσωπικές τους σχέσεις κλπ. Τέλος, με το άρθρο 15 του ν. 3500/2006 προστέθηκε εδάφιο στο τέλος του άρθρου 735 του ΚΠολΔ, σύμφωνα με το οποίο σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας μπορεί να διατάσσεται ως ασφαλιστικό μέτρο (μεταξύ άλλων) η απαγόρευση του καθού να προσεγγίζει τους χώρους κατοικίας ή και εργασίας του αιτούντος, καθώς και κατοικίες στενών συγγενών.

Η παράλειψη προσθήκης αντίστοιχης διάταξης για τη δυνατότητα άσκησης τακτικής αγωγής με το ίδιο αίτημα (απαγόρευση προσέγγισης του δράστη στο θύμα της ενδοοικογενειακής βίας) είναι φαινομενική, διότι με την ανωτέρω προσθήκη (του άρθρου 15) ο νομοθέτης αποσαφήνισε απλώς την ύπαρξη μίας αξίωσης αποβλέπουσας στην προστασία του θύματος - δέκτη ενδοοικογενειακής βίας, την οποία (αξίωση) διέθετε ο ίδιος και πριν το ν. 3500/06 ως επιμέρους δυνατότητα, ενυπάρχουσα στη γενικότερη αξίωση προς παράλειψη της προσβολής της προσωπικότητας, που προκαλείται σε κάθε εκδήλωση ενδοοικογενειακής βίας.

Η αντίθετη παραδοχή (αν δηλ. γινόταν δεκτό ότι τέτοια δυνατότητα παρέχεται μόνο στο πλαίσιο της δίκης Ασφαλιστικών μέτρων) θα ισοδυναμούσε με παραχώρηση από το νόμο μίας αξίωσης θνησιγενούς, εξαιτίας της αδυναμίας ασκήσεως εντός της προθεσμίας του άρθρου 693 § 1 ΚΠολΔ αγωγής για την κύρια υπόθεση, που θα είχε ως συνέπεια την αυτοδίκαιη άρση του ασφαλιστικού μέτρου κατ' άρθρο 693 § 2 ΚΠολΔ την 31η ημέρα από την έκδοση της απόφασης Ασφαλιστικών μέτρων. Η σχετική αξίωση, παρότι πρόκειται ουσιαστικά για οικογενειακή διαφορά, δεν περιλαμβάνεται στις περιπτώσεις του άρθρου 592 του ΚΠολΔ ή του άρθρου 614 του ΚΠολΔ και η τακτική αγωγή εκδικάζεται κατά τη τακτική διαδικασία ενώπιον του Πολυμελούς Πρωτοδικείου που είναι καθ’ ύλην αρμόδιο, δεδομένου ότι το αντικείμενο της δεν μπορεί να αποτιμηθεί σε χρήμα (ΠΠΑθ 359/2016, ΝΟΜΟΣ).

Με την υπό κρίση αγωγή η ενάγουσα εκθέτει ότι ο εναγόμενος, ήδη εν διαστάσει σύζυγός της και πατέρας του ανηλίκου μη ονοματοδοτηθέντος θήλυ τέκνου τους, κατά τη διάρκεια της έγγαμης συμβίωσής τους, διέπραξε σε βάρος της, με πρόθεση, αδικοπραξίες που συνιστούν και ποινικώς κολάσιμες πράξεις, και δη τα αδικήματα της παράνομης βίας (330 ΠΚ), της απειλής (333 ΠΚ) και της εξύβρισης (361 ΠΚ), όπως αναλυτικά αναφέρονται στην αγωγή.

Ζητεί δε 1) να αρθεί η κατ’ επανάληψη προσβολή σε βάρος της προσωπικότητάς της και να παραλειφθεί στο μέλλον, 2) να απαγορευτεί στον εναγόμενο να την προσεγγίζει σε απόσταση 100 μέτρων στην κατοικία και εργασία της, 3) να απαγγελθεί σε βάρος του χρηματική ποινή 1.000 ευρώ και προσωπική κράτηση 30 ημερών για κάθε παράβαση του διατακτικού της εκδοθησομένης απόφασης, 4) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος να της καταβάλει το ποσό των 40.000 ευρώ για χρηματική της ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, και 5) να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, πλην του αιτήματος για απειλή προσωπικής κρατήσεως, καταδικασθεί δε ο αντίδικός της στην δικαστική της δαπάνη.

Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση αγωγή παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατά την τακτική διαδικασία (άρθρα 9,14παρ.2,18,22 του ΚΠολΔ) και είναι ορισμένη, καθώς περιέχει όλα τα κατά τη διάταξη του άρθρου 216 ΚΠολΔ στοιχεία για τη νομική της θεμελίωση και δικαστική της εκτίμηση, λαμβανομένου υπόψη ότι προς στήριξη του αγωγικού αιτήματος για υποχρέωση καταβολής χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης γίνεται επίκληση των τελεσθέντων από τον εναγόμενο αξιόποινων πράξεων που προσέβαλαν την τιμή, την υπόληψη και έθεσαν σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα της ενάγουσας.

