Συνθετη Αναζητηση Νομοθεσιας - Νομολογιας

Νομοθεσία

ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ - ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟΥ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ- ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑΣ- ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ ΣΕ ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΥΠΟΠΤΟΥ - ΑΘΩΩΣΗ ΤΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ

Διοικ.Εφ.Αθ. 15/2018 (ΝοΒ 2018, σελ. 311)


ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΔΙΚΑΙΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ (π.δ. 120/2008) - ΠΑΡΑΒΑΣΗ ΥΠΗΡΕΣΙΑΚΟΥ ΚΑΘΗΚΟΝΤΟΣ- ΠΡΟΣΒΟΛΗ ΑΝΘΡΩΠΙΝΗΣ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑΣ- ΥΠΕΡΒΑΣΗ ΤΩΝ ΟΡΙΩΝ ΣΕ ΣΩΜΑΤΙΚΗ ΕΡΕΥΝΑ ΑΝΗΛΙΚΟΥ ΥΠΟΠΤΟΥ - ΑΘΩΩΣΗ ΤΟΥ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟΥ ΟΡΓΑΝΟΥ ΑΠΟ ΤΟ ΠΟΙΝΙΚΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ - ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ ΕΠΑΝΕΞΕΤΑΣΗ ΤΗΣ ΥΠΟΘΕΣΕΩΣ ΑΠΟ ΤΟ ΠΕΙΘΑΡΧΙΚΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΜΕ ΣΥΝΕΚΤΙΜΗΣΗ ΤΗΣ ΑΘΩΩΤΙΚΗΣ ΑΠΟΦΑΣΗΣ (137 Α § 3 ΠΚ, 96 π.δ. 141/1991) - Επειδή, με τα δεδομένα αυτά, δηλαδή, επιγενομένης αθωώσεως του αιτούντος με αμετάκλητη απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, με την οποία διαπιστώθηκε ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών, που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος, για το οποίο επιβλήθηκε σε βάρος του αιτούντος η ένδικη πειθαρχική ποινή, κλονίζεται η αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως και για το λόγο αυτό, προεχόντως, πρέπει η απόφαση αυτή να ακυρωθεί, δεκτής γενομένης της κρινόμενης αιτήσεως, η δε υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στο εκδόσαν αυτή Πειθαρχικό Συμβούλιο, προκειμένου αυτό να κρίνει εκ νέου την πειθαρχική υπόθεση του αιτούντος, συνεκτιμώντας και την προαναφερόμενη αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου.


Αριθμός απόφασης: 15/2018

ΤΟ ΔΙΟΙΚΗΤΙΚΟ ΕΦΕΤΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ

ΑΚΥΡΩΤΙΚΟΣ ΣΧΗΜΑΤΙΣΜΟΣ

ΤΜΗΜΑ Ε΄

Με μέλη τους: Περικλή Γκότση, Πρόεδρο Εφετών Διοικητικών Δικαστηρίων, Θεοφανώ Λαδοπούλου και Δήμητρα Αλεβιζοπούλου, Εφέτες Διοικητικών Δικαστηρίων, σ υ ν ε δ ρ ί α σ ε δημόσια στο ακροατήριό του, στις 5 Μαΐου 2017, με γραμματέα τη Φωτεινή Ροζή, για να δικάσει την από 9 Μαίου 2014 αίτηση ακυρώσεως (αριθμ. καταχ. 952/14-5-2014)
του ..., κατοίκου Πειραιώς, οδός ..., ο οποίος εμφανίστηκε στο ακροατήριο και ενέκρινε την άσκηση της αίτησης από τον υπογράφοντα αυτήν δικηγόρο Κωνσταντίνο Αναγνωστόπουλο,
κατά του Υπουργού Εσωτερικών, ο οποίος παραστάθηκε με τον Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους Ευστράτιο Ηλιαδέλη.
Κατά τη δημόσια συζήτηση που ακολούθησε, το Δικαστήριο
άκουσε :
την εισηγήτρια της υπόθεσης, Εφέτη Διοικητικών Δικαστηρίων, Δήμητρα Αλεβιζοπούλου, που διάβασε τη σχετική έκθεσή της και εξέθεσε τα ζητήματα που προκύπτουν,
τον εκπρόσωπο του Υπουργού, ο οποίος ζήτησε, να απορριφθεί η αίτηση.
Μετά τη συνεδρίαση, το Δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη και, αφού
μελέτησε τη δικογραφία και τις σχετικές διατάξεις,

