Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

ΠΟΤΕ ΕΠΕΡΧΕΤΑΙ Η ΤΕΛΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ / ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ / ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ Η ΕΠΙΣΠΕΥΣΗ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ 425.000 ευρώ για ΧΡΕΟΣ 135.000 ευρώ (υπό συγκεκριμένες διακρίσεις)

Από το αρχείο του συνδρομητή μας κ. Παναγιώτη Φακοντή, δικηγόρου Αθηνών

Μ.Π.Α. 2290/2018


ΑΝΑΚΟΠΗ ΑΚΥΡΩΣΗΣ α) ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ ΑΚΙΝΗΤΟΥ και β) ΕΠΑΝΑΛΗΠΤΙΚΗΣ ΠΕΡΙΛΗΨΗΣ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗΣ ΚΑΤΑΣΧΕΣΗΣ

ΠΟΤΕ ΕΠΕΡΧΕΤΑΙ Η ΤΕΛΕΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΠΟΦΑΣΕΩΣ - Από τις διατάξεις των άρθρων 300, 304 (όπως ίσχυε πριν από την αντικατάστασή του με το άρθρο 11 του ν. 4055/2012) και 305 ΚΠολΔ συνάγεται ότι από τότε που θα συνταχθεί, θα χρονολογηθεί και θα υπογραφεί από τον δικαστή ή επί πολυμελούς δικαστηρίου από τον πρόεδρο του δικαστηρίου και τον εισηγητή το σχέδιο της δικαστικής απόφασης, θεωρείται ότι αυτή έχει εκδοθεί και η δημοσίευσή της από το σχέδιο αυτό σε δημόσια συνεδρίαση επιφέρει την τελείωσή της, που συνεπάγεται τις έννομες συνέπειες της υπάρξεως αυτής. Η καθαρογραφή - σύνταξη του πρωτοτύπου της απόφασης από το σχέδιο και η υπογραφή του πρωτοτύπου από τον δικαστή επί μονομελούς δικαστηρίου και τον γραμματέα, κατά το άρθρο 306 ΚΠολΔ, δεν επιβάλλεται για να λάβει αυτή υπόσταση, αφού έχει ήδη τελειωθεί με τη δημοσίευση του σχεδίου. Μετά την αντικατάσταση του άρθρου 304 με το άρθρο 11 του ν. 4055/2012 που ισχύει, κατ' άρθρο 113 του νόμου αυτού, από 2-4-2012, προβλέπεται ότι οι δικαστικές αποφάσεις θα συντάσσονται πλέον σε ηλεκτρονική μορφή και θα υπογράφονται κατά την αποτύπωσή τους σε υλική μορφή και, επομένως, θα δημοσιεύεται το πρωτότυπο της απόφασης, όπως έχει αποτυπωθεί σε υλική μορφή και δεν θα χρειάζεται καθαρογραφή από την υπηρεσία της γραμματείας και θεώρηση του σχεδίου, όπως ίσχυε μέχρι τότε. Η ρύθμιση όμως αυτή δεν είναι αποκλειστική, αλλά τέθηκε εναλλακτικά για να διευκολύνει την ταχεία δημοσίευση και κυκλοφορία των» δικαστικών αποφάσεων.

ΑΠΟΡΡΙΨΗ ΙΣΧΥΡΙΣΜΟΥ ΟΤΙ η απόφαση του Δικαστηρίου .... , με την οποία διορθώθηκε η τιμή της πρώτης προσφοράς ... και ορίσθηκε νέος πλειστηριασμός ..., κατατέθηκε στον υπάλληλο του πλειστηριασμού μόνον σε σχέδιο, όχι και σε πρωτότυπο, χωρίς, ωστόσο, έως την κατάθεση της ένδικης ανακοπής να έχει καθαρογραφεί ή δημοσιευθεί, παρ' αντίθετα εξακολουθεί να βρίσκεται σε σχέδιο - Ο λόγος αυτός (ανακοπής) είναι απορριπτέος ως μη νόμιμος, δοθέντος ότι η δημοσίευση της αποφάσεως μονομελούς δικαστηρίου σε «σχέδιο» (και κατ' ακολουθία η κατάθεσή της σε σχέδιο στον υπάλληλο του πλειστηριασμού), ακόμη και μετά την ισχύ του ν. 4055/2012, επιφέρει την τελείωσή της, που συνεπάγεται τις έννομες συνέπειες της υπάρξεώς της. Εξ άλλου για να ευδοκιμήσει αυτή η ανακοπή απαιτείται επίκληση και απόδειξη δικονομικής βλάβης 