Είναι δε νόμιμη. Στηρίζεται στις διατάξεις που αναφέρονται στην παραπάνω νομική σκέψη, καθώς και σε αυτές των άρθρων 297, 298, 299, 346 ΑΚ και 907,908, 947, 1047 παρ.1 και 176 ΚΠολΔ, πλην του αιτήματος περί άρσης της προσβολής, το οποίο τυγχάνει μη νόμιμο και ως εκ τούτου απαρριπτέο, δεδομένου ότι, ως εκτέθηκε στη νομική σκέψη που προηγήθηκε, προϋπόθεση της αξίωσης για την άρση της παράνομης προσβολής είναι να είναι αυτή ενεργή και παρούσα και όχι να έχει ήδη λήξει, ως συνάγεται εν προκειμένω σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην αγωγή, καθόσον η ενάγουσα αναφέρεται σε παράνομες συμπεριφορές του εναγομένου που έλαβαν χώρα στις 7-3-2021 χωρίς έκτοτε και μέχρι την κατάθεση της υπό κρίση αγωγής στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου (27-10-2021), αυτά να επαναληφθούν.

Πρέπει, επομένως, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το με κωδικό … ηλεκτρονικό παράβολο σε συνδυασμό με από …-…-2022 αποδεικτικό εξόφλησης της … Τράπεζας, που η ενάγουσα προσκομίζει μετ’ επικλήσεως) και προσκομίστηκε το από 10-1-2022 πρακτικό περάτωσης της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης (άρθρο 7 Ν. 4640/2019).

Σημειώνεται ότι αν και δεν προσκομίζεται το έντυπο ενημέρωσης της ενάγουσας από την πληρεξούσια Δικηγόρο της για τη δυνατότητα διαμεσολάβησης του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 4640/2019, ωστόσο, εφόσον προσκομίζεται το ανωτέρω πρακτικό περάτωσης της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης (ΥΑΣ), θεραπεύεται η έλλειψη αυτή, καθώς ο σκοπός του νομοθέτη, ήτοι η ενημέρωση των διαδίκων για τη δυνατότητα προσφυγής στη διαμεσολάβηση, επιτεύχθηκε πλήρως μέσω της διενέργειας της ΥΑΣ (βλ. σχετικά Α. Πλεύρη, Διαμεσολάβηση σε αστικές και εμπορικές υποθέσεις, Ερμηνεία κατ’ άρθρο των αρ. 1- 31 του ν. 4640/2019, έκδ. 2021, σελ. 105-106, καθώς και ΠΠρΠατρ 66/2022 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Κατά τη διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ η άσκηση του δικαιώματος απαγορεύεται αν υπερβαίνει προφανώς τα όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του δικαιώματος. Κατά την έννοια της διάταξης αυτής, για να θεωρηθεί η άσκηση του δικαιώματος ως καταχρηστική θα πρέπει η προφανής υπέρβαση των ορίων που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο οικονομικός ή κοινωνικός σκοπός του δικαιώματος να προκύπτει από την προηγηθείσα συμπεριφορά του δικαιούχου ή από την πραγματική κατάσταση που δημιουργήθηκε ή τις περιστάσεις που μεσολάβησαν ή από άλλα περιστατικά, τα οποία, χωρίς κατά νόμο να εμποδίζουν τη γέννηση ή να επάγονται την απόσβεση του δικαιώματος, καθιστούν μη ανεκτή την άσκησή του κατά τις περί δικαίου και ηθικής αντιλήψεις του μέσου κοινωνικού ανθρώπου (ΑΠ 329/2023).

Ο εναγόμενος με τις προτάσεις του αρνήθηκε την αγωγή και υπέβαλε τον ισχυρισμό περί καταχρηστικής άσκησής της, επικαλούμενος ότι η ενάγουσα προέβη στην ενέργεια αυτή από λόγους εκδίκησης λόγω της άρνησής του να της επιτρέψει να μετοικήσει μετά τη διάσπαση της έγγαμης συμβίωσής τους. Ωστόσο, ο ισχυρισμός αυτός κρίνεται απορριπτέος ως μη νόμιμος, διότι, και αληθή υποτιθέμενα τα ιστορούμενα πραγματικά περιστατικά, δεν στοιχειοθετούν την ένσταση καταχρηστικότητας κατ’ άρθρο 281 ΑΚ., καθόσον ο εναγόμενος ουδόλως επικαλείται προς θεμελίωση του εν λόγω ισχυρισμού του, ως οφείλε κατά τα ανωτέρω, ότι η ενάγουσα του δημιούργησε την πεποίθηση με τη στάση της ότι δεν πρόκειται να ασκήσει το επίδικο δικαίωμά της, ούτε ο ανωτέρω ισχυρισμός του μπορεί να συσχετισθεί με το απολύτως θεμιτό δικαίωμά της να ζητήσει τη χρηματική της ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης.

II. Από τις διατάξεις των άρθρων 1510, 1511, 1518, 1520 ΑΚ προκύπτει ότι σκοπός του απολύτως προσωπικού δικαιώματος και καθήκοντος επικοινωνίας μεταξύ γονέα και τέκνου είναι η διατήρηση του ψυχικού τους δεσμού και η δυνατότητα άμεσης γνώσης από το γονέα, με τον οποίο δεν διαμένει το τέκνο, για την ανάπτυξη της προσωπικότητας, την πνευματική ανάπτυξη και την παρακολούθηση της εν γένει κατάστασης αυτού.

Η άσκηση δε της επικοινωνίας μεταξύ γονέα και τέκνου που απορρέει από το φυσικό δεσμό αίματος αυτών, ως αμοιβαία έκφραση αισθημάτων αγάπης, συμπάθειας, ενδιαφέροντος και στοργής, αμβλύνει τις δυσμενείς συνέπειες της ανώμαλης εξέλιξης της έγγαμης συμβίωσης και συντελεί στην πνευματική και ηθική ανάπτυξη, τη συναισθηματική ολοκλήρωση και ψυχική ισορροπία και των δύο, αποβλέποντας ιδίως στο καλώς εννοούμενο συμφέρον του τέκνου. Τυχόν δε αδικαιολόγητη παρεμπόδιση της επικοινωνίας συνιστά ενδεχομένως καταχρηστική άσκηση της γονικής επιμέλειας, με τις συνέπειες των άρθρων 1532-1533 ΑΚ ή στοιχειοθετεί μεταβολή των συνθηκών ικανή να προκαλέσει, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 1536 ΑΚ, μεταρρύθμιση της σχετικής δικαστικής απόφασης.