αποφασίζει τα εξής:

1. Επειδή, με την κρινόμενη αίτηση, για την άσκηση της οποίας καταβλήθηκε το νόμιμο παράβολο (βλ.3863768 και 1328038/15-5-2014 ειδικά έντυπα), ζητείται η ακύρωση της 141/21-11-2013 απόφασης (πρακτικού) του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας (ΕΛ.ΑΣ.), με την οποία επιβλήθηκε τελικά σε βάρος του αιτούντος, αστυφύλακα της ΕΛ.ΑΣ., η πειθαρχική ποινή της αργίας με απόλυση έξι (6) μηνών.

2. Επειδή, στο άρθρο 4 του π.δ. 120/2008 «Πειθαρχικό δίκαιο αστυνομικού προσωπικού» (ΦΕΚ Α 182/ 2.9.2008), που ισχύει από 2.12.2008 (βλ. άρθρο 60 ιδίου π.δ/τος), ορίζεται ότι «1. Πειθαρχικό παράπτωμα αποτελεί κάθε υπαίτια και καταλογιστή παράβαση του υπηρεσιακού καθήκοντος με πράξη (ενέργεια ή παράλειψη). 2. Το υπηρεσιακό καθήκον προσδιορίζεται από τις υποχρεώσεις που επιβάλλονται στον αστυνομικό από τις διατάξεις του Συντάγματος, των νόμων, των κανονισμών του Σώματος, των διαταγών της υπηρεσίας καθώς και από τη συμπεριφορά, που πρέπει να τηρεί ο αστυνομικός εντός και εκτός υπηρεσίας λόγω της ιδιότητάς του. 3......». Στο άρθρο 5 του ίδιου π.δ/τος ορίζεται ότι «1. Οι πειθαρχικές ποινές, που επιβάλλονται στους αστυνομικούς και καταχωρίζονται στα ατομικά τους έγγραφα, είναι: α) Απόταξη. β) Αργία με απόλυση διάρκειας δύο (2) έως έξι (6) μήνες...». Στο άρθρο 11 του παραπάνω π.δ/τος ορίζεται ότι « 1. Τα πειθαρχικά παραπτώματα, που επισύρουν την ποινή αργίας με απόλυση, είναι τα κατωτέρω περιοριστικώς αναφερόμενα: α)... ι) Κάθε πράξη που αντιβαίνει στο υπηρεσιακό καθήκον ή συνιστά σοβαρή παραμέληση αυτού ή ασυμβίβαστη προς την ιδιότητα του αστυνομικού διαγωγή, εφόσον δεν τιμωρείται βαρύτερα από άλλη διάταξη>>. Εξάλλου, στο άρθρο 48 του ίδιου π.δ/τος ορίζεται ότι «1. Η πειθαρχική δίκη είναι αυτοτελής και ανεξάρτητη από την ποινική ή άλλη δίκη. 2. Το πειθαρχικό όργανο δεσμεύεται από την κρίση που περιέχεται σε αμετάκλητη απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή σε αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα, μόνο ως προς την ύπαρξη ή την ανυπαρξία πραγματικών περιστατικών που στοιχειοθετούν την αντικειμενική υπόσταση πειθαρχικού παραπτώματος. Σε κάθε άλλη περίπτωση η απόφαση του ποινικού δικαστηρίου συνεκτιμάται στην πειθαρχική δίκη, το πειθαρχικό όργανο όμως μπορεί να εκδώσει απόφαση διαφορετική από εκείνη του ποινικού δικαστηρίου. 3. Η ποινική δίκη δεν αναστέλλει την πειθαρχική διαδικασία, όμως οι αρμόδιοι κατά την παράγραφο 1 του άρθρου 22 να ασκήσουν την πειθαρχική δίωξη και τα αρμόδια πειθαρχικά όργανα μπορούν με απόφαση τους, που ανακαλείται ελευθέρως, να διατάξουν αν το κρίνουν αναγκαίο, την αναστολή της πειθαρχικής διαδικασίας που δεν μπορεί να υπερβαίνει το ένα έτος. Σε κάθε περίπτωση δεν επιτρέπεται αναστολή όταν το πειθαρχικό παράπτωμα προκάλεσε δημόσιο σκάνδαλο ή θίγει σοβαρά το κύρος της Υπηρεσίας. Ο χρόνος της αναστολής δεν υπολογίζεται για τη συμπλήρωση του χρόνου παραγραφής και είναι ανεξάρτητος από το χρόνο αναστολής, που προβλέπεται από το άρθρο 7». Στο άρθρο 49 ορίζεται ότι «1........ 2. Σε περίπτωση που μετά την έκδοση πειθαρχικής απόφασης με την οποία επιβλήθηκε οποιαδήποτε ποινή, εκδοθεί αμετάκλητη αθωωτική απόφαση ποινικού δικαστηρίου ή αμετάκλητο απαλλακτικό βούλευμα για την πράξη, για την οποία διώχθηκε πειθαρχικά ο αστυνομικός, επαναλαμβάνεται η πειθαρχική δίκη. Στην περίπτωση αυτή, αν επιβληθεί πειθαρχική ποινή, δεν μπορεί να είναι βαρύτερη από την αρχικώς επιβληθείσα. 3. ....... 4. Η πειθαρχική δίκη επαναλαμβάνεται ενώπιον του πειθαρχικού οργάνου που εξέδωσε την προηγούμενη απόφαση 5. ........Στην περίπτωση της παραγράφου 2 η πειθαρχική δίκη επαναλαμβάνεται μόνο μετά από αίτηση του εγκαλουμένου ....... 6. Η επανάληψη της πειθαρχικής δίκης σε κάθε περίπτωση δεν μπορεί να ζητηθεί μετά την παρέλευση έτους από την έκδοση της αμετάκλητης αθωωτικής ή καταδικαστικής απόφασης ή του απαλλακτικού βουλεύματος».