ΠΡΟΫΠΟΘΕΣΕΙΣ ΑΚΥΡΟΤΗΤΑΣ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ - Ρητά ορίζεται (άρθρο 960 III ως προς τα κινητά, 999 IV ΚΠολΔ ως προς τα ακίνητα) ότι ο πλειστηριασμός είναι άκυρος, αν δεν τηρηθούν οι διατυπώσεις της προδικασίας των άρθρων 960 I, II και 999 I, III 1-3, αντίστοιχα. Για να προκληθεί ακυρότητα του πλειστηριασμού προϋποτίθεται πλήρης παράλειψη τηρήσεως των διατυπώσεων της προδικασίας, με την οποία εξομοιώνονται επίσης τόσο η εκπρόθεσμη όσο και η ανυπόστατη ενέργειά τους. Τότε και μόνον επέρχεται (απόλυτη) ακυρότητα (ανεξαρτήτως βλάβης) του πλειστηριασμού, της οποίας η κήρυξη επιτυγχάνεται με την άσκηση ανακοπής (άρθρο 933 ΚΠολΔ), εντός της προθεσμίας του άρθρου 934 I γ' ΚΠολΔ. Αντίθετα, όταν τηρήθηκαν και μάλιστα κατά τρόπο υποστατό οι ανωτέρω διατυπώσεις της προδικασίας του πλειστηριασμού, ενεργήθηκαν όμως παράτυπα, η εντεύθεν ακυρότητα δεν επιδρά ακυρωτικώς επί του πλειστηριασμού, αλλά επί της συγκεκριμένης διαδικαστικής πράξης της προδικασίας, στην οποία ενυπάρχει το ελάττωμα. Το ελάττωμα αυτό προσβάλλεται, τότε, με ανακοπή (άρθρο 933 ΚΠολΔ) εντός της προθεσμίας του άρθρου 934 I β' ΚΠολΔ, δηλαδή μέχρι την έναρξη του πλειστηριασμού. Για να ευδοκιμήσει αυτή η ανακοπή απαιτείται επίκληση και απόδειξη δικονομικής βλάβης.

ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ ΑΣΚΗΣΗ ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΟΥ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΟΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ - Από τον συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 281 ΑΚ, 116 και 933 ΚΠολΔ, 20 και 25 παρ. 3 του Συν/τος συνάγεται ότι άσκηση ουσιαστικού δικαιώματος που ανήκει στο δημόσιο δίκαιο αποτελεί και η δι' αναγκαστικής εκτελέσεως πραγμάτωση της απαιτήσεως του δανειστή, ώστε λόγο της ανακοπής του άρθρου 933 μπορεί να αποτελέσει και η αντίθεση της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτελέσεως στα αντικειμενικά όρια που θέτει η διάταξη του άρθρου 281 ΑΚ. Περαιτέρω, αν μεν η αντίθεση αυτή αναφέρεται στην εγκυρότητα του ίδιου του εκτελεστού τίτλου και συνιστά ουσιαστικό ελάττωμά του, με την επιδίωξη εκτελέσεως δια τίτλου τυπικώς μεν έγκυρου, ο οποίος όμως επιτεύχθηκε αντίθετα προς το άρθρο 281 ΑΚ, ο σχετικός λόγος ανακοπής πρέπει να προβάλλεται μέσα στην προθεσμία του άρθρου 934 παρ. 1 α', ΚΠολΔ, ήτοι εντός δεκαπέντε ημερών από της κατασχέσεως. Αν η αντίθεση στα κριτήρια του άρθρου 281 αφορά την απαίτηση ή τον τρόπο διεξαγωγής της διαδικασίας της εκτελέσεως, ο λόγος της ανακοπής πρέπει να προβάλλεται μέσα στην προθεσμία του άρθρου 934 παρ. 1 β' συντάξεως της εκθέσεως πλειστηριασμού και κατακυρώσεως.