Στα πλαίσια αυτά οι γονείς πρέπει να αποφεύγουν κάθε ενέργεια που δεν ανταποκρίνεται στο πραγματικό συμφέρον του τέκνου και να μεριμνούν, ώστε αυτό να παραμείνει αλώβητο, εκτός του πεδίου των προσωπικών τους εντάσεων. Πολύ περισσότερο ο ασκών τη γονική επιμέλεια, στη θετική συνδρομή του οποίου απόκειται η ουσιαστική πραγματοποίηση της επικοινωνίας, υποχρεούται να απέχει από κάθε ενέργεια, που μπορεί άμεσα ή έμμεσα να οδηγήσει στην παρεμπόδιση της, και οι δύο δε οφείλουν αμοιβαίο σεβασμό και συνεργασία μεταξύ τους, προκειμένου να μη θίγονται με τη συμπεριφορά του καθενός από αυτούς τα δικαιώματα του άλλου.

Η παρεμπόδιση, δε, της επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο θα μπορεί κατά περίπτωση να εκτιμηθεί και ως προσβολή της προσωπικότητας του πρώτου, καθόσον η επικοινωνία του γονέα με το τέκνο του ασκεί ευεργετική επίδραση στο συναισθηματικό του κόσμο, ο οποίος, κατά τα αναλυόμενα στην πρώτη νομική σκέψη της παρούσας, αποτελεί στοιχείο της προσωπικότητας του ατόμου, έτσι ώστε η παρεμπόδιση της ασκήσεως του δικαιώματος αυτού να συνιστά προσβολή του απόλυτου δικαιώματος στην προσωπικότητα, η οποία γεννά αξίωση άρσης της προσβολής και παράλειψής της στο μέλλον, καθώς και χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης κατά τα προεκτεθέντα (ΠΠΑθ 124/2021 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).

Τέλος, κατά τις διατάξεις του άρθρου 68 ΚΠολΔ., η νομιμοποίηση των διαδίκων αποτελεί διαδικαστική προϋπόθεση της δίκης για την παροχή έννομης προστασίας, ερευνάται δε και αυτεπαγγέλτως από το δικαστήριο, σε κάθε στάση της δίκης (άρθρο 73 ΚΠολΔ.), η δε έλλειψή της συνεπάγεται την απόρριψη της αγωγής ως απαράδεκτης για έλλειψη απαραίτητης διαδικαστικής προϋπόθεσης. Εξάλλου, η νομιμοποίηση του διαδίκου απορρέει κατά κανόνα αμέσως από το νόμο και κυρίως από διατάξεις του ουσιαστικού ή (και) του δικονομικού δικαίου. Εκείνος που εμφανίζεται κατά το ουσιαστικό δίκαιο δικαιούχος ή υπόχρεος νομιμοποιείται κατ' αρχήν ως ενάγων ή εναγόμενος, αντίστοιχα.

Επομένως, τα περιστατικά που θεμελιώνουν την ενεργητική ή παθητική νομιμοποίηση του διαδίκου πρέπει να αναφέρονται στο δικόγραφο της αγωγής, και, εάν δεν γίνεται επίκληση των στοιχείων νομιμοποιήσεως σύμφωνα με το νόμο, η αγωγή απορρίπτεται ως απαράδεκτη. Έτσι, για την νομιμοποίηση αρκεί ο ισχυρισμός του ενάγοντας ότι αυτός και ο εναγόμενος είναι τα υποκείμενα της επίδικης έννομης σχέσης, χωρίς να ασκεί επιρροή αν αυτός είναι αναληθής. Ενόψει λοιπόν της φύσεως της νομιμοποιήσεως ως διαδικαστικής προϋποθέσεως της δίκης, η παρά του εναγομένου αμφισβήτηση των επικαλουμένων από τον ενάγοντα θεμελιωτικών της νομιμοποίησης περιστατικών συνιστά όχι ένσταση ελλείψεως νομιμοποιήσεως, αλλά άρνηση της βάσης της αγωγής του ενάγοντος. Επομένως, αν αποδειχθεί η αναλήθεια του ισχυρισμού αυτού, τότε η αγωγή θα απορριφθεί όχι για έλλειψη νομιμοποίησης, αλλά ως αβάσιμη για ανυπαρξία του επιδίκου δικαιώματος (ΑΠ 26/2005, ΕφΘεσ 1875/2021 ΝΟΜΟΣ).