3. Επειδή, στην προκειμένη περίπτωση, από τα στοιχεία του φακέλου προκύπτουν τα εξής: Με την 89Α/2111 απόφαση (πρακτικό) του Πρωτοβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου Αξιωματικών της ΕΛ.ΑΣ. επιβλήθηκε, μεταξύ άλλων, και σε βάρος του αιτούντος, ήδη αστυφύλακα, η πειθαρχική ποινή της αργίας με απόλυση τεσσάρων (4) μηνών, για παράβαση υπηρεσιακού καθήκοντος σύμφωνα με το άρθρο 11 παρ. 1 εδ. ι του π.δ.120/2008, για πειθαρχικά παραπτώματα, στα οποία υπέπεσε στις 16-9-2009, καθ' ο χρόνο υπηρετούσε στο Αστυνομικό Τμήμα Πάτμου ως δόκιμος Αστυφύλακας. Επί ενδικοφανών προσφυγών που άσκησαν κατά της απόφασης αυτής ο αιτών, συνάδελφοί του τιμωρηθέντες πειθαρχικά με αυτήν, καθώς και η διοίκηση, εκδόθηκε η προσβαλλόμενη 141/2013 απόφαση (πρακτικό) του Δευτεροβάθμιου Υπηρεσιακού Συμβουλίου ΕΛ.ΑΣ., με την οποία αυξήθηκε η σε βάρος του αιτούντος επιβληθείσα πρωτοβαθμίως πειθαρχική ποινή σε αργία με απόλυση έξι (6) μηνών. Ειδικότερα, το Δευτεροβάθμιο Πειθαρχικό Συμβούλιο, αφού έλαβε υπόψη όλα τα στοιχεία της ποινικής και πειθαρχικής διαδικασίας, τις απολογίες του αιτούντος και των λοιπών εγκαλουμένων συναδέλφων του, καθώς και όσα εξέθεσαν αυτοί ενώπιόν του, έκρινε, όσον αφορά τον αιτούντα, ότι προέκυψαν, τα εξής περιστατικά : <<Αποδείχθηκε ότι εντός του αστυνομικού καταστήματος την 16-9-2009 και μεταξύ των ωρών 19:00΄-20:00΄, σε χρόνο που δεν προσδιορίζεται επακριβώς, ενήργησε σωματική έρευνα επί του προσαχθέντος ιδιώτη ..., με ιδιαίτερα εξονυχιστικό τρόπο, αν και τέτοιο επίπεδο έρευνας δεν ήταν απαραίτητο στην προκειμένη περίπτωση, υποχρεώνοντάς τον να αποβάλει τα ενδύματα που φορούσε και να μείνει με το εσώρουχο, αφού προηγουμένως του έδωσε προς τούτο ανάλογες εντολές, με σκοπό να διαπιστώσει αν αυτός έφερε ή όχι αντικείμενα πρόσφορα για απόδραση ή αυτοτραυματισμό κατά την παραμονή του στο Αστυνομικό Τμήμα ή αν έφερε ή όχι πειστήρια τέλεσης του αδικήματος που είχε λάβει χώρα προγενέστερα σε ζημία του (φθορές στην ιδιωτική μοτοσικλέτα του αιτούντος) και για το οποίο η Υπηρεσία του ενεργούσε έρευνα, με τη συμμετοχή του. Ο Αστυφύλακας ... κατά την κρίση του Συμβουλίου είχε ιδιαίτερη νομική υποχρέωση, σύμφωνα με το άρθρο 4 παρ. γ΄του Π.Δ.. 245/2004 <<Κώδικας Δεοντολογίας Αστυνομικού>> να μεταχειριστεί με άψογο τρόπο τον ύποπτο, περαιτέρω κατά το άρθρο 97 παρ. 1 περιπτ, ιβ του Π.Δ. 141/1991 ... όφειλε να συμπεριφερθεί στον ανήλικο με στοργή>>. Ενόψει αυτών, το Συμβούλιο αποφάνθηκε ότι η προαναφερόμενη αξιόποινη πράξη του.....αντιβαίνει στο υπηρεσιακό καθήκον του, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 11 παρ. 1 εδάφιο ι΄ του Π.Δ/τος 120/2008, ενώ δεν προέκυψε δόλος του άρθρου 137 Α παρ. 3 Π.Κ. (σωματική κάκωση, βλάβη της υγείας, άσκηση παράνομης σωματικής ή ψυχολογικής βίας και κάθε άλλη σοβαρή προσβολή της ανθρώπινης αξιοπρέπειας, που τελείται από τα πρόσωπα, υπό τις περιστάσεις και για τους σκοπούς που προβλέπει η παρ. 1, εφόσον δεν υπάγεται στην έννοια της παρ. 2), αλλά αποσκοπώντας σε νόμιμη υπηρεσιακή ενέργεια, ήτοι σε αστυνομική σωματική έρευνα κατά το άρθρο 96 του Π.