Η ΑΡΧΗ ΤΗΣ ΑΝΑΛΟΓΙΚΟΤΗΤΑΣ ΣΤΗΝ ΑΝΑΓΚΑΣΤΙΚΗ ΕΚΤΕΛΕΣΗ - Η αρχή της απαγορεύσεως.καταχρήσεως δικαιώματος απευθύνεται και οριοθετεί τη σχέση δανειστή και οφειλέτη (σχέση εκτελέσεως). Η αρχή της αναλογικότητας έχει ως πεδίο εφαρμογής τη σχέση του κράτους προς τον οφειλέτη (σχέση δημόσιας επεμβάσεως) και υποχρεώνει το κράτος, όταν με κρατικό καταναγκασμό θίγει τα συνταγματικά δικαιώματα του οφειλέτη για την ικανοποίηση του δανειστή, να παραλείπει ενέργειες που την παραβιάζουν. Καλύπτει επομένως το πρόβλημα των ακατάλληλων, των μη αναγκαίων και των δυσανάλογων μέσων εκτελέσεως (με την έννοια των τριών εκφάνσεων της αρχής), με τα οποία διεξάγεται η εκτελεστική διαδικασία. Όταν, αντίθετα, πρόκειται για λόγο ανακοπής που αφορά τη σχέση εκτελέσεως -συνακόλουθα και την ουσιαστικού δικαίου έννομη σχέση μεταξύ δανειστή και οφειλέτη- πιο πρόσφορα είναι τα κριτήρια της αρχής της απαγορεύσεως καταχρήσεως δικαιώματος.

ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΚΑΤΑΧΡΗΣΤΙΚΗ Η ΕΠΙΣΠΕΥΣΗ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΟΥ ΑΚΙΝΗΤΟΥ ΕΜΠΟΡΙΚΗΣ ΑΞΙΑΣ 425.000 ευρώ για ΧΡΕΟΣ 135.000 ευρώ (υπό συγκεκριμένες διακρίσεις) - Κατά δεύτερον, η ένδικη αναγκαστική εκτέλεση επί του κατασχεθέντος ακινήτου σε χρόνο ακατάλληλο για εκποιήσεις ακινήτων, περιστατικό το οποίο επικαλείται ο ανακόπτων ως βάση του ανωτέρω λόγου ανακοπής, δεν αρκεί για να καταστήσει την επιδίωξη του πλειστηριασμού του καταχρηστική από πλευράς της επισπεύδουσας. Τούτο διότι η απαίτησή της, ποσού 134.747,50 ευρώ, δεν κρίνεται ασήμαντη ή αμελητέα συγκριτικά με την εμπορική αξία της κατεσχημένης οριζόντιας ιδιοκτησίας (425.000 ευρώ), ο δε ανακόπτων δεν κατέχει ακίνητα μικρότερης αξίας, ανάλογης της< απαιτήσεως της επισπεύδουσας, ώστε να υποστηριχθεί (ενδεχομένως) ότι η τελευταία (καθ' ης η ανακοπή) μπορούσε και όφειλε να εκπλειστηριάσει τούτα ακριβώς τα μικρότερης αξίας ακίνητα του οφειλέτη της. Σε κάθε περίπτωση, τυχόν αναμονή ευνοϊκώτερων συνθηκών στο μέλλον για την έκθεση σε πλειστηριασμό του συγκεκριμένου κατεσχημένου ακινήτου θα οδηγούσε ουσιαστικά στον παραγκωνισμό, όπως προελέχθη, της ουσιαστικής απαιτήσεως της επισπεύδουσας, αφού η συνδρομή των συνθηκών αυτών τοποθετείται όχι στο προσεχές μέλλον και μάλιστα συνθηκών ικανών να επιτρέψουν την αισθητή αποκατάσταση της εμπορικής αξίας των ακινήτων που απωλέσθηκε κατά τη διάρκεια των τελευταίων ετών.


Για το πλήρες κείμενο πατήστε εδώ.