Με την υπό κρίση ανταγωγή του ο αντενάγων εκθέτει ότι με την αντεναγομένη, ήδη εν διαστάσει σύζυγό του, έχουν αποκτήσει ένα ανήλικο μη ονοματοδοτηθέν θήλυ τέκνο, γεννηθέν την ….-7-2020. Ότι με την υπ αριθμ. ….. απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, εκτός άλλων, του απαγορεύθηκε να προσεγγίζει την νυν αντεναγομένη σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων, ανατέθηκε στην τελευταία προσωρινά η επιμέλεια του ως άνω ανήλικου τέκνου τους και ρυθμίσθηκε προσωρινά η επικοινωνία του ίδιου με την ανήλικη κόρη του κατά τον αναφερόμενο τρόπο, και συγκεκριμένα: Κάθε Δευτέρα και κάθε Τετάρτη, από ώρα 18:00 έως ώρα 20:00, στην κατοικία της αντεναγομένης, παρουσία προσώπου επιλογής της, κάθε Κυριακή, πλην της τελευταίας Κυριακής κάθε μήνα, από ώρα 11:00 έως ώρα 13:00, στην κατοικία της αντεναγομένης, παρουσία προσώπου επιλογής της, και κάθε τελευταία Κυριακή κάθε μήνα, από ώρα 11:00 έως 17:00, στην κατοικία του, με παραλαβή και παράδοση του ανηλίκου τέκνου στην κατοικία της αντεναγομένης, από και σε πρόσωπο επίσης επιλογής της, που η ίδια επέλεξε να είναι η μητέρα της.

Ότι κατά την άσκηση του επιδίκου δικαιώματος του, η προαναφερόμεν ….. κατ’ εντολή και καθ' υπόδειξη της αντεναγομένης, παρεμποδίζει συστηματικά την επικοινωνία του με το ανήλικο τέκνο του, όπως αναλυτικά περιγράφεται στο δικόγραφο της ανταγωγής, με αποτέλεσμα να βλάπτει τη σχέση εμπιστοσύνης που ίδιος πασχίζει να οικοδομήσει με αυτό. Ότι το δικαίωμα προσωπικής επικοινωνίας του γονέα με το τέκνο που δεν διαμένει μαζί του είναι δικαίωμα λειτουργικό του γονέα, δηλαδή οικογενειακό δικαίωμα, αλλά ταυτόχρονα και δικαίωμα που απορρέει από την προσωπικότητα του γονέα, θεμελιούμενο στο άρθρο 1520 § 1 ΑΚ, το οποίο αποτελεί εξειδίκευση του άρθρου 5 § 1 του Συντάγματος για την ελεύθερη ανάπτυξη της προσωπικότητας και επομένως η αντεναγομένη με την αδικαιολόγητη κατ’ επανάληψη παρεμπόδιση της επικοινωνίας του με την θυγατέρα του προσέβαλε παράνομα και υπαίτια την προσωπικότητά του.

Σύμφωνα με το ιστορικό αυτό, ζητεί να υποχρεωθεί η αντεναγομένη 1) να άρει την προσβολή της προσωπικότητάς του και να την παραλείπει στο μέλλον, ήτοι να υποχρεωθεί να επιτρέπει ανεμπόδιστα την επικοινωνία του με την θυγατέρα τους σύμφωνα με το διατακτικό της υπ’ αριθμ. … απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, 2) να απαγγελθεί σε βάρος της χρηματική ποινή 1.000 ευρώ και προσωπική κράτηση ενός μήνα για κάθε παράβαση του διατακτικού της εκδοθησομένης απόφασης, 3) να του καταβάλει το ποσό των 40.000 ευρώ για χρηματική του ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, με το νόμιμο τόκο επιδικίας, άλλως υπερημερίας, από την επομένη της επιδόσεως της ανταγωγής, 4) να αναγνωριστεί η υποχρέωσή της να συνεργάζεται και να επικοινωνεί με τον ίδιο όσον αφορά τα θέματα που αφορούν το ανήλικο τέκνο τους και να διαφυλάσσει και να ενισχύει τη σχέση του με αυτό σεβόμενη τον ρόλο του ως πατέρα, και 5) να κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, καταδικασθεί δε η αντίδικός του στη δικαστική του δαπάνη.

Με το ως άνω περιεχόμενο και αιτήματα, η υπό κρίση ανταγωγή, στην οποία αναφέρονται τα στοιχεία νομιμοποίησης της αντεναγομένης, παραδεκτώς και αρμοδίως εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον του Δικαστηρίου τούτου, κατά την τακτική διαδικασία (άρθρα 9, 14 παρ. 2, 18, 22 του ΚΠολΔ) και είναι ορισμένη, καθώς περιέχει όλα τα κατά τη διάταξη του άρθρου 216 ΚΠολΔ στοιχεία για τη νομική της θεμελίωση και δικαστική της εκτίμηση, λαμβανομένου υπόψη ότι προς στήριξη του αγωγικού αιτήματος για υποχρέωση καταβολής χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης γίνεται επίκληση των τελεσθέντων από την αντεναγομένη πράξεων που προσέβαλαν την τιμή και την υπόληψη του αντενάγοντος. Είναι δε νόμιμη.

Στηρίζεται στις διατάξεις που αναφέρονται στην υπό στοιχείο II νομική σκέψη, καθώς και σε αυτές των άρθρων 297, 298, 299, 346 ΑΚ και 907,908, 947, 1047 παρ.1 και 176 ΚΠολΔ, πλην των αιτημάτων α) περί άρσης της προσβολής, το οποίο τυγχάνει μη νόμιμο και ως εκ τούτου απορριπτέο, δεδομένου ότι, ως εκτέθηκε στην υπό στοιχείο I νομική σκέψη, προϋπόθεση της αξίωσης για την άρση της παράνομης προσβολής είναι να είναι αυτή ενεργή και παρούσα και όχι να έχει ήδη λήξει, ως συνάγεται εν προκειμένω σύμφωνα με όσα εκτίθενται στην ανταγωγή, καθόσον ο αντενάγων αναφέρεται σε παράνομες συμπεριφορές της αντεναγομένης που έλαβαν χώρα στις …-9-2021 και στις …-9-2021, χωρίς έκτοτε και μέχρι την κατάθεση της υπό κρίση ανταγωγής στη γραμματεία του παρόντος Δικαστηρίου (…-12-2021) αυτά να επαναληφθούν, και β) περί αναγνώρισης της υποχρέωσης της αντεναγομένης να συνεργάζεται και να επικοινωνεί με τον ίδιο όσον αφορά τα θέματα που αφορούν το ανήλικο τέκνο τους και να διαφυλάσσει και να ενισχύει τη σχέση του με αυτό σεβόμενη το ρόλο του ως πατέρα, το οποίο είναι νόμω αβάσιμο και ως εκ τούτο απορριπτέο, μη στηριζάμενο σε διάταξη νόμου.