Δ. 141/1991 υπερέβη τα όρια του ελέγχου και παρεκράπη αυτών κατά την σωματική έρευνα του ανωτέρω ανηλίκου, παράβαση για την οποία του επέβαλε πειθαρχική ποινή αργίας με απόλυση έξι μηνών. Περαιτέρω, μετά την έκδοση του προσβαλλόμενου πρακτικού, εκδόθηκε η προσκομιζόμενη από τον αιτούντα 134/21-10-2016 απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Δωδεκανήσου Πλημμελημάτων, μεταβατική Έδρα Κω, η οποία σύμφωνα με την από 2-32016 βεβαίωση της Γραμματέως του Πρωτοδικείου Κω κατέστη αμετάκλητη και για την οποία ο αιτών κρίθηκε αθώος των ποινικών αδικημάτων α) προσβολής ανθρώπινης αξιοπρέπειας, β) απλής σωματικής βλάβης και γ) παράβασης καθήκοντος, που αφορούσαν την ποινική δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος του παράλληλα με την πειθαρχική. Ειδικότερα, κρίθηκε αθώος του ότι <<Στην Πάτμο, την 16-9-2009 ... τέλεσε με περισσότερες πράξεις περισσότερα εγκλήματα, που τιμωρούνται με πρόσκαιρες της ελευθερίας ποινές. Συγκεκριμένα: 1) Κατά τον προαναφερόμενο τόπο και χρόνο, όντας υπάλληλος στα καθήκοντα του οποίου ανάγεται η δίωξη, η ανάκριση ή η εξέταση αξιόποινων πράξεων, άσκησε κατά την εκτέλεση των καθηκόντων του παράνομη σωματική ή ψυχολογική βία σε πρόσωπο που βρίσκεται στην εξουσία του. Στο πλαίσιο αστυνομικής προανάκρισης που διενεργήθηκε από το Α.Τ. Πάτμου για φθορά που άγνωστος προξένησε την 13-9-2009 στη μοτοσυκλέτα ιδιοκτησίας του κατηγορουμένου, την 19:00΄-19:30΄της 16-9-2009, όταν αστυνομικοί της υπηρεσίας αυτής στην οποία ο... κατηγορούμενος εκπαιδευόταν ως δόκιμος αστυφύλακας... προσήγαγαν στο Α.Τ. Πάτμου τον ανήλικο ... για να εξεταστεί ως ύποπτος για το προαναφερόμενο αδίκημα, άσκησε στον ανήλικο παράνομη σωματική ή ψυχολογική βία. ΄Οταν ο ανήλικος οδηγήθηκε στην Γραμματεία του Τμήματος, αφού εξέτασε τον ύποπτο σχετικά με την προκληθείσα σε βάρος του φθορά, στην συνέχεια του επέβαλε να αφαιρέσει τα ρούχα του και να απομείνει με το εσώρουχα, χωρίς να αιτιολογείται επαρκώς η αναγκαιότητα της σωματικής έρευνας με αποτέλεσμα αυτή να θεωρείται πράξη αποσκοπούσα στον στον εξευτελισμό και την ταπείνωση του ανηλίκου>>. Στην κρίση αυτή κατέληξε το ποινικό δικαστήριο λαμβάνοντας υπόψη ότι δεν αποδείχθηκε πως ο αιτών εξανάγκασε τον ανωτέρω ανήλικο να βγάλει όλα τα ρούχα του και να μείνει με το εσώρουχο, βασιζόμενο στο ότι ο ίδιος ο ανήλικος δεν ήταν σε θέση να βεβαιώσει ποιος πρώτος από τους κατηγορουμένους αστυνομικούς του επέβαλε να γδυθεί και να μείνει με το εσώρουχο, όπως ισχυρίστηκε, σύμφωνα δε με την μαρτυρία του αστυνομικού ..., ο οποίος εκτελούσε χρέη αξιωματικού υπηρεσίας στο Α.Τ. Πάτμου την ημέρα εκείνη, ο αιτών δεν συμμετείχε στη διαδικασία ελέγχου των προσαχθέντων προσώπων.