Πρέπει, επομένως, η ανταγωγή κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, να ερευνηθεί περαιτέρω κατ’ ουσίαν, δεδομένου ότι έχει καταβληθεί το προσήκον τέλος δικαστικού ενσήμου με τις νόμιμες υπέρ τρίτων προσαυξήσεις (βλ. το με κωδικό … ηλεκτρονικό παράβολο σε συνδυασμό με από …-2-2023 αποδεικτικό εξόφλησης της …. Τράπεζας, που ο αντενάγων προσκομίζει μετ’ επικλήσεως), τηρήθηκε η διαδικασία του άρθρου 3 παρ. 2 του ν. 4640/2019, όπως ισχύει (βλ. το από 20-12-2021 υπογεγραμμένο ενημερωτικό έγγραφο για τη δυνατότητα διαμεσολαβητικής διευθετήσεως της διαφοράς), και προσκομίστηκε το από 10-1-2022 πρακτικό περάτωσης της υποχρεωτικής αρχικής συνεδρίας διαμεσολάβησης (άρθρο 7 Ν. 4640/2019).

Από τις νομοτύπως και μετ’ εμπρόθεσμη κλήτευση των αντιδίκων, ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ... ληφθείσες υπ' αριθμ. …., ….., …. ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων της ενάγουσας - αντεναγομένης, …. ….. ….. αντιστοίχως, και ενώπιον της συμβολαιογράφου Αθηνών ….. ….. ληφθείσες υπ’ αριθμ. …. ….. … …. …. ένορκες βεβαιώσεις των μαρτύρων του εναγομένου – αντενάγοντος …. ….. ….. … και ….. αντιστοίχως, καθώς και από όλα τα έγγραφα που οι διάδικοι προσκομίζουν και επικαλούνται, αποδεικνύονται τα ακόλουθα:

Στο Παλαιό Φάληρο Αττικής, στις, ….-3-2020, οι διάδικοι τέλεσαν νόμιμο γάμο από τον οποίο απέκτησαν μία κόρη που γεννήθηκε στις ….-7-2020 και δεν έχει ακόμα ονοματοδοτηθεί. Αρχικά εγκαταστάθηκαν στην ήδη μισθωμένη από την ενάγουσα κατοικία στο …. και στη συνέχεια, στις …-…-2021, μετακόμισαν στο ιδιόκτητο διαμέρισμα του εναγομένου, επί της οδού …..

Περαιτέρω, ενώ αρχικά οι σχέσεις των διαδίκων δεν χαρακτηρίζονταν από εντάσεις, στη συνέχεια αυτές άρχισαν σταδιακά να κλονίζονται με την εκδήλωση επεισοδίων και δη λεκτικών επιθέσεων του εναγομένου εναντίον της ενάγουσας, αποκορύφωμα των οποίων υπήρξαν τα περιστατικά τη ….-3-2021. Συγκεκριμένα: Την Κυριακή Μαρτίου 2021 και περί ώρα 12:30 και ενώ οι διάδικοι βρίσκονταν στην κατοικία τους, ο εναγόμενος έκανε κάποιες εργασίες και του έπεσε ένα πόμολο στο πάτωμα. Τότε χωρίς λόγο άρχισε να υβρίζει την ενάγουσα λέγοντάς της «Γαμώ τον Χριστό σας, την Παναγία σας, το πουστόσογό σου, γαμώ τα κόκκαλα των νεκρών σας και γαμώ τις ρίζες σας. Μωρή βρωμιάρα που σε μάζεψα εδώ μέσα, ξετσίπωτη. Που να πάθετε καρκίνο όλοι σας», μπροστά στο τότε επτά μηνών τέκνο τους. Η ενάγουσα πήγε κοντά του και του ζήτησε να σταματήσει να φωνάζει και να βρίζει γιατί αναστατώνει την ίδια και το παιδί. Τότε ο εναγόμενος έτεινε το χέρι του προς το μέρος της κραδαίνοντας το κατσαβίδι και της φώναξε «Τι θες τώρα; Να σε σφάξω μπροστά στο παιδί;».

Εξαιτίας της συμπεριφοράς αυτής του εναγομένου και της ταραχής που της προκάλεσε, η ενάγουσα κάλεσε το 100 και αμέσως μετά μετέβη στο Αστυνομικό Τμήμα και υπέβαλε μήνυση σε βάρος του συζύγου της για τα ανωτέρω, βάσει της οποίας ασκήθηκε εναντίον του ποινική δίωξη για τις πράξεις της παράνομης βίας, της απειλής και της εξύβρισης. Στη συνέχεια, επέστρεψε στο σπίτι και όταν επιχείρησε να αποχωρήσει από αυτό μαζί με το τέκνο τους, ο εναγόμενος της απαγόρευσε την έξοδο φωνάζοντας «Δεν έχεις να πας πουθενά θεότρελη, αν θες να φύγεις, φύγε μόνη σου», με αποτέλεσμα η ίδια να επικοινωνήσει με τους γονείς της, με την βοήθεια των οποίων, τελικά, μετοίκησε την ίδια μέρα στην ευρισκόμενη στη …. Αττικής, οδός …. κατοικία των γονέων της, στην οποία διαμένει μέχρι σήμερα με την ανήλικη κόρη της.

Ακολούθως, επί σχετικών αιτήσεων των διαδίκων εκδόθηκε η υπ' αριθμ. …./2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών (Διαδικασία Ασφαλιστικών), με την οποία απαγορεύθηκε στον εναγόμενο να πλησιάζει την ενάγουσα σε απόσταση μικρότερη των 100 μέτρων, κατ’ εξαίρεση να μπορεί να μεταβαίνει στην οικία της προς το σκοπό επικοινωνίας του με την ανήλικη κόρη του, απειλήθηκε σε βάρος του χρηματική ποινή ύψους 500 ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας 30 ημερών για κάθε παράβαση της αμέσως προηγούμενης διάταξης, ανατέθηκε προσωρινά στην ενάγουσα η επιμέλεια του προσώπου της ανήλικης κόρης τους και ρυθμίστηκαν προσωρινά τα θέματα διατροφής και επικοινωνίας.

Η ανωτέρω συμπεριφορά του εναγόμενου, ήτοι τα όσα ο τελευταίος απηύθυνε στις …-3-2021 εναντίον της ενάγουσας, προκάλεσαν σοβαρή προσβολή στην προσωπικότητά της, ως ηθικό και κοινωνικό αγαθό αυτής, μειώνοντάς την ως άτομο θίγοντας την τιμή και την αξιοπρέπειά της, ενώ ουδόλως αποδείχθηκε ότι ο εναγόμενος προέβη στις ανωτέρω συμπεριφορές αποσκοπώντας στο να προστατέψει τον εαυτό του και το παιδί του, όπως ο ίδιος αβασίμως διατείνεται, σπορριπτομένης, εντεύθεν, ως ουσιαστικά αβάσιμης της νομίμως υπό του τελευταίου προβληθείσας σχετικής ένστασης του άρθρου 367 παρ.1 γ ΠΚ.

Τέλος, από τα προσκομιζόμενα από τους διαδίκους δικόγραφα από μεταξύ τους ανοιγείσες άλλες δίκες, εξώδικες διαμαρτυρίες τους και ηλεκτρονική τους επικοινωνία, προκύπτει ότι, παρά τη μετοίκηση της ενάγουσας και την τήρηση των διατάξεων της ως άνω υπ’ αριθμ. …/2021 απόφασης, υπάρχει βάσιμος κίνδυνος ότι ο εναγόμενος μπορεί να επαναλάβει παρόμοιες τακτικές, προκειμένου να μειώσει την προσωπικότητα της ενάγουσας. Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 57, 59, 299, 914 και 932 του ΑΚ και ειδικότερα: α) ή προπεριγραφείσα συμπεριφορά του εναγομένου είναι παράνομη και υπαίτια, λόγω αντίθεσής της προς τις διατάξεις των άρθρων 330, 333 και 361 του ΠΚ και ως αντικειμένη στο κατά το άρθρο 914 του ΑΚ επιβαλλόμενο γενικό καθήκον του να μη ζημιώνει κάποιος άλλο πρόσωπο ή τα προστατευόμενα υλικά ή ηθικά αγαθά αυτού, β) η επίμαχη παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά του εναγόμενου, υπό τις προαναφερθείσες συνθήκες, επέφερε την ηθική βλάβη της ενάγουσας, και γ) υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος (με την έννοια της πρόσφορης αιτίας) μεταξύ της συμπεριφοράς αυτής και του ανωτέρω επιζήμιου αποτελέσματος (ήτοι της επέλευσης της συγκεκριμένης μη περιουσιακής ζημίας της ενάγουσας), σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στην υπό στοιχείο I μείζονα σκέψη της παρούσας.

Κατόπιν των ανωτέρω, η ενάγουσα έχει νόμιμη αξίωση έναντι του εναγομένου για την αποκατάσταση της μη περιουσιακής (ηθικής) ζημίας που της προκάλεσε η εν λόγω αδικοπραξία του τελευταίου και, ως εκ τούτου, πρέπει να της επιδικαστεί για την αιτία αυτή χρηματική ικανοποίηση ποσού 3.000,00 ευρώ. Το ανωτέρω ποσό κρίνεται εύλογο, κατ’ άρθρο 932 ΑΚ, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των εξής προσδιοριστικών στοιχείων: α) του βαθμού και της βαρύτητας των πράξεων του εναγομένου, β) των προπαρατεθεισών συνθηκών, υπό τις οποίες τελέστηκαν οι παραπάνω αδικοπραξίες του, γ) της έντασης του δόλου του εναγομένου, δ) του βαθμού και της ψυχικής ταλαιπωρίας που δοκίμασε η ενάγουσα, και ε) της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης αμφοτέρων των διαδίκων.

Συνεπώς, η υπό κρίση αγωγή πρέπει να γίνει εν μέρει δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και Α) να υποχρεωθεί ο εναγόμενος α) να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των 3.000 ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, β) να παραλείπει κάθε μελλοντική προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας, γ) να παραλείπει να την προσεγγίζει σε απόσταση 100 μέτρων στην κατοικία και την εργασία της, προς το σκοπό αποφυγής ανάλογων επεισοδίων, και Β) να απειληθεί σε βάρος του χρηματική ποινή ύψους 500 ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας 30 ημερών για κάθε παράβαση των αμέσως ανωτέρω απαγορεύσεων, μη κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, καθόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι, ούτε ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση θα επιφέρει σημαντική ζημία στην ενάγουσα, καταδικασθεί δε ο εναγόμενος σε μέρος της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας (178 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.