4. Επειδή, με τα δεδομένα, αυτά, δηλαδή, επιγενομένης αθωώσεως του αιτούντος με αμετάκλητη απόφαση του ποινικού δικαστηρίου, με την οποία διαπιστώθηκε ανυπαρξία των πραγματικών περιστατικών, που συνιστούν την αντικειμενική υπόσταση του πειθαρχικού παραπτώματος, για το οποίο επιβλήθηκε σε βάρος του αιτούντος η ένδικη πειθαρχική ποινή, κλονίζεται η αιτιολογία της προσβαλλόμενης αποφάσεως και για το λόγο αυτό, προεχόντως, πρέπει η απόφαση αυτή να ακυρωθεί, δεκτής γενομένης της κρινόμενης αιτήσεως, η δε υπόθεση πρέπει να αναπεμφθεί στο εκδόσαν αυτή Πειθαρχικό Συμβούλιο, προκειμένου αυτό να κρίνει εκ νέου την πειθαρχική υπόθεση του αιτούντος, συνεκτιμώντας και την προαναφερόμενη αθωωτική απόφαση του ποινικού δικαστηρίου (βλ. ΣτΕ 2442/2014, 1792/2012).

5. Επειδή, το Δικαστήριο εκτιμώντας τις περιστάσεις, απαλλάσσει το καθ’ ου από τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος (βλ. ΣτΕ 2442/2014).

ΔΙΑ ΤΑΥΤΑ

Δέχεται την αίτηση.

Ακυρώνει την 141/21-11-2013 απόφαση (πρακτικό) του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου Αξιωματικών της Ελληνικής Αστυνομίας, κατά το μέρος που αφορά τον αιτούντα.

Αναπέμπει την υπόθεση στη διοίκηση για νέα κρίση του αιτούντος, σύμφωνα με το αιτιολογικό.

Διατάσσει την απόδοση του παραβόλου στον αιτούντα.

Απαλλάσσει το Ελληνικό Δημόσιο από τη δικαστική δαπάνη του αιτούντος.

Κρίθηκε και αποφασίσθηκε στην Αθήνα, στις 10 Νοεμβρίου 2017 και δημοσιεύθηκε στην ίδια πόλη, σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριο του Δικαστηρίου, στις 8 Ιανουαρίου 2018.

Ο ΠΡΟΕΔΡΟΣ Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΠΕΡΙΚΛΗΣ ΓΚΟΤΣΗΣ ΦΩΤΕΙΝΗ ΡΟΖΗ