Περαιτέρω, από τα ίδια ως άνω αποδεικτικά μέσα, αποδεικνύεται ότι ο αντενάγων επικοινωνεί με την ανήλικη κόρη του, κάθε Δευτέρα και κάθε Τετάρτη, από ώρα 18:00 έως ώρα 20:00, κάθε Κυριακή από ώρα 11:00 έως ώρα 13:00, στην ως άνω κατοικία της αντεναγομένης, παρουσία προσώπου επιλογής της και συγκεκριμένα της μητέρας της ….., όπως ορίστηκε με την προαναφερόμενη υπ’ αριθμ. …./2021 απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών. Η επικοινωνία αυτή περιορίζεται εντός του παιδικού δωματίου του ανηλίκου τέκνου του, ενώ είναι αναγκασμένος να υπομένει προσβλητικές συμπεριφορές από την μητέρα της αντεναγομένης, καθώς, κατά τη διάρκεια αυτής (επικοινωνίας) του αντενάγοντος με την ανήλικη κόρη του, η μητέρα της αντεναγομένης διατηρεί ερμητικά κλειστές όλες τις άλλες πόρτες του σπιτιού, ενώ κάθε φορά που βλέπει τηλεόραση έχει την ένταση στο μάξιμουμ διαταράσσοντας έτσι την ηρεμία του χώρου, κάποιες φορές δε, συνομιλώντας στο τηλέφωνο, σχολιάζει με δυνατό και ειρωνικό τόνο φωνής τις δικαστικές υποθέσεις μεταξύ του ιδίου και της αντεναγομένης. Άλλες φορές, τον υποδέχεται στο σπίτι παρουσία τρίτων προσώπων - επισκεπτών, ενώ αυτό θα μπορούσε να αποφευχθεί κατόπιν συνεννόησης, προκειμένου να μην στερηθεί την ιδιωτικότητα επικοινωνίας με το παιδί του.

Αποδείχθηκε επίσης, ότι την Κυριακή …-9-2021 και ώρα 13:00 μμ, ο αντενάγων φεύγοντας από το σπίτι της αντεναγομένης, πληροφόρησε την μητέρα της ότι έχει βάλει την κόρη του στην κούνια να κοιμηθεί και εκείνη του απάντησε «Φύγε τώρα από εδώ, φτάνει δεν είναι για χόρταση”, ενώ, ταυτόχρονα, έσπρωξε με δύναμη την εξώπορτα, με αποτέλεσμα η εξωτερική της πλευρά να τον χτυπήσει στον αριστερό του αγκώνα. Περαιτέρω, την Κυριακή -9- 2021 και περί ώρα 18:10, ενώ ο αντενάγων βρισκόταν στο δωμάτιο με την κόρη του, η μητέρα της αντεναγομένης άνοιξε διάπλατα την μισάνοιχτη πόρτα του δωματίου, φωνάζοντας «Η πόρτα θα μείνει ανοιχτή εδώ, Σπίτι μου είναι ρε και θα κάνω ό,τι μου γουστάρει, Η πόρτα θα μείνει ανοιχτή γιατί έτσι γουστάρω, πάει και τελείωσε, Αν δεν το κατάλαβες πρέπει να σε ελέγχω. Υπό επιτήρηση δεν είσαι; Άντε μπράβο».

Εξαιτίας αυτών, μετά την αποχώρησή του από την ως άνω οικία μετέβη στο Αστυνομικό Τμήμα όπου ανέφερε την πιο πάνω συμπεριφορά της μητέρας της αντεναγομένης, η οποία (μητέρα της), όταν κλήθηκε να δώσει εξηγήσεις, αφού άκουσε τα παράπονα και της έγιναν οι σχετικές συστάσεις, παραδέχθηκε ότι εν μέρει ο αντενάγων είχε δίκιο (βλ. το από ….-9-2021 υπ’ αριθμ. πρωτ. … αντίγραφο του ηλεκτρονικού βιβλίου αδικημάτων και συμβάντων του άνω AT).

Τέλος, στη σελ. 13 των από …-11-2021 έγγραφων προτάσεων που κατέθεσε η αντεναγομένη ενώπιον του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών κατά τη συζήτηση των αντίθετων αγωγών τους για την επιμέλεια - επικοινωνία κλπ του παιδιού τους, αναφέρεται επί λέξει «Θεωρώ ότι δεν πρέπει να μεταβληθούν ο τρόπος και ο χρόνος επικοινωνίας του (εδώ αντενάγοντος) και να συνεχίσει να την βλέπει υπό επιτήρηση» (σχετ. ), στοιχείο από το οποίο προκύπτει, χωρίς αμφιβολία, ότι η αντεναγομένη όχι μόνο γνώριζε τα ανωτέρω πραγματικά περιστατικά, αλλά ότι η μητέρα της προέβαινε στην εν λόγω συμπεριφορά σε βάρος του αντενάγοντος καθ’ υπόδειξη και προτροπή της.

Ως εκ τούτου, υπάρχει βάσιμος κίνδυνος ότι η αντεναγομένη μπορεί να επαναλάβει παρόμοιες τακτικές, προκειμένου να μειώσει την προσωπικότητα του αντενάγοντος. Συνεπώς, στην προκειμένη περίπτωση συντρέχουν όλες οι προϋποθέσεις εφαρμογής των διατάξεων των άρθρων 57, 59, 299, 914 και 932 του Α.Κ. και ειδικότερα: α) η προπεριγραφείσα συμπεριφορά της αντεναγομένης είναι παράνομη και υπαίτια, ως αντικειμένη στο κατά το άρθρο 914 του ΑΚ επιβαλλόμενο γενικό καθήκον του να μη ζημιώνει κάποιος άλλο πρόσωπο ή τα προστατευόμενα υλικά ή ηθικά αγαθά αυτού, β) η επίμαχη παράνομη και υπαίτια συμπεριφορά της αντεναγομένης, υπό τις προαναφερθείσες συνθήκες, επέφερε την ηθική βλάβη του αντενάγοντος και γ) υφίσταται αιτιώδης σύνδεσμος (με την έννοια της πρόσφορης αιτίας) μεταξύ της συμπεριφοράς αυτής και του ανωτέρω επιζήμιου αποτελέσματος (ήτοι της επέλευσης της συγκεκριμένης μη περιουσιακής ζημίας του αντενάγοντος), σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στη μείζονα σκέψη στην αρχή της παρούσας.

Κατόπιν των ανωτέρω, ο αντενάγων έχει νόμιμη αξίωση έναντι της αντεναγομένης για την αποκατάσταση της μη περιουσιακής (ηθικής) ζημίας που του προκάλεσε η ανωτέρω αδικοπραξία της τελευταίας και, ως εκ τούτου, πρέπει να του επιδικαστεί για την αιτία αυτή χρηματική ικανοποίηση ποσού 1.500,00 ευρώ. Το ανωτέρω ποσό κρίνεται εύλογο, κατ’ άρθρο 932 ΑΚ, λαμβανομένων ιδίως υπόψη των εξής προσδιοριστικών στοιχείων: α) του βαθμού και της βαρύτητας των πράξεων της αντεναγομένης, β) των προπαρατεθεισών συνθηκών, υπό τις οποίες τελέστηκαν οι παραπάνω αδικοπραξίες της, γ) της έντασης του δόλου της αντεναγομένης, δ) του βαθμού και της ψυχικής ταλαιπωρίας που δοκίμασε ο αντενάγων και ε) της κοινωνικής και οικονομικής κατάστασης αμφοτέρων των διαδίκων.

Κατόπιν των ανωτέρω, η υπό κρίση ανταγωγή πρέπει να γίνει δεκτή εν μέρει ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και Α) να υποχρεωθεί η αντεναγομένη α) να καταβάλει στον αντενάγοντα το ποσό των 1.500 ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, λόγω της εύλογης αντιδικίας μεταξύ των διαδίκων (βλ. ΑΠ 553/2019, ΑΠ 578/2019 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), β) να παραλείπει κάθε μελλοντική προσβολή της προσωπικότητας του αντενάγοντος και Β) να απειληθεί σε βάρος της χρηματική ποινή ύψους 500 ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας 30 ημερών για κάθε παράβαση της αμέσως ανωτέρω απαγορεύσεως, μη κηρυχθεί η απόφαση προσωρινώς εκτελεστή, καθόσον το Δικαστήριο κρίνει ότι δεν συντρέχουν εξαιρετικοί προς τούτο λόγοι, ούτε ότι η καθυστέρηση στην εκτέλεση θα επιφέρει σημαντική ζημία στον αντενάγοντα, καταδικασθεί δε η αντεναγομένη σε μέρος της δικαστικής δαπάνης του αντενάγοντος (178 ΚΠολΔ), όπως ορίζεται στο διατακτικό.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ

Συνεκδικάζει αντιμωλία των διαδίκων την υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης …-10-2021 αγωγή και την υπ’ αριθμ. έκθεσης κατάθεσης 2-12-2021 ανταγωγή.

Δέχεται εν μέρει την αγωγή.

Υποχρεώνει τον εναγόμενο α) να καταβάλει στην ενάγουσα το ποσό των τριών χιλιάδων (3.000) ευρώ, νομιμοτόκως από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, β) να παραλείπει κάθε μελλοντική προσβολή της προσωπικότητας της ενάγουσας, γ) να παραλείπει να την προσεγγίζει σε απόσταση 100 μέτρων στην κατοικία και την εργασία της.

Απειλεί σε βάρος του εναγομένου χρηματική ποινή ύψους 500 ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας 30 ημερών για κάθε παράβαση των παραπάνω υπό στοιχεία (β) και (γ) διατάξεων της παρούσας.

Καταδικάζει τον εναγόμενο σε μέρος της δικαστικής δαπάνης της ενάγουσας, την οποία ορίζει στο ποσό των τριακοσίων (300) ευρώ.

Δέχεται εν μέρει την ανταγωγή.

Υποχρεώνει την αντεναγομένη α) να καταβάλει στον αντενάγοντα το ποσό των χιλίων πεντακοσίων (1.500) ευρώ, με το νόμιμο τόκο υπερημερίας από την επομένη της επίδοσης της αγωγής, β) να παραλείπει κάθε μελλοντική προσβολή της προσωπικότητας του αντενάγοντος.

Απειλεί σε βάρος της αντεναγομένης χρηματική ποινή ύψους 500 ευρώ και προσωπική κράτηση διάρκειας 30 ημερών για κάθε παράβαση της αμέσως παραπάνω υπό στοιχείο (β) διάταξης της παρούσας.

Καταδικάζει την αντεναγομένη σε μέρος της δικαστικής δαπάνης του αντενάγοντος, την οποία ορίζει στο ποσό των εκατόν πενήντα (150) ευρώ.

Κρίθηκε και αποφασίστηκε στην Αθήνα στις 4.5.2023.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δημοσιεύθηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό του στην Αθήνα στις 19/7/2023, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων των διαδίκων.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ                   Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